fbpx

Ομιλία του Γιώργου Μαργαρίτη στη Βιάννο, 16 Σεπτεμβρίου 2011

Στις 16-17 Σεπτεμβρίου πραγματοποιήθηκε στην Άνω Βιάννο, στο νομό Ηρακλείου Κρήτης, συνέδριο για τα πολεμικά ολοκαυτώματα. Η Βιάννος υπήρξε ένα από τα μαρτυρικά χωριά της χώρας μας που γνώρισαν τη ναζιστική φρίκη το Σεπτέμβριο του 1943. Στις ομαδικές εκτελέσεις, που έγιναν από τις 14 έως τις 16 Σεπτέμβρη, 401 κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής έχασαν τη ζωή τους και 980 κατοικίες σε 10 χωριά καταστράφηκαν.
Η διεξαγωγή του συνεδρίου συνέπεσε με τη δίκη που διεξάγεται στη Χάγη για το ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων για μια άλλη ναζιστική θηριωδία, εκείνης στο Δίστομο. Δημοσιεύουμε αποσπάσματα από την εναρκτήρια ομιλία του καθηγητή Ιστορίας Γιώργου Μαργαρίτη στο συνέδριο της Βιάννου.

Συνέντευξη με τον Γιώργο Μαργαρίτη: «Το ΕΑΜ είναι το εργαλείο του λαού»

Συνέντευξη του καθηγητή ιστορίας Γιώργου Μαργαρίτη στο Γιάννη Σκαλιδάκη.

H Αντίσταση στην Ευρώπη 1939-45: Ολοκληρωτικός πόλεμος και ηθικά διλήμματα

Το Φεβρουάριο του 1943 σε μια γκρίζα βιομηχανική πόλη χτισμένη στις όχθες του ποταμού Βόλγα είχε μόλις ολοκληρωθεί μια τιτανομαχία που έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στην έκβαση του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μισό εκατομμύριο σοβιετικοί στρατιώτες είχαν χαθεί προκειμένου ο Ζούκοβ και ο Ροκοσόβσκι να καταφέρουν να περικυκλώσουν και να εξουδετερώσουν την 6η Γερμανική στρατιά υπό τον στρατηγό Πάουλους. Η νίκη στο Στάλινγκραντ προκάλεσε έκρηξη ενθουσιασμού σε ολόκληρο εκείνο το πανευρωπαϊκό και παγκόσμιο αντιφασιστικό μέτωπο που σταδιακά είχε αρχίσει να μορφοποιείται μετά την αποκρυστάλλωση των αντιμαχόμενων στρατοπέδων.

Στον καιρό του Νόιμπαχερ

Τον Απρίλιο του 1941 η Ελλάδα υποδουλώθηκε στον Άξονα. Οι συνέπειες της κατάκτησης ήταν καταστροφικές για την ελληνική οικονομία και για την ίδια την επιβίωση του λαού στις πόλεις και στα αποκλεισμένα νησιά. Ενάμιση χρόνο μετά, ο πληθωρισμός είχε φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη εκμηδενίζοντας την αξία των μισθών. Το σκληρό νόμιμα της εποχής, η χρυσή λίρα είχε διακοσιοπλασιάσει την αξία της σε σχέση με την προπολεμική δραχμή και οι τιμές των προϊόντων ανέβαιναν διαρκώς. Οι πολιτικές εκμετάλλευσης της χώρας από τις κατοχικές δυνάμεις είχαν οδηγήσει σε οξύτατη οικονομική κρίση. Τα κεντρικά συγκεντρωμένα προϊόντα, οι βιομηχανικές πρώτες ύλες, τα μεταφορικά μέσα αλλά και εργοστάσια και επιχειρήσεις επιτάχθηκαν. Μετά από μια πρώτη λεηλασία μέσω πληρωμών με μάρκα Κατοχής χωρίς αντίκρισμα, συμφωνήθηκαν κεντρικά τα έξοδα Κατοχής που θα πλήρωνε η δωσίλογη κυβέρνηση στους κατακτητές. Οι συνεχώς αυξανόμενες απαιτήσεις των κατακτητών οδηγούσαν σε διαδοχικές προσπάθειες ρύθμισης του ζητήματος, μέχρι που η Ελλάδα υποχρεώθηκε να δώσει και δάνειο στη Γερμανία.
Φυσικά τα έσοδα της δωσίλογης κυβέρνησης ήταν μηδαμινά, είχε χάσει ένα μεγάλο μέρος του ελέγχου της χώρας ενώ δεν ήταν σε θέση να συλλέξει ούτε φόρους ούτε μέρος της αγροτικής παραγωγής. Όπως αναφέρει ο ιστορικός Βασίλης Μανουσάκης, ενώ πριν την Κατοχή, τα έσοδα έφταναν το 96% των εξόδων, κατά τη διάρκειά της μειώνονταν συνεχώς, στο 29%, στο 18% και τον τελευταίο χρόνο μόλις στο 6%.
Οι Γερμανοί δεν ανησυχούσαν για την τύχη των Ελλήνων, αλλά μια κατάσταση ολοκληρωτικού χάους στη χώρα θα μπορούσε να επηρεάσει την πολεμική τους δραστηριότητα και τα μεγάλα έργα που οικοδομούσαν (οχυρά, αεροδρόμια, λιμάνια), ενώ θα κλόνιζε τους πολύτιμους για αυτούς οικονομικούς συνεργάτες τους (κάθε είδους υπεργολάβους και προμηθευτές), οι οποίοι σε συνθήκες κρίσης δεν μπορούσαν να αποθησαυρίσουν τα υπερκέρδη τους.
Έτσι, ενάμιση χρόνο μετά την Κατοχή, με απόφαση του ίδιου του Χίτλερ τον Οκτώβριο του 1942 ο ειδικός στα οικονομικά ζητήματα Χέρμαν Νοϊμπάχερ διορίστηκε «εντεταλμένος για οικονομικά και χρηματιστικά ζητήματα στην Ελλάδα». Οι Ιταλοί από τη μεριά τους διόρισαν με τα ίδια καθήκοντα τον τραπεζίτη Ντ’ Αγκοστίνο. Ο Νόιμπαχερ προσπάθησε να ακολουθήσει «αντιπληθωριστική» πολιτική επιβάλλοντας την ελεύθερη αγορά σε καιρό πολέμου, καταργώντας τις διατιμήσεις, και επιβάλλοντας λιτότητα. Φυσικά αφού μεγαλύτερη λιτότητα δεν μπορούσε να επιβληθεί στον λιμοκτονούντα ελληνικό λαό, η λιτότητα αφορούσε τις σπάταλες γερμανικές υπηρεσίες. Τελικά το μόνο που κατάφερε ο Νοϊμπάχερ ήταν να καθυστερήσει για μικρό διάστημα την πλήρη κατάρρευση της εγχρήματης οικονομίας και αυτό πουλώντας χρυσό στο Χρηματιστήριο και απορροφώντας έτσι μεγάλες ποσότητες δραχμών που είχαν συσσωρεύσει οι οικονομικοί συνεργάτες του καθεστώτος.
Την ίδια περίοδο το ΕΑΜ στις πόλεις κατάφερνε με κινητοποιήσεις και απεργίες να υπερασπιστεί την επιβίωση του λαού, να ματαιώσει την πολιτική επιστράτευση και να πολιτικοποιήσει τη λαϊκή αντίσταση. Στην ύπαιθρο δε η ένοπλη Αντίσταση είχε καταφέρει σε μεγάλο βαθμό να προστατέψει την αγροτική παραγωγή αλλά και τα κανάλια διακίνησής της από τις ορέξεις της δωσίλογης κυβέρνησης και των κατακτητών. Οι μεταπολεμικές εξελίξεις όμως ήταν τέτοιες που το αντιστασιακό κίνημα βρέθηκε στα σίδερα και οι πρώην δωσίλογοι στην εξουσία. Στις μεταπολεμικές διαδικασίες για την επιδίκαση αποζημιώσεων, οι δεξιές ελληνικές κυβερνήσεις έθαψαν την ελληνική Αντίσταση και το ηθικό κύρος που αυτή μπορούσε να δώσει στις ελληνικές διεκδικήσεις. Αντιθέτως, υποβάθμισαν τις οικονομικές αξιώσεις της χώρας και προέβαλλαν εθνικιστικές εδαφικές διεκδικήσεις σε βάρος των γειτονικών χωρών, προκαλώντας την αντίδραση τόσο της Σοβιετικής Ένωσης όσο και των ΗΠΑ.
Οι σχέσεις του ελληνικού κράτους με το αντίστοιχο δυτικογερμανικό αντιθέτως αναθερμάνθηκαν εξαιρετικά γρήγορα. Σύμφωνα με τον ιστορικό Χάγκεν Φλάισερ, ένας από τους πρώτους γερμανούς διπλωμάτες στη χώρα μας σημείωνε πως «τα συμβάντα της γερμανικής Κατοχής ευτυχώς έχουν επικαλυφθεί κατά μεγάλο μέρος από τις κομμουνιστικές θηριωδίες του Εμφυλίου Πολέμου». Φυσικά, το κατοχικό δάνειο της Ελλάδας προς τη Γερμανία, σημερινής αξίας 5 δισεκατομμυρίων ευρώ χωρίς τους τόκους, ουδέποτε απαιτήθηκε. Ήδη από το 1950, ο φιλόλογος Αναστάσιος Γεωργοπαπαδάκος, εθνοσύμβουλος στην Κατοχή, έλεγε με πικρία πως, «αν ξανάρχονταν μια ξένη κατοχή, όπως η πρόσφατη γερμανική, όλοι θα γίνονταν συνεργάτες των κατακτητών». Και στους μαθητές του που απορούσαν, συμπλήρωνε: «ξέρετε γιατί, διότι κανένας δεν τιμωρήθηκε». Αντιθέτως οι συνεργάτες των Γερμανών, όπως ο Θεόδωρος Τουρκοβασίλης, ο Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος και άλλοι ασχημονούσαν από τα έδρανα της βουλής και πολλοί άλλοι αποτέλεσαν επίλεκτα μέλη της οικονομικής ελίτ της χώρας. Η μεταπολεμική ιστορία της Ελλάδας σημαδεύτηκε επίσης από τις ελληνογερμανικές σχέσεις στην πολιτική και την οικονομία ενώ δεν έλειψαν τα σκάνδαλα από τη διαχρονική ΖΗΜΕΝΣ.
Ίσως μοιάζει λίγο παράταιρο αυτό το εισαγωγικό σημείωμα σε ένα αφιέρωμα για το ΕΑΜ. Όμως ο δωσιλογισμός, που απωθήθηκε από την ιστορική μνήμη, ήταν η άλλη όψη της αντίστασης, και της ηθικής και πολιτικής της παρακαταθήκης, όπως την παρουσιάζει στο άρθρο του ο κοινωνιολόγος Βαγγέλης Τζούκας.
Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά στην ομιλία του στη Βιάννο, την οποία μπορείτε να διαβάσετε εδώ, ο ιστορικός Γιώργος Μαργαρίτης, ο ναζισμός δεν ήταν ατύχημα αλλά μέρος της ευρωπαϊκής ιστορίας και η ναζιστική Νέα Ευρώπη δεν απέχει χρονικά και πολύ από τη σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση. Έχει διαπιστωθεί από την ιστορία πως το ναζιστικό όραμα για την Ευρώπη ήταν βασικά οικονομικό, μια μεγάλη επικράτεια οικονομικής εκμετάλλευσης (Grossraumwirtschaft) για το γερμανικό Ράιχ στην προσπάθειά του για παγκόσμια κυριαρχία. Άραγε οι χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας τι ήταν και είναι για τη σημερινή Γερμανία; Πάντως, ενάμιση χρόνο μετά το Μνημόνιο και την οικονομική κατάρρευση που επέφερε, ο Γερμανός ειδικός στα οικονομικά ζητήματα Χορστ Ράιχενμπαχ διορίστηκε επικεφαλής 30μελούς ομάδας κρούσης (task force) για να επιβλέψει την ορθή εκτέλεση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος. Σας θυμίζει κάτι;

Γιάννης Σκαλιδάκης

«ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-Πολυτεχνείο», «ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-Μελιγαλάς»: Το ΕΑΜ στην πολιτική μνήμη και συνθηματολογία

Τα εβδομηκοστά γενέθλια του «Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ)», στη συγκυρία μιας παρατεταμένης πολιτικής κρίσης, μας καλούν να στοχαστούμε πάνω στην αγωνία μιας προβληματισμένης (και προβληματικής;) κοινωνίας να βρίσκεται σε επαφή με  το ηρωικό παρελθόν της θέτοντας ακατάπαυστα ερωτήματα πάνω σε αυτό. Το ΕΑΜ παρέμενε σταθερά σημείο αναφοράς τόσο στην συνθηματολογία της Αριστεράς όσο και στο κυνήγι μαγισσών της δεξιάς που στη δεκαετία του ’60 έβλεπε ακόμα και πίσω από τα πρώτα μνημόσυνα εκτελεσμένων αντιστασιακών, πιθανή «επανάληψη των δεκεμβριανών σφαγών».

Σκέψεις για την πολιτική του ΚΚΕ στην Κατοχή

Αυτές τις μέρες που συμπληρώνονται 70 χρόνια από την ίδρυση του ΕΑΜ, η πραγματικότητα φέρνει με διάφορους τρόπους στην επιφάνεια το πολιτικό του παράδειγμα. Οι ηγεσίες, μεγάλες και μικρές, της Αριστεράς εγκαλούνται από τον απλό αριστερό κόσμο, για την έλλειψη ενωτικής πολιτικής. Η έννοια του μετώπου φαντάζει ως ο μόνος αποτελεσματικός δρόμος απόκρουσης μιας ολομέτωπης στ’ αλήθεια αντιλαϊκής επίθεσης. Εξ ου και η δημιουργία διαφόρων μετώπων που στην καλύτερη περίπτωση συσπειρώνουν ορισμένες οργανώσεις και στη χειρότερη αποτελούν μάλλον προσωπική υπόθεση, χωρίς να ξεχνάμε και την από παλιά γνωστή συνταγή μετατροπής των κομματικών παρατάξεων σε μετωπικά σχήματα που συσπειρώνουν τη λεγόμενη… επιρροή.

Το εαμικό αντιστασιακό κίνημα στην Αθήνα

Το αντιστασιακό κίνημα που εκδηλώθηκε κατά τη διάρκεια της Κατοχής, υπήρξε ένα πολυδιάστατο κοινωνικό φαινόμενο που εξέφραζε ταυτόχρονα το πατριωτικό αίσθημα για την απελευθέρωση της χώρας και το πολιτικό αίτημα για την αποτροπή επαναφοράς του προπολεμικού πολιτικοκοινωνικού καθεστώτος μετά τη λήξη του πολέμου, όπως συνέβη και σε άλλες κατεχόμενες ευρωπαϊκές χώρες.

Από το Παλλαϊκό Μέτωπο στο ΕΑΜ

Η έκταση και η ένταση της ελληνικής Αντίστασης δεν θα μπορούσε να προκύψει αν δεν συντελούνταν μια συνολικότερη κίνηση μαζών στην Ελλάδα της Κατοχής, γεγονός που προϋπέθετε κοινωνικές συνθέσεις, κυριαρχία της αντιστασιακής ιδεολογίας και μεταβολές στους πολιτικούς προσδιορισμούς των κοινωνικών τάξεων της χώρας. Και είναι προφανής αυτή η προϋπόθεση στο βαθμό που η ελληνική αντίσταση συνιστά μια ιστορική περίπτωση συγκρίσιμη, τηρουμένων πάντα των αναλογιών, με τα αποτελέσματα απελευθερωτικών αγώνων που πραγματοποιήθηκαν στη δεκαετία του 1960, όπως ο πόλεμος του Βιετνάμ. Γιατί και ο πόλεμος της Αντίστασης ήταν και με τυπικούς όρους νικηφόρος.