Η 28η Οκτωβρίου 1940 μπορεί να χαρακτηριστεί, χωρίς καμία υπερβολή, ως μια από τις σημαντικότερες μέρες της ιστορίας του ελληνικού λαού. Μια μέρα ξεχωριστή γιατί εκφράζει, συμπυκνώνει και ενεργοποιεί μια παλλαϊκή-πανεθνική διάθεση και πνεύμα που σφραγίζονται από υπέρβαση, μέθεξη, πνευματική κατάσταση αντίστασης και ελευθερίας που σπάνια εκφράζονται στη ζωή ενός λαού. Όλες οι διηγήσεις για εκείνη την μέρα αλλά και τις αμέσως επόμενες, μαρτυρούν ένα μεγαλείο και μια στάση του λαού που είναι ασύλληπτο να διανοηθεί ή να φανταστεί κανείς αν δεν τις ζήσει ο ίδιος. Το μεγαλείο ενός λαού, τα αποθέματα ψυχής και απλοχεριάς που υπερτερούν στα λογικά και ρεαλιστικά συναισθήματα που προκαλεί η κήρυξη ενός πολέμου και μάλιστα με εχθρούς πανίσχυρους και αδίστακτους.

Αίφνης αλλάζουν όλα με τον ερχομό της 28ης Οκτωβρίου. Η ανάταση ενός λαού εκφράζεται με χαμόγελο και τραγούδι και αποφασιστικότητα να πολεμήσει ενάντια στον εισβολέα. Πώς να ερμηνευτεί αυτή η ιδιαίτερη πνευματική και ψυχική διάθεση ολόκληρου του λαού;

Κατ’ αρχάς ο πόλεμος ήταν αναμενόμενος. Δεν ξαφνιάστηκε κανείς. Πριν ένα χρόνο είχε αρχίσει. Ιδιαίτερα μετά τον Δεκαπενταύγουστο του 1940 με τον τορπιλισμό της Έλλης στην Τήνο, ήταν φανερό ότι οι φλόγες του πολέμου θα έζωναν την χώρα αργά ή γρήγορα.

Δεύτερο, ο λαός είχε ζήσει μια σκληρή δικτατορία που είχε ματαιώσει βάναυσα την πολιτική ζωή στην χώρα –επιβάλλοντας φασιστικά πρότυπα και ιδεώδη– καταργώντας κόμματα, κοινοβούλιο και δικαιώματα. Αυτό ήταν ένα γεγονός που έρχονταν σε αντίθεση με την μεγάλη παράδοση δημοκρατισμού-βενιζελισμού και που είχε καταπιεστεί μέσα στις συνθήκες του καθεστώτος του Μεταξά – ενώ παράλληλα είχαμε και την διάλυση του συνδικαλιστικού και εργατικού κινήματος. Ακόμα την στιγμή εκείνη δεν μπορούσε να επικαλεστεί κανείς πως υπήρχε ο «κομμουνιστικός δάκτυλος», αφού η δικτατορία του Μεταξά του είχε καταφέρει σκληρά κτυπήματα. Οι κομμουνιστές βρίσκονταν στις φυλακές και τις εξορίες, σε σύγχυση από την ασφάλεια και τις διωκτικές αρχές, αλλά και από την πολιτική που εφάρμοζε την περίοδο εκείνη η Κομμουνιστική Διεθνής. Δηλαδή πολιτικά η κήρυξη του πολέμου από μια δύναμη του Άξονα, με μια έννοια απελευθέρωνε το λαϊκό, αντιστασιακό και δημοκρατικό αίσθημα του λαού, που μπορούσε πλέον να εκφραστεί.

Κοινωνικά μεγάλα τμήματα του λαού βρίσκονταν στην φτώχεια και την ανέχεια, πάλευαν να επιβιώσουν, η Μικρασιατική Καταστροφή ήταν πολύ κοντά χρονικά (μόλις 2 δεκαετίες), ενώ η ηχώ από τους εργατικούς και συνδικαλιστικούς αγώνες μέχρι το 1936 ήταν ακόμα αρκετά ισχυρή. Το προσφυγικό στοιχείο στις λαϊκές γειτονιές που σχημάτισε, θα παίξει σημαντικό ρόλο στα χρόνια που ‘ρχονταν.

Επιπλέον, οι δεκαετίες του ‘30 και του ‘40 χαρακτηρίζονται από ισχυρές εντάξεις συλλογικών ταυτοτήτων, τόσο της πατρίδας, όσο και της τάξης όπως και από μια γενική πολιτικοποίηση, γεγονός που επιτρέπει στους ανθρώπους να αναλάβουν τον αγώνα ως δικό τους αγώνα, ως αγώνα νοήματος για την ατομική και τη συλλογική ύπαρξή τους.

Έτσι όταν λέγεται ότι «το “όχι” το είπε ο λαός», πρόκειται για μια κυριολεκτική φράση γιατί το κύριο βάρος του αγώνα, και ενάντια στον Ιταλό εισβολέα στους μήνες που κράτησε ο πόλεμος (Αλβανικό έπος) και στον Γερμανό κατακτητή στην συνέχεια, στηρίχθηκε στην παρακαταθήκη που εκδηλώθηκε με τον παλλαϊκό συναγερμό που σήμανε στις 28 Οκτώβρη του 1940.

Η αγνόηση του λαϊκού ριζοσπαστισμού και των βαθιών πόθων του για ελευθερία, ανεξαρτησία, δημοκρατία, η αγνόηση της σύνδεσης που έχουν τα εθνικά ζητήματα με τα κοινωνικά, η επίθεση ενάντια στα πατριωτικά αισθήματα του λαού όποτε αυτά εκφράζονται –ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες– οδηγούν στο ιστορικό περιθώριο

Ορισμένοι ανιστόρητοι –μεταξύ των οποίων και ορισμένοι ιστορικοί σήμερα– θεωρούν ότι είναι υπερβολική και παράξενη υπόθεση ο γιορτασμός της απαρχής ενός πολέμου κι όχι το τέλος του όπως π.χ. η απελευθέρωση από τους Γερμανούς. Άλλοι τυφλωμένοι από την απέχθεια προς τις παρελάσεις και τον «εθνικισμό» θεωρούν κάκιστο να αποδίδονται τιμές στο «όχι» γιατί ανατροφοδοτείται ο εθνικισμός και ο μιλιταρισμός. Ξεχνούν, ότι η καθιέρωση και ο εορτασμός ως εθνικής επετείου της 28ης Οκτώβρη και του «όχι» επιβλήθηκε όχι άνωθεν αλλά μέσα από τον αγώνα του ίδιου του λαού.

Και την παρουσία του βέβαια, στις 28 Οκτώβρη του 1941, του 1942, του 1943 αλλά και του 1944 οπότε και αποφασίζεται να γιορτάζεται ως εθνική επέτειος ισοδύναμη με αυτή της 25ης Μαρτίου.

Η λαϊκή ανάταση, η μέθεξη ενός λαού που επιλέγει την αντίσταση και την υπεράσπιση της πατρίδας απέναντι σε έναν εισβολέα, είναι ένα μεγάλο μάθημα. Ένα «ανώνυμο θαύμα» του λαού απέναντι σε «κόσμο χαλασμένο» της άρχουσας τάξης, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Γιώργος Σεφέρης: «Ο λαός έκανε μόνος του αυτό που έκανε – μόνος του. Οι έξι μήνες του πολέμου ήταν δυο πράγματα ξεχωριστά. Από το ένα μέρος ένα άνθισμα, μια ανώνυμη ανάσταση (άνω τελεία) και από το άλλο μέρος ο καρκίνος της “Μπρετάνιας”» (εννοεί το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία», όπου συγκεντρώνονταν οι κυβερνητικοί και οι διπλωμάτες).

Στο μικρό αφιέρωμα που ακολουθεί παραθέτουμε ορισμένα κείμενα χαρακτηριστικά που γράφτηκαν σε εκείνες τις συνθήκες. Πρόκειται για δύο κείμενα από τον Ριζοσπάστη της 28 Οκτωβρίου 1945, το ένα υπογραμμένο από τον Κώστα Καραγιώργη και το άλλο από τον Γιάννη Κορδάτο. Επίσης ορισμένα αποσπάσματα από τα ημερολόγια του Γιώργου Θεοτοκά και του Γιώργου Σεφέρη. Τέλος παραθέτουμε ένα κείμενο του Τάκη Κατσιμάρδου που γράφτηκε στις 28/10/2016, όπου αιτιολογείται το γιατί γιορτάζουμε την έναρξη του πολέμου και όχι την απελευθέρωση.

Όλο αυτό το υλικό δίνει μια απάντηση και στην νέα γραμμή του ΚΚΕ που θέλει να «κριτικάρει» τάχα από τα αριστερά την γραμμή του ΕΑΜικού κινήματος σαν στερούμενου ταξικά προσανατολισμένης στρατηγικής. Για παράδειγμα ο Ριζοσπάστης της 28ης Οκτώβρη 2015, σε σχέση με τον εορτασμό της ομώνυμης επετείου αναφέρει τα ακόλουθα: «Την 28η Οκτώβρη η αστική τάξη την καθιέρωσε ως “εθνική γιορτή”. Και την προβάλλει ως τέτοια, αφού αποτελεί για την ίδια μοχλό στην επιδίωξή της να καλλιεργεί το ιδεολόγημα της “εθνικής ενότητας”, προκειμένου να υποτάσσει την εργατική τάξη, τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα στην πολιτική του κεφαλαίου, δηλαδή στην πολιτική της ολοένα και πιο βαθιάς εκμετάλλευσης και σφαγής της ζωής τους.

Πρέπει να γίνεται καθαρό στο λαό πως εθνική ενότητα σε μια ταξική κοινωνία δεν μπορεί να υπάρξει ούτε σε καιρό ειρήνης, ούτε στον πόλεμο. Αυτό απέδειξε όλη η ιστορική περίοδος 1940-1944, που χαρακτηρίζεται από την εισβολή αρχικά της Ιταλίας που ανήκε στον ιμπεριαλιστικό συνασπισμό του φασιστικού – ναζιστικού άξονα με τη Γερμανία».

Η «ανώνυμη ανάσταση», το «ανώνυμο θαύμα» που περιγράφει ο Σεφέρης μοιάζει να είναι πιο κοντά σε αυτό που συνέβη εκείνη την ημέρα και τους μήνες που ακολούθησαν. Ο αστικός κόσμος, «κόσμος χαλασμένος» κατά τον ποιητή ετοιμάζονταν να φύγει μακριά ή να συνθηκολογήσει. Η ηγεσία του ΚΚΕ σε μεγάλη δυσκολία και σε ταλάντευση, διασώθηκε από το γράμμα του Ζαχαριάδη, που προσανατόλισε σωστά αλλά ειδώθηκε και σαν πλαστό από τμήμα της ηγεσίας και θα βάραινε τον ίδιο για πολλά χρόνια όταν άρχισε το κυνηγητό του από το ΚΚΣΕ και το ΚΚΕ. Το γράμμα αυτό γράφτηκε στις 30 Οκτώβρη και σε πολιτικό επίπεδο έκφραζε αυτό που αυθόρμητα και ενστικτωδώς έλεγε και ήδη πραγματοποιούσε ο λαός. Αυτό το «συμβόλαιο» με το λαό θα επιτρέψει να συμβάλλει το ΚΚΕ στο μεγαλείο του ΕΑΜικού κινήματος που σφραγίζει όλη την μετέπειτα ζωή του τόπου για πολλές δεκαετίες.

Η αγνόηση του λαϊκού ριζοσπαστισμού και των βαθιών πόθων του για ελευθερία, ανεξαρτησία, δημοκρατία, η αγνόηση της σύνδεσης που έχουν τα εθνικά ζητήματα με τα κοινωνικά, η επίθεση ενάντια στα πατριωτικά αισθήματα του λαού όποτε αυτά εκφράζονται –ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες– οδηγούν στο ιστορικό περιθώριο. Γι’ αυτό είναι καλό να διδασκόμαστε από την ιστορία του τόπου και του λαού του.

Το φασιστικό τελεσίγραφο και το «Όχι» του Μεταξά

Το «Όχι!» του ελληνικού λαού

Κηφισιά, 28 Οκτωβρίου 1940

Από το ημερολόγιο του Γιώργου Σεφέρη

Γιατί γιορτάζουμε την έναρξη του πολέμου και όχι την απελευθέρωση;

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!