Η Αριστερά πρέπει να ανακτήσει το ιδεολογικό της πλεονέκτημα
Του Κώστα Μ. Σκηνιώτη*
Το πρόσφατο τραγικό περιστατικό με τον Βαγγέλη ως ακραίο παράδειγμα εκφοβισμού-bullying, δυστυχώς μοιάζει να ήταν ένας προαναγγελθείς θάνατος που θα ερχόταν κάποια στιγμή να μας ταρακουνήσει δυνατά. Αξίζει να θυμηθούμε και να αναρωτηθούμε μήπως και η περίπτωση του Άλεξ στη Βέροια ήταν η κατάληξη μιας παρόμοιας βίαιης συμπεριφοράς, δεδομένου ότι μέχρι σήμερα κανείς δεν έχει μάθει οριστικά και τελεσίδικα τι ακριβώς συνέβη.
Το φαινόμενο του εκφοβισμού χαρακτηρίζεται ως μια ακραία παθολογική συμπεριφορά ομάδας ανθρώπων οι οποίοι συμπεριφέρονται με βιαιότητα απέναντι είτε σε μία άλλη ομάδα είτε σε ένα μεμονωμένο πρόσωπο. Ωστόσο, όσοι γνωρίζουν, τονίζουν ότι κατά βάση πρόκειται για επιθετική συμπεριφορά πολλών εναντίoν ενός.
Στην ίδια βάση του εκφοβισμού εκτυλίσσονται βίαιες και παραβατικές συμπεριφορές και στο Διαδίκτυο, εκεί ακριβώς όπου πολλοί νέοι άνθρωποι μετατρέπονται σε ανυποψίαστα θύματα. Πρόκειται για το ίδιο ανησυχητικό φαινόμενο σε μιαν άλλη του μορφή, την οποία δεν πρέπει να παραβλέπουμε.
Μία λαϊκή παροιμία λέει: «Με όποιον δάσκαλο καθίσεις, τέτοια γράμματα θα μάθεις».
Μήπως δεν είναι αλήθεια ότι το ίδιο το κράτος είναι ο «καλύτερος δάσκαλος» σ’ αυτό που ονομάζουμε εκφοβισμό;
Το κράτος αντικειμενικά και ως ύπαρξη, με βάση τα συμφέροντα των τάξεων που καλείται να υποστηρίξει, παίζει αυτόν το ρόλο. Συχνά η μέθοδος που ακολουθείται για να πτοηθούν οι λαϊκές απαιτήσεις και οι αγώνες για μια καλύτερη ζωή, είναι βασισμένες στα τρία κυρίαρχα και πιο βαριά συναισθήματα του ανθρώπου. Τον πόνο, το θυμό και κυρίως το φόβο.
Είμαστε μάρτυρες πολιτικών οι οποίες με ένα εξαιρετικά συνειδητό και αριστοτεχνικό τρόπο μεταβάλλουν διαρκώς τα προαναφερθέντα συναισθήματα και τελικώς στοχεύουν στο να κορυφώσουν πότε το ένα και πότε το άλλο.
Η καταστολή, η κρατική βία, η κατάργηση δικαιωμάτων δεκαετιών, η επιθετικότητα στην αντιμετώπιση του αδύναμου, η κατάχρηση εξουσίας, η πολιτική επιβολή με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου στη βάση του δεδομένου μιας συγκυριακής πλειοψηφίας, είναι κλασικές μορφές βίας και εκφοβισμού. Το αποτέλεσμα των εκπορευόμενων πολιτικών, δηλαδή η ανεργία, η περιθωριοποίηση και η φτώχεια είναι τα πιο ισχυρά συστατικά για τη δημιουργία εν σειρά των συναισθημάτων του πόνου, του φόβου και τελικά του θυμού.
Το βαρύ αυτό συναίσθημα του θυμού είναι ικανό να ωθήσει και να οδηγήσει σε αντικοινωνικές συμπεριφορές του ενός εναντίον του άλλου. Αν δεν υπάρχει η πολιτική και η ιδεολογική κουλτούρα να μετατραπούν τα συναισθήματα αυτά σε συλλογικές, πολιτικές αντιδράσεις τότε οδηγούμαστε στο φαινόμενο του κοινωνικού αυτοματισμού, όπου μας φταίει πάντα ο διπλανός. Μας φταίει αυτός που έχει δουλειά, μας φταίει αυτός που έχει σπίτι, μας φταίει αυτός που έχει να φάει, μας φταίει αυτός που είναι καλύτερος μαθητής. Η αλυσίδα αυτή δεν έχει ποτέ τέλος.
Η κοινωνία εκπαιδεύεται με βάση αυτά που βλέπει από το κράτος, από την πολιτική εξουσία και τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας.
Στις μέρες μας ο πρωθυπουργός έχει δώσει δείγματα άξια προς μίμηση, με πράξεις και ενέργειές του, που χαρακτηρίζονται από λιτότητα στην προσωπική του ζωή από τη μία και οι οποίες προάγουν την αξία της αλληλεγγύης από την άλλη.
Ωστόσο, χρειάζεται μια αληθινή πολιτιστική επανάσταση στην οποία πρέπει και μπορεί να ηγηθεί η Αριστερά. Χρειάζεται η διανόηση αυτής της χώρας, η οποία υπάρχει, να ηγηθεί σε μία αληθινή πορεία αλλαγής κατεστημένων αντιλήψεων των τελευταίων δεκαπέντε ετών. Με όχημα τον πολιτισμό, να προταχθούν ξανά οι αξίες της ελευθερίας, της ισοτιμίας και ισονομίας, της αλληλεγγύης, της συντροφικότητας και της αγάπης.
Η Αριστερά είχε πάντα αυτό το ιδεολογικό πλεονέκτημα και πρέπει να το ανακτήσει και πάλι. Σε μια τέτοια πορεία προς την κοινωνία του σοσιαλισμού που ονειρευόμαστε, τα φαινόμενα του ρατσισμού, της επιθετικότητας, της άνανδρης επίθεσης πολλών σε έναν και του εκφοβισμού θα τείνουν να εξαφανισθούν.
Ο Κώστας Μ. Σκηνιώτης είναι ποιητής, μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών