Ο ισοσκελισμένος Προϋπολογισμός και η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας
Του Μάκη Μαντά*
Στις ομιλίες Χαρδούβελη και Σαμαρά για τον Προϋπολογισμό ακούσαμε για τον περιορισμό των δημόσιων δαπανών, το πετυχημένο «νοικοκύρεμα» του δημόσιου τομέα που μας επέτρεψε να έχουμε πρωτογενή πλεονάσματα και να καταφέρουμε, επιτέλους, τον πρώτο ισοσκελισμένο Προϋπολογισμό!
Ας δούμε πώς μεταφράζονται αυτά στον τομέα της Πρωτοβάθμιας Υγείας.
Κατ’ αρχήν έχουμε τη γνωστή εικόνα εκτεταμένης υποστελέχωσης, μέχρι διάλυσης, των δημόσιων δομών. Αυτή τη στιγμή εργάζονται στο ΠΕΔΥ με σχέση πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης περίπου 1.700 γιατροί και άλλοι 800 με «ασφαλιστικά μέτρα», διατηρώντας, δηλαδή, ιδιωτικό ιατρείο. Η στελέχωση των μονάδων του ΠΕΔΥ κυμαίνεται μεταξύ 20% και 40%. Οι απαραίτητες ειδικότητες συχνά λείπουν εντελώς. Η επιλογή που έχει προκριθεί, έναντι της στελέχωσης των δημόσιων δομών, είναι συμβάσεις με ιδιώτες γιατρούς, οι οποίοι αυτήν τη στιγμή ανέρχονται σε 6.300! Ο μεικτός μισθός των εργαζόμενων στο ΠΕΔΥ είναι κάτω από 1.700 ευρώ (καθαρά 1.180). Οι περισσότεροι βλέπουν πάνω από 600 αρρώστους το μήνα. Οι συμβασιούχοι, αντίστοιχα, αμείβονται από τον ΕΟΠΥΥ με 10 ευρώ την επίσκεψη, με πλαφόν 200 επισκέψεων, δηλαδή 2.000 ευρώ μεικτά (περίπου 1.400 καθαρά). Είναι προφανές, και μόνο από αυτά τα νούμερα, ποια επιλογή είναι δημοσιονομικά πιο αποδοτική.
Είναι σαφές, λοιπόν, ότι σκοπός της κυβέρνησης δεν ήταν το δημοσιονομικό όφελος, αλλά η ουσιαστική διάλυση των δημόσιων δομών και το πέρασμα της Πρωτοβάθμιας Υγείας στον ιδιωτικό τομέα, ακόμα και με ζημιά για το Δημόσιο και τον ΕΟΠΥΥ. Και ο λόγος είναι ότι υπάρχουν δευτερογενή «οφέλη», όχι κατ’ ανάγκην οικονομικά, το σημαντικότερο των οποίων είναι η μη καθολικότητα της παροχής της Υγείας και η σταδιακή εμπέδωση της συνείδησης στον κόσμο ότι «για να δεις γιατρό πρέπει να πληρώσεις». Τελική έκβαση είναι η ουσιαστική κατάργηση της δημόσιας ή/και κοινωνικοασφαλιστικής κάλυψης των αναγκών Υγείας.
Η πολυδιάσπαση και η αδιαφάνεια, άλλωστε, του θεσμού των συμβασιούχων κάνει πρακτικά αδύνατη και χωρίς προοπτική την οποιαδήποτε υπεράσπισή του από τον κόσμο. Δεν είναι τυχαίο ότι παρόμοιες «λύσεις» με την πρόφαση του δημοσιονομικού οφέλους (αλλά με δημοσιονομική ζημιά, τελικά) έχουν αρχίσει να εφαρμόζονται τα τελευταία χρόνια σε μια σειρά χώρες με παράδοση καθολικών δημόσιων συστημάτων Υγείας, π.χ. στη Βρετανία.
Σχεδίαση «από την πλευρά των ασθενών»
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύτηκε στη ΔΕΘ για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης και την καθολική δωρεάν υγειονομική κάλυψη του πληθυσμού, ανεξάρτητα από την έκβαση της διαπραγμάτευσης για το χρέος. Είναι κάτι τέτοιο εφικτό;
Ο μοναδικός τρόπος που ο γράφων μπορεί να φανταστεί είναι η σχεδίαση του συστήματος Υγείας «από την πλευρά των αρρώστων». Με ενίσχυση της καθαρά δημόσιας Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, που είναι και παραμένει ο πλέον αποδοτικός υγειονομικά και οικονομικά τρόπος για την κάλυψη των αναγκών ενός πληθυσμού. Αυτό γίνεται με πλήρη στελέχωση κατ’ αρχήν των δημόσιων δομών και σταδιακή αναλογική μείωση, μέχρι κατάργησης, των συμβάσεων με ιδιώτες. Με τον τρόπο αυτό, ακόμα και με τις ίδιες δαπάνες, μπορεί να δομηθεί ένα σύστημα με σημαντικά μεγαλύτερη δυναμικότητα και συνάμα μια καλή βάση για πραγματική δημόσια πρωτοβάθμια. Με δεδομένη την προφανή στενότητα πόρων λόγω οικονομικής και ασφαλιστικής κρίσης, είναι η μοναδική λύση τεχνικοοικονομικά. Το ιδεολόγημα περί μη αποδοτικού δημόσιου τομέα, εδώ καταρρίπτεται θριαμβευτικά…
Πέρα από την τεχνικοοικονομική πλευρά, η λύση αυτή έχει τα δικά της -πραγματικά- δευτερογενή οφέλη. Κατ’ αρχήν αποκαθίσταται ο ρόλος «λειτουργού» του γιατρού κι αυτό δεν είναι μικρό πράγμα. Η Ιατρική μπορεί να ασκηθεί πέρα από οποιαδήποτε «πελατειακό» συμβιβασμό κι αυτό δεν είναι επίσης μικρό πράγμα. Οικοδομώντας καθαρές δημόσιες δομές Πρωτοβάθμιας Υγείας σε επίπεδο γειτονιάς που εξυπηρετούν τον κόσμο (που συμμετέχει και στη διοίκησή τους) δημιουργούνται προϋποθέσεις στήριξης και υπεράσπισης των δομών αυτών από τον ίδιο τον κόσμο, χτίζεται δηλαδή μια προϋπόθεση συγκρότησης της κοινωνίας, κι αυτό δεν είναι καθόλου μικρό πράγμα.
* Ο Μάκης Μαντάς είναι νευρολόγος στο ΠΕΔΥ και περιφερειακός σύμβουλος Αττικής