Ταύτιση συμφερόντων ΗΠΑ – Ισραήλ. Της Αριάδνης Αλαβάνου
Καθώς βαίνει προς την κορύφωσή της η καμπάνια των προεδρικών εκλογών στην Αμερική, ανεβαίνει και ο πυρετός της στρατιωτικής αντιπαράθεσης με το Ιράν, τόσο στις ΗΠΑ όσο και το Ισραήλ. Γεγονός που δεν διέφυγε της προσοχής του αμερικανικού κυρίαρχου Τύπου, ο οποίος γράφει για μια επανάληψη της παράστασης που δόθηκε πριν από την εισβολή στο Ιράκ.
Τα επιχειρήματα των πολεμοκάπηλων είναι έωλα, ακόμη και βάσει όσων υποστηρίζουν οι Δυτικοί και Ισραηλινοί ιθύνοντες. Επί παραδείγματι, ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας, Λ. Πανέτα, ερωτώμενος, τον περασμένο μήνα, αν το Ιράν προσπαθεί πραγματικά να κατασκευάσει πυρηνικό όπλο απάντησε: «Όχι. Αλλά γνωρίζουμε ότι προσπαθεί να αναπτύξει πυρηνική ικανότητα». Όπως εξηγεί ο Γιουσάφ Μπατ στο Foreign Policy (19/1/2012) κάθε χώρα που διαθέτει πυρηνικό αντιδραστήρα για πολιτικούς σκοπούς έχει «εξ ορισμού πυρηνική ικανότητα». Συνεπώς το Ιράν, βάσει των λεγομένων του Πανέτα, δεν κάνει τίποτε περισσότερο από ό,τι πολλές χώρες που κατασκευάζουν πυρηνικά εργοστάσια. Εξού και ο Τζέιμς Κλάπερ, επικεφαλής της εθνικής υπηρεσίας πληροφοριών των ΗΠΑ, σε ακρόαση της Γερουσίας παραδέχθηκε ότι δεν ήταν καθόλου πεπεισμένος ότι το Ιράν προσπαθεί να κατασκευάσει πυρηνικό όπλο (New York Times 21/2/2012).
Από την άλλη, ο Μπ. Νετανιάχου, πρωθυπουργός του Ισραήλ, υποστηρίζει με πάθος ότι το Ιράν βρίσκεται ήδη στο στάδιο κατασκευής πυρηνικού όπλου, πράγμα που αποτελεί «υπαρξιακή απειλή» για τη χώρα του και σχεδιάζει να επιτεθεί μέχρι το καλοκαίρι, πριν το Ιράν εισέλθει στη «ζώνη του απυρόβλητου», όπως την περιγράφουν οι Ισραηλινοί, δηλαδή της πρακτικής κατασκευής του πυρηνικού όπλου. (Ντέιβιντ Ιγνάσιους, The Billings Gazette, 5/2/2012). Στην πραγματικότητα όμως, ουδείς το πιστεύει αυτό, ούτε καν οι μυστικές υπηρεσίες και τα στρατιωτικά επιτελεία του Ισραήλ. Ο Νταν Χαλούτζ, πρώην αρχηγός του γενικού επιτελείου δήλωσε πρόσφατα ότι το Ιράν «αποτελεί σοβαρή αλλά όχι υπαρξιακή απειλή» για το Ισραήλ. «Η χρήση αυτής της ορολογίας είναι παραπλανητική. Εάν αποσκοπεί στο να ενθαρρύνει ένα πλήγμα στο Ιράν, είναι λάθος» (Israel News 2/2/2012).
Τα προσχήματα μπορεί να είναι σαθρά, οι φόβοι για τις εκτεταμένες συνέπειες ενός νέου πολέμου να είναι υπαρκτοί και η πολεμοχαρής ρητορεία να χρησιμοποιείται ως πρόσθετη πίεση προς το Ιράν, αλλά το πλέγμα συμφερόντων που αποβλέπει στη διεξαγωγή ενός πολέμου εναντίον του Ιράν είναι εξαιρετικά ισχυρό.
Σύμφωνα με τον ιστορικό Κον Χάλιναν (Foreign Policy in Focus, 23/2/2012) το Ισραήλ έχει συμφέρον να διατηρηθεί ο θρησκευτικός και πολιτικός κατακερματισμός στη Μ. Ανατολή. Το Ιράν δεν αποτελεί μεν στρατιωτική απειλή, αλλά αποτελεί πολιτικό πρόβλημα. Με την ανεξαρτησία του απέναντι στη Δύση, τη φανατική υποστήριξη της κυριαρχίας του, τη συμμαχία του με τη Συρία, τη Χεζμπολάχ, τη Χαμάς και με την κατά κύριο λόγο σιιτική κυβέρνηση του Ιράκ δημιουργεί ένα πλέγμα σχέσεων που δεν επιτρέπει την απρόσκοπτη διεξαγωγή της αμερικανικής και ισραηλινής πολιτικής, σε μια εποχή μάλιστα που όλη η περιοχή μοιάζει με κινούμενο έδαφος.
Όταν οι Αμερικανοί λένε ότι αναφορικά με το Ιράν «εξετάζονται όλες οι επιλογές», εννοούν, σύμφωνα με τον Ιγκνάσιους, ότι θα «τηρήσουν τις δεσμεύσεις» τους απέναντι στο Ισραήλ. Ο Πανέτα (IPS 1/2/2012) μίλησε εμφαντικά για συντονισμό ενεργειών με το Ισραήλ έναντι του Ιράν, ενώ ισραηλινές πηγές αναφέρουν ότι ο Νετανιάχου μπορεί να υπολογίζει ότι μια επίθεση του Ισραήλ σε εποχή εκλογών στις ΗΠΑ θα τις αναγκάσει ή να το υποστηρίξουν ή να πληρώσει ο Ομπάμα το πολιτικό κόστος. Τα συμφέροντα των ΗΠΑ, όμως, συμπίπτουν απόλυτα μ’ αυτά του Ισραήλ ως προς το Ιράν, όπως και με τα συμφέροντα των αντιδραστικών μοναρχιών του Κόλπου. Οι οποίες, χρησιμοποιώντας τις θρησκευτικές αντιπαλότητες μεταξύ σιιτών και σουνιτών, διαιρούν τους πληθυσμούς και υπονομεύουν τις ενιαίες κρατικές οντότητες και τους λαούς που θα μπορούσαν να ορθώσουν ανάστημα στις δυτικές δυνάμεις, στην επεκτατική πολιτική του Ισραήλ, να διεκδικήσουν τον ενεργειακό τους πλούτο και δημοκρατικές αλλαγές. Οι Ευρωπαίοι, από την άλλη, ευελπιστούν ότι με τον κατακερματισμό της Μ. Ανατολής θα διατηρήσουν την άνετη πρόσβαση στους υδρογονάνθρακες, έως και θα αποκαταστήσουν την παλιά αποικιοκρατική επιρροή τους. Παράλληλα, οι πετρελαϊκές εταιρίες έχουν κάθε συμφέρον από μια ενδεχόμενη πολεμική αναταραχή, η οποία θα μειώσει την παραγωγή πετρελαίου και θα αυξήσει τις τιμές.
Ο Ιγκνάσιους (ό.π.) αναφέρει ότι το Ισραήλ έχει επεξεργαστεί ένα σενάριο σύντομου πολέμου, το οποίο περιλαμβάνει μια αιφνίδια επίθεση στο Ιράν, απώλειες μόνο 500 Ισραηλινών στρατιωτών και μια εκεχειρία υπό τον ΟΗΕ, υπολογίζοντας ότι οι Ιρανοί δεν έχουν τις τεχνολογικές ικανότητες να αντεπιτεθούν και αν στοχεύσουν τα αστικά κέντρα ή κλείσουν τα στενά του Ορμούζ, τότε θα παρέμβουν στον πόλεμο οι Αμερικανοί.
Βεβαίως, οι δυτικές δυνάμεις δεν είναι πλέον οι μόνοι παίκτες στη διεθνή αρένα. Η παρέμβαση του Βραζιλιάνου υπουργού Εξωτερικών Αντόνιο Πατριότα ότι «ακούμε πως όλες οι επιλογές εξετάζονται σχετικά με το Ιράν, αλλά ορισμένες πράξεις αντίκεινται στο διεθνές δίκαιο» και το ότι κατέστησε υπεύθυνο τον γ.γ. του ΟΗΕ αντανακλούν τις αλλαγές στη διεθνή τάξη πραγμάτων. Η Κίνα, η Ρωσία, ακόμη και η Ινδία, ακολουθώντας τα δικά τους τρέχοντα συμφέροντα, δεν υποστηρίζουν έναν πόλεμο που θα αποβεί υπέρ της ισχύος της Δύσης. Ωστόσο, το τοπίο δείχνει ότι το θέμα του Ιράν προσφέρεται για την κλιμάκωση του παγκόσμιου ανταγωνισμού, εν μέσω της τεράστιας αστάθειας που δημιουργεί η καπιταλιστική οικονομική κρίση, με ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα.
Τα επιχειρήματα των πολεμοκάπηλων είναι έωλα, ακόμη και βάσει όσων υποστηρίζουν οι Δυτικοί και Ισραηλινοί ιθύνοντες. Επί παραδείγματι, ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας, Λ. Πανέτα, ερωτώμενος, τον περασμένο μήνα, αν το Ιράν προσπαθεί πραγματικά να κατασκευάσει πυρηνικό όπλο απάντησε: «Όχι. Αλλά γνωρίζουμε ότι προσπαθεί να αναπτύξει πυρηνική ικανότητα». Όπως εξηγεί ο Γιουσάφ Μπατ στο Foreign Policy (19/1/2012) κάθε χώρα που διαθέτει πυρηνικό αντιδραστήρα για πολιτικούς σκοπούς έχει «εξ ορισμού πυρηνική ικανότητα». Συνεπώς το Ιράν, βάσει των λεγομένων του Πανέτα, δεν κάνει τίποτε περισσότερο από ό,τι πολλές χώρες που κατασκευάζουν πυρηνικά εργοστάσια. Εξού και ο Τζέιμς Κλάπερ, επικεφαλής της εθνικής υπηρεσίας πληροφοριών των ΗΠΑ, σε ακρόαση της Γερουσίας παραδέχθηκε ότι δεν ήταν καθόλου πεπεισμένος ότι το Ιράν προσπαθεί να κατασκευάσει πυρηνικό όπλο (New York Times 21/2/2012).
Από την άλλη, ο Μπ. Νετανιάχου, πρωθυπουργός του Ισραήλ, υποστηρίζει με πάθος ότι το Ιράν βρίσκεται ήδη στο στάδιο κατασκευής πυρηνικού όπλου, πράγμα που αποτελεί «υπαρξιακή απειλή» για τη χώρα του και σχεδιάζει να επιτεθεί μέχρι το καλοκαίρι, πριν το Ιράν εισέλθει στη «ζώνη του απυρόβλητου», όπως την περιγράφουν οι Ισραηλινοί, δηλαδή της πρακτικής κατασκευής του πυρηνικού όπλου. (Ντέιβιντ Ιγνάσιους, The Billings Gazette, 5/2/2012). Στην πραγματικότητα όμως, ουδείς το πιστεύει αυτό, ούτε καν οι μυστικές υπηρεσίες και τα στρατιωτικά επιτελεία του Ισραήλ. Ο Νταν Χαλούτζ, πρώην αρχηγός του γενικού επιτελείου δήλωσε πρόσφατα ότι το Ιράν «αποτελεί σοβαρή αλλά όχι υπαρξιακή απειλή» για το Ισραήλ. «Η χρήση αυτής της ορολογίας είναι παραπλανητική. Εάν αποσκοπεί στο να ενθαρρύνει ένα πλήγμα στο Ιράν, είναι λάθος» (Israel News 2/2/2012).
Τα προσχήματα μπορεί να είναι σαθρά, οι φόβοι για τις εκτεταμένες συνέπειες ενός νέου πολέμου να είναι υπαρκτοί και η πολεμοχαρής ρητορεία να χρησιμοποιείται ως πρόσθετη πίεση προς το Ιράν, αλλά το πλέγμα συμφερόντων που αποβλέπει στη διεξαγωγή ενός πολέμου εναντίον του Ιράν είναι εξαιρετικά ισχυρό.
Σύμφωνα με τον ιστορικό Κον Χάλιναν (Foreign Policy in Focus, 23/2/2012) το Ισραήλ έχει συμφέρον να διατηρηθεί ο θρησκευτικός και πολιτικός κατακερματισμός στη Μ. Ανατολή. Το Ιράν δεν αποτελεί μεν στρατιωτική απειλή, αλλά αποτελεί πολιτικό πρόβλημα. Με την ανεξαρτησία του απέναντι στη Δύση, τη φανατική υποστήριξη της κυριαρχίας του, τη συμμαχία του με τη Συρία, τη Χεζμπολάχ, τη Χαμάς και με την κατά κύριο λόγο σιιτική κυβέρνηση του Ιράκ δημιουργεί ένα πλέγμα σχέσεων που δεν επιτρέπει την απρόσκοπτη διεξαγωγή της αμερικανικής και ισραηλινής πολιτικής, σε μια εποχή μάλιστα που όλη η περιοχή μοιάζει με κινούμενο έδαφος.
Όταν οι Αμερικανοί λένε ότι αναφορικά με το Ιράν «εξετάζονται όλες οι επιλογές», εννοούν, σύμφωνα με τον Ιγκνάσιους, ότι θα «τηρήσουν τις δεσμεύσεις» τους απέναντι στο Ισραήλ. Ο Πανέτα (IPS 1/2/2012) μίλησε εμφαντικά για συντονισμό ενεργειών με το Ισραήλ έναντι του Ιράν, ενώ ισραηλινές πηγές αναφέρουν ότι ο Νετανιάχου μπορεί να υπολογίζει ότι μια επίθεση του Ισραήλ σε εποχή εκλογών στις ΗΠΑ θα τις αναγκάσει ή να το υποστηρίξουν ή να πληρώσει ο Ομπάμα το πολιτικό κόστος. Τα συμφέροντα των ΗΠΑ, όμως, συμπίπτουν απόλυτα μ’ αυτά του Ισραήλ ως προς το Ιράν, όπως και με τα συμφέροντα των αντιδραστικών μοναρχιών του Κόλπου. Οι οποίες, χρησιμοποιώντας τις θρησκευτικές αντιπαλότητες μεταξύ σιιτών και σουνιτών, διαιρούν τους πληθυσμούς και υπονομεύουν τις ενιαίες κρατικές οντότητες και τους λαούς που θα μπορούσαν να ορθώσουν ανάστημα στις δυτικές δυνάμεις, στην επεκτατική πολιτική του Ισραήλ, να διεκδικήσουν τον ενεργειακό τους πλούτο και δημοκρατικές αλλαγές. Οι Ευρωπαίοι, από την άλλη, ευελπιστούν ότι με τον κατακερματισμό της Μ. Ανατολής θα διατηρήσουν την άνετη πρόσβαση στους υδρογονάνθρακες, έως και θα αποκαταστήσουν την παλιά αποικιοκρατική επιρροή τους. Παράλληλα, οι πετρελαϊκές εταιρίες έχουν κάθε συμφέρον από μια ενδεχόμενη πολεμική αναταραχή, η οποία θα μειώσει την παραγωγή πετρελαίου και θα αυξήσει τις τιμές.
Ο Ιγκνάσιους (ό.π.) αναφέρει ότι το Ισραήλ έχει επεξεργαστεί ένα σενάριο σύντομου πολέμου, το οποίο περιλαμβάνει μια αιφνίδια επίθεση στο Ιράν, απώλειες μόνο 500 Ισραηλινών στρατιωτών και μια εκεχειρία υπό τον ΟΗΕ, υπολογίζοντας ότι οι Ιρανοί δεν έχουν τις τεχνολογικές ικανότητες να αντεπιτεθούν και αν στοχεύσουν τα αστικά κέντρα ή κλείσουν τα στενά του Ορμούζ, τότε θα παρέμβουν στον πόλεμο οι Αμερικανοί.
Βεβαίως, οι δυτικές δυνάμεις δεν είναι πλέον οι μόνοι παίκτες στη διεθνή αρένα. Η παρέμβαση του Βραζιλιάνου υπουργού Εξωτερικών Αντόνιο Πατριότα ότι «ακούμε πως όλες οι επιλογές εξετάζονται σχετικά με το Ιράν, αλλά ορισμένες πράξεις αντίκεινται στο διεθνές δίκαιο» και το ότι κατέστησε υπεύθυνο τον γ.γ. του ΟΗΕ αντανακλούν τις αλλαγές στη διεθνή τάξη πραγμάτων. Η Κίνα, η Ρωσία, ακόμη και η Ινδία, ακολουθώντας τα δικά τους τρέχοντα συμφέροντα, δεν υποστηρίζουν έναν πόλεμο που θα αποβεί υπέρ της ισχύος της Δύσης. Ωστόσο, το τοπίο δείχνει ότι το θέμα του Ιράν προσφέρεται για την κλιμάκωση του παγκόσμιου ανταγωνισμού, εν μέσω της τεράστιας αστάθειας που δημιουργεί η καπιταλιστική οικονομική κρίση, με ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα.
Σχόλια