Σε χαλαρό κλίμα και ευχάριστη ατμόσφαιρα, πολιτικοί αρχηγοί, βουλευτές, θεσμικοί και επιχειρηματικοί παράγοντες, γιόρτασαν μαζί στον κήπο του προεδρικού μεγάρου την αποκατάσταση της δημοκρατίας που έλαβε χώρα 43 χρόνια πριν.
Οι εορτασμοί αυτοί από μόνοι τους τείνουν να περιγελούν κάθε απόπειρα σοβαρής αξιολόγησης των ιστορικών γεγονότων, συσκοτίζοντας το περιεχόμενο, το υποκείμενο και τα επίδικα αυτής της σημαντικής στιγμής στην πορεία των νεοελληνικών εξελίξεων.
Σημαντική στιγμή καταρχήν, γιατί καταγράφει το πέρασμα από μια στρατιωτική χούντα σε μια μορφή αστικής, κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, διαφορετικής από τις καθεστωτικές μορφές που είχε ώς τότε γνωρίσει η χώρα. Μια «στιγμή», λοιπόν, μετάβασης σε μια εποχή που θα κρατούσε 36 ολόκληρα χρόνια, μέχρι το 2010 οπότε και η χώρα θα περνούσε σε μια νέα καθεστωτική φάση.
Θα λέγαμε ότι οι περισσότεροι που εξετάζουν την πρόσφατη ιστορία αυτών των χρόνων, την αποσυνδέουν από τους διεθνείς όρους. Τόσο η γέννηση όσο και η εξέλιξη της μεταπολίτευσης είναι στενά δεμένη με διεθνείς εξελίξεις και διεργασίες, ανταγωνισμούς και συμβιβασμούς. Μεσανατολικό, Τουρκία, Βαλκάνια, Κυπριακό, ψυχροπολεμικές συγκρούσεις και αμερικανοευρωπαϊκός ανταγωνισμός, μεταναστευτικά ρεύματα, είναι απλώς κάποιες λέξεις κλειδιά.
Η ίδια η λύση του 1974 δεν ήταν δεδομένη, αλλά καθορίστηκε από συσχετισμούς και συμβιβασμούς σε όλα τα μέτωπα. Καθορίστηκε, όμως, και από κάτι ακόμα: από τη δυναμική του λαϊκού παράγοντα και του ριζοσπαστισμού που επέβαλαν επίσης κάποιους όρους. Αυτά τα στοιχεία, μαζί με την Κυπριακή τραγωδία απέτρεψαν μια λύση πολύ πιο μακρόσυρτη και ακόμα πιο «άτολμη» που δοκιμάστηκε σε άλλες περιπτώσεις (π.χ. Χιλή).
Κάτι που επίσης συχνά ξεχνιέται, είναι ότι η Μεταπολίτευση ήρθε τη στιγμή που μόλις είχε ξεκινήσει (1973) η παγκόσμια οικονομική κρίση. Το μεταπολιτευτικό κράτος επωφελήθηκε αρχικά από ορισμένα συγκριτικά του πλεονεκτήματα, στη συνέχεια όμως η χώρα πλήρωσε ακριβά το μάρμαρο με την υπερχρέωση, τη γεωπολιτική υποβάθμιση και τελικά τη μετατροπή σε πειραματόζωο των νεοφιλελεύθερων, νεοαποικιακών πειραμάτων του χρηματιστικού καπιταλισμού.
Η «ευρωποποίηση» της χώρας με συγκεκριμένους όρους, προχώρησε από την πρώτη στιγμή της διακυβέρνησης του Κ. Καραμανλή. Δεν ήταν μια «αντικειμενική» ή «προοδευτική» διαδικασία, αλλά συνδυάστηκε με συγκεκριμένες πολιτικές διαχείρισης της κρίσης και, από ένα σημείο και μετά, με προσφυγή στη διαρκή «λιτότητα», την επέκταση του δανεισμού και την επικράτηση ενός μοντέλου επιφανειακής ευμάρειας, αλλά και με ανακατατάξεις στο πολιτικό σκηνικό.
Μια άλλη πλευρά που συχνά συσκοτίζεται είναι η ανάπτυξη ενός λαϊκού ριζοσπαστισμού στην ελληνική κοινωνία, αλλά και η προσπάθεια τιθάσευσής του σε καθορισμένες στιγμές. Αυτός, εκτός από το ίδιο το «1974» που ήδη αναφέραμε, έδωσε αρκετές φορές τον τόνο. Το 1974 – 1977, το 1981, το 1991-93, το 1999, το 2010-2012 είναι κάποια ορόσημα με ιδιαίτερη σημασία.
Στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο, το βασικό σχήμα που υιοθετήθηκε για την διαχείριση της λαϊκής δυσαρέσκειας και των πολιτικών κρίσεων, ήταν ο δικομματισμός. Αυτός καταποντίστηκε από τον λαϊκό παράγοντα στα χρόνια 2010-2012 (για να ανασυσταθεί στη συνέχεια με ιδιότυπο τρόπο, σαν καρικατούρα και χωρίς ιδιαίτερα καύσιμα), λειτούργησε όμως αποτελεσματικά όλη την περίοδο 1974-2010.
Είχαμε όμως ιδιαίτερες φάσεις με ειδικά χαρακτηριστικά, και κοινωνικά συμβόλαια που αντικατόπτριζαν διαφορετικά μπλοκ εξουσίας και σχέσεων με παραδοσιακά και νέα στρώματα (Καραμανλής 1974-80, «Αλλαγή» Παπανδρέου, «εκσυγχρονισμός» Σημίτη κ.λπ.). Αλλά και έντονα επεισόδια πολιτική κρίσης, όπως και πειραματικών διαχειρίσεων. Για παράδειγμα, συγκατοίκηση Καραμανλή – Παπανδρέου, ρήξη 1985 και εκλογή Σαρτζετάκη, 1989 κ.λπ.
Η Αριστερά -τουλάχιστον οι «επίσημες» εκδοχές της- θα παίξει σε όλη την περίοδο της μεταπολίτευσης ρόλο συμπληρωματικό, αλλά και στήριξης γενικά του συστήματος μέσα από την συμμετοχή στα «κοινωνικά συμβόλαια». Ενδεικτικά, στήριξη της λύσης Καραμανλή, ουρά του ΠΑΣΟΚ, έλλειψη κάθε σχεδίου και πρότασης στη συνέχεια.
Τα συνθήματα για «Τέλος της Μεταπολίτευσης» έχουν μακρά ιστορία και ακούγονταν συχνά ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Τελικά, το «τέλος» δεν ήρθε (δεν θα ερχόταν έτσι) από κάποιον χαρισματικό πολιτικό που θα έθετε ολότελα νέους όρους στο παιχνίδι, αλλά μέσα από καταιγιστικές εξελίξεις που έφερε και πάλι ο συνδυασμός εσωτερικών και διεθνών εξελίξεων.
Έτσι, η περίοδος της Μεταπολίτευσης κλείνει το 2010 γιατί τότε ανατινάσσονται μια σειρά πολιτικές και οικονομικές σταθερές που, έστω και με αναταράξεις και μεταβολές, ίσχυαν έως τότε. Με την είσοδο στο μνημονιακό καθεστώς, έχουμε μια σειρά ποιοτικές μεταβολές: Στο είδος της δημοκρατίας (καθεστώς έκτακτης ανάγκης, ειδικοί τρόποι νομοθέτησης κ.λπ.), στη σχέση εξάρτησης από τον ξένο παράγοντα (τρόικα, επιτροπεία, Χίλτον), στο πολιτικό σύστημα (κατάρρευση παλιού δικομματισμού, καταποντισμός ΠΑΣΟΚ), σε κοινωνικές συμφωνίες και «συμβόλαια» (καταστροφή μεσοστρωμάτων, χτύπημα δημοσίων υπαλλήλων κ.λπ.).
Για τα θέματα της μεταπολίτευσης, φυσικά έχουν γραφτεί τόμοι ολόκληροι, έχουν γίνει πλήθος από μελέτες, αναλύσεις και συνέδρια. Ούτε σκέψη λοιπόν ότι με το παρόν αφιέρωμα, ο Δρόμος καλύπτει κάποιο μέρος της σχετικής θεματολογίας. Πολυσέλιδα αφιερώματα θα μπορούσαν να γίνουν για κάθε ένα από δεκάδες θέματα χωριστά (Μεταπολίτευση και κοινωνικά κινήματα, πολιτισμός, κόμματα, κοινωνική διαστρωμάτωση ή διαφοροποίηση κ.λπ.). Έτσι, στις σελίδες που ακολουθούν, μπορείτε να διαβάσετε ορισμένες μόνο γενικές εκτιμήσεις και απόψεις για θέματα που κρίναμε ότι έχουν ενδιαφέρον.
Πιο συγκεκριμένα, θα βρείτε μια πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη του Γιάννη Μαυρή για την πολιτική κληρονομιά της Μεταπολίτευσης, ένα άρθρο του Ρούντι Ρινάλντι για τον ρόλο της Αριστεράς, μια συνέντευξη του αείμνηστου Σάκη Καράγιωργα για τον χαρακτήρα του ΠΑΣΟΚ που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και δυο σημειώματα από παλιότερα κείμενα των εκδόσεων Α/συνεχεια (για το πώς φτάσαμε στο 1974 και για το φαινόμενο ΠΑΣΟΚ). Θεωρούμε αυτονόητο ότι θα επανέλθουμε σε πλευρές του θέματος.