Η παρατημένη και κακοποιημένη από τις «αρμόδιες αρχές» ετοιμάζεται να γιορτάσει δυο Πρωτοχρονιές. Μια στο Σύνταγμα και μια στο Πεδίον του Άρεως.

Όλα τα είχε η Μαριορή, οι χάντρες και τα καθρεφτάκια της έλειπαν.

Η παντελής αδιαφορία, που τη συναντά όποιος περπατά στους δρόμους της πόλης, θα καλυφθεί για λίγο με λαμπιόνια και «εορταστικό πνεύμα».

Είμαι μόνιμος καθημερινός περιπατητής και αν αφήσω στην άκρη τα μεγάλα θέματα και πάω σε εκείνα τα «μικρά» θα πω για τα πεζοδρόμια-παγίδες, για το πάντα άθλιο και βρώμικο σιντριβάνι του Συντάγματος, για τα ΜΑΤ που μονίμως στρατοπεδεύουν εκεί που απαγορεύεται και η στάση και η στάθμευση, για τη βρωμιά που υπάρχει, για την πλατεία της Μητρόπολης που κάθε Κυριακή γίνεται υπαίθριο και ποτέ δεν κόβονται κλήσεις, για την οδό Tριπόδων –από τους αρχαιότερους δρόμους στον κόσμο που ΔΕΝ είναι πεζόδρομος–, για τους προμηθευτές που έρχονται όλες τις ώρες και δημιουργούν το χάος, για τους κάδους που δεν υπάρχουν πουθενά…

Για να αγαπήσεις την πόλη, για να μπορέσεις να την αλλάξεις, πρέπει να τη γνωρίσεις. Και οι δήμαρχοι την αγνοούν, όπως και οι περιφερειάρχες.

Εμείς όμως που αγαπάμε την πόλη, αποφασίσαμε να μοιραστούμε μαζί σας αυτήν την αγάπη, αλλά και την κριτική ματιά. Με πρωτοβουλία και επιμέλεια του Ελπιδοφόρου Ιντζέμπελη «27 συγγραφείς γράφουν για την αγαπημένη πόλη» – κι αυτός είναι ο τίτλος του τόμου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΟΤΑΝ.

«…Όλα όσα βίωσα εκείνη την εποχή στον Κολωνό και στο λόφο Σκουζέ διαμόρφωσαν την προσωπικότητά μου. Έμαθα να μη χτυπάω τον πεσμένο αντίπαλο, να μη ρωτάω το φίλο μου τι δουλειά κάνει ο πατέρας του, να μην αποφεύγω τον “κακό συμμαθητή”, να μην κλέβω τους βώλους του άλλου», γράφει ο Γιάννης Πανούσης στο δικό του κείμενο.

«Η πόλη, που δεν κοιμάται ποτέ, ξαναγεννιέται με κάθε αλλαγή, προσφέροντας στιγμές χαράς και νοσταλγίας σε όσους αναζητούν ομορφιά και ελπίδα στις απλές, καθημερινές της γωνιές. Η Αθήνα αυτή δεν είναι απλώς ένας αστικός χώρος – είναι μια πόλη που συνδέει το παλιό με το νέο, γεμάτη από ανθρώπους που παλεύουν, ονειρεύονται και ελπίζουν για το μέλλον», γράφει στο πρόλογό του ο Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης.

Δεν είναι όμως μια η Αθήνα, αλλά πολλές. Και το βλέμμα του κάθε συγγραφέα διαφορετικό. Σαν ψηφίδες, που αν τις ενώσεις έχεις ένα μεγάλο ψηφιδωτό, ένα πορτρέτο της πόλης.

Περίπατοι και περιηγήσεις, αξιοθέατα, άνθρωποι του περιθωρίου, έρωτες ατυχείς και όχι, νοσταλγία και χαρά, μελαγχολία και οργή ενίοτε. Χιούμορ και σάτιρα άλλες φορές.

Όπως με τον άτυχο «σελέμπριτι» στο διήγημα της Έρικας Αθανασίου που περνά από την «αναγνωρισιμότητα» στην αφάνεια.

Αλλά κι η έντονη μοναξιά της πόλης ειδικά για τους ηλικιωμένους. Άλλοτε πικρή και αδιέξοδη, όπως στην ιστορία της Χριστίνας Ανδρέου, κι άλλοτε αισιόδοξη, ανοίγοντας παράθυρα να μπει ο καθαρός αέρας σε μια από τις πιο τρυφερές ιστορίες του βιβλίου που αφηγείται ο Στέφανος Μίλεσης για τον μονόχνωτο συνταξιούχο που καταλήγει να φιλοξενεί μια οικογένεια μεταναστών.

Για τους ανθρώπους που προσπερνάμε κι ίσως έχουν πολλά να μας πουν, όπως ο άστεγος που ανεβοκατεβαίνει με τον Ηλεκτρικό για να βρει θαλπωρή και μοιράζεται τις γνώσεις του με τους επιβάτες στο αφήγημα της Κατερίνας Ιντζέμπελη.

Ο σαρκασμός του Γρηγόρη Αζαριάδη, «η Αθήνα είναι πάντα μια εκπληκτική πόλη. Το πιστεύουν ακράδαντα» ή του Μάρκου Κρητικού:

«– Δεν αντέχεται πάλι σήμερα η Αθήνα… Σκέτη κόλαση! Μουρμουρίζει και περιμένει μια απάντηση.

– Καλύτερα μια κόλαση που ξέρεις, παρά έναν παράδεισο που δεν ξέρεις»…

Η Ντίνα Σαρακηνού μας γράφει για μια μυστηριώδη παρουσία στη Μητρόπολη των Αθηνών κι έτσι μας δείχνει το ταξίδι των θρησκειών που κυριάρχησαν στην πόλη.

Για τη Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη, η Αθήνα, «όσο κι αν διαβρωθεί, όσο κι αν γεμίσει με διαμερίσματα Airbnb, θα κρατήσει σφιχτά τις μνήμες, τα αρώματα, τους ανθρώπους της. Τα Εξάρχεια της Πολυδούρη, του Λαπαθιώτη, του Σεφέρη, του Καραγάτση, του Παλαμά, του Ξενόπουλου, της Γώγου και πολλών άλλων σημερινών δεν θα ξεχαστούν ποτέ»…

Και για να κλείσουμε με ένα χαμόγελο, το τελευταίο διήγημα του τόμου, της Ιώς Τσοκώνα, μια σύντομη συνάντηση.

Ένας άντρας, μια κοπέλα και μια φράση:

«– Γεια σου ρε κοπελιά, μου ομόρφυνες τη μέρα!

Πόσες φορές θα θέλαμε να το πούμε; Πόση αυτολογοκρισία κουβαλάμε;

Αν δεν ήμασταν “ξένοι στην πόλη”, όλα θα ήταν αλλιώς…»

Συμμετέχουν οι συγγραφείς:

Αζαριάδης Γρηγόρης, Αθανασίου Έρικα, Ανδρέου Χριστίνα, Αρωνιάδα Πόπη, Βαρβαρήγος Δημήτρης, Βοϊκλής Γιώργος, Δενδρινός Γεράσιμος, Ζαχαριάδου Κατερίνα, Ιντζέμπελης Ελπιδοφόρος, Ιντζέμπελη Κατερίνα, Κατσαλίδας Νίκος, Κοντονή Άννα, Κρητικός Μάρκος, Μίλεσης Στέφανος, Μπούρας Κωνσταντίνος, Πανούσης Γιάννης, Παπαδάτος Σ. Γιάννης , Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη Μάγδα, Σακελλίου Λιάνα, Σαρακηνού Ντίνα, Σκιαθάς Αντώνης, Στοφόρος Κώστας, Τσίτας Μάκης, Τότσκα Λίτσα, Τσοκώνα Ιώ, Φιλίππου Φίλιππος, Χαριάτης Άγγελος.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!