Η Ιταλία ως μεγάλη και ανεπτυγμένη οικονομικά χώρα –μέλος του G7, του G20 και ιδρυτικό μέλος της Ε.Ε.–, μαστίζεται από βαθιά κρίση που αγκαλιάζει όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής. Ταυτόχρονα είναι ο «πιο αδύνατος κρίκος» μέσα στο G7 όπως και εντός της Ε.Ε., αφού παρουσιάζει ένα τεράστιο δημόσιο έλλειμμα και βρίσκεται στη δίνη μεγάλων κερδοσκοπικών παιχνιδιών. Με αποτέλεσμα να βαθαίνει η κοινωνική κρίση, να γίνονται αναγκαία για το κεφάλαιο πιο σκληρά μέτρα ενάντια στους εργαζόμενους, και φυσικά, να βαθαίνει η άβυσσος ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς πανιταλικά και παράλληλα να βαθαίνει η αντίθεση ανάμεσα σε ιταλικό Βορρά και σε Νότο. Με ένα πολιτικό κόσμο βουτηγμένο στη διαπλοκή, την ίντριγκα και τον τρανφορμισμό (δηλαδή να ξεκινούν από αλλού, να γλιστρούν σε άλλες θέσεις και να εμφανίζονται μεταμορφωμένοι) έχει γνωρίσει μεγάλες τροποποιήσεις έως και μεταλλάξεις: Μέσα σε 75 χρόνια έχουν περάσει 67 κυβερνήσεις με μέση διάρκεια «ζωής» τους 14 μήνες.
Μόνο τα τελευταία δύο χρόνια, χρόνια μεγάλης δοκιμασίας και από την πανδημία, δόθηκε πλήρης στήριξη στον διοικητή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, ώστε να ηγηθεί μιας ιταλικής κυβέρνησης που στηρίζονταν σχεδόν από όλα τα κόμμα και να οδηγήσει την Ιταλία σε «ασφαλείς» δρόμους. Σχεδόν κανένας πρώην πρωθυπουργός δεν είχε τη στήριξη που γνώρισε ο Μ. Ντράγκι. Ο κατάλληλος άνθρωπος, ο Σούπερμαν, ο «τραπεζίτης χωρίς καρδιά» που είχε όμως την τεχνογνωσία –μόνο αυτός– για να διαχειριστεί το «Εθνικό Σχέδιο για την Ανάκαμψη και την Ανθεκτικότητα», δηλαδή το περίφημο πακέτο της Ε.Ε.
Από τις αρχές του 2022 είχε φανεί ότι το πολιτικό σύστημα νοσεί βαθύτατα, γεγονός που φάνηκε περίτρανα με την «επιθεώρηση» που παίχθηκε για την ανάδειξη του νέου προέδρου και κατέληξε στην αποδοχή της παραμονής του Ματαρέλλα (ανθρώπου της Ε.Ε. και υποστηρικτή του Ντράγκι) για μια ακόμα θητεία. Αμέσως μετά άρχισε ο πόλεμος στην Ουκρανία με όλες τις συνέπειες που επιφέρει για τις ευρωπαϊκές χώρες. Η Ιταλία του Μ. Ντράγκι τάχθηκε αναφανδόν υπέρ του Ατλαντισμού παρόλο που η ενεργειακή της εξάρτηση από τη Ρωσία ήταν μεγάλη. Ενώ ο υπουργός Εξωτερικών Ντι Μάγιο (του Κινήματος των 5 Αστέρων) έγινε εντελώς «Αμερικάνος» και στις αρχές Ιουνίου αποχωρεί από το κόμμα του (μαζί με 49 βουλευτές και 10 γερουσιαστές) και δημιουργεί ένα νέο. Στα μέσα προς τέλη Ιουλίου έχουμε μια νέα «επιθεώρηση»: Ο Κόντε (πρώην πρωθυπουργός και επικεφαλής των 5 Αστεριών) αποσύρει την εμπιστοσύνη του προς την κυβέρνηση, ο Ντράγκι δηλώνει ότι θα παραιτηθεί, ο Ματαρέλλα υποδεικνύει να τεθεί θέμα εμπιστοσύνης στο Κοινοβούλιο προς τον Ντράγκι και εκεί πλέον δεν τον υποστηρίζουν κι άλλα κόμματα όπως ο Σαλβίνι και ο Μπερλουσκόνι. Ο Ντράγκι όμως έχει πάρει την απόφασή του. Παραιτείται και ο Ματαρέλλα προκηρύσσει εκλογές εξπρές για τις 25 Σεπτεμβρίου.
Η πολυσχιδής κρίση στην Ιταλία και η συνακόλουθη πολιτική κρίση, αναγκαστικά περνούν μέσω των εκλογών, και μέσω αυτών επιδιώκεται ο μεγαλύτερος αποπροσανατολισμός της πληττόμενης κοινωνίας, να δικαιολογηθούν τα σχέδια έκτακτης ανάγκης, να προχωρήσουν πιο αποφασιστικά «μεταρρυθμίσεις» και να προετοιμαστεί ότι ήδη προαναγγέλλεται: Τη διαχείριση της επερχόμενης «ελληνικής» περιόδου (με λιτότητα και μνημόνια) της Ιταλίας
Η παραίτηση Ντράγκι και οι εξελίξεις που δρομολογήθηκαν
Η παραίτηση του Μ. Ντράγκι δεν μπορεί να ερμηνευτεί μόνο με ιταλικούς όρους. Όχι βέβαια σαν «δουλειά» του Πούτιν που τάχα έβαλε τον Σαλβίνι να ρίξει την κυβέρνηση, αλλά κυρίως στη βάση της πληροφόρησης που έχει ο Ντράγκι για τις επικείμενες εξελίξεις εντός της Ε.Ε., ιδιαίτερα σχετικά με το «πακέτο στήριξης» και των προϋποθέσεων που απαιτούνται για να διαχειριστεί κανείς την κοινωνική κρίση που έρχεται ραγδαία τον χειμώνα που πλησιάζει. Ο Ντράγκι παραιτούμενος «προφυλάχθηκε», χωρίς να εγκαταλείπει το πρόγραμμά του –που άλλωστε συνεχίζουν να το υποστηρίζουν όλα τα συστημικά κόμματα (κεντροδεξιά και κεντροαριστερά)–, και ακόμα, φιγουράρει ως μια πιθανή λύση μετεκλογικά.
Από τον Ιούνιο του 2022, δηλαδή μόλις λίγους μήνες πριν, ξεκίνησαν απανωτές εξελίξεις και αλλαγές στο πολιτικό σύστημα που για να καταλάβει κάποιος τι γίνεται πρέπει να παρακολουθεί πολύ στενά και να διασταυρώνει όσα γράφονται και λέγονται. Δεν είναι μια δυσκολία που έχει κάποιος που ζει έξω από την Ιταλία. Ακόμα και οι ίδιοι οι Ιταλοί δεν είναι πληροφορημένοι (αρκετοί αδιαφορούν κιόλας) για τις μεταμορφώσεις, τους σχηματισμούς, τα νέα κόμματα και συνασπισμούς (λίστες) που γίνονται, ζαλίζουν ακόμα κι όποιον θέλει να καταλάβει ποια και πόσα κόμματα παρουσιάζονται, τι πρόγραμμα έχουν, τι προτείνουν για μετά τις 25 Σεπτέμβρη κ.λπ.
Στο παρόν σημείωμα, όμως, θέλουμε να σταθούμε σε ορισμένα γενικά χαρακτηριστικά της κατάστασης στην Ιταλία από το καλοκαίρι και μετά. Ολόκληρο το πολιτικό σύστημα ακόμα και με τις ρευστές και εναλλασσόμενες μορφές που εμφανίζει, κατορθώνει να απομονώσει, να αποκόψει, να αποκλείσει μια τεράστια περιοχή της κοινωνίας. Μια χώρα με το πλέον αναπτυγμένο εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα στην Ευρώπη, εμφανίζει μια εικόνα πλήρους εξαφάνισης στο πολιτικό προσκήνιο του «κοινωνικού ζητήματος». Έτσι ο κόσμος της εργασίας στην Ιταλία δεν έχει δική του πολιτική φωνή και το πολιτικό σύστημα έχει απαλλαγεί από μια ενοχλητική παρουσία στην πολιτική ζωή και μέσα στην κοινωνία. Μέσα στην κοινωνία υπάρχει μεν η δυσαρέσκεια και η απογοήτευση, όπως ο αποπροσανατολισμός, αλλά δεν υπάρχει κανένα εναλλακτικό σχέδιο που να ξαναστηρίζει την ελπίδα και να εκφράζει σε έναν βαθμό τον κοινωνικό ανταγωνισμό. Κι όχι μόνο: Το υπάρχον πολιτικό σύστημα, στη συντριπτική του πλειοψηφία υποστηρίζει αναφανδόν τον Ατλαντισμό και την Ευρωκρατία και εργάζεται επισταμένα για την προώθηση όλων των σχεδιασμών και αναδιαρθρώσεων, με πρόσχημα τις καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, για να ξεθεμελιωθεί ό,τι έχει απομείνει από κοινωνικές και δημοκρατικές κατακτήσεις. Αυτά είναι τα κύρια και τα βασικά στοιχεία που υπηρετούν οι δύο μεγάλες παρατάξεις, η κεντροδεξιά και η κεντροαριστερά (που εμφανίζονται ως συνασπισμοί στις εκλογές και θα το εξηγήσουμε σε επόμενο σημείωμα) καθώς και ενδιάμεσες δυνάμεις που όμως όλες στήριζαν μέχρι τώρα τον Μ. Ντράγκι. Υπάρχουν βέβαια και άλλες δυνάμεις, όπως αυτό που απόμεινε από το «Κίνημα 5 Αστέρων» μετά από πολλές αποχωρήσεις και αποσκιρτήσεις, που παρουσιάζει μια δυναμική ειδικά στον Νότο, αλλά κι αυτό μέχρι πρότινος τουλάχιστον υποστήριζε και μετείχε στην κυβέρνηση Ντράγκι. Υπάρχει και ο «Τρίτος πόλος» του Ρέντσι που δεν μετέχει στις δύο παρατάξεις, αλλά προτείνει από τώρα να σχηματιστεί μια κυβέρνηση υπό τον Μ/ Ντράγκι. Τέλος υπάρχει η περιοχή του dissenso (της διαφωνίας, της αμφισβήτησης, του αντισυστημισμού) που είναι ετερογενής και στους κόλπους της έχουν δημιουργηθεί συνασπισμοί μικρών δυνάμεων. Εκτός από το κόμμα Italexit (που είναι έντονα ευρωσκεπτικιστικό και διεκδικεί την αποχώρηση της Ιταλίας από την Ε.Ε.) και πιθανολογείται ότι ίσως ξεπεράσει το 3% που χρειάζεται για να μπει στο κοινοβούλιο, όλα τα άλλα δεν έχουν ελπίδες να φθάσουν σε τέτοια ποσοστά. Σε αυτήν την κατηγορία υπάρχουν 3 συνδυασμοί που ανήκουν στην περιοχή της αριστεράς και της εθνικής κυριαρχίας. Αυτά είναι η Unione Popolare, η Italia sovrana e popolare που κατόρθωσαν να συγκεντρώσουν 60.000 υπογραφές μέσα στον Αύγουστο ώστε να μπορέσουν να κατέβουν στις εκλογές, και το Partito Comunista Italiano, μικρός σχηματισμός που παρουσιάζεται σε 6 περιφέρειες.
Η αποχή αναμένεται να αυξηθεί και δεν είναι λίγοι που βλέπουν την εκλογική διαδικασία σαν ένα στημένο παιχνίδι που δεν τους αφορά ή δεν βρίσκουν κάτι που να αξίζει τη δική τους συμμετοχή.
Για όλους αυτούς τους λόγους, η πολυσχιδής κρίση στην Ιταλία και η συνακόλουθη πολιτική κρίση, αναγκαστικά περνούν μέσω των εκλογών, και μέσω αυτών επιδιώκεται ο μεγαλύτερος αποπροσανατολισμός της πληττόμενης κοινωνίας, να δικαιολογηθούν τα σχέδια έκτακτης ανάγκης, να προχωρήσουν πιο αποφασιστικά «μεταρρυθμίσεις», να γίνουν πιο θηριώδη βήματα προς τη μετα-δημοκρατία, να τσακιστεί κάθε αντίσταση και να παραλύσει το φρόνημα των καταπιεσμένων και των ολοένα πιο φτωχοποιημένων και πρεκαριοποιημένων εργαζόμενων και ανέργων, όπως επίσης και η σύνθλιψη των μεσαίων στρωμάτων, προετοιμάζοντας αυτό που προαναγγέλλεται: Τη διαχείριση της επερχόμενης «ελληνικής» περιόδου (με λιτότητα και μνημονία) της Ιταλίας...
[Στο επόμενο φύλλο θα αναφερθούμε στο πολιτικό και εκλογικό σύστημα της Ιταλίας, στα κόμματα και τους συνασπισμούς κομμάτων που παρουσιάζονται, στο πρόγραμμά τους και στο τι αναμένεται να γεννήσουν οι κάλπες στη βάση των αμφιλεγόμενων δημοσκοπήσεων.]
Ο Μελανσόν στη Ρώμη
Στις 7 Σεπτεμβρίου, ο Ζαν-Λυκ Μελανσόν βρέθηκε στη Ρώμη καλεσμένος από την Unione Popolare. Μίλησε σε μια μαζική συγκέντρωση, έδωσε μια συνέντευξη Τύπου και μίλησε στην κρατική τηλεόραση.
Στην ομιλία του στη συγκέντρωση, ο Μελανσόν αναφέρθηκε στο εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα της Ιταλίας με λόγια θαυμασμού και σεβασμού προς την μεγάλη ιστορία του, αλλά επίσης δήλωσε ότι τώρα είμαστε μπροστά σε μια άλλη εποχή με ιδιαίτερα καθήκοντα όπως να αναπτυχθούν κινήσεις και σχηματισμοί ικανοί να αντισταθούν και να ορίσουν έναν αντικαπιταλισμό γειωμένο, ρεαλιστικό, με ιδέες και αναφορές. Έκανε ιδιαίτερες αναφορές στο ποιους πρέπει να εκπροσωπούν οι κινήσεις αυτές, και επέμενε ότι πρέπει να εκφράζουν το λαό, να σκέφτονται μόνο τον λαό και πώς να τον υπηρετήσουν, να παίρνουν δύναμη από τον λαό και κυρίως να μην φοβούνται τους αντιπάλους. Ότι χωρίς τέτοιες δυνάμεις δεν μπορεί να γίνει τίποτα.
Επίσης αναφέρθηκε στο ότι ρωτήθηκε γιατί πάει στη Ρώμη αφού η δύναμη αυτή, η Unione Popolare, είναι πολύ μικρή. Απάντησε ότι αδιαφορεί για αυτήν πλευρά και ότι πρέπει να είναι στη Ρώμη για να βοηθήσει αυτήν την προσπάθεια. Επίσης αναφέρθηκε με πολύ θετικά λόγια για τον επικεφαλής της κίνησης, Λουίτζι Ντε Ματζίστρις (55 χρόνων, ευρωβουλευτής την περίοδο 2009-2011 και δήμαρχος της Νάπολης για μια δεκαετία 2011-2021).
[Μπορείτε να δείτε και ακούσετε την ομιλία του Μελανσόν στην Ρώμη από το f/b της Unione Popolare. Η ομιλία γίνεται στα γαλλικά και μετάφραση στα ιταλικά]