Του Ιάσονα Κωστόπουλου
Πάσχα με όλη τη σημασία της λέξης θα κάνουμε φέτος, αφού αμέσως μετά τη «νηστεία» της Μεγάλης Εβδομάδας, με την απαγόρευση των διαπεριφερειακών μετακινήσεων, έρχεται η άνευ όρων έξοδος από το λοκντάουν. Μέσα από διαρκείς παλινωδίες, κάθε μέρα που περνά, η κυβέρνηση ανακοινώνει την επερχόμενη κατάργηση και ενός μέτρου της καραντίνας, στο φόντο της προετοιμασίας για το άνοιγμα του τουρισμού στα μέσα Μάη. Άλλωστε, τουρισμός και περιορισμοί δεν πάνε παρέα και ως εκ τούτου θα δοθεί μια «ανάσα ελευθερίας» στους πολίτες, αφού… μαζί με τον βασιλικό ποτίζεται και η γλάστρα. Το μόνο που χαλάει το κλίμα ευφορίας που με πολύ κόπο προσπαθεί να καλλιεργήσει το κυβερνητικό επιτελείο είναι η πραγματική κατάσταση της πανδημίας, με τη χώρα να βρίσκεται σε δυσμενή θέση και τους νεκρούς να έχουν ξεπεράσει τους δέκα χιλιάδες.
Άνοιγμα λοιπόν με κάθε κόστος για να επανεκκινήσει η «βαριά βιομηχανία» της χώρας και ως τότε η κυβέρνηση προσπαθεί όπως-όπως να προλάβει όσα δεν προετοιμάστηκαν μέσα σε έξι μήνες λοκντάουν. Χαρακτηριστική είναι η απόφαση για τον περιορισμό των μετακινήσεων τις γιορτές, που βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με το άνοιγμα της εστίασης την επομένη της Κυριακής του Πάσχα. Τη στιγμή όπου η μετακίνηση στην επαρχία -που συμπεριλαμβάνει και τουριστικούς προορισμούς- κρίθηκε επικίνδυνη με βάση την επιδημιολογική κατάσταση της χώρας, δεν ίσχυσε το ίδιο και για την ουσιαστική κατάργηση όλων σχεδόν των περιορισμών αμέσως μετά τις γιορτές. Αφενός οι περιορισμοί κάνουν ζημιά στην ειδυλλιακή εικόνα της χώρας και η επιλεκτική εφαρμογή τους μονάχα στους ντόπιους κρίθηκε δύσκολη. Αφετέρου όλο το «οικοσύστημα» του τουρισμού χρειάζεται κάποιες μέρες για να πάρει μπρος, οπότε οι δύο εβδομάδες που δίνονται για παράδειγμα στην εστίαση είναι απαραίτητες και από τεχνικής άποψης. Επιπρόσθετα, εν αναμονή της έλευσης των τουριστών αυξάνεται ο ρυθμός των εμβολιασμών. Όχι όμως ως αποτέλεσμα κάποιου σχεδίου που εξασφάλισε στη χώρα περισσότερα εμβόλια, αλλά λόγω των αδιάθετων δόσεων της Astrazeneca έπειτα από τις ακυρώσεις της προηγούμενης περιόδου. Αφού λοιπόν μας μείνανε, ας τα δώσουμε στους 30άρηδες που είναι νέοι και δε θα φοβηθούν, κάπως έτσι προχωρά η οικοδόμηση του «τείχους ανοσίας». Ακόμη όμως και αυτή η ομολογουμένως απελπισμένη κίνηση να θωρακιστεί ο πληθυσμός εν όψει των χειρότερων, σημαδεύεται από διγλωσσία σε σχέση με τον εμβολιασμό των γυναικών που σκοπεύουν να κυοφορήσουν τα επόμενα χρόνια. Εντείνεται έτσι η αμφισβήτηση προς τον εμβολιασμό συνολικά, αφού μια ομάδα του πληθυσμού καλείται να αναλάβει την ευθύνη της προστασίας της με μοναδική εναλλακτική τον εμβολιασμό από τον Ιούλιο και μετά.
Μηνύματα εφησυχασμού
Προβληματική είναι συνολικά η απόπειρα του ανοίγματος του λοκντάουν αφού γίνεται άνευ όρων και με τη διαδικασία του κατεπείγοντος. Οι προκαθορισμένες ημερομηνίες απέχουν πολύ από την ελεγχόμενη άρση των μέτρων που υποτίθεται ότι επιδίωκε μέχρι πρότινος η κυβέρνηση και καταδεικνύουν ότι το άνοιγμα είναι ανεξάρτητο από την κατάσταση της πανδημίας στη χώρα. Αντίστοιχα, δε βοηθά και η καθημερινή προαναγγελία για την «στο περίπου» κατάργηση οποιουδήποτε μέτρου. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της απαγόρευσης κυκλοφορίας που ενώ μετατέθηκε για τις 11 το βράδυ, η κυβέρνηση έσπευσε να μας ενημερώσει πως αν γυρίσουμε σπίτια μας και μέχρι τις 12 δε θα υπάρχουν κυρώσεις… για να προλάβουμε το κλείσιμο των μαγαζιών. Αλλά και η κατάργηση του sms που ξεκινά από την εστίαση αναιρεί στην πράξη το μέτρο το οποίο για λόγους συνοχής ανακοινώθηκε πως μάλλον θα αρθεί συνολικά. Με τον τρόπο αυτό το μήνυμα που δίνεται στην κοινωνία είναι να ξεδώσει και να καταναλώσει λες και δε συμβαίνει απολύτως τίποτα. Αν όμως το μήνυμα εφησυχασμού του περσινού καλοκαιρινού ήταν προβληματικό, φέτος η κυβέρνηση δίνει μήνυμα διάλυσης με τις συνέπειες να είναι απρόβλεπτες. Δεδομένου ότι η χώρα βρίσκεται υγειονομικά σε πολύ χειρότερη κατάσταση αλλά και ότι ο πληθυσμός είναι πιο πιεσμένος έπειτα από έξι μήνες λοκντάουν.
Μένουν οι μεγάλοι χονδρέμποροι ταξιδιών και πακέτων που για να μη χάσουν τον τζίρο τους θα γεμίσουν τα αεροπλάνα με εμβολιασμένους και μη τουρίστες που είναι πρόθυμοι να παραθερίσουν στη χώρα μας. Ενισχύοντας έτσι τον all-inclusive τουρισμό που αφήνει ελάχιστα χρήματα στο υπόλοιπο «οικοσύστημα» αλλά και παίρνοντας ένα ρίσκο που είναι εμφανές ότι δεν είναι καλά υπολογισμένο
Και αμφίβολα αποτελέσματα…
Ακόμη και έτσι όμως, τα αποτελέσματα του φετινού ανοίγματος είναι εξαιρετικά αμφίβολα για μια σειρά από λόγους. Αρχικά, οι περισσότερες χώρες συμβουλεύουν τους πολίτες τους να αποφύγουν τα ταξίδια στο εξωτερικό για τουριστικούς λόγους. Ενώ χαρακτηριστικές είναι και οι περιπτώσεις των ΗΠΑ και της Μ. Βρετανίας που συμβουλεύουν τους πολίτες να μην επισκεφθούν την Ελλάδα λόγω της βεβαρυμμένης επιδημιολογικής εικόνας που παρουσιάζει, αφού θεωρείται επικίνδυνη ακόμη και για όσους έχουν εμβολιαστεί. Παρόμοια εικόνα εμφανίζεται και στη Γερμανία, όπου αν και η κυβέρνηση δεν έχει εκδώσει ειδική οδηγία για τη χώρα μας, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα μόλις το 40% των πολιτών που είχαν σχέδια για διακοπές στο εξωτερικό φαίνεται πως τελικά θα το πράξει. Τι μένει λοιπόν; Μένουν οι μεγάλοι χονδρέμποροι ταξιδιών και πακέτων, όπως είναι και η TUI, που για να μη χάσουν τον τζίρο τους θα γεμίσουν τα αεροπλάνα με εμβολιασμένους και μη τουρίστες που είναι πρόθυμοι να παραθερίσουν στη χώρα μας. Ενισχύοντας έτσι τον all-inclusive τουρισμό που αφήνει ελάχιστα χρήματα στο υπόλοιπο «οικοσύστημα», το οποίο έτσι κι αλλιώς αναμένεται να είναι σε αρκετά κακή κατάσταση δεδομένης και της περσινής δύσκολης χρονιάς. Αλλά και παίρνοντας ένα ρίσκο που είναι εμφανές ότι δεν είναι καλά υπολογισμένο.
Το άνοιγμα του τουρισμού θα μπορούσε να γίνει με άλλους όρους αρκεί να υπήρχαν διαφορετικές ιεραρχήσεις. Αν είχε καταρτιστεί ένα σχέδιο προετοιμασίας που να περιελάμβανε εμβολιασμούς, rapid tests για εργαζομένους, ενίσχυση του συστήματος Υγείας στην περιφέρεια αλλά και οικονομική ενίσχυση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Ακόμη και ο εγχώριος τουρισμός θα μπορούσε να είναι μια λύση τόνωσης της οικονομίας αλλά και ομαλής εκτόνωσης του πληθυσμού υπό προϋποθέσεις. Πάνω από όλα, η αποτελεσματική διαχείριση της πανδημίας -ώστε να μη φτάσουμε έπειτα από 6 μήνες λοκντάουν να είμαστε σε χειρότερη κατάσταση από αυτή του Νοεμβρίου- θα δημιουργούσε διαφορετικές συνθήκες για κάθε οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα αλλά και άλλη εικόνα για τη χώρα διεθνώς. Ωστόσο, αντί για αυτό, το μόνο σχέδιο που υπήρξε ήταν η μεθοδευμένη εξασθένηση της κοινωνίας με ένα αναποτελεσματικό λοκντάουν, δημιουργώντας έτσι όρους διάλυσης και παράβλεψης των υγειονομικών συνθηκών. Ενώ παράλληλα έπληξε σημαντικά τομείς της οικονομίας που καλώς ή κακώς στηρίζονται στην κοινωνικότητα και την ψυχαγωγία. Για να φτάσουμε έτσι, μέσα από ελλείψεις και εκβιασμούς, στο σημερινό σημείο. Η χώρα να αφήνεται σε ελεύθερη πτώση για χάρη της οικονομικής τόνωσης και εμείς θα καταλήξουμε να λέμε και «ευχαριστώ» που βγήκαμε από τα σπίτια μας.
Εννιά χιλιάδες νεκροί σε πέντε μήνες
Την προηγούμενη εβδομάδα, στην τηλεοπτική του συνέντευξη, ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης αναφέρθηκε στην οικονομική ανάκαμψη από την πανδημία, παρομοιάζοντάς την με εκείνη που θα είχε μια χώρα που ανακάμπτει από έναν πόλεμο. Αν και πολλοί θα διαφωνήσουν με αυτή την εκτίμηση, σε ό,τι αφορά τους οικονομικούς δείκτες είναι βέβαιο πως η χώρα έχει υποστεί ζημιές αντίστοιχες με εκείνες ενός πολέμου, φτάνοντας αυτές τις μέρες τους 10.000 θανάτους από την πανδημία. Για να αντιληφθεί κανείς τα μεγέθη αρκεί να αναλογιστεί πως αυτό είναι το μέγεθος του πληθυσμού μιας μικρής πόλης ή ενός νησιού. Δυστυχώς όμως το συγκεκριμένο νούμερο δεν αποδίδει πλήρως την τραγικότητα της κατάστασης, αφού μόνο για το 2020 οι πλεονάζοντες θάνατοι ήταν 10.000, με τον επίσημο απολογισμό του covid εκείνη την περίοδο να είναι περίπου 5.000. Πράγμα που σημαίνει πως το πραγματικό νούμερο των απωλειών που σχετίζονται με την πανδημία είναι πολύ μεγαλύτερο. Δεν μπορούμε παρά να αναρωτηθούμε αν τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά, αλλά και για το πώς φτάσαμε σε αυτό το σημείο. Η κυβέρνηση προσπαθεί να μας πείσει πως η διαχείριση από μεριάς της ήταν υποδειγματική, κάνοντας συγκρίσεις με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Ωστόσο οι συγκρίσεις με βάση τα απόλυτα νούμερα είναι παραπλανητικές και αυτό γιατί η χώρα μας μέχρι και τις 16/11/2020 είχε μόλις 1.000 θανάτους, πράγμα που σημαίνει πως το 1ο κύμα της πανδημίας μετά βίας μας χτύπησε. Τι οδήγησε λοιπόν στον δεκαπλασιασμό τους σε μόλις πέντε μήνες; Πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα αυτούς τους λίγους μήνες αν από την πρώτη κιόλας στιγμή είχε υπάρξει μια γενναία ενίσχυση του ΕΣΥ; Εδώ τα νούμερα δε λένε ψέματα. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ε.Ε., η χώρα κατέλαβε τη 17η θέση σε ό,τι αφορά τις επιπρόσθετες δαπάνες που έγιναν για την υγεία μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 2020. Ενώ για την αύξηση των ΜΕΘ, στηριχτήκαμε σε πολύ μεγάλο βαθμό σε δωρεές και όχι σε ένα συντονισμένο σχέδιο. Ακόμη και ο εμβολιασμός μέχρι σήμερα έχει προχωρήσει αργά, με την κυβέρνηση να αρνείται να αναζητήσει εναλλακτικές πηγές εμβολίων. Για να φτάσουμε έτσι να βρισκόμαστε στη χειρότερη κατάσταση από την αρχή της πανδημίας και να ανοίγουμε με «αισιοδοξία» τον τουρισμό. Με λίγα λόγια η χώρα πορεύτηκε στην πανδημία με τα απολύτως απαραίτητα, εξασφαλισμένα την τελευταία στιγμή για τα μάτια του κόσμου και τώρα θρηνούμε τα αποτελέσματα της κυνικής πολιτικής μια επικίνδυνης κυβέρνησης. Με τους νεκρούς απλά να της χαλάνε τη μόστρα.