Για να παραμείνει ζωντανή η ελπίδα, για να αποκατασταθεί η εθνική κυριαρχία
To editorial του Δρόμου της 28ης Φεβρουαρίου
Πέρα από τους λόγους για τους οποίους οδηγηθήκαμε στη συμφωνία του Eurogroup, πέρα από το αν θα μπορούσε η κατάληξη να είναι διαφορετική ή όχι, πέρα από το αν η διαπραγμάτευση ήταν ή όχι εφικτό να έχει ακολουθήσει άλλους δρόμους, τα δεδομένα παραμένουν.
Για όποιον δεν έχει λόγο να αποφύγει την πραγματικότητα, είναι φανερό ότι η συμφωνία παράτασης της δανειακής σύμβασης, με τους όρους που τη συνοδεύουν σημαίνει ότι το μνημονιακό καθεστώς είναι ακόμα εδώ.
Γιατί δεν είναι το μείγμα των πολιτικών ή ο βαθμός έντασης της λιτότητας που καθορίζει το αν η χώρα παραμένει ή όχι αποικία χρέους, αλλά το ίδιο το καθεστώς της επιτροπείας και της ειδικής επιτήρησης. Και αυτό είναι σαφές ότι παρατείνεται μετά τον επώδυνο συμβιβασμό στον οποίο κατέληξαν οι διαπραγματεύσεις με το ευρωπαϊκό ιερατείο και τους «θεσμούς».
Είναι χαρακτηριστική, από αυτή την άποψη, η δήλωση τριών βουλευτών της γερμανικής Αριστεράς που καταψήφισαν τη συμφωνία στο γερμανικό κοινοβούλιο, τονίζοντας ότι στέκονται με αυτόν τον τρόπο αλληλέγγυοι στην χώρα μας και απορρίπτουν τον ωμό εκβιασμό της Ελλάδας από τη δική τους κυβέρνηση.
«Ο Σόιμπλε και η τρόικα είναι οι κύριοι υπαίτιοι του τελικού αποτελέσματος των διαπραγματεύσεων και όχι η ελληνική κυβέρνηση, η οποία ήταν στραμμένη με την πλάτη στον τοίχο. Η τρόικα εκμεταλλεύθηκε τη δυσχερή θέση του ελληνικού λαού για να περιορίσει στο έπακρο με εκβιαστικές μεθόδους το χώρο στον οποίο θα μπορεί να κινηθεί η νέα κυβέρνηση, στην προσπάθεια της να καταπολεμήσει τη φτώχεια και την κοινωνική εξαθλίωση», τονίζουν οι Γερμανοί βουλευτές, συμπληρώνοντας: «Δεν είναι διατεθειμένη η τρόικα να σεβαστεί τη δημοκρατική ετυμηγορία των Ελληνίδων και Ελλήνων ψηφοφόρων, οι οποίοι στις 25 Ιανουαρίου απέρριψαν τη νεοφιλελεύθερη πολιτική του ΔΝΤ, της ΕΚΤ και της Ε.Ε».
Είναι σαφές ότι η δημοκρατία και η λαϊκή και εθνική κυριαρχία ήταν τα μεγαλύτερα θύματα των μνημονίων τα τελευταία πέντε χρόνια. Η τρόικα στέρησε από τον ελληνικό λαό τη δυνατότητα να αποφασίζει αυτός για το μέλλον του, μετατρέποντας το Κοινοβούλιο και τις κυβερνήσεις σε πρωτοκολλητές των δικών της αποφάσεων.
Με τη λογική της απαγόρευσης κάθε «μονομερούς ενέργειας» σκότωσαν τη δημοκρατία. Υποβιβάζοντας τις ελληνικές κυβερνήσεις σε ένα «μέρος» της εξουσίας στη χώρα και μάλιστα υποταγμένο στις θελήσεις και τις ορέξεις των ξένων οργανισμών που υπαγόρευαν την εσωτερική πολιτική.
Δεν ήταν πολλά τα επιχειρήματα που πάντα επιστρατεύονταν για να δικαιολογήσουν αυτήν την εξέλιξη. Το κύριο ήταν ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος μπροστά στις απειλές των -κατά τα άλλα- εταίρων μας και στον κίνδυνο του οικονομικού στραγγαλισμού με τον οποίο εκβίαζαν και εκβιάζουν τη χώρα.
Η λαϊκή εντολή της 25ης Ιανουαρίου δεν ήταν, όπως συχνά υποστηρίζεται, η επίτευξη ενός οποιουδήποτε συμβιβασμού μπροστά στους έξωθεν κινδύνους. Ούτε ήταν απλά η αλλαγή μείγματος της οικονομικής πολιτικής, πόσο μάλλον όταν ακόμα και αυτή είναι επισφαλής και υπόκειται στην αξιολόγηση και την έγκριση ή απόρριψη από τους ευρωκράτες.
Αντίθετα, η κυβέρνηση που ανέδειξε ο ελληνικός λαός με την ψήφο του, εκλέχθηκε για να αποτρέψει ακριβώς αυτόν τον εκβιαστικό κλοιό. Αξιοποιώντας κάθε μέσο που διαθέτει. Επιστρατεύοντας τη στήριξη και την ενεργοποίηση του ίδιου του λαού. Εκμεταλλευόμενη την ανισομετρία ανάμεσα στη δυσχερή οικονομική θέση και την πολιτική δύναμη. Αλλά και πυροδοτώντας τις υπαρκτές αντιθέσεις που κλονίζουν τη γερμανοκρατούμενη Ευρώπη.
Είναι σήμερα αναγκαίο να απεμπλακεί, άμεσα, η χώρα από τη συμφωνία στην οποία οδηγήθηκε. Προωθώντας η κυβέρνηση τις πολιτικές για τις οποίες έχει δεσμευτεί. Απορρίπτοντας την παγίδευση και τα τελεσίγραφα που καθημερινά γίνονται όλο και πιο προκλητικά.
Όσο πιο γρήγορα υπάρξει αναπροσανατολισμός σε αυτή την κατεύθυνση, τόσο καλύτερα για τη χώρα που δεν αντέχει να παραμείνει δεμένη χειροπόδαρα στο γερμανικό άρμα, περιμένοντας την σκοτεινή συνέχεια που οι σημερινοί όροι επιφυλάσσουν.