Ήδη από τις μεγαλειώδεις συγκεντρώσεις της 26ης Ιανουαρίου, ο ελληνικός λαός έδειξε πως είναι αποφασισμένος να υπερασπιστεί το αίτημα των συγγενών των θυμάτων των Τεμπών για δικαιοσύνη και δικαίωση των νεκρών, κόντρα στη μαφιόζικη επιχείρηση συγκάλυψης. Η απαίτηση για «Οξυγόνο» εξέφρασε με τον καλύτερο τρόπο το κοινό αίσθημα της κοινωνίας, που συνειδητοποιεί μαζικά πως, όσο συνεχίζουμε με τη λογική «πάμε και όπου βγει», όσο διαιωνίζεται το καθεστώς ατιμωρησίας και ασυλίας των ισχυρών, η χώρα θα μετρά νεκρούς και εθνικές τραγωδίες.
Στις 28 Φεβρουαρίου, 2 χρόνια από το συστημικό έγκλημα των Τεμπών, η κοινωνική αυτή διαθεσιμότητα, συναντιέται με μια απεργιακή κινητοποίηση. Δεν είμαστε μπροστά σε μια απεργία σαν τις άλλες, όπου ενώνονται κλαδικά ή άλλα αιτήματα προς την κυβέρνηση. Έχουμε μπροστά μας μια συνθήκη, όπου ένα απεργιακό κάλεσμα, μαζί με άλλες μορφές κοινωνικής κινητοποίησης, αυθόρμητες ή οργανωμένες, γίνεται το όχημα για να ακουστεί η φωνή σύσσωμου του ελληνικού λαού.
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, οι προγραμματισμένες συγκεντρώσεις ξεπερνούν τις 200, σχεδόν σε κάθε μικρή και μεγάλη πόλη της χώρας, αλλά και σε δεκάδες πόλεις στο εξωτερικό, ενώ τα καλέσματα από συλλόγους και φορείς, αλλά και από πρωτοβουλίες πολιτών που συντονίζονται μέσα από τη διαδικτυακή ομάδα του συλλόγου συγγενών θυμάτων Τεμπών, συνεχώς και αυξάνονται. Μαζί αυξάνονται και οι αποφάσεις εμπορικών συλλόγων και μικρών επιχειρήσεων, που δηλώνουν ότι θα παραμείνουν κλειστές στις 28 Φεβρουαρίου, διευκολύνοντας τη συμμετοχή στις κινητοποιήσεις.
Η κυβερνητική τακτική, διαρκώς μεταβαλλόμενη, από το σιωπητήριο προ της 26ης Ιανουαρίου στη δήθεν κατανόηση της πρωθυπουργικής συνέντευξης στον Σρόιτερ, και από την «εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη» στις αγωνιώδης κραυγές περί «ζούγκλας» και «εκτροπής», και τις χυδαίες επιθέσεις προς την κα Καρυστιανού, φαίνεται να γυρίζει τώρα μπούμερανγκ. Οι γεμάτες αλαζονεία εμφανίσεις κυβερνητικών στελεχών στη βουλή και τα ΜΜΕ, τα χυδαία σχόλια του στρατού των διαδικτυακών τρολ, αλλά και οι μεθοδεύσεις συγκάλυψης που συνεχίζονται (βλ. βίντεο Καπερνάρου κ.ά.), αυξάνουν δικαιολογημένα το αίσθημα θυμού στην κοινωνία, μεγαλώνοντας το χάσμα μεταξύ λαού και κυβερνώντων.
Η μαζική κινητοποίηση του λαού παράγει ήδη σημαντικά πολιτικά αποτελέσματα. Για αρχή, ο καθένας καταλαβαίνει ότι χωρίς τη μαζική αντίδραση της κοινωνίας, το σχέδιο συγκάλυψης θα είχε επιβληθεί ως «κανονικότητα», προς ικανοποίηση του ανεκδιήγητου υπουργού Α. Γεωργιάδη, που λίγους μήνες μετά το έγκλημα προέβλεπε ότι «σε λίγο καιρό κανείς δεν θα θυμάται τα Τέμπη». Χωρίς την ακούραστη προσπάθεια των συγγενών, με τη συμβολή των τεχνικών συμβούλων που τους υποστηρίζουν, και τη συμπαράσταση της κοινωνίας που αποτελεί ασπίδα (ηθικά και πρακτικά) απέναντι στις κυβερνητικές και άλλες συστημικές πιέσεις, δεν θα είχε γίνει εφικτή η αποκάλυψη τόσων στοιχείων που «μπαζώθηκαν» κατά την ανακριτική διαδικασία. Χωρίς τον ξεκάθαρο πολιτικό λόγο, φορέα μιας άλλης ηθικής (ξένης προς όλο το πολιτικό σύστημα) και την επιμονή στον ακηδεμόνευτο χαρακτήρα, που επιλέγουν οι συγγενείς, δεν θα είχε γίνει εφικτή η σημερινή απομόνωση του Μαξίμου. Τα παραπάνω έγιναν εφικτά παρά την αφλογιστία (στην καλύτερη περίπτωση) της αντιπολιτευτικής τακτικής των κομμάτων (πολλά από τα οποία φέρουν το στίγμα της συνενοχής για το ξεπούλημα και τη διάλυση του σιδηροδρόμου), κόντρα στις συνήθειες και τις διαδικασίες του πολλαπλά μπλοκαρισμένου πολιτικού σκηνικού (σε όλες του τις εκφράσεις), που έχει την τάση να διαστρέφει και να εξοντώνει την όποια κοινωνική βούληση και δυναμική (βλ. τη μεθόδευση ομαλής εκλογής Τασούλα στη θέση του ΠτΔ) προς όφελος της μικροπολιτικής και της επικοινωνίας (βλ. πρόσφατο άρπαγμα μεταξύ ΚΚΕ και Ζωής Κωνσταντοπούλου).
Μπροστά στην 28η Φεβρουαρίου
Είναι απαραίτητο:
- Να έχουν οι κινητοποιήσεις τη μέγιστη δυνατή συμμετοχή. Να στηριχθούν όσοι εργαζόμενοι απεργήσουν, να μεγαλώσει το κύμα των κλειστών καταστημάτων δίνοντας το στίγμα της πάνδημης συμμετοχής.
- Να προστατευθούν οι κινητοποιήσεις από κάθε προσπάθεια προβοκάτσιας ‒ με το κυβερνητικό αφήγημα περί αποσταθεροποίησης να αποτελεί προάγγελο τέτοιων σχεδιασμών.
- Να περιφρουρηθεί το περιεχόμενο της κινητοποίησης, το αίτημα για δικαιοσύνη και τιμωρία των υπεύθυνων για το έγκλημα των Τεμπών, καθώς είναι αυτό που ενώνει την κοινωνική πλειοψηφία.
- Να απαιτηθεί η υλικοτεχνική υποστήριξη από φορείς, για να ακουστεί η φωνή των συγκεντρώσεων όσο το δυνατόν πιο δυνατά.
- Να τεθεί ως αυτονόητη δημοκρατική υποχρέωση η αναμετάδοση των ομιλιών (τουλάχιστον της κεντρικής συγκέντρωσης στο Σύνταγμα) από τα ΜΜΕ, και ειδικά από τη δημόσια ΕΡΤ.
Κάθε συλλογικότητα, πολιτικό κόμμα ή πρωτοβουλία, θα κριθεί από το αν συμβάλλει στην ενδυνάμωση αυτής της κοινωνικής δυναμικής (με όποιον τρόπο μπορεί), ή αν με τη δράση του μπλοκάρει την έκφραση της. Έχοντας όλοι κατά νου, ότι αυτή η δυναμική ξεπερνά κατά πολύ τα όποια οργανωμένα σύνολα.
Να πέσει η κυβέρνηση – Να ξηλωθεί το σάπιο καθεστώς
«Αυτό το οποίο βλέπουμε να συμβαίνει με αφορμή την τραγωδία των Τεμπών πραγματικά ξεπερνά κάθε όριο. Κάθε όριο. Και επιτρέψτε μου να μιλήσω λίγο πιο προσωπικά και συναισθηματικά. Έχω ακούσει πάρα πολλά, ξέρετε, στην πολιτική μου διαδρομή. Τις εποχές των μνημονίων ακούγαμε ότι είμαστε “προδότες” και “Γερμανοτσολιάδες”. Έχουμε ακούσει ότι είμαστε “συμμορία παιδεραστών”, ότι είμαστε “λαθρέμποροι”. Τώρα μας είπαν μέχρι και “δολοφόνους”. Θέλω να το πω ξεκάθαρα, όπως το αισθάνομαι: αρκετά πια με αυτή την αθλιότητα».
Με τα παραπάνω λόγια του, ο κ. Μητσοτάκης, από το συνέδριο Thessaloniki Summit 2025, περιγράφει τη νέα γραμμή της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της εντεινόμενης κοινωνικής δυσαρέσκειας. Αντιστρέφοντας την πραγματικότητα, παρουσιάζει εαυτόν ως «θύμα» μιας οργανωμένης επίθεσης «απέναντι στην κυβερνητική σταθερότητα και τη χώρα». Γνωρίζει ότι η κυβέρνησή του έχει χάσει κάθε επαφή με την κοινωνική πλειοψηφία και τρομοκρατεί με τον κίνδυνο κυβερνητικής αστάθειας (σε μια μάλιστα ταραγμένη εποχή), κίνδυνο που προκαλεί η δική του εγκληματική πολιτική και αλαζονεία.
Και συνεχίζει απευθυνόμενος τόσο προς τους πολίτες, όσο κυρίως προς τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία καλεί να επιστρέψουν στην «κοινοβουλευτική κανονικότητα», αναρωτώμενος χαρακτηριστικά: «Ποια είναι η εναλλακτική πολιτική πρόταση η οποία υπάρχει στη χώρα σήμερα; Αν θέλουν να έρθουν στη Βουλή, να έρθουν να δοκιμάσουν να μας ρίξουν».
Μέχρι πριν λίγο καιρό, το σύστημα Μητσοτάκη παρουσίαζε τον εαυτό του ως φάρο σταθερότητας σε έναν κόσμο αστάθειας. Σήμερα η κυβέρνηση, και μαζί η κοινοβουλευτική τάξη, βρίσκονται μπροστά στον κίνδυνο μιας μεγάλης κατάρρευσης, χωρίς ενεργές εναλλακτικές ή βαλβίδες εκτόνωσης. Τη συνθήκη αυτή σπεύδουν να την περιγράψουν ως «ζούγκλα», αποκρύπτοντας πως σε ζούγκλα παραπέμπει η «κανονικότητα» που απαξιώνει τη ζωή, που συγκαλύπτει και τρομοκρατεί. Γίνεται όμως πλέον φανερό πως το ένστικτο αυτοσυντήρησης, ατομικό και συλλογικό/εθνικό, δεν μπορεί (όπως θα ήθελε ο κοινωνικός αυτοματισμός) να υπηρετηθεί από μια συσπείρωση γύρω από την παρούσα πολλαπλά χρεοκοπημένη ηγεσία. Αντιθέτως, η κατάρρευση αυτής, αποτελεί απαραίτητο όρο για οποιαδήποτε διέξοδο.
Η πτώση της κυβέρνησης, ή καλύτερα του καθεστώτος Μητσοτάκη, δεν είναι ανέφικτη (όπως ήθελε το αφήγημα του 41%). Δεν μπορεί να αποφευχθεί με την θυσία κάποιου αποδιοπομπαίου τράγου, καθώς είναι εμφανές ότι οι όποιες ευθύνες ξεκινούν από πολύ ψηλά. Η πτώση της κυβέρνησης, με την κατηγορία πως «έχει τα χέρια της βαμμένα με αίμα», θα αποτελέσει σημαντική τομή (βαθύτερη από αντίστοιχες κυβερνητικές κρίσεις που είχαν ως αιτία κάποιο οικονομικό μέτρο ή κάποιο σκάνδαλο). Το γεγονός μάλιστα ότι το κύμα δυσαρέσκειας, αμφισβήτησης και οργής αγγίζει, πέραν της εκτελεστικής εξουσίας, συνολικότερα το πολιτικό σύστημα, αλλά και τη δικαστική εξουσία και τον θεσμό του (πολλαπλά ενόχου) Προέδρου της Δημοκρατίας, δείχνει ότι το ρήγμα είναι πραγματικά μεγάλο.
Οι κινητοποιήσεις της 26ης Ιανουαρίου και της 28ης Φεβρουαρίου βάζουν στην πράξη την παραπάνω σύγκρουση στο επίκεντρο. Το καθεστώς αδυνατεί να εγγυηθεί τους στοιχειώδεις όρους ασφάλειας, αξιοπρέπειας και ευζωίας, την ώρα που στήνει ένα πολυπλόκαμο δίκτυο εξάρτησης από συμφέροντα, κερδοσκοπίας και αναπαραγωγής της εξουσίας του. Ακόμη και επί του συγκεκριμένου, η υποδομή ασφάλειας των σιδηροδρόμων, παραμένει στα προ του δυστυχήματος των Τεμπών επίπεδα, κάνοντας φανερό πως η διαιώνιση του παρόντος συστήματος διάλυσης της χώρας μπορεί να εγγυηθεί μόνο τις επόμενες τραγωδίες. Είναι η ακηδεμόνευτη συμμετοχή της κοινωνίας που μπορεί να τροφοδοτήσει με οξυγόνο, πέρα από τα συστημικά αδιέξοδα. Είναι η ωρίμανση αυτής της κοινωνικής διαθεσιμότητας που φέρει εντός της τις, δύσκολο να προσδιοριστούν προς ώρας, εν δυνάμει εναλλακτικές πολιτικές.
Πρωτοφανής εθνική ενότητα
Για «ζούγκλα» έκανε λόγο ο κ. Μητσοτάκης σε συνέντευξη του στην Καθημερινή, ενώ η κυβερνητική προπαγάνδα βλέπει πίσω από τις ογκούμενες διαμαρτυρίες για τα Τέμπη «τοξικότητα» και «σκοτεινά σενάρια αποσταθεροποίησης».
Βέβαια η κοινωνική πραγματικότητα δείχνει πως βρισκόμαστε σε μια στιγμή βαθιάς συνειδητοποίησης της σήψης του καθεστώτος, κι αυτό τους τρομάζει. Είναι εντυπωσιακός ο βαθμός ενοποίησης της κοινωνίας, στην αναγνώριση των υπευθύνων για το έγκλημα στα Τέμπη και τη συνολικότερη διάλυση των υποδομών, για την κοινή πεποίθηση της απόπειρας συγκάλυψης (80% σύμφωνα με τις μετρήσεις κοινής γνώμης), στο κοινό αίσθημα ασφυξίας που εκφράζεται με την στήριξη στη δράση του συλλόγου των συγγενών θυμάτων και τις πορείες της 26ης Ιανουαρίου και 28ης Φεβρουαρίου.
Κύρια πηγή τοξικότητας είναι το Μαξίμου και οι μαφιόζικες πρακτικές συγκάλυψης, αποπροσανατολισμού και χυδαίας συκοφάντησης των συγγενών. Είναι η κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα που επιδιώκουν να μετατρέψουν την πολιτική αντιπαράθεση σε «ζούγκλα» και «βούρκο», ακριβώς για να χειραγωγήσουν και εν τέλει να καταστείλουν τη γνήσια ακηδεμόνευτη έκφραση της κοινωνίας που, με προμετωπίδα τον αγώνα για δικαιοσύνη και δικαίωση της μνήμης των νεκρών, απειλεί τη σταθερότητα του καθεστώτος συγκάλυψης.
Η Ελλάδα θα μπορέσει να αναπνεύσει μόνο με την καθαρτήρια δύναμη της πραγματικής δικαιοσύνης, αποκαθιστώντας μέρος της ηθικής και της χαμένης εμπιστοσύνης. Η πρωτοφανής ενότητα που εκφράζεται μέσα από τις παλλαϊκού χαρακτήρα συγκεντρώσεις για τα Τέμπη πρέπει να βρει τους δικούς της δρόμους ωρίμανσης και έκφρασης, αποτελώντας μοναδική εγγύηση πως η «ζούγκλα» της απαξίωσης της ζωής, της ατιμωρησίας και της αλαζονείας της εξουσίας δεν θα καταστεί κανονικότητα.