Της Αλίκης Βεγίρη*

Η έννοια των κοινωνικών δικτύων μπήκε στη ζωή μας όταν αρχίσαμε να γινόμαστε πάρα πολλοί κι όταν οι υπολογιστές και τα δίκτυά τους έγιναν κι αυτά πάρα πολλά. Η δυνατότητα των ανθρώπων να επικοινωνούν μεταξύ τους, όσο μακριά κι αν βρίσκονταν, είναι παλιά υπόθεση κι άρχισε με την εξάπλωση του ταχυδρομείου, του τηλεφώνου και κατόπιν των αερομεταφορών. Ξαφνικά ο κόσμος άρχισε να συρρικνώνεται, να φαίνεται μικρότερος, μιας και ο αριθμός των κοινωνικών δικτύων αφενός αυξανόταν, αυξανόταν όμως ταυτόχρονα και η δυνατότητα κάποιου να τα συντηρεί και να τα διευρύνει.

 

Πολλές φορές έχουμε αναρωτηθεί για το πόσο μικρός είναι ο κόσμος, όταν τυχαίνει να ανακαλύπτουμε κοινούς γνωστούς με άτομα τα οποία δεν είχαμε ποτέ ξαναδεί στη ζωή μας. Κι αντί να αποδίδουμε το γεγονός αυτό σε εξαιρετικές συμπτώσεις που πιθανόν να παραπέμπουν σε θαύματα ή μεταφυσικά μηνύματα προς αποκωδικοποίηση, καλό είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι αποτελούν εγγενή ιδιότητα των δικτύων, με την προϋπόθεση ο κάθε κόμβος του δικτύου που, στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι ο άνθρωπος, να έχει τουλάχιστον μια διασύνδεση με κάποιον άλλον, δηλαδή να έχει τουλάχιστον ένα φίλο ή γνωστό – πράγμα όχι και τόσο δύσκολο τελικά.

 

Οι πρώτες μελέτες

Η μελέτη των κοινωνικών διασυνδέσεων μπήκε στο μικροσκόπιο της πανεπιστημιακής έρευνας το 1967, σημαδιακή όπως φαίνεται χρονιά, από τον Στάνλεϊ Μίλγκραμ, καθηγητή του Χάρβαρντ, στον τομέα της πειραματικής ψυχολογίας. Το ερώτημα που τον απασχολούσε ήταν πολύ συγκεκριμένο και αφορούσε στην «απόσταση» ανάμεσα σε δυο τυχαία άτομα στις ΗΠΑ, δηλαδή στον αριθμό των γνωριμιών που μεσολαβούν ώστε αυτά τα εντελώς άγνωστα άτομα να μπορούν να συνδεθούν. Μην έχοντας κανείς ασχοληθεί πιο πριν με το πρόβλημα αυτό, κάθε απάντηση θα μπορούσε να στέκει. Το 100 ήταν μια συνήθης εκτίμηση.

Ο Μίλγκραμ, αποφασισμένος να δώσει τέλος στις εικοτολογίες και τα μαντέματα οργάνωσε ένα πείραμα, κατά τη διάρκεια του οποίου ο καθένας από ένα δείγμα 160 ανθρώπων θα έπρεπε να παραδώσει ένα γράμμα, από το ένα μέρος της Αμερικής (π.χ. Νεμπράσκα), σε κάποιον άγνωστό του σε κάποιο άλλο μέρος της χώρας, ας πούμε στη Βοστώνη, όχι απλώς ταχυδρομώντας το απευθείας στον παραλήπτη, αλλά ταχυδρομώντας το σε κάποιον από τους δικούς του γνωστούς, τον οποίον έκρινε ότι θα μπορούσε να είχε κάποια σχέση με το τελικό άτομο. Από τα 160 γράμματα, λοιπόν, που ταχυδρομήθηκαν, τα 42 δεν έφτασαν ποτέ στον προορισμό τους, ενώ για τα υπόλοιπα βρέθηκε ότι ο μέσος όρος των ενδιάμεσων σταθμών δεν ήταν ούτε 100, ούτε 200, αλλά μόλις 5,5! Δηλαδή, όσα γράμματα έφτασαν στον προορισμό τους, άλλαξαν ούτε λίγο ούτε πολύ 5,5 χέρια. Εξου και η φράση που επικράτησε έκτοτε, ότι όλοι οι άνθρωποι στη Γη μπορούν να συνδεθούν μεταξύ τους μέσα από μια αλυσίδα 6 μόλις γνωριμιών, (six degrees of separation).

Το εν λόγω αποτέλεσμα προκάλεσε, όντως, μεγάλη έκπληξη. Όσο δε οι επαφές με τα χρόνια θα διευκολύνονται ακόμα περισσότερο, τόσο θα μικραίνει και ο αριθμός των ενδιάμεσων βημάτων, ώστε από τα 5,5 να μπορούμε να κατέβουμε -γιατί όχι- και στα 3.

 

Από τα δίκτυα στο… Διαδίκτυο

Ο Μίλγκραμ με το πείραμα αυτό άνοιξε, θαρρείς, τους ασκούς τους Αιόλου, μια και πολλοί ανά τον κόσμο άρχισαν ν’ αναρωτιούνται μήπως τα ίδια και χειρότερα μπορούσαν να συμβαίνουν και σε άλλου τύπου δίκτυα, όπως για παράδειγμα στο Διαδίκτυο. Ο Μπαραμπάζι ήταν ένας απ’ τους πρώτους που ασχολήθηκαν με τον τομέα αυτό και συγκεκριμένα με την εκτίμηση της απόστασης ανάμεσα σε δυο τυχαίες σελίδες (pages) του web. Αν δυο τυχαίοι άνθρωποι μπορεί να απέχουν 6 περίπου «βήματα», δυο τυχαίες σελίδες πόσα κλικ απέχουν; Ξεκινώντας, λοιπόν, από την ιστοσελίδα του πανεπιστημίου του, η οποία περιελάμβανε 300.000 σελίδες υπολόγισε μια μέση απόσταση ίση με 11 κλικ.

Το ερώτημα που ακολούθησε ήταν αν ο αριθμός αυτός θα μπορούσε να ισχύσει και σε μεγαλύτερα τμήματα του ιστού.

Με μια σειρά υπολογισμών βρέθηκε ότι η απόσταση αυτή, όντως, μεταβάλλεται με το μέγεθος, αλλά λογαριθμικά, δηλαδή με πολύ βραδύτερο ρυθμό απ’ ό,τι ο ιστός ο ίδιος. Για παράδειγμα, στον παγκόσμιο ιστοχώρο της εποχής του, δέκα χρόνια πριν με 800 εκατομμύρια σελίδες, η μέση απόσταση ήταν γύρω στα 19 κλικ, δηλαδή αμελητέα!

Οι απελπιστικά μικρές αυτές αποστάσεις απαντώνται και σε άλλα είδη δικτύων, και όχι μόνο στα προαναφερθέντα. Τα μέλη μιας τροφικής αλυσίδας συνδέονται με δυο μόνο ενδιάμεσα είδη, τα μόρια στο κύτταρο συνδέονται το ένα με το άλλο μέσα από τρεις χημικές αντιδράσεις, οι συγγραφείς επιστημονικών άρθρων συνδέονται με τους ομοίους τους μέσα από 4, έως 6 ενδιάμεσους συγγραφείς κ.ο.κ.

 

* Η Αλίκη Βεγίρη είναι Ερευνήτρια στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών.

 

Το παράδειγμα Facebook

Το Facebook είναι το ταχύτερα αναπτυσσόμενο ηλεκτρονικό μέσο κοινωνικής δικτύωσης, το οποίο σήμερα αριθμεί περί τα 400 εκατομμύρια ενεργούς χρήστες όλων των ηλικιών. Εδώ, όπως και σε κάθε παρόμοιο δίκτυο που στοχεύει στην κοινωνική διασύνδεση, ο καθένας προσπαθεί, όπως είναι φυσικό ν’ αυξήσει τη λίστα των «φίλων» του.

Τα πιο φρέσκα στοιχεία δείχνουν ότι ο μέσος αριθμός φίλων ενός χρήστη είναι γύρω στους 130, αν και ο στενός κύκλος με τους οποίους επικοινωνεί τακτικά, δεν ξεπερνάει τους 7 για τους άνδρες και τους 10 για τις γυναίκες. Σύμφωνα όμως με τον Ρ. Ντάμπαρ, καθηγητή Εξελικτικής Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, ο αριθμός αυτός (το 130), δεν διαφέρει και πολύ από το μέσο μεγέθους του κλαν παραδοσιακών κοινωνιών, το οποίο υπολογίζεται γύρω στο 150. Πώς εξηγείται, λοιπόν, αυτή η σύμπτωση;

Ο δρ Ντάνμπαρ στην προσπάθειά του να διερευνήσει τους λόγους που ο εγκέφαλος στα πρωτεύοντα θηλαστικά εξελίχτηκε όπως εξελίχτηκε, διατύπωσε την υπόθεση του «Κοινωνικού Εγκεφάλου», σύμφωνα με την οποία ο λόγος του εγκεφαλικού νεο-φλοιού (neocortex) προς τον εγκέφαλο κάθε είδους, σχετίζεται με το μέγεθος της σταθερής ομάδας στην οποία συμμετέχει. Δηλαδή, λέγοντάς το αλλιώς, το μέγεθος της ομάδας περιορίζεται από την υπολογιστική ικανότητα του εγκεφάλου στο να συγκρατεί τα πρόσωπα της ομάδας, τα χούγια του καθενός εξ αυτών, τις μεταξύ τους σχέσεις κλ.π. Ως γνωστόν, οι ανώτερες γνωστικές λειτουργίες εντοπίζονται στον εγκεφαλικό φλοιό. Για παράδειγμα, το μέσο κοινωνικό δίκτυο ενός γορίλα περιορίζεται στους 7 γορίλες, των ανώτερων πιθήκων (simians) στους 30-50, ενώ οι χιμπατζήδες του γένους Pan, μπορούν να συντηρούν ακόμα μεγαλύτερα δίκτυα.

Αυτός λοιπόν ο κόσμος μας, από την μικρότερη μέχρι τη μεγαλύτερη κλίμακα, και στις ποικίλες του εκφάνσεις όσο πολύπλοκος και να φαίνεται, παραμένει συνδεδεμένος, συναρπαστικός και, ευτυχώς, προσβάσιμος.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!