Η διαδικασία διαμόρφωσης μιας νέας συνείδησης αποτελεί ένα από τα μέγιστα ζητούμενα, από τα απαραίτητα θεμέλια μιας άλλης πορείας από αυτήν που διαμορφώνουν οι Δυνατοί, οι Επικυρίαρχοι, οι ελίτ του 1% του σύγχρονου κόσμου. Γι’ αυτό θα ήθελα να αποχαιρετήσω μια ιδιαίτερα δύσκολη χρονιά επιχειρώντας να σας μεταφέρω ορισμένες «μικρές εκρήξεις» που γίνονται στο μυαλό μου. Ελπίζω να είναι επιτρεπτή και να γίνει κατανοητή αυτή η παρέκβασή μου από τα βδομαδιάτικα σημειώματα που κάλυπταν τη σελίδα 5 της εφημερίδας Δρόμος για μια χρονιά.
Μεταβαίνοντας
Εποχή κυοφορίας και μετάβασης είχε χαρακτηρίσει ο Χέγκελ (1770-1831) την ορμητική ανάδυση του καπιταλισμού. Σήμερα βρισκόμαστε σε μια σκέτη, γυμνή μετάβαση, χωρίς στοιχεία κυοφορίας. Δεν πρόκειται να μεταβούμε σε μια νέα εποχή, διαφορετική, με περισσότερες δυνατότητες και νέα ιστορικά υποκείμενα. Δεν υπάρχει κυοφορία του καινούργιου σαν καθολική διαδικασία. Υπάρχει σε μεγάλο βαθμό, υπό τη σφραγίδα ενός ιδιαίτερου συσχετισμού, μια διαδικασία διαιώνισης ενός γέρικου και ρυτιδιασμένου συστήματος. Το οποίο μπορεί να κάνει πλέον ενέσεις αναζωογόνησης μέσω καταστροφής και απομύζησης των ζωντανών δυνάμεων, υλικών και πνευματικών. Μεταβαίνουμε σε μια ιδιαίτερη φάση του πλανητικού καπιταλιστικού συστήματος, όπου η κυριαρχία θα υπάρχει στην πιο γυμνή της μορφή: χωρίς συναίνεση, χωρίς συμμετοχή, χωρίς δημόσιο χώρο, μέσα σε μια πλήρη εξατομίκευση. Είμαστε στον προθάλαμο. Ο σχεδιασμός εκτέθηκε στα χρόνια 2017-2018 (4η Βιομηχανική Επανάσταση, Ψηφιακός Καπιταλισμός), η επιτάχυνση έγινε στα 2 χρόνια της πανδημίας (Μεγάλη Επανεκκίνηση, ειδικό καθεστώς, κατάργηση δημόσιου χώρου), και όλη η παγκόσμια Σκηνή καθορίζεται από αυτές τις διαδικασίες, ως απάντηση στην πολυοργανική κρίση του συστήματος, και με στόχο την παραπέρα διαιώνισή του.
Μεταβαίνοντας λοιπόν πρέπει να έχουμε κατά νου τι θα σήμαινε μια διαφορετική πορεία. Τι και πώς θα επιβράδυνε τη δυσχερή εξέλιξη, τι και πώς θα όριζε μια εναλλακτική πρόταση για τις διεθνείς σχέσεις, τι και πώς θα ορίζονταν ως υποκείμενα-φορείς μιας αντίστασης στη μετάβαση που επιδιώκεται, τι και πώς θα σήμαινε μια πορεία προς τη σωτηρία και τη χειραφέτηση της ανθρωπότητας από τα δεσμά που την υποβιβάζουν και την καταστρέφουν.
Το γενικό πανόραμα και η δυνατότητα
Όλα αυτά ορίζουν ένα γενικό πανόραμα του σύγχρονου κόσμου μέσα στην πολυπλοκότητά του και την υπεραναγκαία –όσο το δυνατό– σωστή αναπαράστασή του στον κόσμο των εννοιών και της συνείδησης των ανθρώπων. Τουλάχιστον εκείνων που θέλουν και αναγνωρίζουν ως ύψιστη ανάγκη τον αγώνα για μια άλλη πορεία. Η συνείδηση δεν μπορεί να καταφεύγει μόνο στο παρελθόν, δεν μπορεί να μην τολμά να αναμετρηθεί με όσα συμβαίνουν, δεν μπορεί να ικανοποιείται με μικροβελτιώσεις κεντροαριστερού περιτυλίγματος και με ευχολόγια για μια ανύπαρκτη κοινωνική ευαισθησία του καπιταλισμού. Αυτές είναι οι πραγματικά ναρκωτικές ιδέες που μας ενταφιάζουν ζωντανούς στην αρένα του υπαρκτού και καταστροφικού πλέον (για τη ζωή) καπιταλισμού.
Το γενικό πανόραμα χωρά πολλά υποκείμενα, πολλούς δρόμους, πολλαπλές απαντήσεις. Σε διεθνικό επίπεδο, σε επίπεδο χωρών, σε επίπεδο εθνών και λαών, σε επίπεδο κοινωνικών μπλοκ, σε επίπεδο κυμάτων λαϊκής δραστηριοποίησης σε διαφορετικές ηπείρους και περιοχές. Δεν είναι ένα το υποκείμενο: είναι πολλαπλά, επειδή (μπορούν ή πρέπει να) αγκαλιάζουν στις στοχοθεσίες τους ολόκληρη πλέον την ανθρωπότητα απέναντι στο 1%. Με άλλα λόγια, υπάρχει εν δυνάμει αυτή η δυνατότητα: να τεθεί με πιο ριζικό, πιο διεθνικό, πιο πολλαπλό τρόπο η ανάγκη μια άλλης μετάβασης, που σαν συνισταμένη θα έχει τη Μεγάλη Επανεκκίνηση της Ανθρώπινης Υπόστασης – σε αντίθεση και απόλυτη άρνηση προς την άλλη Μεγάλη Επανεκκίνηση, του συστήματος, κι ό,τι αυτή πρεσβεύει.
Αυτή η δυνατότητα, που θέτει προγραμματικά διαφορετικά το ζήτημα της ανθρώπινης χειραφέτησης από το πώς τίθονταν στις αρχές του 20ού αιώνα, μπορεί (αν κανείς το πιστέψει βαθιά κι εργαστεί γι’ αυτό) να φέρει μια λάμψη αισιοδοξίας και ελπίδας. Κάποτε, με όρους Γκράμσι, αναφερόμασταν στην απαισιοδοξία της σκέψης και στην αισιοδοξία της πράξης. Τώρα βρισκόμαστε στη στιγμή που πρέπει και μπορεί να επιστρατευτεί η αισιοδοξία της σκέψης απέναντι σε μια πράξη που φαίνεται ασυντόνιστη, σκόρπια, περιθωριακή, ανήμπορη μπροστά στους τεράστιους μηχανισμούς που κινητοποιεί το σύστημα ενάντια στην ανθρωπότητα και τη ζωή. Εδώ αρχίζουν τα πραγματικά και μεγάλα σκαλώματα που δεν μπορούμε να αποφύγουμε.
Παρελθόν και παρόν, γίγαντες και νάνοι
Τον 12ο αιώνα, στους κόλπους των νεοπλατωνικών σχολαστικιστών, διανοούμενοι όπως ο Ιωάννης του Σάλσμπουρι (1120-1180) και ο Βερνάρδος της Σαρτρ (απεβίωσε το 1130), διατύπωσαν δύο εξαίρετες μεταφορές. Είπαν ότι «σαν νάνοι ανεβασμένοι στις πλάτες γιγάντων» μπορούν ορισμένες γενιές να δουν μακρύτερα και από πιο ψηλά. Ή ακόμα αναφέρθηκαν στο theatrum mundi, ατενίζοντας την κοινωνία/κόσμο ως ένα θέατρο με ρόλους, όπου πολλές φορές ορισμένοι παίζουν –χωρίς να το ξέρουν– τον ρόλο κάποιου άλλου («Η ζωή του ανθρώπου στη γη είναι μια κωμωδία, όπου ο καθένας, ξεχνώντας τον δικό του, παίζει τον ρόλο του άλλου»).
Με δυο λόγια, δεν μπορεί κανείς να αδράξει μια νέα εποχή χωρίς να ανέβει στις πλάτες γιγάντων (που προϋπήρξαν, άρα με μια έννοια το παρελθόν στις καλύτερες στιγμές του), και ανεβαίνοντας στις πλάτες τους (αφού τους αναγνωρίσεις σαν τέτοιους και δεν τους μουμιοποιήσεις, όπως συχνά έγινε) μπορείς να δεις από ψηλότερα και μακρύτερα και ίσως –πάντα ίσως– να συμβάλλεις με τον τρόπο που θα βρεις και με τον δρόμο που εσύ θα ανοίξεις (κανένας γίγαντας του παρελθόντος δεν μπορεί να αντικαταστήσει ή να υποκαταστήσει αυτή την αναγκαία παροντική δράση του υποκειμένου, όπως κι αν οριστεί το ίδιο το υποκείμενο). Ταυτόχρονα, έχει συμβεί συχνά να παίζει κανείς τον ρόλο κάποιου άλλου, κι αυτό είναι ένα μέγιστο πρόβλημα σήμερα: Θα αποκρυπτογραφηθούν οι κοινωνικές σχέσεις που εγκαθιδρύει το κεφάλαιο σε όλες τις κοινωνίες –ανεξάρτητα από το πώς αυτοαποκαλούνται αυτές– ή θα αναπαράγονται διαρκώς κάτω από διαφορετικές μορφές και ονομασίες;
Έχουμε γίγαντες γενικά; Βεβαίως. Δεν υπάρχει εξέλιξη και ιστορία χωρίς γίγαντες. Που όμως δεν είναι μυθολογικοί αλλά πραγματικά πρόσωπα, τα οποία συμπυκνώνουν, ενσαρκώνουν, διατυπώνουν προγράμματα που εκφράζουν μεγάλα κοινωνικά στρώματα, και μεγάλες κοινωνικές απαιτήσεις, ή λειτουργούν με τη δράση τους καταλυτικά και συμβολικά προς την επίτευξη των στόχων που θέτει κάθε φορά η ιστορία. Η ανθρωπότητα έχει γίγαντες σε όλους τους τομείς. Η Ελλάδα έχει γίγαντες; Πολλούς, από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας. Η φιλοσοφική σκέψη, η τραγωδία και τα διάφορα πολιτικά συστήματα που αναπτύχθηκαν στην αρχαία Ελλάδα, ο Ρήγας και ο Κολοκοτρώνης πριν 200 χρόνια, οι λογοτέχνες και ποιητές μας και η πνευματικότητά τους (Σολωμός, Κάλβος, Παπαδιαμάντης, Βάρναλης, Σεφέρης, Ελύτης, Καβάφης), ο Γλέζος κι ο Μίκης που πρόσφατα έφυγαν… να μερικά κτυπητά παραδείγματα γιγάντων ελληνικής κοπής.
Ναι, είναι λαοί που σηκώνουν τα βουνά στις πλάτες τους, που κινούν τον τροχό της ιστορίας, υπάρχουν όμως οι γίγαντες – που ανεβαίνοντας στις πλάτες τους οι σημερινοί νάνοι (συγκρινόμενοι μαζί τους, επειδή οι γίγαντες είναι όντως πιστοποιημένοι μέσα στην ιστορία και βαθιά στη συνείδηση του κόσμου) μπορούν να δουν καλύτερα και μακρύτερα τη σημερινή εποχή, γνωρίζοντας ότι δεν πρέπει να παίξουν τον ρόλο κάποιου άλλου (δηλαδή του συστήματος). Το μέλλον μπορεί να προετοιμαστεί ενεργοποιώντας στοιχεία του παρελθόντος με δημιουργικό τρόπο, αδράχνοντας και μπολιάζοντας τη σημερινή πραγματικότητα, και θέτοντας στόχους που να προετοιμάζουν το μέλλον σε άλλη κατεύθυνση από αυτήν που προαναγγέλλουν οι ισχυροί του σημερινού κόσμου.
Συνεχίζω στα ίδια μονοπάτια, σκαρφαλώνοντας όσο μπορώ στο έργο γιγάντων, για να αφουγκραστώ τα σημερινά καθήκοντα, για τη δημιουργία μιας νέας συνείδησης και για να διαδοθεί η αλήθεια: ότι η σκέψη είναι πράξη αντίστασης στην ψηφιακή εποχή, πράξη επαναστατική. Το μυαλό πρέπει να δουλεύει, οι έννοιες να συγκροτούνται, το ψηφιδωτό του χειραφετητικού προγράμματος να συμπληρώνεται με όλες τις ψηφίδες.
Νέα συνείδηση, κοινή γνώμη, κοινή λογική
Σε μια παράγραφο στο περίφημο εργαστήρι των σημειώσεων ενός μεγάλου εγκεφάλου, του Αντόνιο Γκράμσι (1891-1932), στο ΧΙ Τετράδιο, γίνεται μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση ανάμεσα στο senso comune (κοινή γνώμη – κοινή αίσθηση – κοινή, μέση αντίληψη) και στο buon senso (ορθή γνώμη, λογική αίσθηση, κοινή λογική). Η μετάφραση των όρων αυτών δεν είναι εύκολη, μεταξύ άλλων επειδή ο ίδιος ο Γκράμσι χρησιμοποίησε τον όρο senso commune με πολλές σημασίες. Τον όρο buon senso τον χρησιμοποίησε λιγότερες φορές, και με μία σημασία: της έγκυρης, τεκμηριωμένης άποψης, της λογικής αντίληψης.
Η παρατήρηση του Γκράμσι στην παράγραφο αυτή αναφέρεται σε μια αποστροφή του Αλεσάντρο Μαντσόνι στο έργο του «Οι αρραβωνιασμένοι», που έχει ιδιαίτερη θέση στην ιταλική λογοτεχνία. Ο Μαντσόνι (1785-1873) περιγράφει την πανούκλα που είχε πέσει στο Μιλάνο στις αρχές του 1600 και είχε δημιουργήσει μεγάλες αναστατώσεις. Ο Γκράμσι ξεχωρίζει και σχολιάζει τη φράση «η έγκυρη γνώση υπήρχε μεν, αλλά κρατιόταν μυστική από τον φόβο της κοινής γνώμης».
Ο Γκράμσι συνεχώς αναμετριόταν με τα θέματα της ηγεμονίας, των ιδεολογικών μηχανισμών, της κουλτούρας, της συναίνεσης και της οργάνωσής της, μέσα στις σύγχρονες κοινωνίες. Έβλεπε διάφορες στιγμές και διαβαθμίσεις μέσα στις οποίες λειτουργούσε η κοινή γνώμη, η κοινή λογική, η πιο επεξεργασμένη και λογική γνώμη, η επιστημονική γνώση, οι ιδεολογίες και η δύναμή τους, γενικά όλες οι εκδηλώσεις της συνείδησης, από τη συγκρότησή τους, την αποδιάρθρωσή τους, την ενεργοποίησή τους σε μεγάλα κοινωνικά σύνολα, τον αναμεταξύ τους συσχετισμό και την αλληλεπίδρασή τους κ.λπ. Γι’ αυτό και κάνει μια διάκριση ανάμεσα σε μια διάχυτη κοινή γνώμη (που μπορεί να κυριαρχηθεί από τις δυνάμεις που διευθύνουν-κυβερνούν) και σε μια γνώση-πνευματικότητα που συλλαμβάνει την ουσία κάποιων διεργασιών, αλλά συνήθως βρίσκεται σε μειονεκτική θέση λόγω συσχετισμού δυνάμεων. Υπάρχουν οι καλές στιγμές της ανθρωπότητας: αυτές συνίστανται όταν οι δύο κύκλοι, της κοινής γνώμης και της γνώσης συμπίπτουν, γεγονός που υποδηλώνει τη διάλυση των στοιχείων ηγεμονίας της αστικής τάξης και την επικράτηση ή συνάντηση στοιχείων γνώσης και προγράμματος / ιδεών που γίνονται υλική δύναμη, εγκαθιδρύοντας ένα άλλο πλέγμα κοινής λογικής, επίπεδο πιο ανεβασμένο από την κοινή γνώμη.
Η νέα συνείδηση πρέπει να συγκροτηθεί σε συνθήκες κυριαρχίας της ηγεμονίας, ή κυρίαρχων ιδεολογικών στοιχείων που συγκροτούν μια «κοινή γνώμη». Μετά την πτώση του Τείχους (1989-1991) η «αγορά» και η «αντιπροσωπευτική δημοκρατία» αποτέλεσαν ισχυρές ιδέες για την ηγεμονία της αστικής τάξης. Μαζί με τον καταναλωτισμό, και ένα πρότυπο ζωής που ταλαντώνεται ανάμεσα στον μηδενισμό και τον ναρκισσισμό, αναδεικνύει μια νέα φιγούρα εξατομικευμένου ατόμου. Σήμερα, με τη μετάβαση που γίνεται, αλλάζουν κι αυτά τα στοιχεία σε πολύ μεγάλο βαθμό. Κι όλα μαζί κάνουν πιο πολύπλοκο το έργο συγκρότησης μιας νέας συνείδησης.
Ας παραδεχτούμε ότι ο πνευματικός συσχετισμός ανάμεσα σε ιδεολογίες που αμφισβητούσαν τον καπιταλισμό στα ουσιώδη στοιχεία του, και σε αυτές που αναπαρήγαγε ο καπιταλισμός, ήταν πάντα (σχεδόν πάντα) αρνητικός για τις δυνάμεις της χειραφέτησης…
Είμαστε εντελώς στην αρχή;
Σε ένα γράμμα του προς τον Αντόνιο Λαμπριόλα το 1891, ο Φρ. Ένγκελς (ένας από τους γίγαντες…) αναφέρει την εξής φράση: «Είμαστε ακόμη εντελώς στην αρχή της υπόθεσης», εννοώντας την απελευθερωτική πορεία του προλεταριάτου. Μπορούμε να ισχυριστούμε το ίδιο σήμερα; Με όρους μιας μακροκλίμακας στην ανθρώπινη ιστορία, αναμφισβήτητα είμαστε πολύ έως εντελώς στην αρχή. Με τους όρους μερικών ενεργών γενιών της τάξης ενός αιώνα περίπου, δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι είμαστε εντελώς ή περίπου στην αρχή – ανεξάρτητα αν είναι επιβεβλημένο να ξαναρχίσουμε πάλι. Δεν είμαστε στην αρχή επειδή έγιναν απόπειρες, υπήρξαν μεταβατικά εγχειρήματα, ο σοσιαλισμός έγινε ένα περιβάλλον με σάρκα και οστά στο διεθνές προσκήνιο. Και από ένα σημείο κι ύστερα το «κάστρο» καταλήφθηκε μάλλον από τα μέσα, και κάποιοι (όχι προδότες) έπαιξαν ρόλους άλλων δυνάμεων κ.λπ. Αυτό που εφαρμόστηκε σε ορισμένους τομείς ενείχε πολλές αδυναμίες και λάθη, που δικαιολογούν την κριτική και τη διερώτηση ακόμη και για βασικές πρωταρχικές επιλογές. Πέρα από αυτό, οι καταπιεζόμενες τάξεις, λαοί και έθνη μπήκαν για πρώτη φορά τόσο μαζικά στον στίβο της ιστορίας. Αναγκάστηκαν να «εφεύρουν» εργαλεία ανθεκτικά και να σφυρηλατήσουν όργανα διαμεσολάβησης. Τέτοια ήταν το κόμμα νέου τύπου («τεράστια εφεύρεση κοινωνικής μηχανικής» κατά τον Χομπσμπάουμ, 1917-2012) και η πολιτική διαμεσολάβηση σε όλες τις μορφές της (κι όχι μόνο στον κοινοβουλευτικό κρετινισμό που βασίλεψε μετά από μερικές δεκαετίες), το μαζικό πολιτικό κίνημα για τον μετασχηματισμό της κοινωνίας.
Η ιστορία του 20ού είναι πολύ πλούσια σε όλες τις περιοχές της ανθρώπινης δραστηριότητας. Ο σημερινός συσχετισμός –απόρροια μιας μεγάλης ήττας– με ρίζες στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, καταγράφει μια «περαστική κινούμενη ισορροπία» και εγκυμονεί εκρήξεις παγκόσμιων διαστάσεων σε όλους τους τομείς.
Βαδίζουμε με ορισμένες ας πούμε «απόλυτες» αρχές: Πρόγραμμά μας είναι η Μεγάλη Επανεκκίνηση της Ανθρώπινης Υπόστασης ξεπερνώντας, αποτινάσσοντας τα δεσμά του συστήματος και της μετάβασης προς τον ψηφιακό καπιταλισμό. Για μια μεγάλη στροφή στη διεθνή ζωή, με την κατοχύρωση μιας μεγάλης κοινότητας των λαών και χωρών που θα οικοδομούν έναν άλλο συσχετισμό και άλλα μεταβατικά, μετακαπιταλιστικά εγχειρήματα. Εγχωρίως, αγωνιζόμαστε για την επιβίωση και τη διέξοδο της χώρας, δίνοντας έμφαση στα στοιχεία της ελληνικότητας (πνεύμα, πολιτισμός, ήθη, έθιμα, παράδοση, ριζοσπαστισμός, εθνική και λαϊκή ιστορία) και της ελλαδικότητας (ως κρατικός σχηματισμός, ως κυριαρχία και θέση στον σύγχρονο κόσμο), σε μια σύνθεση που να εκφράζει το εθνικό και κοινωνικό στοιχείο σε μια σύγχρονη διάπλεξή τους και σε εναρμόνιση με τα καθήκοντα που βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Ελλάδα ως χώρα, λαός, έθνος και κοινωνία, ως οντότητα σύγχρονη, οφείλει να βρει τη θέση της στις μεγάλες ανακατωσούρες που έρχονται. Η νέα συνείδηση αγκαλιάζει πολλούς τομείς και στηρίζεται σε πολλούς γίγαντες, ευτυχώς, ευεργετικά, με αναστοχασμό και ενατένιση.
Πριν σταματήσω, ας παραθέσω μια ενδιαφέρουσα φόρμουλα του Κοστάντσο Πρέβε (1943-2013): «Ο κύριος εχθρός είναι πάντα αυτός που είναι ο πιο επιβλαβής και ο πιο ισχυρός. Σήμερα είναι ο καπιταλισμός και η κοινωνία της αγοράς στο οικονομικό επίπεδο, ο φιλελευθερισμός στο πολιτικό επίπεδο, ο ατομικισμός στο φιλοσοφικό επίπεδο, η αστική τάξη στο κοινωνικό επίπεδο και οι ΗΠΑ στο γεωπολιτικό επίπεδο». Ισχύει αυτή η διατύπωση για τις μέρες μας; Ποιος είναι ο κύριος εχθρός για την Ελλάδα και τον λαό της; Ας σκεφτούμε γι’ αυτό, επειδή έχει ιδιαίτερη σημασία για τον προσανατολισμό μας.
***
Τέλος, αφού επεκτάθηκα, ας αναφέρω κι αυτό: ο Τσε Γκεβάρα διάβαζε στη αντάρτικη ομάδα του κεφάλαια από τον Δον Κιχώτη του Θερβάντες. Ξεφυλλίζοντας μια συλλογή κειμένων του Φρ. Ένγκελς έπεσε το μάτι μου σε ένα ποίημα γραμμένο το 1836:
Οι μορφές που φαίνεται να γνωρίζω:
Ο Τοξότης, ο Γουλιέλμος Τέλος,
Ο Ζίγκφριντ, ο εχθρός του Δράκου,
Μετά ο Φάουστ, ο αντισυμβατικός,
Ο Αχιλλέας, δρασκελίζοντας ελεύθερα,
Ο πολεμιστής-ιππότης Μπουγιόν
με όλη του την ιπποσύνη.
Στη συνέχεια –παρακαλώ σε, μη γελάσεις, αδελφέ–
καβάλα σε ατίθασο άτι
ο Δον Κιχώτης και άλλος κανείς
σε αυτό τον κόσμο τον ευρύ.
Πλησιάζοντας και ξεμακραίνοντας
επιπλέουν ολονυχτίς.
Ποιος μπορεί να συλλάβει την ταχύτητά τους,
ή να τους υπομείνει στην πτήση τους;
Αλήθεια, γιατί συγκινεί, επί αιώνες, γενιές ολόκληρες η μορφή του Δον Κιχώτη;
Καλές γιορτές σε όλους. Να προσέχετε την υγεία σας, να είστε νηφάλιοι, να αγαπάτε τον Δρόμο και να τον στηρίζετε! Τα ξαναλέμε στις 7 Ιανουαρίου.