Η νέα επιτυχημένη –όπως δείχνουν οι αντιδράσεις των ΗΠΑ– βορειοκορεατική πυραυλική δοκιμή προκάλεσε περαιτέρω αναζωπύρωση στη διεθνή ένταση. Ακόμα και «προληπτικό πλήγμα για λόγους αυτοάμυνας(!)» εξετάζει η Ουάσιγκτον, σύμφωνα με τα υστερικά άρθρα ορισμένων δυτικών ΜΜΕ. Ενώ ο Τραμπ και εκπρόσωποί του επανέλαβαν τις γνωστές απειλές περί «ολοσχερούς καταστροφής» της Βόρειας Κορέας, χαρακτηρίζοντας την πυραυλική δοκιμή ως «επιθετική ενέργεια». Η Νίκι Χέιλι, πρέσβειρα των ΗΠΑ στον ΟΗΕ, έφτασε να ζητήσει την αποβολή της Βόρειας Κορέας από το διεθνή οργανισμό, ενώ ο Τραμπ απαιτεί (ματαίως…) από το Πεκίνο να «πάρει πάνω του» την υπόθεση των κυρώσεων.
Τυπικά, η Βόρεια Κορέα, που δεν έχει υπογράψει τη συνθήκη μη διάδοσης πυρηνικών όπλων, δεν προέβη σε καμιά «επιθετική ενέργεια». Εκτόξευσε έναν πύραυλο σε διεθνή εναέριο χώρο, ο οποίος έπεσε σε διεθνή ύδατα, όπως κάνουν και οι υπόλοιπες πυρηνικές δυνάμεις. Ούτε είναι πιο επικίνδυνη από π.χ. το επίσης εξοπλισμένο με πυρηνικά όπλα Ισραήλ, για τα οποία δεν φαίνεται να ανησυχεί η «διεθνής κοινότητα». Παρόλο που το Ισραήλ έχει ρεκόρ επιθέσεων σε τρίτες χώρες, ενώ η Βόρεια Κορέα το μόνο που επιθυμεί είναι να πάψει να κρέμεται από πάνω της η απειλή μιας αμερικανικής επίθεσης. Ουσιαστικά αυτό ακριβώς κρίθηκε ως «επιθετική ενέργεια»: το γεγονός ότι έστειλε ένα ακόμη μήνυμα στην Ουάσιγκτον ότι δεν πρόκειται να παραδοθεί αμαχητί.
Και πάλι, το «πρόβλημα» θα είχε λυθεί (είτε με καλό είτε με κακό τρόπο…) εάν αφορούσε πράγματι μια αντιπαράθεση μεταξύ των ΗΠΑ και της μικροσκοπικής Κορέας. Αλλά ακριβώς επειδή στην πραγματικότητα αφορά την αντιπαράθεση της Ουάσιγκτον με το Πεκίνο και τη Μόσχα, η Πιονγκγιάνγκ βρίσκει περιθώριο αυτόνομων ελιγμών. Διότι αυτό που οι ΗΠΑ απαιτούν, ενώ σπαράσσονται στο εσωτερικό τους και συναντούν διαρκή προσκόμματα στα –πολλά– μέτωπα που έχουν ανοίξει διεθνώς, είναι να εξακολουθήσουν να διαφεντεύουν την οικουμένη «όπως πριν». Πράγμα που πλέον δεν μπορούν να αποδεχθούν ούτε η Ρωσία ούτε η Κίνα. Αυτό φάνηκε και στην τελευταία συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, όπου ναι μεν «καταδίκασαν», αλλά μέχρις εκεί… Το σχετικό άρθρο του Στέφεν Λέντμαν είναι κατατοπιστικό.
του Στέφεν Λέντμαν*
Εννέα συνεδριάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ μέσα σε ένα χρόνο με μοναδικό θέμα τη Βόρεια Κορέα: μάλλον πρόκειται για ρεκόρ. Και, οπωσδήποτε, πρόκειται για υπόδειγμα αντιπαραγωγικότητας. Αντί να ενθαρρύνουν τη Βόρεια Κορέα να εγκαταλείψει το πυρηνικό της πρόγραμμα, την ώθησαν να επιταχύνει την ανάπτυξή του, καθώς η επιθετική ρητορική από την Ουάσιγκτον, το Τόκιο και όχι μόνο την έπεισαν ότι αυτό ήταν αναγκαίο. Οι φόβοι της Βόρειας Κορέας για επίθεση των ΗΠΑ είναι γνήσιοι. Και γνωρίζει ότι η ανάπτυξη τέτοιων όπλων είναι η μοναδική της αποτρεπτική δυνατότητα, με δεδομένες τις απειλές της κυβέρνησης Τραμπ.
Στη συνεδρίαση της Τετάρτης η πρέσβειρα των ΗΠΑ Νίκι Χέιλι κατάφερε για μια ακόμη φορά να γίνει περίγελως και να αποδείξει ότι δεν κάνει για τη δουλειά που της έχει ανατεθεί. Μην έχοντας καμία γεωπολιτική κατάρτιση, το μόνο που κάνει όταν η συζήτηση έρχεται σε κράτη που η Ουάσιγκτον απεχθάνεται είναι να λυσσομανά, εκτός ελέγχου. Έτσι, κατηγόρησε τη Βόρεια Κορέα για… «πυρηνική επίθεση» και απαίτησε την πλήρη αποκοπή αυτής της χώρας από τον υπόλοιπο κόσμο, επικαλούμενη ότι συνιστά «απειλή» για τις ΗΠΑ. Κι αυτό ενώ η Βόρεια Κορέα, σε όλη την ιστορία της, δεν επιτέθηκε ποτέ σε άλλη χώρα. Κάτι που οι ΗΠΑ έκαναν και κάνουν διαρκώς, σε ορισμένες χώρες με ανοιχτές επεμβάσεις και σε άλλες με υπόγειες εχθρικές δραστηριότητες. Κανένα άλλο κράτος στην παγκόσμια ιστορία δεν αποτέλεσε ποτέ μεγαλύτερη απειλή για την επιβίωση της ανθρωπότητας απ’ όσο οι ΗΠΑ.
Αντίθετα, η βορειοκορεατική ηγεσία δεν θέλει πόλεμο, αλλά ειρήνη και σταθερότητα. Θέλει την εξομάλυνση των σχέσεών της με όλες τις χώρες, μια συνθήκη ειρήνης που θα τερματίζει και επίσημα τον πόλεμο της δεκαετίας του ’50, διάλογο με την Ουάσιγκτον στα θέματα όπου υπάρχουν αντιδικίες, συνοδευόμενο από τερματισμό των απειλών για επίθεση. Εάν δεν απειλούνταν η ασφάλειά της, δεν θα είχε επιδιώξει ποτέ το πρόγραμμα ανάπτυξης πυρηνικών όπλων και βαλλιστικών πυραύλων. Η διαρκής εχθρότητα της Ουάσιγκτον ήταν που την ανάγκασε να δώσει προτεραιότητα στη δημιουργία ισχυρών αποτρεπτικών δυνατοτήτων – που έχουν σαφώς αμυντική, όχι επιθετική προοπτική. Ήταν η ίδια η Χέιλι που κατέδειξε το αναπόφευκτο αυτής της επιλογής: «Μην γελιέστε», χτυπιόταν στη συνεδρίαση, «αν γίνει πόλεμος η Βόρεια Κορέα θα εξαφανιστεί από προσώπου γης». Πόσο ισχυρότερο κίνητρο να φανταστεί κανείς για τη συνέχιση του πυρηνικού και βαλλιστικού προγράμματος;
Ρωσία και Κίνα προτείνουν «διπλό πάγωμα»
Στην ίδια συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας, η Κίνα και η Ρωσία κατηγόρησαν την Ουάσιγκτον ότι με τη στάση της ενθαρρύνει τη Βόρεια Κορέα να συνεχίσει το πρόγραμμά της. Και οι δύο αυτές χώρες υποστηρίζουν την επανέναρξη του διαλόγου και το λεγόμενο «διπλό πάγωμα»: τόσο του βορειοκορεατικού πυρηνικού και βαλλιστικού προγράμματος, όσο και των προκλητικών στρατιωτικών ασκήσεων των ΗΠΑ μαζί με τη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία. Ο Βου Χάιταο, εκπρόσωπος της Κίνας, υποστήριξε την πρόταση «αμοιβαίας αναστολής», όπως την ονόμασε, προσθέτοντας: «Όταν οι αντίπαλες πλευρές υιοθετούν μια σκληρή στάση και κρίνουν εσφαλμένα η μία τις προθέσεις της άλλης, οι ευκαιρίες για ειρήνη προσπερνούν».
Από την πλευρά του, ο εκπρόσωπος της Ρωσίας Βασίλι Νεμπένζια τόνισε: «Τους τελευταίους δυόμιση μήνες οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους μοιάζουν να δοκιμάζουν την υπομονή της Πιονγκγιάνγκ με τις δραστηριότητές τους, περιλαμβανομένων των μη προσχεδιασμένων και μη ανακοινωμένων στρατιωτικών ασκήσεων και, πρόσφατα, της μονομερούς απόφασης επιβολής κυρώσεων. Αυτά μας κάνουν να αμφιβάλλουμε για την ειλικρίνεια της Ουάσιγκτον όταν λέει ότι προτιμά την επίλυση της λύσης με ειρηνικά μέσα».
Ο Τραμπ ζήτησε πιεστικά από τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ να σταματήσει κάθε αποστολή πετρελαίου στη Βόρεια Κορέα. Το Πεκίνο όμως απορρίπτει οτιδήποτε θα επιδεινώσει περαιτέρω τις συνθήκες της κρίσης, περιλαμβανομένων μέτρων που έχουν ως στόχο τη συντριβή της βορειοκορεατικής οικονομίας – κάτι που θα προκαλούσε προσφυγική κρίση στα σύνορα Κίνας-Κορέας.
«Αβυσσαλέα η αποτυχία των ΗΠΑ»
Την Πέμπτη η αγγλόφωνη κινεζική εφημερίδα Global Times [που απηχεί τις απόψεις της ηγεσίας του Πεκίνου] κατηγόρησε την κυβέρνηση Τραμπ ότι προωθεί «αντιπαραγωγικές δράσεις» κατά της Βόρειας Κορέας. Χαρακτηρίζοντας «αβυσσαλέα αποτυχία» την πολιτική των ΗΠΑ, η κινεζική εφημερίδα γράφει: «Όταν η Ουάσιγκτον είχε πάρει την πρωτοβουλία να διαπραγματευθεί, αγνόησε το αίτημα της Πιονγκγιάνγκ να δοθούν εγγυήσεις για την ασφάλειά της. Και κατέστρεψε έτσι μια ευκαιρία διακοπής του πυρηνικού και βαλλιστικού προγράμματός της. Τώρα πιστεύει πραγματικά η κυβέρνηση Τραμπ ότι θα πετύχει περισσότερα ασκώντας ακόμη μεγαλύτερη πίεση; Και, σαν να μην έφτανε αυτό, η Ουάσιγκτον υπολογίζει στην Κίνα για νέο γύρο πιέσεων! Είναι ώρα να συνειδητοποιήσουν οι ΗΠΑ ότι διευρύνοντας και ενισχύοντας τις κυρώσεις δεν θα πετύχουν αυτό που θέλουν. Οι καταδίκες του Συμβουλίου Ασφαλείας και οι νέες κυρώσεις που μπορεί να ακολουθήσουν δεν θα λύσουν κανένα πρόβλημα».
Η Κίνα υποστηρίζει βέβαια την υλοποίηση των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας. Αλλά δεν πρόκειται να κάνει ούτε βήμα παραπέρα για να ευχαριστήσει την Ουάσιγκτον. Δεν θα υιοθετήσει αντιπαραγωγικές πολιτικές, και θα συνεχίσει να πιέζει για διάλογο ώστε να μπει τέλος στην τυχοδιωκτική διπλωματία όσον αφορά την κορεατική χερσόνησο. Επειδή, πάνω απ’ όλα, το Πεκίνο επιθυμεί να αποφευχθεί ο πόλεμος. Όπως υπογράμμιζαν και οι Global Times, «η μόνη επιλογή που έχει σήμερα η διεθνής κοινότητα είναι να επιλύσει την κορεατική κρίση προσεκτικά, και με μεγάλη υπομονή».
* Ο Στέφεν Λέντμαν είναι συγγραφέας, δημοσιογράφος και αναλυτής για θέματα διεθνών σχέσεων. Το παρόν άρθρο του δημοσιεύθηκε προχθές στην ιστοσελίδα Global Research. Οι τίτλοι είναι της Σύνταξης.