Του Βασίλη θεοδώρου. Πάμε για συνέδριο, λοιπόν, διαψεύδοντας όλους εκείνους που μιλούσαν για σκοπιμότητες και για σκόπιμες αναβολές.

Όμως πάμε ως ένα ήδη αλλαγμένο κόμμα – όχι γιατί εμείς το διαλέξαμε, αλλά γιατί μας το επέβαλε η κοινωνία και η ιστορική αναγκαιότητα. Η συζήτηση αναμένεται να επικεντρωθεί στο πώς θα συνομολογήσουμε τις συντελούμενες αλλαγές και πώς αυτές θα αποτυπωθούν στα συλλογικά μας κείμενα – Θέσεις και Καταστατικό. Τα κείμενα που έφτασαν στα χέρια μας αποδεικνύουν ότι η Αριστερά έχει μεγάλο προβάδισμα στην ανάλυση της πραγματικότητας και μεγάλη ικανότητα συμβολής στην ιδεολογικοπολιτική επιχειρηματολογία και αντιπαράθεση. Επίσης, η διαδικασία που μας πάει στο συνέδριο έχει επιλύσει τα προβλήματα της αντίστοιχης διαδικασίας προς την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη. Σοβαρή και εμπεριστατωμένη δουλειά έχει γίνει και με το Καταστατικό.
Θα αναφερθώ, λοιπόν, σε ένα θέμα που χωρίς να κατατάσσεται σαφώς, αφορά και τις δύο ενότητες. Το ερώτημα είναι τι κόμμα είμαστε πρακτικά και τι θέλουμε να γίνουμε.
Η παραδοσιακή οργανωτική συγκρότηση κομμάτων της Αριστεράς που προσπαθούσαν να καταλάβουν δεσπόζουσα και ηγεμονική θέση στις λειτουργίες της κοινωνίας έχει χρεοκοπήσει. Η κομματική πρωτοπορία αμφισβητείται πλέον από τους πολίτες και η ασφυκτική κομματική παρέμβαση δεν είναι αποδεκτή από τους ενεργούς πολίτες και τα πιο δυναμικά τμήματα της κοινωνίας. Ο λόγος δεν είναι πάντα η σκόπιμα πολυδιαφημιζόμενη απέχθεια προς τα κόμματα – μπορεί να είναι απλά η ανάγκη αυτονομίας και αυτοτελούς πολιτικής δράσης. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η πολιτική μπορεί να παραχθεί και εκτός των κομμάτων. Η δική μας Αριστερά το έχει καταλάβει νωρίς και έχει κάνει σοβαρές προσπάθειες να επικοινωνήσει με τον κόσμο σε μια σχέση εμπιστοσύνης και σεβασμού.
Στο επίπεδο του τυπικού κόμματος όμως τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα. Πρακτικά το κόμμα μας ήταν μια συμμαχία δυνάμεων χωρίς ενιαίους, άρα ξεκάθαρους, οργανωτικούς στόχους και δομές. Ξαφνικά, λόγω της πολιτικής κρίσης που έφερε το Μνημόνιο, ο ΣΥΡΙΖΑ αναγκάστηκε να συγκροτηθεί κακήν κακώς ως ένα κόμμα διαχείρισης κρίσεων. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι σύνηθες να δημιουργείται μια μικρή αρχηγική ομάδα που αναλαμβάνει τις κρίσιμες αποφάσεις και παράλληλα να τις υλοποιεί. Αυτός είναι και ο λόγος που στη μέχρι σήμερα υφιστάμενη οργανωτική δομή διαφαίνεται η απόσταση της βάσης του κόμματος από την ηγεσία, που άνοιξε το βηματισμό της, συναισθανόμενη τις μεγάλες ευθύνες της. Στη βάση ακούγονται ακόμα ψίθυροι για την πιθανολογούμενη εγκατάσταση αρχηγικού κόμματος και συχνά παράπονα για χειρισμούς και διαδικασίες. Οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι η σημερινή ηγετική ομάδα ανταπεξήλθε στο ρόλο της χωρίς να προκαλέσει – κρατώντας τις ισορροπίες παρ’ ότι τα μέλη μας είχαν κατά καιρούς πολύ μεγαλύτερη αγωνία για τους όρους του εσωκομματικού πολιτικού διαλόγου παρά για την ίδια τη σχέση μας με την κοινωνία. Προσπαθούσαμε, με απλά λόγια, αγωνιωδώς να βρούμε τα κομμάτια της κοινωνίας που μας ταιριάζουν, αντί να ζυμωθούμε με την κοινωνία και να συμμαχήσουμε μαζί της. Πολλές φορές έμοιαζε να φοβόμαστε μήπως η κοινωνία μας επηρεάσει, μήπως δηλαδή στη διαδικασία αυτή αλλάξουμε και εμείς. Δεν μπορούμε όμως να αρνηθούμε την πεμπτουσία της πολιτικής, όπως δεν μπορούμε να απαρνηθούμε την ίδια τη διαλεκτική κίνηση!
Στη συνέχεια πήγαμε επιτυχημένα στις εκλογές, ως κόμμα-εκλογικός σχηματισμός που πίστεψε στην προοπτική διακυβέρνησης της χώρας και της κατάργησης των Μνημονίων. Πετύχαμε να γίνουμε αξιωματική αντιπολίτευση και αυτό προσάρμοσε σε μεγάλο βαθμό την κομματική συγκρότησή μας στο ρόλο που αναλάβαμε. Στο σημείο αυτό πρέπει να παραδεχτούμε ότι δεν είμαστε ακόμα συνηθισμένοι να κάνουμε πολλές δουλειές ταυτόχρονα, όπως αποδείχτηκε από τις δυσκολίες, δισταγμούς, κωλυσιεργίες, παλινωδίες στο να συγκροτούμε το κόμμα, να είμαστε αξιωματική αντιπολίτευση και παράλληλα να αφυπνίζουμε και να καθοδηγούμε το κίνημα, είναι κάτι που μαθαίνουμε.
Η μαζικοποίηση θα ήταν μια λύση στα προβλήματά μας, αλλά βάσει των παραπάνω αναφερομένων και συνυπολογίζοντας τη σημερινή διάθεση της κοινωνίας, είναι μάλλον μη αναμενόμενη. Παράλληλα είναι κοινό μυστικό ότι είμαστε ένα κόμμα με μεγάλο μέσο όρο ηλικίας, με σχετικά μικρό αριθμό στελεχών και ακόμα μικρότερο αριθμό ανθρώπων που θα μπορούσαν άμεσα, αν αυτό χρειαζόταν, να αναλάβουν αποτελεσματικά θέσεις στην κρατική μηχανή, με συνήθη πρακτική να καταλαμβάνουμε, πολλοί από εμάς ταυτόχρονα διάφορες θέσεις ευθύνης σε διάφορα επίπεδα στην κομματική λειτουργία και να παρουσιάζουμε τάσεις οικογενειοκρατίας. Τελευταία με την είσοδο και άλλων δυνάμεων που έχουν μεγαλύτερη εμπειρία οικογενειοκρατικών διαδικασιών, το φαινόμενο μοιάζει να εντείνεται. Ωστόσο, για να είμαστε δίκαιοι οι δυνάμεις αυτές φέρνουν παράλληλα μια νέα δυναμική, καθώς παρουσιάζουν αξιοπρόσεκτη ενεργητικότητα και διεισδυτικότητα σε τμήματα της κοινωνίας.
Σε κάθε περίπτωση οφείλουμε να λάβουμε περαιτέρω πρόνοιες στο καταστατικό για ζητήματα που οφείλονται κυρίως στον ανθρώπινο εγωκεντρισμό, όπως θητείες στα όργανα, πολυθεσία των προσώπων σε θέσεις ευθύνης, συμμετοχή συγγενών πρώτου βαθμού στα ίδια όργανα, καταπολέμηση του φαβοριτισμού κ.ά. Όπως επίσης οφείλουμε να ορίσουμε θητείες για τα επαγγελματικά στελέχη μας και να συμφωνήσουμε, για ευνόητους λόγους, ότι τα επαγγελματικά στελέχη, οι σύμβουλοι, οι συνεργάτες και υπάλληλοι βουλευτών κ.ά. δεν μπορούν να είναι παράλληλα εκλεγμένοι/ες στα Όργανα.
Η λογική των συνιστωσών, δυστυχώς, αναπαρήγαγε τα στελεχιακά προβλήματα, καθώς δημιουργούσε κομματικές επετηρίδες και αναδείκνυε συχνά στελέχη μέσω διαπραγματεύσεων. Σήμερα τα μισά και πλέον μέλη μας δεν ανήκουν σε κάποια συνιστώσα, γεγονός που δημιουργεί εκ των πραγμάτων διακρίσεις, ιδίως αν συνεχίσουν, βάσει αδράνειας, οι παλιές ομαδοποιήσεις. Είναι προφανές ότι οι ομαδοποιήσεις απηχούν την ανθρώπινη ανάγκη της συνεύρεσης των ομοίων και πολιτικά διευκολύνει τη διαπάλη των ιδεών, όμως ήλθε η ώρα να ανακατέψουμε την τράπουλα. Η συνέχιση της λειτουργίας τάσεων στον ΣΥΡΙΖΑ θα λειτουργήσει ως συνδετικός κρίκος τόσο με το παρελθόν μας όσο και με την κοινωνία και θα προσφέρει ασφάλεια στη μεταβατική περίοδο που θα διανύσουμε μετά το συνέδριο. Αυτό που έπρεπε να γίνει και έχει πια ωριμάσει είναι να τελειώσουν οι προνομιακές σχέσεις και ειδικές ρυθμίσεις που απολάμβαναν οι συνιστώσες. Η διαφορά θα γίνει άμεσα αισθητή από την εκλογή αντιπροσώπων και την εκλογή του κεντρικού οργάνου στο συνέδριο. Οφείλουμε να απελευθερώσουμε δημιουργικές δυνάμεις μέσα στο κόμμα, που σήμερα καταπιέζονται και ασφυκτιούν από αναποτελεσματικούς και γερασμένους μηχανισμούς.
Τέλος, οφείλουμε να συζητήσουμε και το θέμα της ανάπτυξης του στελεχιακού δυναμικού. Η αριστερή νοοτροπία μας επιβάλλει να τοποθετούμε τους ικανότερους στον τομέα που θα αποδίδουν καλύτερα και όχι να υπηρετούμε συσχετισμούς. Εξίσου επιβάλλει να βοηθάμε τα αναδυόμενα στελέχη μας να επιμορφωθούν και να μπορούμε να διδάσκουμε αποτελεσματικά τις αρχές μας στα ικανά στελέχη που επιστρατεύουμε από την κοινωνία.
Περιμένω με ανυπομονησία τις μέρες του Ιούλη, πόσες ευκαιρίες έχει κανείς στη ζωή του να δει την αυτόβουλη μετεξέλιξη ενός πολιτικού σχηματισμού που αντιλαμβάνεται τις ιστορικές του ευθύνες και αγωνίζεται, ενώ παράλληλα αγωνιά, να τις εκπληρώσει;

*Ο Βασίλης Θεοδώρου είναι γραμματέας της Τ.Ο. Πεντέλης του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ
και μέλος της Ν.Ε. Βόρειας Αθήνας

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!