Πρόσφατα παρακολούθησα τη νέα ταινία του Στράτου Τζίτζη, 45 τετραγωνικά. Είχα καιρό να αισθανθώ τόσο άμεσα εμπλεκόμενη σε μια ταινία, ίσως γιατί το θέμα που πραγματεύεται παραείναι επίκαιρο.
Τι γίνεται όταν η βαπτιζόμενη «Γενιά των 700 -και ούτε- ευρώ» ή αλλιώς «Η γενιά του εφηβικού δωματίου» αισθανθεί την ανάγκη να φύγει απ’ αυτό και να πατήσει στα δικά της πόδια; Η πρωταγωνίστρια της ταινίας, η Χριστίνα (που υποδύεται η Έφη Λογγίνου) με την ορμή της νεότητας, στα 23 της χρόνια αισθάνεται την ανάγκη για αυτονομία «Θέλω να βρω τον εαυτό μου, να εξελιχθώ». Σ’ αυτή την ορμή απαντάει η μητέρα της που της υπενθυμίζει τη δυσκολία να ζήσει μόνη της με το πενιχρό εισόδημα της πωλήτριας, των 600 ευρώ. Η ηρωίδα καταφέρνει, παρ’ όλα αυτά, να νοικιάσει ένα διαμέρισμα 45 τετραγωνικών, κάπου στην Αχαρνών. Δεν αγοράζει έπιπλα, τρέφεται με κονσέρβες, μαζεύει μια καρέκλα απ’ τα σκουπίδια, τη στιγμή που η ιδιοκτήτρια του πολυτελούς μαγαζιού στο οποίο εργάζεται η Χριστίνα, της περιγράφει το νέο της εξοχικό, στη Μύκονο.
Δίνει έναν πραγματικό αγώνα που δεν διαφέρει απ’ αυτόν που, καθημερινά, δίνουν όλο και περισσότεροι νέοι αγωνιζόμενοι μέσα στην πραγματικότητα που άλλοι έφτιαξαν γι’ αυτούς, με συνέπεια να τους «κρατάνε» στο έδαφος με κομμένα τα φτερά.
Όταν, προκειμένου να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες που αντιμετωπίζει, ζητάει αύξηση από την ιδιοκτήτρια, εκείνη της αρνείται. Την επόμενη στιγμή θα δούμε την ηρωίδα να διαβάζει γραμμένο στον τοίχο, ένα σύνθημα «Στον κόσμο των αφεντικών είμαστε όλοι ξένοι».
Η πίεση της μάνας, η προδοσία της φίλης, η καταπίεση της δουλειάς, η αδυναμία για εξέλιξη, έως και το πρεσάρισμα του ελεγκτή που, τελικώς, την οδηγεί στο τμήμα «καταπολεμούνται» από το μότο της ηρωίδας (και ουσιαστικά όλης της ταινίας) «Μην υποχωρείς μπροστά στη δυσκολία». Όντως δεν υποχωρεί, βρίσκει τρόπο και τα καταφέρνει μεταφέροντας στους θεατές ένα κλίμα «παράδοξης» αισιοδοξίας. Αυτός, εξάλλου, είναι και ο στόχος της ταινίας όπως λέει και ο δημιουργός της Στράτος Τζίτζης. «Μέσα απ’ την ταινία ήθελα να ενθαρρύνω τους άλλους -και ειδικά παιδιά σε ανάλογες καταστάσεις- να κάνουν ένα βήμα μπροστά, να μη φοβηθούν τη δυσκολία αλλά να κινηθούν τολμηρά, να μεταδώσω σε όλους το σύνθημα που γράφει η Χριστίνα στον τοίχο… ».
Μέσα απ’ τη σκηνοθετική ματιά του Στράτου Τζίτζη (δημιουργού επίσης των ταινιών Η αγάπη είναι ελέφαντας και Σώσε με) και τα μάτια της Χριστίνας αντίκρισα μια πόλη (την πόλη μας) αλλιώτικα. Η Αθήνα, οι δρόμοι της, παύουν να είναι απρόσωποι, η πόλη αποκτά μια ευαισθησία, μιλάει μέσα από τα συνθήματα στους τοίχους, μέσω της μουσικής των μεταναστών που, «στοιβαγμένοι» ανά πεντάδες, ζουν σε υπόγεια αλλά παρ’ όλα αυτά τραγουδάνε.
Μια ταινία με απλό σενάριο, προσιτή σε όλους, που δεν έχει ανάγκη να υπονοήσει τίποτα, αφού με ντοκιμαντερίστικο ύφος προβάλλει την πραγματικότητα όπως έχει. Μια πραγματικότητα «άσχημη» μεν, εμπλουτισμένη, δε, με μια αισιοδοξία. Κανένας μελοδραματισμός, παρά μόνο μια δυναμική ηρωίδα που δεν υποχωρεί μπροστά στις δυσκολίες και, τελικώς, τα καταφέρνει.
Το τελευταίο πλάνο της ταινίας με την πρωταγωνίστρια στο ένα δωμάτιο να βρίσκει τον έρωτα απ’ τη μία και απ’ την άλλη, μια οικογένεια μεταναστών (οι νέοι ένοικοι των 45 τετραγωνικών) με τα πιτσιρίκια να παίζουν στο άλλο, συνοψίζει το ελπιδοφόρο μήνυμα της ταινίας.