Της Μαρίας Λούκα.
Γροθιά στο στομάχι ήταν αυτό το 5,2% της Χρυσής Αυγής στο Δήμο της Αθήνας.
Ο ενθουσιασμός ή η κατήφεια που επικρατούσαν στον κόσμο του ευρύτερου δημοκρατικού χώρου το βράδυ της 7ης του Νοέμβρη για τα διαφορετικά εκλογικά αποτελέσματα, δηλητηριάστηκαν από τη διαπίστωση ότι η νεοφασιστική συμμορία με αναρίθμητες δολοφονικές επιθέσεις εις βάρος μεταναστών και αγωνιστών του μαζικού κινήματος στο ιστορικό της, είναι πλέον και επισήμως μια παράταξη του μεγαλύτερου δήμου της χώρας. Όσο όμως και αν η έκπληξη παραμένει υγιές αντανακλαστικό, ίσως και πράξη αντίστασης στο αναμορφωτήριο του ΔΝΤ, η εξέλιξη δεν ήταν εντελώς απρόσμενη, αλλά μάλλον δρομολογημένη.
Η πλειοψηφία των media έστρωνε για μεγάλο χρονικό διάστημα το κόκκινο χαλί για να διαβεί ο Νίκος Μιχαλολιάκος το κατώφλι του δημοτικού συμβουλίου της Αθήνας. Όταν, για παράδειγμα, εμπέδωνε στην καθημερινότητά μας την έννοια του «λαθρομετανάστη» διαχωρίζοντας τις ανθρώπινες ζωές σε λαθραίες και νόμιμες. Όταν έκλεινε τα μάτια στη μαύρη και ανασφάλιστη εργασία των μεταναστών, πάνω στην οποία χτίστηκε το «θαύμα» των Ολυμπιακών Αγώνων. Όταν δεν χώρεσαν ποτέ στα δελτία της οι κηλίδες αίματος των προσφύγων στα αστυνομικά τμήματα του Αγίου Παντελεήμονα και της Ομόνοιας. Όταν αφειδώς παραχωρούσε τον «πολύτιμο» κατά τα άλλα τηλεοπτικό της χρόνο –αυτόν που ποτέ δεν παραχώρησε σε μετανάστες, φοιτητές, συμβασιούχους, συνδικαλιστές– σε κάθε είδους ακροδεξιό στοιχείο. Όταν εξομοίωνε τις δολοφονικές πρακτικές των φασιστών με τη δράση του αντιεξουσιαστικού χώρου και της Αριστεράς.
Απασφάλισε το Μεγάλο Κανάλι την προεκλογική περίοδο με την αστυνομική (συντάκτρια) να διατείνεται ότι «έχει κάνει πολλά ρεπορτάζ στον Άγιο Παντελεήμονα και είδε κατοίκους που φοβούνται να βγουν απ’ τα σπίτια τους». Προφανώς σε όλα αυτά τα ρεπορτάζ δεν έτυχε να συναντήσει μετανάστες που κινδύνευσαν να καούν ζωντανοί την ώρα που έκαναν προσευχή στο τζαμί στην πλατεία Αττικής, δεν είδε σημάδια από μαχαίρια και ρόπαλα στα σώματά τους, ούτε την κλειδωμένη παιδική χαρά είδε, ούτε τα τρικάκια της Χρυσής Αυγής στις επιθέσεις που δέχτηκαν στην περιοχή ο Αλέκος Αλαβάνος και η Ελένη Πορτάλιου. Ίσως γι’ αυτό μπέρδεψε το πρωτοπαλίκαρο της οργάνωσης Ηλία Παναγιώταρο με «συνταξιούχους που δε μπορούν να κυκλοφορήσουν στο δρόμο».
Ξέχασαν τους «τυχαίους» θανάτους μεταναστών στις σκοτεινές γωνιές της Αθήνας που προστίθενται διαρκώς στα δελτία αστυνομικών συμβάντων, όπως ξέχασαν εδώ και πολλά χρόνια τον Κώδικα Δεοντολογίας στις σκονισμένα ράφια της βιβλιοθήκης τους. Αυτή η αυθεντική μορφή συσκότισης και διαστρέβλωσης της πραγματικότητας, σίγουρα δεν εξυπηρετεί τους σκοπούς της ανεξάρτητης ενημέρωσης της κοινωνίας. Κυρίως όμως δεν εξυπηρετεί στοιχειώδεις δημοκρατικές λειτουργίες. Τα αποτελέσματά της είναι πλέον ορατά. Εξίσου ορατά είναι και τα διλήμματα που μπαίνουν στους παραγωγούς της ενημέρωσης. Ή στο πλευρό της κοινωνίας, δίπλα στους καταπιεσμένους και τους εξαθλιωμένους ή απέναντι της, μαζί με ό,τι πιο αντιδραστικό γέννησε η ιστορία στις επικίνδυνες στροφές της.
23 Οκτωβρίου, ο παρουσιαστής του κεντρικού δελτίου ειδήσεων στο Mega, ισχυρίζεται ότι «δε βλέπει τραμπούκους και ρατσιστές» στις επιθέσεις στον Άγιο Παντελεήμονα. Τώρα που τους δώσατε φωνή και δύναμη, μήπως τους βλέπετε;