Του Γιώργου Αναγνώστη. Εκ παραλλήλου, κι ενώ γράφονται κριτικές, επιφυλλίδες περί τέχνης, απόψεις κ.λπ. κ.λπ., «τρέχει» το ρεπορτάζ: όλο και κάτι γίνεται, όσον αφορά τα καλλιτεχνικά και πρέπει να καταγραφεί και ν’ αναδειχθεί ή να κατακεραυνωθεί…
Αλλά – συμβαίνει κάτι στ’ αλήθεια; Κι αν συμβαίνει, συμπίπτει με το ορατό, μ’ αυτό που μπορείς να δεις ότι (δήθεν) συμβαίνει;
Το ερώτημα δεν το θέτω αυθαίρετα, το μετατοπίζω απλώς εδώ, μετασχηματίζω δηλαδή (όπως θα λέγαμε στη Φυσική) ένα ερώτημα που ήδη ετέθη, φερ’ ειπείν, στο πολιτικό πεδίο: Η δημοκρατία μας λειτουργεί; Βαβούρα γίνεται κάθε μέρα, μια και κάθε μέρα έχουμε δελτία ειδήσεων, αντεγκλήσεις υπάρχουν, επερωτήσεις γίνονται στη Βουλή, ανακοινώσεις κομμάτων διασταυρώνονται, διεργασίες μέσα στα κόμματα διαφημίζονται συνεχώς κι αναβάλλονται για να διαφημιστούν εξ αρχής – αλλά τούτη εδώ η εκπομπή μοιάζει ν’ αποτελείται πια εξ ολοκλήρου από παράσιτα. Θέλω να πω: είναι διάχυτη η εντύπωση πως όλα γίνονται για το θεαθήναι, φτιαγμένα από αέρα κοπανιστό και πως αρκεί να πατήσεις το off για να χαθούν απ’ τα μάτια σου – οπότε κι ενδέχεται να φανεί αυτό που στ’ αλήθεια συμβαίνει. Η συνωμοσιολογία, που κάνει θραύση, ριζώνει σ’ αυτήν ακριβώς την επαληθεύσιμη εντύπωση. Άλλωστε, πολύ πριν πεινάσουμε, εθιστήκαμε να τρώμε ψευδοτροφή τύπου macdonald και να πιστεύουμε ότι το απολαμβάνουμε κιόλας – σαν να προπονούμασταν για τη στιγμή που θα έπρεπε να ψάχνουμε αδιαμαρτύρητα για τροφή στα σκουπίδια. Και πολύ πριν παραχθεί μια γενιά προγραμματικά αναλφάβητη, εθιστήκαμε να διαβάζουμε ψευδολογοτεχνία και να πιστεύουμε ότι καλλιεργούμεθα κιόλας – σαν να προπονούμασταν για τη στιγμή που θα πρέπει να εθελοτυφλούμε εν γένει.
Το ρεπορτάζ λοιπόν που «τρέχει» σαρώνοντας αυτήν την ανεστραμμένη ψευδο-πραγματικότητα, καταγράφοντας αυτή τη δήθεν ζωή, ενδέχεται να είναι απατηλό κι επικίνδυνο. Ίσως θα έπρεπε να κρατήσουμε ενός λεπτού σιγή εις μνήμην των όσων συσκοτίστηκαν και εξέπεσαν, ίσως θα έπρεπε, για ένα λεπτό, να μην αναμεταδώσουμε παράσιτα… Ναι, ο Τάδε κάνει ξανά συναυλία, ο Δείνα δίνει και πάλι συνέντευξη, βραβεύσεις προετοιμάζονται όπως πάντα, οι πωλήσεις σκουπιδολογοτεχνίας και πάλι σταθμίζονται, «πνευματικοί άνθρωποι» παντός καιρού συνομαδώνονται και ανησυχούν με πάταγο – και όλο και κάποια installation θα στήνεται κάπου, όλο και κάποιο project θα εκτυλίσσεται: τόσοι «επώνυμοι» έχουν αναλάβει να διευρύνουν την αναπαραγωγή της δημόσιας εικόνας τους… Αλλ’ αυτός ο επί σκηνής θόρυβος θα εξαφανιζόταν αν απλώς πατούσες το off… Κι εδώ – ελλοχεύει άλλος, μεγαλύτερος κίνδυνος.
Ο Νίτσε έγραφε πως αν κοιτάξεις πολλήν ώρα την άβυσσο, κοιτάει κι η άβυσσος μέσα σου. Το κενό που χάσκει πίσω απ’ όλη αυτή την απατηλή εικόνα «πολιτιστικής δραστηριότητας» αναμεταδίδεται με το ρεπορτάζ, που ολοένα λιγότερο μπορεί να συγκαλύψει, να πείσει – και κοιτάει επίμονα μέσα σου. Η γενικευμένη, εμπεδωμένη κατάθλιψη γεννιέται απ’ αυτό το βλέμμα κι είναι προτιμότερη απ’ την αποβλάκωση προφανώς. Αλλά το κενό που αποκαλύπτεται είναι η άλλη όψη του νομίσματος: κάτι κρύβει, κάτι συσκοτίζει κι αυτό.
Γιατί κάπου υπάρχει ζωή: συγκεχυμένη, άμορφη ακόμη, ημιτελής, πειραματική – όμως υπάρχει… Αν ταυτίσουμε την πολιτική με τους παλιάτσους που περιφέρουν στα δελτία τη έσχατη δουλοπρέπεια σαν πειστήριο του δήθεν «ρεαλισμού» τους, τότε γρήγορα θα δούμε το κενό και πιο πέρα τίποτα. Την ιδιότητα του πολίτη θα την έχουμε εκχωρήσει λοιπόν. Αλλά δεν είναι μάταιη πια τέτοιας λογής οξυδέρκεια; Θα ήταν εξίσου λογικό να κρατήσουμε την ανάσα μας επειδή ο αέρας διαγνώσθηκε πια μολυσμένος.
Χρειαζόμαστε επειγόντως ένα ρεπορτάζ άλλου είδους: ανταποκρίσεις από κει που στριμώχνεται κι ανακτάται η ζωή… Αν μπεις στο Διαδίκτυο, θα βρεις δεκάδες links που παραπέμπουν σε υποτυπώδη δίκτυα ανταλλαγών. Αν πατήσεις στο πόδι σου σε κάποιο αδιαφήμιστο και δίχως μπάρα και βιτρίνα βιβλιοπωλείο, θα βρεις δεκάδες fanzines…
Ένα απωθημένο πλήθος προσπαθεί να συλλαβίσει απ’ την αρχή – πέρα απ’ το κενό πέρα κι από την πόζα των δήθεν «περιθωριακών», δήθεν αντισυστημικών. Αυτή η κίνηση Brown, αυτό το εναιώρημα απ’ όπου στατιστικά καθιζάνει κάτι καλό, είναι η μορφή που έχει πάρει τώρα η αλήθεια. Δεν θέλουμε να αληθεύει το ρεπορτάζ;
Το ερώτημα δεν το θέτω αυθαίρετα, το μετατοπίζω απλώς εδώ, μετασχηματίζω δηλαδή (όπως θα λέγαμε στη Φυσική) ένα ερώτημα που ήδη ετέθη, φερ’ ειπείν, στο πολιτικό πεδίο: Η δημοκρατία μας λειτουργεί; Βαβούρα γίνεται κάθε μέρα, μια και κάθε μέρα έχουμε δελτία ειδήσεων, αντεγκλήσεις υπάρχουν, επερωτήσεις γίνονται στη Βουλή, ανακοινώσεις κομμάτων διασταυρώνονται, διεργασίες μέσα στα κόμματα διαφημίζονται συνεχώς κι αναβάλλονται για να διαφημιστούν εξ αρχής – αλλά τούτη εδώ η εκπομπή μοιάζει ν’ αποτελείται πια εξ ολοκλήρου από παράσιτα. Θέλω να πω: είναι διάχυτη η εντύπωση πως όλα γίνονται για το θεαθήναι, φτιαγμένα από αέρα κοπανιστό και πως αρκεί να πατήσεις το off για να χαθούν απ’ τα μάτια σου – οπότε κι ενδέχεται να φανεί αυτό που στ’ αλήθεια συμβαίνει. Η συνωμοσιολογία, που κάνει θραύση, ριζώνει σ’ αυτήν ακριβώς την επαληθεύσιμη εντύπωση. Άλλωστε, πολύ πριν πεινάσουμε, εθιστήκαμε να τρώμε ψευδοτροφή τύπου macdonald και να πιστεύουμε ότι το απολαμβάνουμε κιόλας – σαν να προπονούμασταν για τη στιγμή που θα έπρεπε να ψάχνουμε αδιαμαρτύρητα για τροφή στα σκουπίδια. Και πολύ πριν παραχθεί μια γενιά προγραμματικά αναλφάβητη, εθιστήκαμε να διαβάζουμε ψευδολογοτεχνία και να πιστεύουμε ότι καλλιεργούμεθα κιόλας – σαν να προπονούμασταν για τη στιγμή που θα πρέπει να εθελοτυφλούμε εν γένει.
Το ρεπορτάζ λοιπόν που «τρέχει» σαρώνοντας αυτήν την ανεστραμμένη ψευδο-πραγματικότητα, καταγράφοντας αυτή τη δήθεν ζωή, ενδέχεται να είναι απατηλό κι επικίνδυνο. Ίσως θα έπρεπε να κρατήσουμε ενός λεπτού σιγή εις μνήμην των όσων συσκοτίστηκαν και εξέπεσαν, ίσως θα έπρεπε, για ένα λεπτό, να μην αναμεταδώσουμε παράσιτα… Ναι, ο Τάδε κάνει ξανά συναυλία, ο Δείνα δίνει και πάλι συνέντευξη, βραβεύσεις προετοιμάζονται όπως πάντα, οι πωλήσεις σκουπιδολογοτεχνίας και πάλι σταθμίζονται, «πνευματικοί άνθρωποι» παντός καιρού συνομαδώνονται και ανησυχούν με πάταγο – και όλο και κάποια installation θα στήνεται κάπου, όλο και κάποιο project θα εκτυλίσσεται: τόσοι «επώνυμοι» έχουν αναλάβει να διευρύνουν την αναπαραγωγή της δημόσιας εικόνας τους… Αλλ’ αυτός ο επί σκηνής θόρυβος θα εξαφανιζόταν αν απλώς πατούσες το off… Κι εδώ – ελλοχεύει άλλος, μεγαλύτερος κίνδυνος.
Ο Νίτσε έγραφε πως αν κοιτάξεις πολλήν ώρα την άβυσσο, κοιτάει κι η άβυσσος μέσα σου. Το κενό που χάσκει πίσω απ’ όλη αυτή την απατηλή εικόνα «πολιτιστικής δραστηριότητας» αναμεταδίδεται με το ρεπορτάζ, που ολοένα λιγότερο μπορεί να συγκαλύψει, να πείσει – και κοιτάει επίμονα μέσα σου. Η γενικευμένη, εμπεδωμένη κατάθλιψη γεννιέται απ’ αυτό το βλέμμα κι είναι προτιμότερη απ’ την αποβλάκωση προφανώς. Αλλά το κενό που αποκαλύπτεται είναι η άλλη όψη του νομίσματος: κάτι κρύβει, κάτι συσκοτίζει κι αυτό.
Γιατί κάπου υπάρχει ζωή: συγκεχυμένη, άμορφη ακόμη, ημιτελής, πειραματική – όμως υπάρχει… Αν ταυτίσουμε την πολιτική με τους παλιάτσους που περιφέρουν στα δελτία τη έσχατη δουλοπρέπεια σαν πειστήριο του δήθεν «ρεαλισμού» τους, τότε γρήγορα θα δούμε το κενό και πιο πέρα τίποτα. Την ιδιότητα του πολίτη θα την έχουμε εκχωρήσει λοιπόν. Αλλά δεν είναι μάταιη πια τέτοιας λογής οξυδέρκεια; Θα ήταν εξίσου λογικό να κρατήσουμε την ανάσα μας επειδή ο αέρας διαγνώσθηκε πια μολυσμένος.
Χρειαζόμαστε επειγόντως ένα ρεπορτάζ άλλου είδους: ανταποκρίσεις από κει που στριμώχνεται κι ανακτάται η ζωή… Αν μπεις στο Διαδίκτυο, θα βρεις δεκάδες links που παραπέμπουν σε υποτυπώδη δίκτυα ανταλλαγών. Αν πατήσεις στο πόδι σου σε κάποιο αδιαφήμιστο και δίχως μπάρα και βιτρίνα βιβλιοπωλείο, θα βρεις δεκάδες fanzines…
Ένα απωθημένο πλήθος προσπαθεί να συλλαβίσει απ’ την αρχή – πέρα απ’ το κενό πέρα κι από την πόζα των δήθεν «περιθωριακών», δήθεν αντισυστημικών. Αυτή η κίνηση Brown, αυτό το εναιώρημα απ’ όπου στατιστικά καθιζάνει κάτι καλό, είναι η μορφή που έχει πάρει τώρα η αλήθεια. Δεν θέλουμε να αληθεύει το ρεπορτάζ;
Σχόλια