του Θανάση Μουσόπουλου
Ο Όμηρος αποτέλεσε το Ευαγγέλιο του Ελληνικού κόσμου και πολιτισμού. Όπως είδαμε στο προηγούμενο κείμενο μιλώντας για την αρμονία ανθρώπου και φύσης στον Όμηρο, «ο Έλληνας εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια –ήταν φυσικό!– βλέποντας το Αιγαίο, τα Τέμπη, τον ωραίο αττικό ουρανό, το λαμπερό αλλά όχι εκτυφλωτικό φως, ο Έλληνας ήταν φυσικό ν’ αγαπήσει τη φύση με την κρυφή της αρμονία, με τις αντιθέσεις της». Θα συνεχίσουμε τον περίπατό μας στα μονοπάτια της κλασικής εποχής, να δούμε πώς αποτυπώνεται η σχέση ανθρώπου και φύσης.
***
Η Φιλοσοφία, όπως και τα έπη του Ομήρου, η λυρική και δραματική ποίηση, η γλυπτική και η αρχιτεκτονική, η ρητορική και πολιτική σκέψη, η ιστορία, συναποτελούν αυτό που ονομάστηκε «ελληνικό θαύμα». Το θαύμα αυτό το δημιούργησαν άνθρωποι κάτω από ορισμένες ιστορικές συνθήκες. Το εμπόριο και η βιοτεχνία αναπτύσσονται στην πόλη-κράτος που διοικείται με νόμους – ανθρώπινο δημιούργημα. Τα πολιτεύματα, μέσα στη δυναμική των αντιπαραθέσεων στο εσωτερικό των πόλεων μεταβάλλονται. Εξελίσσονται όλα τα επίπεδα της πραγματικότητας, ενώ αναπτύσσεται ο πολιτικός, ιδεολογικός, θεωρητικός προβληματισμός. Ο λόγος της αγοράς και της εκκλησίας του Δήμου συμβαδίζει με τη γέννηση της φιλοσοφίας και της επιστήμης.
Ήδη στην Ιωνία από τον 6ο π.Χ. αιώνα αμφισβητείται η μυθολογική προσέγγιση και στηρίζεται η ορθολογική ερμηνεία του κόσμου – αυτό σημαίνει τη γέννηση της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας.
Οι Προσωκρατικοί Φιλόσοφοι Θαλής, Αναξίμανδρος, Αναξιμένης, Ξενοφάνης αναφέρονται στην αρχή του κόσμου που είναι το νερό, η γη, ο αέρας και η φωτιά. Πιο σύνθετη, θα λέγαμε, είναι η αντίληψη του Ηράκλειτου του Εφέσιου (544-484; π.Χ.) που καταπιάστηκε με τη δομή του κόσμου. Έδινε ιδιαίτερη σημασία στον πόλεμο, αντιπαράθεση των πραγμάτων, ως συνεχή και αδιάλειπτη ανησυχία, αέναη κίνηση, ασταμάτητη μεταβολή. Έτσι το αρχέγονο πυρ με μία κυκλική πορεία που υπαγορεύεται από τον λόγο (ή ειμαρμένη ή δίκη) μεταμορφώνεται στα πάντα και καταλήγει πάλι σ’ αυτό, «Τα πάντα ρει». Για να αποφευχθεί η φθορά υπάρχει η αρχή της δικαιοσύνης, που εξασφαλίζει την εξισορρόπηση των αντιθέτων, παλίντονος αρμονία (η αρμονία είναι αφανής). Αν όμως το κάθε τι μεταβαλλόταν αδιάλειπτα, θα ήταν αδύνατη η λειτουργία της γλώσσας. Πρέπει να υπάρχει κάποιο σταθερό σημείο αναφοράς.
Στην Κάτω Ιταλία δίδασκε ο Πυθαγόρας ο Σάμιος (580-490 π.Χ.) εισήγαγε στην ερμηνεία του κόσμου και της δομής του το ποσοτικό στοιχείο – η αρμονία είναι ποσοτική σχέση. Επίσης ο Παρμενίδης ο Ελεάτης (540-470; π.Χ.): Υποστήριξε ότι οι αισθήσεις μάς απατούν. Εκείνο που σκεφτόμαστε και εκείνο που υπάρχει είναι το ίδιο. Η σκέψη μας, με τις έννοιες που ενοικούν στο νου μας και είναι αναλλοίωτες, εξασφαλίζει σταθερότητα για να γνωρίσουμε την πραγματικότητα. Ανάμεσα στις άπειρες γάτες υπάρχει η έννοια της γάτας με βασικά χαρακτηριστικά που συγκροτούν την έννοια της γάτας. Η έννοια αυτή είναι παρούσα σε κάθε γάτα χωριστά και παραμένει η ίδια όσες μεταβολές και αν υποστεί. Άρα: η ύπαρξη ή η πραγματικότητα ταυτίζεται με τη νόησή μας.
Αργότερα, ο Εμπεδοκλής ο Ακραγαντίνος (495-430 π.Χ.), μια σύνθετη προσωπικότητα, διακηρύσσει ότι βασικές αρχές του σύμπαντος είναι τέσσερα ριζώματα (γη, αήρ, πυρ, ύδωρ), ενώ η Φιλότης (έλξη) και το Νείκος (άπωση) δρουν αντιθετικά. Όλα δημιουργούνται με την ανάμειξη και τη διαίρεση.
Φτάνουμε στην οριακή άποψη του αρχαίου κόσμου, όπως διατυπώνεται από έναν συμπατριώτη μου, μια μεγάλη μορφή. Τον Δημόκριτο τον Αβδηρίτη (460-370; π.Χ.). Την αντιπαράθεση Ηράκλειτου-Παρμενίδη επιχειρεί να υπερβεί ο Δημόκριτος στην ατομική θεωρία. Κομματιάζοντας ένα αντικείμενο φτάνουμε στα άτομα. Από τη μια μεριά είναι αναλλοίωτα (κατά τον Παρμενίδη) από την άλλη συνδυάζονται και ακατάπαυστα μετακινούνται (κατά τον Ηράκλειτο). Με ανάλογο τρόπο προσεγγίζει ο Πλάτωνας τη διαμάχη Παρμενίδη-Ηράκλειτου.
***
Θα περιοριστούμε στον κόσμο του Δημόκριτου που φωτίζει την αρμονία ανθρώπου και φύσης. Σε πολλά κείμενα ασχολήθηκα με την πατρίδα του, τα Άβδηρα, και τους πολλούς Αβδηρίτες σοφούς. Κάποια αποσπάσματα θα παραθέσουμε από το βιβλίο μου «Άβδηρα, γη του κάλλους και του στοχασμού», 1998.
«Για να περάσει ο άνθρωπος από το στάδιο της αγριότητας στο στάδιο του πολιτισμού, χρειάστηκαν οι τέχνες, και κύρια, η γεωργία, η οικοδομική, η υφαντική. Αυτές ακριβώς οι ανακαλύψεις επέτρεψαν τον άνθρωπο να ξεχωρίσει από τα υπόλοιπα ζώα. Οι τέχνες είναι επινοήματα του ανθρώπου, του μυαλού και των χεριών.
“Στα σημαντικότερα πράγματα, παρατηρεί ο Δημόκριτος, οι άνθρωποι είναι μιμητές και μαθητές των ζώων, την υφαντική και ραπτική τη μάθαμε από τις αράχνες, την οικοδομική από το χελιδόνι, το τραγούδι από τα πτηνά που κελαηδούν, τον κύκνο και το αηδόνι”.
Από το τελευταίο σημείο καταλαβαίνουμε ότι ο Δημόκριτος δέχεται πως και οι καλές τέχνες βγήκαν από τη μίμηση της φύσης. Οι καλές τέχνες δημιουργήθηκαν μετά από τις πρακτικές τέχνες. Η έλλειψη υλικών αγαθών δημιούργησε τις πρακτικές τέχνες, ο πλεονασμός υλικών αγαθών δημιούργησε τις καλές τέχνες. Χαρακτηριστικά ο Δημόκριτος παρατηρεί:
“Η μουσική είναι νεότερη τέχνη, δεν προήλθε από την ανάγκη, αλλά γεννήθηκε από το περίσσευμα”».
Τα Άβδηρα και η ευρύτερη περιοχή είναι παράδειγμα αρμονικής σχέσης φύσης και ανθρώπου. Ο Πίνδαρος σε παιάνα του για τα Άβδηρα γράφει:
Της ξωθιάς εσύ Θρονίας, / χαλκοθώρακα Άβδηρέ μου,
γιόκα και του Ποσειδώνα, / στην ιωνική τη φύτρα τούτη
από σένανε θ’ αρχίσω τον παιάνα / στον Απόλλωνα τον Δήρηνο σιμά / και σιμά στην Αφροδίτη
Θρακοχώρα , κληματούσα / και πολύκαρπη· στη στράτα του ο καιρός / μη για λόγου μου ο μεγάλος αποκάμει.
(μετ. Π. Λεκατσά)
Και ο Φρειδερίκος Νίτσε στο έργο του «Η Γέννηση της φιλοσοφίας στα χρόνια της ελληνικής τραγωδίας» (μετ. Αιμ. Χουρμούζιου, 1975) γράφει ανάμεσα στα άλλα για τον Αβδηρίτη σοφό: «Ο Δημόκριτος, ωραία ελληνική φύση, όμοιος με άγαλμα, ψυχρός την εμφάνιση αλλά γιομάτος μυστική φλόγα […] Ο Δημόκριτος έδωσε στη θεωρία μιαν ωραία μορφή. Είναι ποιητής όπως ο Λουκρήτιος».
Τα Άβδηρα, η ευρύτερη περιοχή, η λιμνοθάλασσα Βιστονίδα, ο Νέστος ποταμός, είναι ένα σύμπλεγμα ομορφιάς, πανίδας και χλωρίδας. Οι αρχαίοι στους στίχους και στα κείμενά τους τα εξυμνούν. Δεν είναι τυχαίο που ο Δημόκριτος μιλά έτσι για τη σχέση φύσης και ανθρώπου. Αλλά και ένα ακόμη σημαντικό τέκνο της περιοχής, ο Πρωταγόρας, τόσο αγαπά και εμπνέεται από τη φύση. Θα τον συναντήσουμε μέσα από το ομότιτλο έργο του Πλάτωνα στη συνέχεια του κειμένου μας, αφού δώσουμε λίγους στίχους του ποιητή Αλκαίου εμπνευσμένους από τα οικοσυστήματα της Θράκης:
Συ που είσαι τ’ ομορφότερο, Έβρο μου, το ποτάμι,
στη θάλασσα την πορφυρή χύνεσαι πλάι στον Αίνο
κι ανάμεσα στη θρακική τη γη αργοδιαβαίνεις·
πολλά κορίτσα σε περνούν· τα τρυφερά τους χέρια
χαϊδεύουν όμορφα μεριά, και στ’ απαλό το δέρμα
το ήρεμο περιχύνουνε σαν αλοιφή νερό σου.
(μετ. Σωτ. Κακίσης)