Εμβρόντητοι παρακολουθήσαμε το πρώτο ντιμπέιτ των υποψήφιων περιφερειαρχών Αττικής, στην εκπομπή του Νίκου Χατζηνικολάου. Όλοι οι υποψήφιοι δήλωσαν πως είναι ενάντια στο Μνημόνιο και ανέδειξαν ως, περίπου, ιδανικό τον «αντιμνημονιακό αγώνα».
Υπήρξαν δύο εξαιρέσεις: Ο εκπρόσωπος του ΛΑΟΣ, Άδωνις Γεωργιάδης, που εμφανίστηκε σχεδόν διχασμένος: από τη μια σιχαίνεται το Μνημόνιο από την άλλη είναι περήφανος που το ψήφισε, γιατί είναι αναγκαίο και ο εκπρόσωπος του ΔΗΑΡΙ, Γρηγόρης Ψαριανός, που αν και θεωρεί πολύ κακό πράγμα το Μνημόνιο, δεν ήθελε να καταλάβει γιατί αυτό συνδέεται με τις αυτοδιοικητικές εκλογές.
Όλοι οι υπόλοιποι ήταν καθαρά ενάντια στο Μνημόνιο, κάτι σαν συνοδοιπόροι στον «αντιμνημονιακό αγώνα». Ο εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ, Σ. Σγουρός δήλωσε συμμετοχή στον «αγώνα» κατά του Μνημονίου δείχνοντας ανάγλυφα τη γνωστή πασοκική διπροσωπία: «Ποιος Έλληνας πολίτης μπορεί να είναι υπέρ του Μνημονίου, άρα και εγώ ως μέλος του ΠΑΣΟΚ είμαι ενάντια αλλά το Μνημόνιο είναι αναγκαίο κακό. Άλλωστε, άλλοι φταίνε που φτάσαμε στην ανάγκη εμείς οι σοσιαλιστές να καταφύγουμε στο Μνημόνιο για να σωθεί η χώρα. Ως σοσιαλιστές λυπούμεθα, η ανάγκη μάς έκανε μνημονιακούς και πάντως εργαζόμαστε ώστε να είμαστε λίγο καιρό κάτω από τον ζυγό του…». Από εδώ η ιδεολογία μου από κει η πολιτική μου πρακτική, ένα πράγμα. Αυτή η διάσπαση του πολιτικού ατόμου, αυτός ο διχασμός αποτελεί μια μεθοδολογία αίσχους και χειρισμού για να περπατήσει το Μνημόνιο και να είναι οι δικοί μας στα πράγματα.
Δηλώνοντας όλοι αντιμνημονιακοί, τη συγκεκριμένη στιγμή, προσφέρουμε άλλη μια υπηρεσία στο Μνημόνιο: θολώνουν οι διαχωριστικές και αναβάλλονται η πράξη και τα γεγονότα που μπορούν να ανατρέψουν την μνημονιακή κατάσταση. Δηλώνοντας όλοι αντιμνημονιακοί αναγνωρίζουμε, έστω έμμεσα, πως η συντριπτική πλειοψηφία του λαού τρέφει εντελώς αρνητικά συναισθήματα (οργή) προς το Μνημόνιο και, βεβαίως, απέναντι σε όσους το εφαρμόζουν με κυβερνητικές αποφάσεις και ρυθμίσεις.
Αυτή η διπλότητα και ο χειρισμός οδηγεί σε μεγαλύτερη εχθρότητα προς το πολιτικό σύστημα και απέχθεια, γενικά, προς την πολιτική. Αυτή η διπλότητα στηρίζει και την κεντροαριστερή ισορροπία για την νεοφιλελεύθερη διαχείριση.
Για τους αριστερούς (κομμουνιστές ή σοσιαλιστές) αυτός ο δυϊσμός ανάμεσα σε ιδεολογία και πράξη δεν χωρά. Δεν μπορεί έτσι εύκολα να πάρει διαζύγιο η ιδεολογία από την πράξη. Μια πολιτική ή είναι νεοφιλελεύθερη και υποθηκεύει το μέλλον του τόπου ευνοώντας το κεφάλαιο ή δεν είναι. Δεν μπορεί να είναι τέτοια και σαν τέτοια να κάνει καλό στην χώρα, στο λαό, στους εργαζόμενους κ.λπ. Συνεπώς, η φράση «κακό το Μνημόνιο, αλλά αναγκαίο» είναι η αστική γραμμή γύρω από το ζήτημα. Οι παραλλαγές της δεν έχουν και τόση σημασία. Συγκεντρώνει πολιτικά σήμερα το ΠΑΣΟΚ, το ΔΗΑΡΙ, το ΛΑΟΣ, τμήμα της Ν.Δ. (Ντόρα, Αβραμόπουλος κ.λπ.), τους Οικολόγους Πράσινους και μπορούμε να δούμε μέχρι και συμπράξεις τους σε Περιφέρειες ή και μεγάλους δήμους (π.χ. Αθήνα, Θεσσαλονίκη).
Το «όχι στο Μνημόνιο» δεν μπορεί να αποκοπεί από κοινωνικό-οικονομικό και πολιτικό περιεχόμενο που πρέπει και μπορεί να φέρει. Γιατί η κατάργηση του Μνημονίου δεν είναι ζήτημα καρτερικής αναμονής να περάσει ο χρόνος (ήδη τον προσδιορίζουν για το 2020 και βλέπουμε) ούτε θέμα εκλογικών διαδικασιών: Είναι ζήτημα αλλαγής συσχετισμού δυνάμεων και αγώνων σε όλα τα μέτωπα για την επίτευξη του στόχου. Είναι ζήτημα αλληλεγγύης όσων πλήττονται από αυτό και ανατροπής όλων των πολιτικών που σμπαραλιάζουν την κοινωνική συνοχή. Είναι ζήτημα πολιτικής και κοινωνικής διεξόδου με παράλληλη ανασυγκρότηση μιας Αριστεράς, ικανής να σηκώσει το βάρος ενός ουσιαστικού αγώνα. Όποιος αποκόβει τον αντιμνημονιακό αγώνα από τα καθήκοντα αυτά, τον μετατρέπει σε προεκλογική μεταμφίεση και θα εισπράξει σήμερα ή αύριο την οργή του κόσμου.
Όλοι οι υπόλοιποι ήταν καθαρά ενάντια στο Μνημόνιο, κάτι σαν συνοδοιπόροι στον «αντιμνημονιακό αγώνα». Ο εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ, Σ. Σγουρός δήλωσε συμμετοχή στον «αγώνα» κατά του Μνημονίου δείχνοντας ανάγλυφα τη γνωστή πασοκική διπροσωπία: «Ποιος Έλληνας πολίτης μπορεί να είναι υπέρ του Μνημονίου, άρα και εγώ ως μέλος του ΠΑΣΟΚ είμαι ενάντια αλλά το Μνημόνιο είναι αναγκαίο κακό. Άλλωστε, άλλοι φταίνε που φτάσαμε στην ανάγκη εμείς οι σοσιαλιστές να καταφύγουμε στο Μνημόνιο για να σωθεί η χώρα. Ως σοσιαλιστές λυπούμεθα, η ανάγκη μάς έκανε μνημονιακούς και πάντως εργαζόμαστε ώστε να είμαστε λίγο καιρό κάτω από τον ζυγό του…». Από εδώ η ιδεολογία μου από κει η πολιτική μου πρακτική, ένα πράγμα. Αυτή η διάσπαση του πολιτικού ατόμου, αυτός ο διχασμός αποτελεί μια μεθοδολογία αίσχους και χειρισμού για να περπατήσει το Μνημόνιο και να είναι οι δικοί μας στα πράγματα.
Δηλώνοντας όλοι αντιμνημονιακοί, τη συγκεκριμένη στιγμή, προσφέρουμε άλλη μια υπηρεσία στο Μνημόνιο: θολώνουν οι διαχωριστικές και αναβάλλονται η πράξη και τα γεγονότα που μπορούν να ανατρέψουν την μνημονιακή κατάσταση. Δηλώνοντας όλοι αντιμνημονιακοί αναγνωρίζουμε, έστω έμμεσα, πως η συντριπτική πλειοψηφία του λαού τρέφει εντελώς αρνητικά συναισθήματα (οργή) προς το Μνημόνιο και, βεβαίως, απέναντι σε όσους το εφαρμόζουν με κυβερνητικές αποφάσεις και ρυθμίσεις.
Αυτή η διπλότητα και ο χειρισμός οδηγεί σε μεγαλύτερη εχθρότητα προς το πολιτικό σύστημα και απέχθεια, γενικά, προς την πολιτική. Αυτή η διπλότητα στηρίζει και την κεντροαριστερή ισορροπία για την νεοφιλελεύθερη διαχείριση.
Για τους αριστερούς (κομμουνιστές ή σοσιαλιστές) αυτός ο δυϊσμός ανάμεσα σε ιδεολογία και πράξη δεν χωρά. Δεν μπορεί έτσι εύκολα να πάρει διαζύγιο η ιδεολογία από την πράξη. Μια πολιτική ή είναι νεοφιλελεύθερη και υποθηκεύει το μέλλον του τόπου ευνοώντας το κεφάλαιο ή δεν είναι. Δεν μπορεί να είναι τέτοια και σαν τέτοια να κάνει καλό στην χώρα, στο λαό, στους εργαζόμενους κ.λπ. Συνεπώς, η φράση «κακό το Μνημόνιο, αλλά αναγκαίο» είναι η αστική γραμμή γύρω από το ζήτημα. Οι παραλλαγές της δεν έχουν και τόση σημασία. Συγκεντρώνει πολιτικά σήμερα το ΠΑΣΟΚ, το ΔΗΑΡΙ, το ΛΑΟΣ, τμήμα της Ν.Δ. (Ντόρα, Αβραμόπουλος κ.λπ.), τους Οικολόγους Πράσινους και μπορούμε να δούμε μέχρι και συμπράξεις τους σε Περιφέρειες ή και μεγάλους δήμους (π.χ. Αθήνα, Θεσσαλονίκη).
Το «όχι στο Μνημόνιο» δεν μπορεί να αποκοπεί από κοινωνικό-οικονομικό και πολιτικό περιεχόμενο που πρέπει και μπορεί να φέρει. Γιατί η κατάργηση του Μνημονίου δεν είναι ζήτημα καρτερικής αναμονής να περάσει ο χρόνος (ήδη τον προσδιορίζουν για το 2020 και βλέπουμε) ούτε θέμα εκλογικών διαδικασιών: Είναι ζήτημα αλλαγής συσχετισμού δυνάμεων και αγώνων σε όλα τα μέτωπα για την επίτευξη του στόχου. Είναι ζήτημα αλληλεγγύης όσων πλήττονται από αυτό και ανατροπής όλων των πολιτικών που σμπαραλιάζουν την κοινωνική συνοχή. Είναι ζήτημα πολιτικής και κοινωνικής διεξόδου με παράλληλη ανασυγκρότηση μιας Αριστεράς, ικανής να σηκώσει το βάρος ενός ουσιαστικού αγώνα. Όποιος αποκόβει τον αντιμνημονιακό αγώνα από τα καθήκοντα αυτά, τον μετατρέπει σε προεκλογική μεταμφίεση και θα εισπράξει σήμερα ή αύριο την οργή του κόσμου.
Σχόλια