Οι BRICS δυσκολεύονται αλλά δεν ξόφλησαν. Του Sreeram Chaulia*
Οι επιβραδυνόμενοι ρυθμοί αύξησης του ΑΕΠ και η πτώση των συναλλαγματικών ισοτιμιών στις BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότιος Αφρική) και σε άλλες αναδυόμενες οικονομίες έχουν ξεθωριάσει τη λάμψη των ανερχόμενων οικονομικών αστέρων. Με το μέσο ρυθμό ανάπτυξης μειωμένο στο 4-5% και τα εθνικά νομίσματα της Βραζιλίας, Νότιας Αφρικής, Ινδονησίας και Ινδίας να κατρακυλάνε με διψήφια ποσοστά, τείνει να εδραιωθεί ένα κύμα επιφυλακτικότητας και φόβου ότι τα χειρότερα έπονται.
Τα ΜΜΕ της Δύσης ισχυρίζονται ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μία αντιστροφή του οικονομικού συσχετισμού, όπου οι BRICS και άλλες αναδυόμενες οικονομίες έχουν πάρει την κάτω βόλτα ενώ οι ανεπτυγμένες οικονομίες αν και πληγωμένες από την οικονομική κρίση του 2008, επανακάμπτουν. Φυσικά τέτοιου είδους ενθαρρυντικές προβλέψεις για τις οικονομίες των χωρών του ΟΟΣΑ είναι πρόωρες εξαιτίας της συστημικής φύσης της κρίσης του 2008. Δεν υπάρχει όμως αμφιβολία ότι οι BRICS κι άλλες αναδυόμενες οικονομίες δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις υψηλές προσδοκίες που είχαν δημιουργήσει λόγω των υψηλών αριθμών ανάπτυξης.
Επομένως, η τάση που καθόρισε την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα –η άνοδος των μεγάλων οικονομιών εκτός Δύσης– είναι κιόλας ξεπερασμένη; Εάν ναι, ποιες είναι οι επιπτώσεις για την αναδιανομή της παγκόσμιας οικονομικής και πολιτικής δύναμης;
Το πιο ελκυστικό χαρακτηριστικό των BRICS είναι η δυνατότητά τους να συμβάλλουν στη διαμόρφωση μιας πιο δημοκρατικής παγκόσμιας τάξης στην οποία ο οικονομικός δυναμισμός και η συσσώρευση δύναμης μετατοπίζεται από τη Δύση προς την Ανατολή και από το Βορρά προς το Νότο. Οι BRICS εμφανίζονται ως η αναπόφευκτη απάντηση στην αμερικανική μονοκρατορία και στην νεοαποικιακή Ευρω-Ατλαντική διάρθρωση των παγκόσμιων οργανισμών. Εάν οι BRICS καταρρεύσουν κάτω από το βάρος της οικονομικής πίεσης δεν θα υπάρχει άλλος πόλος εκδημοκρατισμού του διακρατικού συστήματος. Το διακύβευμα είναι τεράστιο.
Τι πήγε λάθος;
Ένας από τους κυριότερους «ενόχους» για την καθοδική πορεία των αναδυόμενων οικονομιών είναι η υπερεξάρτησή τους από τον δεκαετή εμπορευματικό «υπερ-κύκλο» κατά τον οποίο οι τιμές των μετάλλων, των καυσίμων και των τροφίμων ανέβηκαν σε αστρονομικά ύψη. Μεγάλες εξαγωγικές οικονομίες όπως η Ρωσία, η Βραζιλία και η Νότιος Αφρική είδαν τα έσοδά τους και τα συναλλαγματικά τους αποθέματα στο ανώτερο σημείο αυτού του κύκλου να εκτοξεύονται.
Όμως η οικονομική κρίση πυροδότησε πτώση της παγκόσμιας ζήτησης για εμπορεύματα (όχι μόνο στις ανεπτυγμένες οικονομίες αλλά και στις αναπτυσσόμενες όπως η Κίνα) και ώθησε τις τιμές του πετρελαίου, του κάρβουνου, του χαλκού, του αλουμινίου, του χρυσού κλπ. στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών. Οι BRICS δεν πρόλαβαν να θωρακίσουν τις οικονομίες τους απέναντι σ’ αυτή την κάμψη των εμπορευματικών αγορών. Έτσι εξηγείται η απότομη πτώση στο ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ τους.
Το προφανές συμπέρασμα από αυτή την αποτυχία είναι ότι οι BRICS που στηρίζονται υπερβολικά στις εξαγωγές αγαθών πρέπει να διαφοροποιήσουν τις οικονομίες τους και να αναζητήσουν αειφόρες και ανανεώσιμες πηγές οικονομικής ανάπτυξης.
Το δεύτερο λάθος που έχουν κάνει πολλές από τις BRICS, καθώς και άλλες αναδυόμενες δυνάμεις, είναι η επιπόλαιη εξάρτησή τους από το «ζεστό» χρήμα των διεθνών θεσμικών επενδυτών. Η αποδυνάμωση της τουρκικής λίρας, της ινδονησιακής και ινδικής ρουπίας και του βραζιλιάνικου ρεάλ συνδέεται με την «μετανάστευση» των διεθνών επενδυτών προς τις ΗΠΑ λόγω των πολιτικών ποσοτικής χαλάρωσης που ακολουθεί η αμερικανική κυβέρνηση.
Αν και ο υπουργός οικονομικών της Βραζιλίας Guido Mantega ήταν ένας από τους πιο αυστηρούς επικριτές της πολιτικής φθηνού χρήματος των ΗΠΑ, χαρακτηρίζοντάς τη «νομισματικό πόλεμο» ενάντια στις αναδυόμενες οικονομίες, πολλές ΒRICS συμπεριλαμβανομένης και της Βραζιλίας συνέχιζαν να στηρίζονται στην ελπίδα ότι οι ΗΠΑ θα διατηρήσουν για πάντα τα επιτόκιά τους κοντά στο μηδέν. Κανείς δεν περίμενε αυτή τη φυγή κεφαλαίων που αντιμετωπίζουν χώρες όπως η Ινδία, επειδή οι οικονομικοί αναλυτές λανθασμένα υπέθεσαν ότι οι επενδυτές δεν είχαν άλλη επιλογή από το να παραμείνουν στη ζώνη των αναδυόμενων οικονομιών.
Αυτό που οι BRICS δεν μπόρεσαν να προβλέψουν ήταν τα διαβόητα «ζωικά ένστικτα» (κατά τον John Maynard Keynes) των αγορών, που σε στηρίζουν με ενθουσιασμό όταν τα πράγματα πηγαίνουν καλά αλλά σε εγκαταλείπουν μαζικά όταν αρχίσουν οι κλυδωνισμοί.
Η Κίνα μπορεί να μας διδάξει κάτι εδώ, καθώς σε αντίθεση με άλλες BRICS έχει εφαρμόσει ισχυρά συστήματα ελέγχου στη διακίνηση κεφαλαίων. Η αποφασιστικότητα της Κίνας απέναντι στους διεθνείς θεσμικούς επενδυτές οφείλεται επίσης στο θετικό εμπορικό ισοζύγιό της και τα ισχυρά συναλλαγματικά της αποθέματα. Αυτά έχουν θωρακίσει την Κίνα απέναντι στις εκβιαστικές τακτικές των Δυτικών επενδυτών και την έχουν απαλλάξει από την ανάγκη να καθησυχάζει τους διεθνείς κερδοσκόπους.
Αντίθετα, άλλες αναδυόμενες οικονομίες με υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα και ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών παραδόθηκαν στο έλεος των ξένων επενδυτών και πληρώνουν τώρα βαρύ τίμημα. Η δημοσιονομική πειθαρχία που συνιστούν οι επενδυτές δεν αποτελεί σήμα κατατεθέν των BRICS. Και δεν πρέπει να υιοθετείται, λόγω της αναπτυξιακής ατζέντας που απαιτεί μεγαλύτερες κρατικές δαπάνες ειδικά προς το κράτος πρόνοιας.
Όταν όμως ζητιανεύεις δε μπορείς να είσαι επιλεκτικός. Ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπιστούν οι άπληστοι ξένοι επενδυτές είναι να διοχετευτούν οι εγχώριες αποταμιεύσεις σε παραγωγικές επενδύσεις (κάτι που πολλές χώρες BRICS δεν έχουν πετύχει ακόμα) και να αυξηθεί η παραγωγικότητα του εργατικού δυναμικού.
Ενιαίο μέτωπο ενάντια στους κερδοσκόπους
Πρόσφατα, η Βραζιλία και η Κίνα υπέγραψαν μια συναλλαγματική συμφωνία αξίας 30 δισ. δολαρίων. Η Ρωσία έχει ήδη υπογράψει παρόμοια συμφωνία με την Κίνα από το 2010. Στη σύνοδο κορυφής των BRICS στο Νέο Δελχί τον Μάρτιο το 2012 όλα τα μέλη συμφώνησαν να εργαστούν προς την επίτευξη μιας αμοιβαίας εμπορικής και συναλλαγματικής συμφωνίας ούτως ώστε να προστατεύσουν τις οικονομίες τους έναντι του δολαρίου. Καθώς οι BRICS απειλούνται τώρα από ένα ισχυρό δολάριο πρέπει να βιαστούν να θεσμοποιήσουν την οικονομική συνεργασία μεταξύ τους ώστε να αντιμετωπίσουν την ηγεμονία του δολαρίου στην παγκόσμια οικονομία που τις εκθέτει στο έλεος των ελιγμών της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ.
Μια εσωτερική απάντηση σ’ αυτή τη συλλογική κρίση που αντιμετωπίζουν οι BRICS δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική επειδή ο κίνδυνος προέρχεται από δυτικά κερδοσκοπικά κεφάλαια. Για να ελευθερώσουμε τα έθνη μας από τον κερδοσκοπικό κλοιό των καρχαριών της αγοράς πρέπει να ενωθούμε και να βρούμε τρόπους οι μεταξύ μας εμπορικές συναλλαγές (που το 2015 εκτιμάται ότι θα πλησιάσουν τα 500 δισ. δολάρια) όχι μόνο να αυξάνονται εκθετικά αλλά να παράγουν πλεονάσματα στις χώρες με ελλείμματα, που είναι πιο ευάλωτες στην εγκατάλειψη από το ξένο κεφάλαιο.
Μια ορισμένη κριτική που δέχονται οι BRICS σχετικά με τη μείωση του ρυθμού οικονομικής τους ανάπτυξης εστιάζεται στο ότι οι οικονομίες τους είναι κρατικοδίαιτες, διεφθαρμένες και ανίκανες να εφαρμόσουν δομικές διαρθρωτικές προσαρμογές που θα απελευθέρωναν την επιχειρηματικότητα και θα τις απάλλασσαν από την «παγίδα των μεσαίων εισοδημάτων». Αλλά όπως δείχνει το θετικό παράδειγμα του ελέγχου των κεφαλαιακών ροών της Κίνας (και το προηγούμενο του ελέγχου των κεφαλαιακών ροών στη Μαλαισία κατά τη διάρκεια της Ασιατικής Χρηματιστικής Κρίσης του 1997), το να έχεις ένα ισχυρό κράτος που προστατεύει την οικονομία σου από τους τζογαδόρους της Wall Street αποτελεί την έμφυτη δύναμη των BRICS.
Εκεί που οι BRICS αποδεικνύονται αναποτελεσματικές δεν είναι τόσο η παροχή διευκολύνσεων για την ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα όσο η ανάπτυξη των ανθρώπινων πόρων τους και των υλικών υποδομών. Οι αναδυόμενες οικονομίες έχουν ανάγκη μια επανάσταση παραγωγικότητας έτσι ώστε οι συγκριτικά νεότεροι πληθυσμοί τους να παράξουν τον πλούτο που θα ανυψώσει ολόκληρη την κοινωνία μακριά από τη φτώχεια και τη δίχως αρχές ανάπτυξη.