Η Εβίνα ετοιμαζόταν, όπως όλοι, να αποχαιρετίσει άλλο ένα καλοκαίρι.
Αναρωτιόταν, δε, πως θα είναι το επόμενο, γιατί σε μια πραγματικότητα όπως η σύγχρονη Ελλάδα, έχει χαθεί σε μεγάλο βαθμό το στοιχείο της αισιόδοξης προσέγγισης και των σταθερών υπολογισμών. Θα μπορέσουμε του χρόνου να πάμε διακοπές ή όχι; Θα περάσουμε εξίσου καλά όπως φέτος; Ή, θα λέμε, κάθε χρόνο και χειρότερα; Στο χέρι μας είναι. Τα πεζοδρόμια μας περιμένουν… Αν αναλογιστούμε, πάντως, πως το επόμενο καλοκαίρι θα διεξαχθεί Μουντιάλ, θα αισθανθούμε (πρόσκαιρα) κάπως καλύτερα. Αν ρωτήσουμε την τσέπη μας, αμέσως, θα κάνουμε μαύρες σκέψεις, και θα ξεχάσουμε τη… Βραζιλία.
Μα, ενώ όλα τα πρωταθλήματα (ανάμεσα τους και η Σούπερ -sic- Λίγκα) ξεκίνησαν, ο νους της Εβίνας πήγε στους πρωταγωνιστές και στα βάσανά τους. Μετά από μια περίοδο δύσκολης προετοιμασίας (ιδρώτας και σωματική κούραση στο φουλ), όλοι κρίνονται πια για τα πεπραγμένα και την αποτελεσματικότητά τους, μέσα στα γήπεδα. Με τη δαμόκλειο σπάθη πάνω από τα κεφάλια τους να απειλεί την ψυχική τους ισορροπία, πέρα από την επαγγελματική τους επάρκεια ή μη. Με τα δημοσιεύματα του Τύπου να οριοθετούν τα πεδία, με διάφορες κατευθυνόμενες διαρροές να σκάβουν το λάκκο. Γιατί, το «δίκιο» του εργαζόμενου σταματάει εκεί που αρχίζει το συμφέρον και η επιθυμία του εργοδότη (και οι εμμονές του όχλου).
Η Εβίνα προβληματίστηκε, αγαπημένη της συνήθεια γαρ… Που αρχίζει το τράβηγμα του χαλιού; Που υπάρχει αποτυχία πραγματική και που αυτή «υπαγορεύεται»; Τελικά, στο θαυμαστό και υπέροχο κόσμο μας θέλουν κάποιοι να μάθουμε να σχολιάζουμε με βάση το φαίνεσθαι. Ναρκοθετούνται τα σύνορα του γίγνεσθαι και -τότε- έρχεται η ώρα να κουνήσουμε άσπρα μαντήλια. Μα, μέχρι τότε, η Εβίνα θα μπορούσε να προβάρει στον καθρέφτη της το καινούριο άσπρο φόρεμα που αγόρασε από ένα πανέμορφο νησάκι των Κυκλάδων. Πόσο ταιριαστό είναι, με αυτές τις κόκκινες λωρίδες που το διασχίζουν, αλλά και με τη μαυρισμένη σάρκα της…
Κώστας Μαρούντας
ΥΓ. Τον Ηλία Μπαζίνα δεν τον ήξερα προσωπικά, αλλά ήρθα -πολλάκις- σε επαφή με το μεγαλείο της πνευματικότητας του, διαβάζοντάς τον. Πραγματικά, έχουμε να κάνουμε με έναν Μεγάλο Άνθρωπο, όχι κατ’ ευφημισμό, αλλά επί της ουσίας και επί του πρακτέου. Δεν θα τον λησμονήσουμε ποτέ, γιατί δεν γίνεται ποτέ η αξία και η ποιότητα να σβήσουν. Τυχεροί όσοι τον διάβασαν, «τυχεροί» και αυτοί που δεν το έκαναν μέχρι τώρα: γιατί, υπάρχουν χιλιάδες καλοί λόγοι για να το κάνουν, έστω και τώρα…