Των Νίκου Λάιου και Βασίλη Γρετσίστα
Προς επεξεργασία στη Βουλή βρίσκεται νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας με το οποίο, ανάμεσα σε άλλα, παρέχεται η δυνατότητα λειτουργίας Χώρων Εποπτευόμενης Χρήσης ουσιών (ΧΕΧ). Χώρων, δηλαδή, στους οποίους θα προσέρχονται οι εξαρτημένοι για να κάνουν χρήση παράνομων ουσιών, αντί να συμβαίνει αυτό στις συνθήκες της πιάτσας, με θεωρητικό στόχο να αποφεύγονται οι υπερβολικές δόσεις και να υπάρχει μια πρώτη επαφή με το σύστημα υγείας.
Χωρίς να καταπιαστούμε εδώ μεθοδικά με επιστημονικά ζητήματα, αναφέρουμε ενδεικτικά μερικές πλευρές του θέματος σε μορφή ερωτήσεων: Σε ποια βελτίωση συμβάλλει και πώς μια απλή μεταφορά στο ελλαδικό πλαίσιο δυτικοευρωπαϊκών μοντέλων αντιμετώπισης της εξάρτησης, περιθωριακών μάλιστα σε έκταση εφαρμογής παρά την 30ετή ιστορία τους; Ποια είναι η αποτελεσματικότητα των μοντέλων αυτών στις χώρες προέλευσης, λ.χ. ως προς τον συνολικό περιορισμό θανάτων μεσοπρόθεσμα; Σε συνθήκη καθολικής κρίσης, οι ΧΕΧ συμβάλλουν σε αύξηση κινήτρου του εξαρτημένου για αποχή και απεξάρτηση, εφ’ όσον μάλιστα οι ΧΕΧ απευθύνονται σε μια κατασκευασμένη κατηγορία «υψηλού ρίσκου χρηστών», τεχνοκρατικό συνώνυμο της «ανίατης νόσου»; Είναι η πιάτσα συστατικό στοιχείο του «φτιαξίματος» όσων ανθρώπων κάνουν χρήση σε δημόσιο χώρο ή όχι; Αν είναι, τότε γιατί να στραφούν μαζικά χρήστες της Ελλάδας της κρίσης σε ΧΕΧ ή πώς δεν θα μετατραπούν οι ΧΕΧ σε νέα επίκεντρα πιάτσας, απλά πιο συγκεντροποιημένα από τις «ανεξέλεγκτες πιάτσες»;
Γενικά, στην προσέγγιση του ζητήματος των ΧΕΧ έχει ενδιαφέρον να προσδιορίσει κάποιος την έννοια του χώρου, την έννοια του εποπτευόμενου και φυσικά το φαινόμενο της χρήσης. Αυτά δεν προκύπτουν από το νομοσχέδιο ούτε σαν αμυδρή υποψία.
Αντίθετα, η διάταξη για τους ΧΕΧ, όπως και ολόκληρο το νομοσχέδιο, παρουσιάζεται μέσα σε ένα έντονο όσο και ρηχό προεκλογικό περιβάλλον, εξυπηρετώντας κυρίως αυτή την πλευρά άσκησης πολιτικής για τις εξαρτήσεις. Δηλαδή την προεκλογική, επικοινωνιακή: Πολιτικά δώρα για τους ημέτερους στην αντιμετώπιση των εξαρτήσεων, politically correct «απάντηση» στις αντιπολιτευτικές ιαχές της Ν.Δ. περί «δημόσιας όχλησης» κ.λπ., καθώς και υποσχέσεις σε εξαρτημένους και τις οικογένειές τους ότι κάποιο πρόβλημα «θα λυθεί», πράγμα που επιστημονικά δεν ισχύει. Ενδεικτικό της έλλειψης ουσίας, είναι το γεγονός ότι στον όποιο διάλογο πριν την αποτύπωση της διάταξης για τους ΧΕΧ, δεν κλήθηκαν οι σύλλογοι εργαζομένων στους φορείς αντιμετώπισης των εξαρτήσεων. Την ίδια στιγμή, μέσα στην προχειρότητα και τη μερικότητα, η σημερινή κυβέρνηση συγκεντροποιεί αρμοδιότητες στον εκάστοτε υπουργό Υγείας (παρακάμπτοντας επιτροπές εμπειρογνωμόνων) και προνοεί να αφήσει νομοθετημένες «ουρές», για να «κληρονομήσουν» το πρόβλημα οι επόμενες κυβερνήσεις.
Ας μην υπάρχει αμφιβολία ότι το όλο «κολλάζ» είναι (νεο)φιλελεύθερης κοπής στον πυρήνα του: απόσυρση υπηρεσιών φροντίδας/πρόνοιας από το κοινωνικό σύνολο και περιορισμός τους σε κατά βούληση οριζόμενα ως υψηλού ρίσκου «άτομα» και «ομάδες», ώστε να μειώνεται το κόστος παροχής. Περιττό να σημειώσουμε ότι, βέβαια, στην πράξη το κόστος (οικονομικό και μη οικονομικό) περιστολής του κοινωνικού κράτους σε περίοδο κρίσης είναι πολύ ψηλότερο μεσοπρόθεσμα.
Αυτή η «συνέχεια του κράτους» ως προς τις (νέο-)φιλελεύθερες πολιτικές για τις εξαρτήσεις προκύπτει, άλλωστε, και από το γεγονός ότι με το νομοσχέδιο εισάγεται μια νομοθετική αποτύπωση προηγούμενων προσπαθειών, που επίσης ξετυλίχτηκαν με αποσπασματικό τρόπο και αμφιλεγόμενα αποτελέσματα. Με ορόσημο τη λειτουργία του προγράμματος ΧΕΧ «Οδυσσέας» από τον ΟΚΑΝΑ με ΕΣΠΑ, επί υπουργίας του «σκληρά» –χωρίς αριστερές περικοκλάδες– νεοφιλελεύθερου Λοβέρδου.
Το πρόγραμμα αυτό κατέληξε να διακοπεί πριν 4 χρόνια περίπου, με την αιτιολογία ότι δεν υπήρχε στον ποινικό κώδικα η βάση νόμιμης υλοποίησής του. Ούτε με τη διάταξη της σημερινής κυβέρνησης καλύπτεται το νομικό κενό, ενώ παραμένει η απουσία οποιασδήποτε περιγραφής επιστημονικών προδιαγραφών λειτουργίας των ΧΕΧ. Πράγμα που δείχνει με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο ότι, όποτε και αν υλοποιηθούν τα όποια προγράμματα ΧΕΧ, πάλι οι εργαζόμενοι θα τρέχουν να βγάζουν τα κάστανα από τη φωτιά.
Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των εργαζομένων στις εγκεκριμένες δομές στην απεξάρτηση και στην πρόληψη, η έλλειψη εθνικού σχεδιασμού δεν προωθεί μια αντίληψη για τη διασύνδεση αυτών των δομών, με επείγουσα προϋπόθεση τη θεσμική θωράκιση της πρόληψης, ώστε να αποσαφηνίζονται οι ρόλοι, τα βήματα για νέες και καινοτόμες υπηρεσίες. Αντί εθνικού σχεδίου για μια ενιαία πολιτική αντιμετώπισης των εξαρτήσεων, έχουμε αποσπασματικότητα, ανταγωνισμούς, διαρροή προσωπικού που δεν αναπληρώνεται και αποδυνάμωση των δομών, ΕΣΠΑ και μπλοκάκια ορισμένου χρόνου. Και, οπωσδήποτε, έχουμε άνοιγμα χώρου για προώθηση ΜΚΟ και παραγόντων, όπως διαφαίνεται και από τους προσκεκλημένους στις διαβουλεύσεις-παρωδία που γίνονται τον τελευταίο καιρό στην Εποπτευόμενη Βουλή της χώρας…
Χώροι εποπτευόμενης χρήσης υπάρχουν. Ασφαλούς χρήσης επίσης. Εποπτευόμενης διακίνησης ακόμα περισσότεροι και πιο διεθνοποιημένοι. Κάνναβη, ηρωίνη, κοκαΐνη, μεθαμφεταμίνες, ιερόδουλες πολυτελείας, είναι ορισμένα μόνο «προϊόντα» που αγοράζουν και χρησιμοποιούν πλούσιοι επιχειρηματίες και επιφανείς παράγοντες της showbiz σε ανύποπτους χώρους και χρόνους. Είναι, λοιπόν, θέμα σοβαρό η εικόνα της χρήσης στο κέντρο της Αθήνας, αλλά στο παγόβουνο του φαινομένου των εξαρτήσεων το θέμα αυτό είναι η κορυφή της ορατής πλευράς του. Και ούτε καν αυτή δεν θα λειανθεί, δεν θα πάψει να «ενοχλεί το μάτι», με τη δημιουργία ΧΕΧ. Χρειάζεται κάτι πολύ περισσότερο, πολύ βαθύτερο και συγκροτημένο για την αντιμετώπιση του φαινομένου της εξάρτησης, από το να δημιουργηθούν κάποιοι ΧΕΧ μέσα σε έναν ευρύτερο Χώρο Εποπτευόμενων Κυβερνήσεων. Πάνω απ’ όλα, χρειάζεται η στήριξη και ανάπτυξη των χώρων ένταξης, συμμετοχής και δημοκρατίας, μεταξύ των οποίων και αυτοί που οι εργαζόμενοι των δομών πρόληψης, απεξάρτησης και επανένταξης μέσα από το λειτούργημά τους καθημερινά πασχίζουν να συνδιαμορφώσουν με τους πολίτες.
* Ο Νίκος Λάιος και ο Βασίλης Γρετσίσας είναι εργαζόμενοι στα Κέντρα Πρόληψης και στο ΚΕΘΕΑ αντίστοιχα