Το Κόμμα των Εργατών απέναντι στην… ηνωμένη αντιπολίτευση
Του Στράτου Γεωργούλα
Ας μην ξεγελιόμαστε από την παρουσίαση των εκλογών της Βραζιλίας από τα δυτικά ΜΜΕ. Πρόκειται για μια βαθιά ταξικά διχασμένη χώρα, η οποία δεν έχει ακόμα κατορθώσει να κλείσει τις πληγές της χούντας που την κυβερνούσε μέχρι το 1985. Τα τελευταία 12 χρόνια κυβερνά το Κόμμα των Εργατών με μια «ρεαλιστική» κεντροαριστερή πολιτική, η οποία αφενός δεν αντιμετωπίζει τη ρίζα των κοινωνικών προβλημάτων, αφετέρου έχει απαλύνει πολλές από τις ταξικές διακρίσεις που μαστίζουν τη χώρα.
Στο διεθνικό πεδίο της Λατινοαμερικανικής Μπολιβαριανής Ένωσης, η Βραζιλία παίζει σημαντικό ρόλο υπεράσπισης μιας νέας κατάστασης στον αντίποδα της αμερικανικής εξάρτησης. Στο υπερεθνικό πεδίο, όμως, η κυβέρνηση δεν έχει πάψει να συνδιαλέγεται με φορείς οικονομικού και πολιτισμικού ιμπεριαλισμού (Μουντιάλ, Ολυμπιακοί Αγώνες) χωρίς όμως να φοβάται και να έρχεται σε σύγκρουση με αυτούς (ΔΝΤ).
Η Ντίλμα Ρούσεφ διεκδικεί τη δεύτερη και τελευταία θητεία της, έχοντας πετύχει στους οικονομικούς στόχους της μείωσης της φτώχειας, του αναλφαβητισμού, της αύξησης του βιοτικού επιπέδου και ταυτόχρονα έχοντας αποτύχει σε αυτό που ζητούσε το εκλογικό σώμα που την στήριζε, δηλαδή τη σύγκρουση με τα μεγάλα συμφέροντα και τη διαφθορά. Παρ’ όλα αυτά, αν και βίωσε τις μεγαλύτερες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις πριν από μερικούς μήνες, συνεχίζει να απολαμβάνει από τους ίδιους που ψηφίζουν το Κόμμα των Εργατών όλα αυτά τα χρόνια, σχεδόν την ίδια εμπιστοσύνη. Χάνοντας μόνο 5% από το ποσοστό που είχε πάρει στη πρώτη θητεία της (το οποίο ήταν το ίδιο με το ποσοστό στην πρώτη θητεία Λούλα) ενώ ο κυβερνητικός συνασπισμός τα πήγε καλύτερα στις εκλογές για το κοινοβούλιο και τη Γερουσία (με 300 στις 513 έδρες και 53 στις 81 έδρες αντίστοιχα).
Νέβες και Σίλβα
Από την άλλη πλευρά, η αστική τάξη, το αμερικανικά εξαρτημένο κατεστημένο, στηρίζει τον πολιτικό γόνο Νέβες που ζητά συγκεκριμένα πράγματα. Ιδιωτικοποίηση παντού, μέτρα μνημονιακά, συνοδευόμενα με περισσότερη καταστολή και σπάσιμο των λατινοαμερικανικών διεθνικών δεσμών με άλλες χώρες όπως η Κούβα, η Βενεζουέλα και η Βολιβία. Η πολιτική αυτή εκπροσωπεί όλο το παρελθόν της Βραζιλίας μέχρι το 2002, ενώ και επί Λούλα η εκλογική του δύναμη ήταν γύρω στο 40%.
Το ενδιαφέρον στοιχείο είναι η πρόσφατη στήριξη της «οικολόγου» υποψήφιας του Σοσιαλιστικού Κόμματος, Σίλβα, προς τον συντηρητικό υποψήφιο γιατί λέει ότι «πήρε εγγυήσεις πως θα πάρει μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος και της κοινωνικής πρόνοιας».
Η έκπληξη, βέβαια, όπως παρουσιάστηκε από τα δυτικά ΜΜΕ (και αφορά και στο ποσοστό της 21% αλλά και στο ότι κατά την προεκλογική περίοδο οι «δημοσκοπήσεις» την έδιναν πρώτη) είναι κατασκευασμένη, καθώς η κυρία Σίλβα είναι γνωστή σε αυτούς που γνωρίζουν τα πολιτικά δρώμενα της χώρας. Πρώην ακτιβίστρια και υπουργός περιβάλλοντος του Λούλα, νευρίασε γιατί αυτός έδωσε «το δαχτυλίδι» στη Ρούσεφ, κατέβηκε στις εκλογές με δικό της κόμμα το 2010 και πήρε 19%. Από τότε υπερπροβλήθηκε διεθνώς, έκανε «καθώς πρέπει» το λόγο της, ενώ στην οικονομική πολιτική της συναντήθηκε με το λόγο του Νέβες και στο κοινωνικό πεδίο ακούμπησε μια ακραία συντηρητική φρασεολογία (κατά των δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων και της έκτρωσης), συμβατή άλλωστε με τη στήριξή της από την Πεντηκοστιανή Εκκλησία.
Ήταν απολύτως λογική η συμμαχία με τον Νέβες στο β’ γύρο των εκλογών, καθώς το πολιτικό της μέλλον στηρίζεται σε μια «δεξιά παρένθεση» και στον ερχομό της το 2018 ως μια «εκλεπτυσμένη» λύση Κεντροαριστεράς, μακριά από τις συμμαχίες με τους «κακούς» της λατινοαμερικανικής γειτονιάς. Στον πρώτο γύρο πήρε μόνο 2% παραπάνω από ό,τι είχε πάρει το 2010, το οποίο σημαίνει ότι τη λαϊκή δυσαρέσκεια, όπως αυτή είχε εκδηλωθεί πριν από μερικούς μήνες, δεν την καρπώθηκε. Πώς θα μπορούσε άλλωστε μια δεξιά, στα οικονομικά και κοινωνικά, υποψήφια με μόνο της ατού μια στρογγυλεμένη φιλοπεριβαλλοντική πρόταση (συμμαχώντας μάλιστα με συμφέροντα των εταιριών των μεταλλαγμένων τροφίμων). Τα λαϊκά στρώματα συνεχίζουν να ψηφίζουν τον κυβερνητικό συνασπισμό (με υψηλότερα ποσοστά από τα ποσοστά της Ρούσεφ).
Η Ρούσεφ και η στροφή στο Κέντρο
Και τώρα τι; Σε λίγες ώρες θα κριθεί μια εκλογή σε ελάχιστες διαφορές (τα ποσοστά Νέβες και Σίλβα δεν πρόκειται να αθροιστούν). Η Ρούσεφ θα μπορούσε, ακολουθώντας το παράδειγμα των λατινοαμερικανών συμμάχων της, να κερδίσει μια δεύτερη θητεία, αυξάνοντας τα ποσοστά της, αν ακολουθούσε μια πραγματικά ριζοσπαστική πολιτική. Αποφάσισε στροφή στο Κέντρο και αυτό το πληρώνει, γιατί ως γνωστό αν απαρνηθείς αυτούς που σε στηρίζουν γυρεύοντας νέους συμμάχους, μπορεί να χάσεις τους πρώτους χωρίς να εξασφαλίσεις τους δεύτερους (πάντα θα βρεθεί κάποιος «πιο μέσα στα πράγματα», που «μιλάει καλύτερα τη γλώσσα των αντιπάλων» που θες να προσεγγίσεις).
Ναι, στερνή μου γνώση… ή το πάθημα να γίνει μάθημα (και όχι μόνο εκεί…). Όμως, το διακύβευμα στην περίπτωση των προεδρικών εκλογών της Βραζιλίας, είναι μεγαλύτερο από μια απλή άσκηση πολιτικής τακτικής και οποιαδήποτε άλλη επιλογή πλην της κριτικής στήριξης θέτει σε κίνδυνο ένα εγχείρημα που υπερβαίνει τα όρια της πέμπτης μεγαλύτερης χώρας στον κόσμο.