Όσον αφορά τη φύση τους, οι οργανισμοί αξιολόγησης είναι ιδιωτικές εταιρίες, που παρακινούνται από το κέρδος. Λαμβάνουν τεράστια χρηματικά ποσά ως αμοιβή για την ανάλυσή τους (το 2009, η Moody’s κέρδισε σχεδόν 700 εκατομμύρια ευρώ, ενώ η S & P πάνω από 1 δισ. ευρώ). Όσον αφορά την αναλυτική μεθοδολογία τους, λίγα μπορούμε να κατανοήσουμε, γιατί θωρακίζονται πίσω από την ασπίδα της αδιαφάνειας, μέσα στην οποία λειτουργούν. Ποια αυστηρότητα, αντικειμενικότητα και ουδετερότητα μπορούμε να περιμένουμε σε αυτές τις συνθήκες;
Όμως, στην περίπτωση του δημόσιου χρέους, δεν πρόκειται μόνο για μια μέθοδο κερδοσκοπίας: είναι, επίσης, μια στρατηγική προώθησης πολιτικών συμφερόντων. Για να βελτιώσουν τις προοπτικές τους, οι οργανισμοί προβαίνουν σε συστάσεις. Και ποιες είναι αυτές οι συστάσεις; Πάντα οι ίδιες και πάντα συμπίπτουν με αυτές των εργοδοτών και των νεοφιλελεύθερων διανοούμενων: ιδιωτικοποίηση των δημόσιων επιχειρήσεων και υπηρεσιών, περικοπή μισθών και συντάξεων, επισφαλής απασχόληση, μικρότερο κόστος στις αποζημιώσεις των απολύσεων […]
Δεν έχουν λείψει, τον τελευταίο καιρό, οι κριτικές για τη δραστηριότητα αυτών των τριών μεγάλων οργανισμών, που αποτελούν ένα ολιγοπώλιο, που αντιπροσωπεύει το 90% της αγοράς αξιολόγησης ρίσκου. Σχεδόν αόρατες για το μεγάλο κοινό πριν από αυτήν την κρίση, αυτές οι κριτικές έχουν προέλθει από οργανώσεις ενάντια στην παγκοσμιοποίηση, όπως η ATTAC ή το CADTM, αλλά και από θεσμικούς φορείς, όπως ο Διεθνής Οργανισμός Επιτροπών Κεφαλαιαγοράς και το Φόρουμ Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, οι οποίοι έχουν καταγγείλει τις σοβαρές ελλείψεις στη μεθοδολογία των αξιολογήσεών τους όπως και στην ακεραιότητα και τη διαφάνειά τους.
Από πού κυβερνιέται η Ισπανία; Από το Κοινοβούλιο και το Υπουργικό Συμβούλιο ή από το πιλοτήριο των κανονιοφόρων, που βρίσκεται ανοιχτά των ακτών μας; Δεν είναι μόνο η οικονομία μας, είναι και εθνική μας κυριαρχία και οι δημοκρατικοί μας θεσμοί αντιμέτωποι με τις απειλές του αυτοκρατορικού στόλου.
Ο Ροντρίγκες Θαπατέρο, όπως και οι ομόλογοί του σοσιαλδημοκράτες (Γιώργος Παπανδρέου στην Ελλάδα και ο Zozέ Σόκρατες στην Πορτογαλία), είχαν κι άλλες επιλογές. Όμως, επέλεξαν την υλική και πολιτική υποταγή, διακινδυνεύοντας την ποιότητα ζωής της συντριπτικής πλειοψηφίας των συμπολιτών τους.
Και δεν είναι λιγότερο κρίσιμο το γεγονός της επίμονης θεωρητικής και πρακτικής αδυναμίας του προοδευτικού κόσμου και των οργανώσεων της Αριστεράς να παίξουν ενεργό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία της οικονομικής και πολιτικής εξαθλίωσης της κοινωνίας μας. Όσο η κοινωνική αντίσταση δεν οργανώνεται και δεν μαζικοποιείται, οι απαιτήσεις των κανονιοφόρων του νεοφιλελευθερισμού δεν θα σταματήσουν να μεγαλώνουν.
Ανοίξτε το μαύρο κουτί του συστήματος
Σε αυτό το πλαίσιο, αποκτά μεγαλύτερο πνευματικό και πολιτικό ενδιαφέρον η μηνυτήρια καταγγελία που υποστηρίζεται από πολλές οργανώσεις (ATTAC, Izquierda Unida, Plataforma de Afectados por la Hipoteca και άλλες) και βρήκε υπεράσπιση από τον Gonzalo Boyé, τον Jaume Asens και άλλους δικηγόρους ενώπιον του Δικαστηρίου κατά των Moody’s, Fitch και S & P. Είτε ευοδωθεί είτε όχι, αυτή η καταγγελία ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, η διατύπωση και η παρουσίασή της καθώς και η κάλυψή της από τα ΜΜΕ, για να αποκτήσει κοινωνική υποστήριξη, αντιπροσωπεύει τώρα ένα σημαντικό ορόσημο στον αγώνα κατά της δημιουργίας της δικτατορίας των χρηματοπιστωτικών αγορών στην Ευρώπη και βοηθά να μετατοπισθεί το επίκεντρο της δημόσιας προσοχής στην παράνομη και ανεξέλεγκτη λειτουργία τους, καλώντας μεγάλα τμήματα του πληθυσμού να συμμετάσχουν στην προσπάθεια, με την επιτυχή παρότρυνση του Χοσέ Μανουέλ Ναρέντο: «Ανοίξτε το μαύρο κουτί του συστήματος».