Το editorial του Δρόμου που κυκλοφορεί το Σάββατο 29 Ιουνίου
Δεν πρόκειται για διαπραγμάτευση: Πρόκειται για ένα ενορχηστρωμένο δράμα από τους δανειστές που έχει ως βασικό κριτήριο και στόχο να ταπεινώσει τον ελληνικό λαό, να ακυρώσει πολιτικά την επιλογή του, να επικυρώσει τελεσίδικα τη θέση ότι τα μνημόνια ήταν και παραμένουν μονόδρομος.
Όπως όλα δείχνουν, μια κορυφαία πράξη του δράματος θα παιχτεί σήμερα στις Βρυξέλλες κατά τη διάρκεια της Συνόδου των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, υπό το βλέμμα και τις προσταγές -εννοείται- των πολιτικών τους εντολέων.
Στη Σύνοδο, δεν θα διασταυρωθούν επιχειρήματα, δεν θα συγκρουστεί η λογική με το παράλογο, όπως συχνά φαίνεται να πιστεύει η ελληνική κυβέρνηση. Για τους δανειστές, η διαπραγμάτευση είχε και διατηρεί ένα και μοναδικό επίδικο: την εξάντληση του, έτσι κι αλλιώς, αδύναμου αντιπάλου, την εξουθένωση και την υποταγή του!
Τους ενδιαφέρει, πέρα από την απαξίωση της κυβέρνησης, να εντυπωθεί βαθιά στη συνείδηση του λαού αυτής της χώρας το αίσθημα του αδιεξόδου, ο μεγεθυμένος κίνδυνος που διατρέχει να καταστραφεί για πάντα αν τολμήσει να επιλέξει μια άλλη πορεία, πέρα από το μονόδρομο που αυτοί επιβάλλουν.
Δεν τους απασχολούν τα νούμερα, τα ισοδύναμα, ο ΦΠΑ στα ακριτικά νησιά, τα «φρουτάκια» και τα φάρμακα. Αυτά όλα λειτουργούν ως ενισχυτικά πιόνια στη σκακιέρα του εμπαιγμού σε βάρος μας. Όσα ακούμε και βλέπουμε επί τέσσερις μήνες ως προφάσεις λειτουργούν και μόνο.
Δεν αρκεί η οικονομική πλευρά για να αιτιολογηθεί η τακτική των «θεσμών». Οι στοχεύσεις τους είναι κατά βάση πολιτικές, αποσκοπούν σε πολιτικές εξελίξεις στο εσωτερικό της χώρας, θέλουν να τιμωρήσουν το λαό για την πρόθεσή του να αλλάξει πορεία, παραδειγματίζοντας έτσι τους πάντες.
Οι στοχεύσεις παραμένουν ίδιες όποιο σενάριο, από αυτά που φαίνονται σήμερα πιθανά, και αν δρομολογηθεί. Είτε επιβάλλοντας μια ταπεινωτική συμφωνία, είτε οδηγώντας γκανγκστερικά σε γεγονότα «τύπου Κύπρου».
Ας μην αυταπατώμεθα, λοιπόν. Όπως δεν υπήρξε βούληση για ουσιαστικό διάλογο όλο το προηγούμενο διάστημα, έτσι δεν προβλέπεται να υπάρξει και «αμοιβαία επωφελής συμφωνία». Κάθε ενδεχόμενη «συμφωνία», με όποιο επικοινωνιακό αμπαλάζ και αν παρουσιαστεί, θα είναι μονομερής και επώδυνη.
Το παράδοξο είναι ότι την πολιτική οπτική των δανειστών, την τακτική και τη στρατηγική τους, δεν την αντελήφθη έγκαιρα η ελληνική αντιπροσωπεία και ίσως να μην έχει ακόμη συνειδητοποιήσει το μέγεθος του βάθους της. Η παγίδευση της 20ής Φλεβάρη, το πάθημα δηλαδή, θεωρήθηκε στιγμιαίο, δεν έγινε μάθημα παρά την πρωθυπουργική ομολογία του λάθους.
Το ερώτημα είναι κρίσιμο: Μπορεί μια «συμφωνία» όπως αυτή που βρέθηκε στο τραπέζι σε διάφορες παραλλαγές αυτές τις μέρες, να υλοποιηθεί από μια αριστερή κυβέρνηση;