Της Αλίκης Βεγίρη. Ένα μήνα πριν από τις γερμανικές εκλογές και να που συμβαίνει αυτό που η Μέρκελ απευχόταν εδώ και -τουλάχιστον- μισό χρόνο: να μη διαταραχτεί δηλαδή η ολύμπια αταραξία των Γερμανών ψηφοφόρων και αρχίσουν και αμφιβάλουν για τις πολιτικές και ηγετικές ικανότητες της Στοργικής Μητέρας, της Μεγάλης Μαγείρισσας πατατόσουπας και της Άξιας Τιμονιέρισσας, Μέρκελ.
Έχοντας απέναντί της μια ανάξια αντιπολίτευση, εν προκειμένω τους σοσιαλδημοκράτες υπό τον Στάινμπρικ, που δεν είχε σε τίποτε ουσιαστικό να διαφοροποιηθεί από την κυβέρνηση τόσο ως προς τη διαχείριση της ευρωπαϊκής κρίσης, παρά κάτι ψελλίσματα περί της αναγκαιότητας της τραπεζικής ένωσης, όσο και των εσωτερικών υποθέσεων, το κόμμα της Μέρκελ φαινόταν να αλωνίζει στις δημοσκοπήσεις αλλά και στις προσωπικές προτιμήσεις. Εκεί που το SPD πήγε να διαφοροποιηθεί, σχετικά με την αύξηση του ανώτατου φορολογικού συντελεστή από το 42% στο 49%, σε λίγες μέρες αναγκάστηκε να τα μαζέψει, μια και οι επιτελείς του αφουγκράστηκαν εκλογικό κόστος. Φυσικά, χωρίς κάτι θεμελιακά καινούργιο, οι ψηφοφόροι δύσκολα εγκαταλείπουν τους παλιούς, εξού και η άνετη δημοσκοπική προπόρευση της Μέρκελ.
Ενώ, για πολλούς μήνες και σ’ ολόκληρο τον κόσμο φούντωναν τα δημοσιεύματα, τα στοιχεία και οι δηλώσεις πολιτικών, αναλυτών, αξιωματούχων και θεσμικών οργάνων για την πορεία της Ευρωζώνης προς τα βράχια, συνέπεια των πολιτικών επιλογών της Γερμανίας, η ίδια η χώρα θαρρείς και βρισκόταν απομονωμένη από κάθε εξωτερική πληροφόρηση, σε μια υγειονομική ζώνη απόλυτης άγνοιας και προστασίας από μιαρές πληροφορίες, τόσο που η εφημερίδα FAZ σε ειρωνικό άρθρο της 22ας Αυγούστου να παρομοιάζει τη Γερμανία με απάνεμο νησί και τους Γερμανούς με ευτυχισμένους ανέμελους ανθρώπους, αδιάφορους και ανήξερους για τις τρικυμίες που πλήττουν τα γειτονικά νησιά στις νότιες θάλασσες, όχι μακριά από τις δικές τους.
Η ειδυλλιακή όμως αυτή εικόνα, δεν κατάφερε να βαστάξει ώς το τέλος. Θες από παρόρμηση, θες από αστοχία, θες από σκοπιμότητα, η ζημιά προήλθε όχι από την αντιπολίτευση αλλά από τον ίδιο τον Σόιμπλε, όταν σε κάποια στιγμή της προεκλογικής του εκστρατείας ανακοίνωνε ότι η Ελλάδα θα χρειαζόταν οσονούπω και νέο πακέτο στήριξης, δηλαδή κι άλλα χρήματα. Έτσι, αυτό που η Μέρκελ δεν ήθελε με τίποτε να συμβεί, να στρογγυλοκαθίσει δηλαδή η Ελλάδα στο επίκεντρο της προεκλογικής της ατζέντας, ήρθε κι έγινε με το παραπάνω.
Ό,τι ακολούθησε είναι γνωστό: Ο Σόιμπλε, αφού έπεσαν επάνω του θεοί και δαίμονες, προσπάθησε να τα μπαλώσει, αποδίδοντας το ατόπημα σε γλίστρημα της γλώσσας και στην περιέργεια της γυναίκας του που θέλει να τα μαθαίνει όλα, η Μέρκελ μετά το σοκ αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι ναι, κάποια χρήματα θα χρειαστούν, αλλά δεν ξέρει πόσα, ο Σόιμπλε επανήλθε ανασκευάζοντας τα λεχθέντα περί νέου πακέτου στήριξης σε παράταση αποπληρωμής των παλαιών, αποκλείοντας το κούρεμα, αλλά η ζημιά στο εσωτερικό είχε ήδη γίνει, δίνοντας την ευκαιρία στην αντιπολίτευση να βρει επιτέλους το πάτημα που της έλειπε για να επιτεθεί, μπας και ανεβάσει το γλίσχρο ποσοστό της. Την ευκαιρία άδραξε ακόμα και ο πρώην καγκελάριος Σρέντερ, ο οποίος κατηγόρησε τη Μέρκελ ότι ψεύδεται αποκρύπτοντας την αλήθεια από τους ψηφοφόρους (σαν να ‘ταν, άλλωστε, η πρώτη φορά που οι πολιτικοί ψεύδονται προεκλογικώς), ενώ το ίδιο έπραξε και το νεότευκτο ευρωσκεπτιστικό κόμμα AfD, μη κρύβοντας τη χαρά του για το ανέλπιστο αυτό δώρο που ευελπιστεί ότι θα το ανασύρει από την εκλογική αφάνεια. Ιδιαίτερα ενοχλημένο φάνηκε προφανώς και το FPD, το οποίο παραπαίοντας γύρω από το εκλογικό όριο του 5% που χρειάζεται για να εισέλθει στη Βουλή, θα κρίνει και την κυβέρνηση που θα προκύψει στις 23 Σεπτεμβρίου. Αν μπει, τότε ο τρέχων συνασπισμός CDU-FPD θα διατηρηθεί, αν όχι, όλα είναι ανοιχτά, χωρίς όμως αυτό να σημάνει, παρά τα πιεστικά προβλήματα, και θεμελιακή αλλαγή της ευρωπαϊκής πολιτικής της Γερμανίας, όπως πολλοί ευελπιστούν. Για να εγκαταλείψει η Γερμανία την τακτική της κωλυσιεργίας και του «αγοράζω χρόνο», με τακτικές bail-out που έφαγαν πια τα ψωμιά τους, και με νομικίστικα εμπόδια, περί αλλαγής των ευρωπαϊκών συνθηκών, θα πρέπει να πει επιτέλους την ψυχρή αλήθεια στους πολίτες της, ότι και τα 120 δισ. σε δάνεια που έδωσαν συνολικά στο Νότο μάλλον δεν θα τα πάρουν πίσω, ότι και τις τράπεζες άλλων χωρών θα αναγκαστούν να εγγυηθούν και ότι περισσότερες εξουσίες θα χρειαστεί να παραχωρήσουν στις Βρυξέλλες. Θα τα αντέξουν όλα αυτά οι μακάριοι και συστηματικά παραπληροφορημένοι Γερμανοί;
Μ’ αυτά και με κείνα, λοιπόν, τα με κόπο φιλοτεχνημένα success stories όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και της Ιρλανδίας, Πορτογαλίας και Ισπανίας πήγανε άπατα, και δεν έφτανε μόνο αυτό, αλλά στην πιο κρίσιμη στιγμή της προεκλογικής εκστρατείας της Μέρκελ, ήρθε και τρύπωσε και η Συρία. Η Καγκελάριος έσπευσε να τεθεί πιο ενεργά, απ’ ότι στην περίπτωση της Λιβύης, όπου απείχε της ψηφοφορίας στο Συμβούλιο Ασφαλείας, στο πλευρό των Αμερικανών-Γάλλων-Εγγλέζων, αλλά στο εσωτερικό, η κοινή γνώμη σε ποσοστό κοντά στο 70% εκφράστηκε ήδη κατά μιας τέτοιας εμπλοκής. Αν η εισβολή γίνει πριν από τις εκλογές, όπως διαφαίνεται, η Μέρκελ θα έχει να αντιμετωπίσει ακόμα ένα εμπόδιο, το μέγεθος του οποίου κανείς δεν μπορεί να προδικάσει αυτή τη στιγμή.