Για όλους μας είναι πολύ δύσκολες αυτές οι μέρες, από κάθε πλευρά. Οι περισσότεροι ασχολούνται με τους πλέον ευάλωτους στον ιό κι ίσως αυτό είναι και το πιο σωστό.
Όμως βάλτε τον εαυτό σας στη θέση ενός παιδιού στην προεφηβεία ή στη σκέτη εφηβεία, που ξαφνικά μένει εγκλωβισμένο με γονείς και αδέρφια ‒ αν υπάρχουν.
Και ναι μεν υπάρχουν οι επικοινωνίες μέσω των διαφόρων μέσων που παρέχει η σύγχρονη τεχνολογία, αλλά ο εγκλεισμός είναι εγκλεισμός. Οι γονείς παρόντες ή πάνω από το κεφάλι σου, οι τρέλες και οι αντιδράσεις περιορισμένες, οι εφηβικοί έρωτες μόνον εξ αποστάσεως.
Θυμηθείτε τη δική σας εφηβεία, τα φλερτ και τους έρωτες, τα κρυφά τσιγάρα και ποτά, τους κάθε είδους πειραματισμούς. Φανταστείτε να σας είχαν βάλει τότε σε καραντίνα.
Όπως έχω ήδη γράψει, το έχω ρίξει ακόμη περισσότερο στο διάβασμα αυτόν τον καιρό, αλλά από αυτά που με άγγιξαν περισσότερο αυτές τις μέρες είναι δυο βιβλία που έχουν να κάνουν με αυτή τη φάση της ζωής ‒την εφηβεία ή τον προπομπό της‒ αλλά αγγίζουν πολύ διαφορετικά θέματα και προβλήματα.
«Η απόσταση ανάμεσα σε μένα και την κερασιά»
Το πρώτο είναι το συγκλονιστικό «Η απόσταση ανάμεσα σε μένα και την κερασιά» της Παόλα Περέτι (εκδόσεις Ψυχογιός). Η Μαφάλντα ‒η ηρωίδα του βιβλίου‒ θα έλεγα ότι στα δέκα της χρόνια μπαίνει βίαια σε μια προεφηβική ηλικία καθώς έρχεται αντιμέτωπη με μια ανίατη πάθηση: η γιατρός που την παρακολουθεί από τότε που άρχισε να έχει προβλήματα με την όρασή της τής ανακοινώνει πως σύντομα θα χάσει εντελώς το φως της.
«Ορισμένα νέα θα έπρεπε να σου τα λένε πάντα μαζί μ’ έναν γάτο για να μπορείς να τον αγκαλιάσεις», είναι η σκέψη της Μαφάλντα, που ζει με τους γονείς της και τον γάτο της, Ότιμο Τουρκαρέ, σε ένα διώροφο σπίτι κάπου στην Ιταλία. Είναι μόλις δέκα χρονών και πάσχει από τη νόσο του Στάργκαρντ, η οποία προκαλεί την προοδευτική απώλεια της όρασης και τελικά οδηγεί στην τύφλωση.
Λίγο μετά τα γενέθλιά της θα αρχίσει πια να ζει στο σκοτάδι. Το πόσο χάνει το φως της, το μετράει κάθε τόσο από την απόσταση που την χωρίζει μέχρι να μπορέσει να δει την αγαπημένη της κερασιά που βρίσκεται στην αυλή του σχολείου της.
Να γιατί το μυθιστόρημα έχει τον τίτλο «Η απόσταση ανάμεσα σ’ εμένα και την κερασιά» (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Ψυχογιός).
Η συγγραφέας Πάολα Περέτι, έχει και η ίδια διαγνωστεί πριν από δεκαπέντε χρόνια με τη νόσο Στάργκαρντ (σήμερα είναι τριάντα τεσσάρων ετών). Έτσι μπορεί αν μας μιλήσει για το πώς πραγματικά νιώθει κάποιος που το σύννεφο στα μάτια του πυκνώνει και παύει να βλέπει τα αγαπημένα πρόσωπα και πράγματα.
Η κερασιά είναι το καταφύγιο της ηρωίδας. Με αγαπημένο ήρωά της τον Κόζιμο, από τον «Αναρριχώμενο Βαρώνο» του Ίταλο Καλβίνο, σκέφτεται κάποια στιγμή να πάει να ζήσει πάνω στο δέντρο, όπως έκανε εκείνος.
Δυο φίλοι της, η Εστέλλα, η επιστάτης του σχολείου και ο ατίθασος συμμαθητής της, ο Φιλίππο, θα σταθούν δίπλα της στις δύσκολες στιγμές, βοηθώντας την να ανακαλύψει τα πράγματα που μπορεί να κάνει.
«Είναι η μυρωδιά των ανθρώπων όταν κλαίνε. Νομίζω ότι κάθε άνθρωπος έχει φυλαγμένη τη δική του μυρωδιά για όταν κλαίει, κι εκείνη μυρίζει νερό και παραλία». Θα συγκινηθείτε διαβάζοντας το βιβλίο, αλλά δεν στοχεύει εκεί η συγγραφέας. Μέσα από την τόσο μελαγχολική ιστορία της δίνει ένα μήνυμα ελπίδας κι αγώνα. Το τελικό μότο είναι: Ποτέ μην το βάζεις κάτω! Και καθώς το μήνυμα έρχεται από την Ιταλία, με κάνει να σκεφτώ το σήμερα. Ας μην το βάλουμε κάτω, όσο ζοφερή κι αν είναι η πραγματικότητα!
«Γλυκόπικρο αντίο»
Το «Γλυκόπικρο αντίο» του Ντέιβιντ Νίκολς (εκδόσεις Μίνωας) ‒του συγγραφέα του «Μια μέρα»‒ είναι πιο κοντά στο θέμα με το οποίο ξεκίνησα τη σημερινή σελίδα. Ο ήρωας του βιβλίου, ο Τσάρλι στα δεκάξι του χρόνια, ζει με τον πατέρα του που είναι βυθισμένος στο αλκοόλ και στην κατάθλιψη, έχει αποτύχει στο σχολείο, περνά μυστήριες ώρες με την παρέα των κολλητών του και δουλεύει «μαύρα» σε ένα βενζινάδικο.
Μέχρι που γνωρίζει τη Φραν και όλα αλλάζουν. Θα βρεθεί να συμμετέχει σε μια θεατρική ομάδα και να παίζει στο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα». Ο έρωτας θα ανθίσει και θα σβήσει, μέσα σε ένα μυθιστόρημα που διαπραγματεύεται με έξοχο τρόπο αυτές τις μοναδικές στιγμές που ο καθένας μας έχει περάσει με τον δικό του τρόπο. Χωρίς ωραιοποιήσεις, με ρεαλισμό αλλά και τρυφερότητα προσεγγίζει τους ήρωές του.
Είναι πολλές οι πτυχές του θέματος που φωτίζει και νομίζω πως η ανάγνωσή του θα φανεί πολύτιμη για έφηβους αναγνώστες, ενώ για μας τους μεγαλύτερους είναι μια δυνατή υπενθύμιση για όσα έχουν φύγει και τείνουμε να ξεχάσουμε. Ο ήρωας είναι ένας από εμάς, τόσο που του δίνουν τον πιο αδιάφορο ρόλο στο έργο, αλλά με τον δικό του τρόπο και μέσα από δυσκολίες και ανατροπές θα καταφέρει να πάρει τη ζωή του στα χέρια του.
Η δράση δένει με το θεατρικό έργο με εξαιρετικό τρόπο κι ας μην υπάρχει ούτε θάνατος, ούτε Μοντέγοι και Καπουλέτοι. Ή μάλλον Μοντέγοι και Καπουλέτοι υπάρχουν με την έννοια του ταξικού διαχωρισμού και των διαφορετικών σημείων εκκίνησης που δίνουν οι οικογένειες στα παιδιά τους.
Πάνω απ’ όλα είναι όμως η μαγική περιγραφή της πρώτης αγάπης, της πρώτης ερωτικής επαφής. Χωρίς να στερεί τίποτε από τη μοναδικότητά της, ο συγγραφέας μένει ρεαλιστής και ονειροπόλος ταυτόχρονα. Οι εικόνες του δυνατές στα όμορφα και στα άσχημα, θα νιώθετε να ζωντανεύουν μπροστά σας καθώς διαβάζετε.