του Θανάση Μουσόπουλου
Ολοκληρώνοντας την προσέγγισή μας στα άκρως επίκαιρα θέματα αρμονίας φύσης και ανθρώπου, ξεκινώντας από τον Όμηρο και φτάνοντας στη νεότερη εποχή, στο σημερινό κείμενό μας θα επιχειρήσουμε στο πρώτο μέρος να φωτίσουμε το θέμα στα πλαίσια της νεοελληνικής τέχνης του λόγου στους δύο τελευταίους αιώνες, ενώ στο δεύτερο τμήμα του κειμένου μας θα δώσουμε κάποια οικουμενικής αξίας στίγματα.
Α. Νεοελληνικός Λόγος
Η Επανάσταση του 1821 που τιμούμε και μας προβληματίζει –όχι πάντοτε– είναι μια ευκαιρία να δούμε το βαθύτατο δέσιμο του Έλληνα και της Ελληνίδας με τη φύση. Οι δημιουργοί μας αποτυπώνουν πολύ χαρακτηριστικά την αρμονία φύσης και ανθρώπου.
Ο Διονύσιος Σολωμός είναι ο ουσιαστικότερος εκφραστής αυτής τη αρμονίας, με στίχους και με στοχασμούς:
Έστησ’ ο Έρωτας χορό με τον ξανθόν Απρίλη,
Κι η φύσις ήβρε την καλή και τη γλυκιά της ώρα, γράφει στον Πειρασμό.
Στον Πόρφυρα, λέει το μεγαλειώδες:
Κοιτάς του ρόδου τη λαμπρή πρώτη χαρά του ήλιου.
Ναι πρώτη, αλλ’ όμως δεύτερη από το πρόσωπό σου!
Η Δημοτική μας ποίηση κοσμείται από πλήθος δημιουργήματα που φανερώνουν τη βαθύτατη σχέση ανθρώπου και φύσης. Δύο δείγματα:
- Ἡ ἄνοιξ᾿ κι οὐ χινόπωρος ἀνάμα τρῶν᾿ καὶ πίνουν
Ἐκάλεσαν τὴν ἄνοιξη νὰ πάει νὰ τὴ φιλέψουν
Κι ἡ ἄνοιξη καμάρουσι-καμάρουσι δὲν πάει
-Τί καμαρώνεις ἄνοιξη μὲ τὰ λουλούδια ἀπό ᾿χεις;
Ἐσὺ ἔχεις ἀσπρολεύκαδα ἐγὼ ἔχω παλικάρια
Ἐσὺ ἔχεις τὰ τσιγκόδεντρα κι ἐγὼ ἔχω τοὺς γερόντους
Ἐσὺ ἔχεις τὶς ἀγριογκορτσιὲς ἐγὼ ἔχω τὶς μπαμπίτσες
Ἐσὺ ἔχεις τὶς τριανταφυλλιὲς ἐγὼ ἔχω τὶς νυφίτσες
Ἐσὺ ἔχεις τὸ βασιλικὸ ἐγὼ ἔχω τὰ κοτσύφια
Ἐσὺ ἔχεις τὰ μαυρόγιτσια, ἐγὼ ἔχω τὰ παιδάκια
Ταχιά ᾿ρχεται χινόπωρος καὶ θὰ στὰ μαραγκιάσει. - Ὕπνε ποὺ παίρνεις τὰ παιδιά, ἔλα πάρε καὶ τοῦτο
Μικρό-μικρὸ σοῦ τό᾿ δωκα, μεγάλο φέρε μου το
Μεγάλο σὰν ψηλὸ βουνό, ἴσιο σὰν κυπαρίσσι
Κι οἱ κλῶνοι του ν᾿ ἁπλώνονται σ᾿ ἀνατολὴ καὶ δύση.
Μια και τιμούμε το 1821 και τους αγωνιστές του ένα δημιούργημα του στρατηγού Μακρυγιάννη δείχνει την κρυμμένη αρμονία του ήρωα:
Γιάννης Μακρυγιάννης
Ο Ήλιος εβασίλεψε, / Έλληνά μου, βασίλεψε / και το Φεγγάρι εχάθη / κι’ ο καθαρός Αυγερινός που πάει κοντά την Πούλια,
τα τέσσερα κουβέντιαζαν και κρυφοκουβεντιάζουν.
Γυρίζει ο Ήλιος και τους λέει, γυρίζει και τους κρένει·
«Εψές οπού βασίλεψα πίσου από μια ραχούλα,
άκ’σα γυναίκεια κλάματα κι’ αντρών τα μυργιολόγια
γι’ αυτά τα ’ρωικά κορμιά ’στον κάμπο ξαπλωμένα,
και μέσ’ το αίμα το πολύ είν’ όλα βουτημένα.
Για την πατρίδα πήγανε ’στον Άδη, τα καϊμένα.»
Η Νεοελληνική λογοτεχνία, ιδιαίτερα η ποίηση, των δύο τελευταίων αιώνων κοσμείται από δημιουργούς παγκόσμιας αναγνώρισης. Αναφέρω μόνο τον Κωνσταντίνο Καβάφη, που ψάλει τη φύση με τον δικό του τρόπο: «Θάλασσα του πρωϊού» – Εδώ ας σταθώ. Κι ας δω κ’ εγώ την φύσι λίγο. / Θάλασσας του πρωϊού κι ανέφελου ουρανού / λαμπρά μαβιά, και κίτρινη όχθη∙ όλα /ωραία και μεγάλα φωτισμένα. […]
Αγαπώ πολύ τον Κωστή Παλαμά. Με συγκινεί ιδιαίτερα το ποίημά του «Ο πιο τρανός καημός μου» ανήκε στη ποιητική συλλογή «Η πολιτεία και η μοναξιά» (1912):
Ὁ πιο τρανός καημός μου
Τὴν ὥρα τὴν ὑπέρτατη ποὺ θὰ τὸ σβῇ τὸ φῶς μου / ἀγάλια-ἀγάλια ὁ θάνατος, ἕνας θὲ νὰ εἶν᾿ ἐμένα / ὁ πιὸ τρανὸς καημός μου.
Δὲ θὰ εἶν᾿ οἱ κούφιοι λογισμοί, τὰ χρόνια τὰ χαμένα, / τῆς φτώχειας ἡ ἔγνοια, τοῦ ἔρωτα ἡ ἀκοίμητη λαχτάρα, / μιὰ δίψα μέσ᾿ στὸ αἷμα μου, προγονικὴ κατάρα,/ μήτε ἡ ζωή μου ἡ ἀδειανὴ συρμένη ἀπ᾿ τὸ μαγνήτη
πάντα τῆς Μούσας, μήτ᾿ ἐσύ, χιλιάκριβό μου σπίτι./ Ὁ πιὸ τρανὸς καημός μου / θὰ εἶναι πῶς δὲ δυνήθηκα μ᾿ ἐσὲ νὰ ζήσω, ὦ πλάση,
πράσινη ἀπάνου στὰ βουνά, στὰ πέλαγα, στὰ δάση, / θὰ εἶναι πὼς δὲ χάρηκα σκυφτὸς μέσ᾿ στὰ βιβλία, / ὦ φύση, ὁλάκερη ζωή, κι ὁλάκερη σοφία!
Στη γενιά του ’30, ο Ρίτσος, ο Σεφέρης, ο Ελύτης κι ο Βρεττάκος έχουν θαυμάσιους στίχους που αντανακλούν την αρμονία ανθρώπου και φύσης. Θα σταθώ σε έναν σύγχρονο ποιητή μας τον Αργύρη Χιόνη (1943-2011) που θαύμασα το έργο του μέσα από πρόσφατες εξαίρετες μελέτες και βιβλία του κομοτηναίου Γιάννη Στρούμπα.
Ο Αργύρης Χιόνης ήταν άνθρωπος που ήταν ζυμωμένος με τη φύση. Επέλεξα από το σύνολο του έργου του δύο ποιήματα που δείχνουν αυτή την εξοικείωση και αγάπη του:
Όταν τα δέντρα μισήσουν την αχαριστία των ανθρώπων
Θα ’ρθει μια μέρα που τα δέντρα θα μισήσουν την αχαριστία των ανθρώπων και θα σταματήσουν να παράγουν ίσκιο, θροΐσματα κι οξυγόνο. Θα πάρουνε τις ρίζες τους και θα φύγουν. Μεγάλες τρύπες θα μείνουνε στη γη εκεί που ήταν πριν τα δέντρα. Όταν οι άνθρωποι καταλάβουνε τι έχασαν, θα πάνε και θα κλάψουνε πικρά πάνω απ’ αυτές τις τρύπες. Πολλοί θα πέσουν μέσα. Τα χώματα θα τους σκεπάσουν. Κανείς δεν θα φυτρώσει.
Θα κλείσουμε με ένα ποίημα που έγραψε ο έφηβος Αργύρης Χιόνης, ποιητής από κούνια:
Συμβάν
Σκότωσε / όλα τα περιστέρια / κι έφτιαξε
ένα μεγάλο πουπουλένιο μαξιλάρι.
Ύστερα, / έπεσε να κοιμηθεί / εν ειρήνη.
Β. Για την Ιστορία της φύσης
Ο αξέχαστος Κωστής Μοσκώφ που έγραψε τόσα καίρια για την ιστορία μας στο άρθρο του «Η διαμόρφωση της νεοελληνικής κοινωνίας» αναφέρεται στον Καρλ Μαρξ: «υπάρχει μόνο μία επιστήμη της Ιστορίας, διαιρεμένη στην επιστήμη της Ιστορίας της φύσης και στην επιστήμη της Ιστορίας των ανθρώπων».
Για την Ιστορία της φύσης λίγα λόγια, για να κλείσουμε αυτή τη σειρά των κειμένων στον φιλόξενο «Δρόμο της Αριστεράς».
Ο ιστορικός Yuval Noah Harari στο έργο του «Homo sapiens» αναφέρεται στην Αγροτική Επανάσταση που οδήγησε τον Homo να αποκηρύξει τη στενή συμβιωτική σχέση με τη φύση και ξεχύθηκε προς την απληστία και την αλλοτρίωση. Όσο συρρικνωνόταν ο αγροτικός χώρος, τόσο διευρυνόταν ο χρόνος. Οι τροφοσυλλέκτες δεν σκέφτονταν ούτε καν τον επόμενο μήνα, οι αγρότες πλέον ταξίδευαν με τη φαντασία δεκαετίες στο μέλλον. Το μέλλον είναι πολύ πιο σημαντικό απ’ ό,τι ήταν πριν. Η ανησυχία για το μέλλον σχετίζεται με την αβεβαιότητα της γεωργίας. Αν ο χωρικός δε λάβαινε υπόψη του αυτό, δε θα ζούσε για πολύ.
Οι ανθρώπινες κοινωνίες πλέον μεγαλώνουν και γίνονται πιο σύνθετες, ενώ οι φαντασιακές καταστάσεις γίνονται πιο πολύπλοκες. «Μύθοι» και «κανόνες» που επέτρεψαν τη συνεργασία άγνωστων ανθρώπων αποτελούν τον «πολιτισμό». […]
Ο Yuval Noah Harari κλείνει το βιβλίο του με ένα πολύ σύντομο αλλά εύγλωττο, ανατριχιαστικό θα έλεγα, Επίλογο. Παρατηρεί: Πριν από 70.000 χρόνια, ο Homo sapiens ήταν ακόμα ένα ασήμαντο ζώο που κοιτούσε τη δουλειά του σε μια γωνιά της Αφρικής. Στις χιλιετίες που ακολούθησαν μεταμορφώθηκε σε κυρίαρχο όλου του πλανήτη και σε φόβο και τρόμο του οικοσυστήματος. Είμαστε πιο ισχυροί από ποτέ άλλοτε, αλλά δεν έχουμε ιδέα τι να κάνουμε με αυτή τη δύναμη. Αυτοδημιούργητοι θεοί δεν δίνουμε λογαριασμό σε κανέναν. Υπάρχει τίποτα πιο επικίνδυνο από δυσαρεστημένους και ανεύθυνους θεούς που δεν ξέρουν τι θέλουν;
Ιστορία και βιολογία στη ζωή μας πάνε μαζί. Ο Κόνραντ Λόρεντζ στο βιβλίο του «Τα 8 θανάσιμα αμαρτήματα του πολιτισμού μας», αναφέρει τις οκτώ αιτίες που, κατά τη γνώμη του, οδηγούν αναπόδραστα στο τέλος του ανθρώπου. Ένα από τα αμαρτήματα είναι η ερήμωση του περιβάλλοντος: «Ο άνθρωπος των πόλεων αλλοτριώνεται γιατί ζει σε ένα περιβάλλον στο οποίο είναι αποκομμένος από τη φύση. Η ομορφιά της φύσης είναι αναγκαία για την πνευματική και ηθική υγεία του ανθρώπινου όντος». Δεν είναι τυχαίο ότι με την πρώτη ευκαιρία «εκδράμουμε στας εξοχάς», όπου αναπνέουμε για λίγο με όλη τη δύναμη των πνευμόνων μας, αγαλλιάζοντας στη θέαση του τοπίου, πριν επιστρέψουμε στη μιζέρια των σύγχρονων ανθρωποτροφείων, των διαμερισμάτων, και στην ασχήμια της ζωής μας, έτσι όπως την έχουμε αποδεχτεί.
Και φτάσαμε στον καιρό της Πανδημίας. Η ΄Ελενα Πουλτσίνι ομότιμη καθηγήτρια Κοινωνικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας σε συνέντευξή της λέγει: «Το σοκ που υποστήκαμε από την πανδημία “αφαίρεσε τις βεβαιότητές μας και τα προνόμιά μας”. Κατανοήσαμε ότι είμαστε τρωτοί «υποχρεώνοντάς μας να σταθούμε λίγο, να απαλλαγούμε γρήγορα από όλα τα “στολίδια”, όλα τα περιττά με τα οποία ως βουλιμικοί καταναλωτές έχουμε διακοσμήσει τις ζωές μας, για να επικεντρωθούμε στο επιτακτικά αναγκαίο». Ενώ ξεκινήσαμε με τον Ουμανισμό –τον Ανθρωπισμό– καταντήσαμε στον Ανθρωποκεντρισμό. Ο Άνθρωπος είναι ο σκοπός του Σύμπαντος. Όλα γεννήθηκαν για να εξυπηρετούν και προσκυνούν τον Άνθρωπο. «Ο ανθρωποκεντρισμός βρίσκεται πράγματι στη ρίζα της λεηλασίας των φυσικών και ζωικών πόρων, του αχαλίνωτου ατομικισμού και της επιταγής της τεχνικής, εξαιτίας της οποίας αυτό που μπορούμε να κάνουμε πρέπει να το κάνουμε. Ο εξαναγκασμός στην ανάπτυξη, στην επέκταση και στην ανανέωση, που είναι όλο και πιο αναγκαίος για την ίδια την επιβίωση του καπιταλισμού, έχει εδώ και καιρό επιβάλει μια “νεοφιλελεύθερη” ληστρική λογική».