Του Λευτέρη Τηλιγάδα
Αν και πρόκειται για ένα νομό κατ’ εξοχήν αγροτοκτηνοτροφικό, με σημαντικές εκτάσεις χαρακτηρισμένες ως «γη υψηλής παραγωγικής αξίας», ωστόσο ο πρωτογενής τομέας συρρικνώνεται συστηματικά, παραχωρώντας τη θέση του σε (πολλά υποσχόμενα, αλλά για λίγους) επενδυτικά σχέδια στην ενέργεια
Υπάρχουν αρκετοί που υποστηρίζουν πως υπάρχουν μόνο τρεις τρόποι να αναφερθείς σε ένα ποτήρι το οποίο περιέχει νερό ώς τη μέση. Ο πρώτος -ο μηδενιστικός- κάνει λόγο για «μισοάδειο», ο δεύτερος -ο ελπιδοφόρος- υποστηρίζει το «μισογεμάτο» και ο τρίτος -ο ρεαλιστικός- αρκείται μόνο στη φράση «έχουμε μισό ποτήρι νερό».
Αν, λοιπόν, χρησιμοποιώντας το λογοτεχνικό σχήμα της μεταφοράς ταυτίσουμε το ποτήρι με την Αιτωλοακαρνανία και το νερό με την ανάπτυξη, τότε το μόνο που μπορούμε να υποστηρίξουμε, είναι ότι το νερό που κάποτε υπήρχε μέσα του τώρα έχει εξατμιστεί. Κι αυτό μπορεί να το διακρίνει κανείς μόνο από τα ιζήματα που έχει αφήσει αυτή η εξάτμιση στα τοιχώματα του ποτηριού. Και όλα αυτά σε ένα νομό που το μόνο το οποίο διαθέτει είναι νερό. Τόσο πολύ νερό που, όπως λένε κάποιοι, «χύνεται τζάμπα στο Ιόνιο» και καλό θα ήταν, σύμφωνα με την επιχειρηματολογία που αναπτύσσουν, να το εκτρέψουμε προς τη Θεσσαλία για να «χύνεται τζάμπα στο Αιγαίο».
Αν και υπερβολή αναδεικνύει με το δικό της τρόπο την ουσία των πραγμάτων. Εντούτοις η Αιτωλοακαρνανία είναι ένας νομός κατ’ εξοχήν αγροτοκτηνοτροφικός, με σημαντικές εκτάσεις χαρακτηρισμένες ως «γη υψηλής παραγωγικής αξίας».
Χέρσα γη
Γη η οποία ή χάσκει στην πλειοψηφία της χέρσα ή όπου υπάρχουν καλλιέργειες υπάρχουν για να συντηρούν τους όρους και τις προϋποθέσεις των δικαιωμάτων και των επιδοτήσεων της νέας ΚΑΠ. Να συντηρούν δηλαδή και να επαυξάνουν τη φτώχεια χωρίς κανέναν αγροτικό αναπτυξιακό σχεδιασμό, χωρίς καμιά υποστηρικτική δράση.
Είναι κοινή πεποίθηση πια όλων ότι οι κυβερνήσεις που πέρασαν τα τελευταία 30 χρόνια έχουν παραδώσει την αγροτική πολιτική της χώρας και τους Έλληνες αγρότες στις «αγοραίες» διαθέσεις των Βρυξελλών, οι οποίες έχουν οδηγήσει τον αγροτικό κόσμο σε πλήρη συρρίκνωση.
Από εξαγωγείς αγροτικών προϊόντων που ήμασταν πριν από την ένταξη, σήμερα φτάσαμε στο σημείο μόνο να εισάγουμε. Το αγροτικό εμπορικό ισοζύγιο από πλεονασματικό, έφτασε σε απελπιστικό έλλειμμα. Από τα 105 εκ. δολάρια πλεόνασμα το 1975, φτάσαμε το 1996 στα 546 εκατομμύρια δολάρια έλλειμμα, το οποίο ώς το 2008 εκτινάχθηκε περίπου στα 3 δις ευρώ για εισαγόμενα διατροφικά προϊόντα, σύμφωνα με δηλώσεις του κ. Τζανέτου Καραμίχα (προέδρου της ΠΑΣΕΓΕΣ) στο «Βήμα της Κυριακής», στις 6 Σεπτεμβρίου 2009. Όλα αυτά, είναι ευνόητο να έχουν σημαδέψει και τον αγροτικό κόσμο του νομού.
Απούλητη και κακοπληρωμένη η παραγωγή
Ένας αγροτικός κόσμος που για ν α επιβιώσει αναγκάζεται να πουλά σε εξευτελιστικές τιμές, έχει απλήρωτη ή και απούλητη, όπως καταγγέλλει η τοπική Ομοσπονδία Αγροτικών Συλλόγων, την περσινή παραγωγή των βρώσιμων ελιών και του λαδιού. Με μειωμένες ακόμα περισσότερο τις φετινές τιμές, με το κόστος παραγωγής, όπου αυτή υπάρχει, να μεγαλώνει μέρα με την ημέρα, με τις βασικές καλλιέργειες όπως τεύτλα, βαμβάκι, σταφίδα, καπνός κ.ά. να έχουν αποδεκατιστεί και με τους καπνοπαραγωγούς να μην μπορούν να κάνουν πλέον τίποτα, ούτε καν με τη μεταφορά του 50% των επιδοτήσεων στο δεύτερο πυλώνα, με τη ζωή στην ύπαιθρο χώρα να γίνεται όλο και πιο απογοητευτική και δύσκολη. Και με τεράστιο αντίκτυπο όλων αυτών στα αστικά κέντρα του νομού, τα οποία χρόνια τώρα μεγάλωσαν στηριζόμενα στην αγροτική παραγωγή της ενδοχώρας τους.
Οι τιμές των δημητριακών και του αραβόσιτου έχουν κατρακυλήσει σε εξευτελιστικά επίπεδα με τον αραβόσιτο να έχει φτάσει στα 12-14 λεπτά το κιλό (τιμή συγκέντρωσης), με τα χυμοποιήσιμα πορτοκάλια να κινδυνεύουν τη φετινή χρονιά -πρώτη χρονιά εφαρμογής του νέου κανονισμού της πλήρους αποσύνδεσης της επιδότησης από την παραγωγή- να μείνουν στα δέντρα και με τις επιδοτήσεις των αγροτικών προϊόντων να αποδεκατίζονται χρόνο με το χρόνο από τον πληθωρισμό.
Σ’ όλα αυτά, αν προσθέσουμε ένα αρδευτικό δίκτυο το οποίο ήδη μετράει πάνω από πέντε δεκαετίες ζωής, χωρίς ούτε καν μια υποτυπώδη συντήρηση, με μεγάλη σπατάλη και απώλεια νερού, με την πλειοψηφία των ΤΟΕΒ να οφείλουν υπέρογκα ποσά κυρίως προς το ΙΚΑ, με υπερβολικές καταναλώσεις ηλεκτρικού ρεύματος λόγω της παλαιότητας των αντλιοστασίων και ένα σωρό άλλα διαρθρωτικά προβλήματα, μπορεί εύκολα κανείς να συνειδητοποιήσει την οδυνηρή πραγματικότητα.
Κτηνοτροφία σε ύφεση
Εκτός, όμως, από τους γεωργούς και οι κτηνοτρόφοι βρίσκονται αντιμέτωποι με τα οργανωμένα συμφέροντα της εμπορίας γάλακτος, τα οποία μειώνουν εκβιαστικά τις τιμές, επιμηκύνοντας μάλιστα απελπιστικά το χρόνο αποπληρωμής. Ταυτόχρονα, οι τιμές στο κρέας είναι καθηλωμένες στα ίδια επίπεδα την τελευταία δεκαετία, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αξιοποιηθεί η δυναμική μιας κτηνοτροφίας η οποία σήμερα διαθέτει το μεγαλύτερο ζωικό κεφάλαιο της χώρας στην εκτροφή αιγοπροβάτων.
Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους: Ο νομός Αιτωλοακαρνανίας διαθέτει περίπου το 10% του ζωικού κεφαλαίου όλης της χώρας σε αιγοπρόβατα.
Πράσινη ενέργεια αντί ανάπτυξης
Στον αντίποδα της συρρίκνωσης της πρωτογενούς παραγωγής, αυτό που σήμερα προωθείται με εξωφρενικούς ρυθμούς είναι η ανάπτυξη σ’ όλη την έκταση του νομού των μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Το εξαιρετικά υψηλό υδατικό δυναμικό του νομού (Αχελώος, Εύηνος, μεγάλος αριθμός ρεμάτων) αλλά και η ένταξη τριών ορεινών περιοχών (δήμος Πλατάνου, δήμος Αποδοτίας και δήμος Θέρμου) στη Δεύτερη Περιοχή Αιολικής Προτεραιότητας της χώρας με το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού της Αειφόρου Ανάπτυξης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας -θεσπίστηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση με ελλιπή δημόσια διαβούλευση και με πλήθος κινήματα πολιτών απέναντι- άνοιξε την όρεξη σε πληθώρα θυγατρικών μεγάλων πολυεθνικών παραγωγής ενέργειας.
Οι τελευταίες, που δραστηριοποιούνται σήμερα στα Βαλκάνια, έχουν στόχο να καταστήσουν την Αιτωλοακαρνανία ένα el dorado «πράσινης» παραγωγής ενέργειας.
Η ανάπτυξη λοιπόν των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην περιοχή από τις πολυεθνικές, στοχεύει στις επιδοτήσεις σ’ αυτόν τον τομέα και, τελικά, στην πλήρη ιδιωτικοποίηση της ενέργειας.
Ήδη και στην Αιτωλοακαρνανία ένα μεγάλο κομμάτι των ιδιοκτητών αγροτικής γης έχουν υπογράψει συμφωνίες για τη μετατροπή των καλλιεργήσιμων εκτάσεων που διαθέτουν σε γήπεδα φωτοβολταϊκών, των ποταμών, των ρεμάτων και των χειμάρρων σε βρύσες και των βουνοκορφών σε πάρκα με ανεμογεννήτριες, χωρίς να υπολογίζουν τις τεράστιες επιπτώσεις όλων αυτών στο φυσικό και ανθρώπινο περιβάλλον του νομού.
Με μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων που εγκρίνονται στο άψε-σβήσε, με μια σωρεία παρατηρήσεων από τις κατά τόπους διευθύνσεις περιβάλλοντος που κανείς δεν ελέγχει, με χρηματικές πριμοδοτήσεις των εταιριών αυτών στους φορείς που συνεργάζονται μαζί τους και με ένα σωρό παρανομίες και παρατυπίες (παράνομες αμμοληψίες, αγνόηση της επιθυμίας των τοπικών κοινωνιών), σιγά-σιγά και συνειδητά μετατρέπουν το νομό σε ένα πάρκο ανανεώσιμων πηγών ενέργειας από το οποίο κανείς δεν κερδίζει τίποτα. Ούτε η χώρα περισσότερη καθαρή ενέργεια ούτε οι τοπικές κοινωνίες μεγαλύτερη ανάπτυξη.