Η Δημοτική Κίνηση «Χαλάνδρι Ενάντια» οργάνωσε μία απολογιστική πολιτική εκδήλωση, στις 27 Νοεμβρίου, με θέμα «2008 – 2019: 11 χρόνια κομμάτια», με τη συμμετοχή έξι ομιλητών (Σπ. Δαπέργολας, Στ. Ελληνιάδης, Γ. Μηλιός, Κ. Παπαδάκης, Π. Σταύρου και Χρ. Τουλιάτος) και περίπου 200 ακροατών. Επίσης, οι ομιλίες μεταδόθηκαν διαδικτυακά με live streaming που επιμελήθηκε ο Γιώργος Καλαντζόπουλος. Το παρακάτω κείμενο στηρίζεται στη δική μου δεκαπεντάλεπτη ομιλία.
Για προφανείς λόγους, κανένας από τους ομιλητές δεν αποπειράθηκε να καλύψει στο σύνολό του ένα τόσο μεγάλο και πολυδιάστατο θέμα, μιας ασυνήθιστα πολύπλοκης και συγκρουσιακής δεκαετίας. Για το κομμάτι που μου αναλογεί, διάλεξα μερικές πτυχές για σχολιασμό αφήνοντας κάποιες νύξεις και για τα μελλούμενα στα οποία πρέπει να καταλήγει κάθε δημιουργική ενασχόληση με το παρελθόν.

Α. Θετικά

Η αρχή είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι ηττηθήκαμε πριν αποτύχουμε ή ότι αποτύχαμε πριν καν ηττηθούμε. Είχαμε τη βούληση, προσπαθήσαμε, αλλά δεν είχαμε την επάρκεια που απαιτούσαν οι συνθήκες που άλλαζαν ραγδαία, καθώς και το ίδιο το μέγεθος του εγχειρήματος. Συνεργήσαμε στο να διαμορφωθούν ευνοϊκές συνθήκες, αλλά φαίνεται ότι δεν είχαμε τα φόντα για να πάμε πιο πάνω με τη γραμμή ρήξης που απαιτούσαν οι περιστάσεις, παρ’ όλο που είχε συμβεί το θαύμα της μέγιστης κοινωνικής συναίνεσης. Εξάλλου, η αριστερή μας βάση ήταν σαθρή και διαβρωμένη ιδεολογικά και πολιτικά. Υπήρχαν παράγοντες που είχαν υποτιμηθεί οι οποίοι αξιοποιούσαν τη συμμετοχή μας και τη δυναμική και την επιρροή των κινημάτων, αλλά δεν ήταν καθόλου διατεθειμένοι να φέρουν σε πέρας τη ρήξη. Υπονομευθήκαμε εκ των έσω και επιβεβαιώθηκε για άλλη μια φορά ότι οι μεταξωτές ιδέες θέλουν και μεταξωτά μυαλά.

Από όλα αυτά, όμως, μας έμεινε μια πολύ μεγάλη κληρονομιά θετικού αποθέματος, όπως:

Ένα μεγάλο πρωτοφανές κίνημα που έδειξε ότι η κοινωνία δεν είναι απονεκρωμένη.

Η απαξίωση των παλιών μεγάλων κομμάτων εξουσίας και η αποδέσμευση σημαντικής κοινωνικής μερίδας από τη σφαίρα επιρροής τους. Όσο κι αν αποσπούν ψήφους, δεν θα ανακτήσουν το παλιό ειδικό τους βάρος.

Το σπάσιμο του τσαμπουκά της Χρυσής Αυγής.

Καταγράφηκε στη συλλογική μνήμη η δυναμική της κοινωνικής συμμετοχής στην πολιτική σκηνή, με εντυπωσιακό το στοιχείο της πολιτικοποίησης των νέων και της συσπείρωση μιας πλειοψηφικής μερίδας της κοινωνίας με κορυφαίο γεγονός το ΟΧΙ ως τη μεγάλη παλλαϊκή συνέχεια και φυσική απόληξη του κινήματος της πλατείας Συντάγματος.

Όλα αυτά συνέτειναν σε μια αξιοζήλευτη μαζικής εμβέλειας πολιτική πλατφόρμα: κόντρα στις ξένες επεμβάσεις, κόντρα στη λιτότητα, κόντρα στη συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους και κόντρα στη λεηλασία του εθνικού πλούτου με τη συμμετοχή, άμεση και έμμεση, ενεργητική ή παθητική, της πλειονότητας της κοινωνίας.

Γενικό συμπέρασμα: στην ώρα του, τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο!

Β. Αρνητικά

Στα αρνητικά, θεωρώ ότι η ζημιά είναι δύσκολο να υπολογιστεί. Η Αριστερά τσαλακώθηκε και ταπεινώθηκε. Οι νέοι που μαζικά ενεργοποιήθηκαν μέχρι το καλοκαίρι του 2015, το έβαλαν στην κυριολεξία στα πόδια. Η κοινωνία στο σύνολό της έπεσε σε ημικωματώδη κατάσταση μετά το ισχυρό χτύπημα που δέχτηκε από τη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ. Μετά από μια επταετία, από το 2008, που ο λαϊκός παράγοντας γινόταν σταδιακά όλο και πιο συμμετοχικός θέτοντας ανυπέρβλητα εμπόδια στην εφαρμογή της καταλήστευσης του τόπου και που τα κόμματα εξουσίας, ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ., ως εντόπιοι διεκπεραιωτές αυτής της λεηλασίας, είχαν μπει σε διαδικασία αποσύνθεσης, με διασπάσεις, διαφωνίες και πρωτοφανή απώλεια εκλογικής πελατείας, το αναποδογύρισμα του ΟΧΙ σε ΝΑΙ, με επίκληση ενός καθαρά δεξιόστροφου ρεαλισμού, ήταν ένα καίριο χτύπημα στον λαϊκό παράγοντα. Βύθισε την κοινωνία σε απόγνωση και παράλυση και την οδήγησε χωρίς ηγετικό φορέα σε μια κατάσταση μοιρολατρίας, παθητικότητας και επιστροφής με σκυμμένο το κεφάλι στην αυταρχική πατριαρχική αυλή. Από την παγκόσμια εμπειρία, αυτό είναι ένα σύμπτωμα που εμφανίζεται μετά από κάθε μεγάλη ήττα και απογοήτευση.

Οι αριστερές οργανώσεις, γνωστές ως «συνιστώσες», δικαίωσαν την ύπαρξή τους με τη δημιουργία του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στη συνέχεια λόγω έλλειψης πολιτικών εφοδίων ξεπεράστηκαν από τις εξελίξεις. Έμειναν από καύσιμη ύλη που χρειαζόταν για τα ανώτερα στρώματα της πολιτικής δουλειάς και για να αποτρέψουν την κωλοτούμπα. Κι αμέσως μετά, επιστρέψανε στον παλιό εαυτό τους και στον μικρόκοσμό τους.

Ο αντιεξουσιαστικός χώρος έδωσε ένα αισθητό στίγμα θέτοντας εμφαντικά μερικά ζητήματα όπως το ζήτημα της άμεσης δημοκρατίας, χωρίς, όμως, να μπορέσει να την εφαρμόσει στοιχειωδώς στους κόλπους του, ή του αντιφασισμού, με μαχητικό πνεύμα αλλά και σπατάλη δυνάμεων σε ακτιβισμούς αυτοαναφορικούς. Η θέση ενάντια σε όλα, με την αναπόδεικτη πεποίθηση ότι είναι δυνατό να δημιουργηθούν οάσεις ελευθερίας και αυτοδιαχείρισης μέσα στο σύστημα, βραχυκύκλωσε τον αντιεξουσιαστικό χώρο. Η αγωνιστικότητά του που είναι αξιέπαινη δεν φτάνει για κάτι πιο εποικοδομητικό, πιο στέρεο και πιο αποτελεσματικό στην πάλη ενάντια στα θηρία. Ούτε η βία για τη βία που αποξενώνει περισσότερο παρά συσπειρώνει. Η ίδια η αναρχία θέτει αδιαπέραστους φραγμούς στις επιλογές της με συνέπεια να στέλνει πρόωρα πάρα πολύ δικό της κόσμο στο σπίτι του και ταυτόχρονα να εμποδίζει -θέτοντας μαξιμαλιστικούς στόχους- μία συσπείρωση γενικευμένη άνευ της οποίας θα παραμένουμε κατακερματισμένοι, ανεδαφικοί, μετέωροι και περιθωριακοί.

Όλος, λοιπόν, αυτός ο ποικίλος χώρος της Αριστεράς βυθίστηκε στη συγκατάβαση, την ανυποληψία, την αναδίπλωση ή την ηττοπάθεια. Υπάρχουν μεγάλες διαβαθμίσεις, αλλά κανένας δεν είναι εντελώς αθώος και ανεύθυνος για ό,τι συνέβη. Δεν έχουμε, λοιπόν, μέχρι αυτή την ώρα, κάποιο αξιόπιστο με στοιχειώδη κοινωνική εμβέλεια αριστερό φορέα. Όμως, κι αυτό είναι πολύ σπουδαίο και ενθαρρυντικό, έχουμε αριστερούς και, μάλιστα πάρα πολλούς σε όλη την Ελλάδα, που ακόμα κι απογοητευμένοι καρτερούν κάτι άλλο να φανεί, με την επιθυμία για δράση παρά πόδα.

Γ. Καθολική λεηλασία

Μέσα στη δεκαετία επιταχύνθηκαν βαθιές και πολύ δύσκολα αναστρέψιμες μεταβολές στα πιο κρίσιμα πεδία, της εθνικής ανεξαρτησίας, της εθνικής οικονομίας, του κοινωνικού κράτους και του περιβάλλοντος, που συνεχίζονται με ακόμα μεγαλύτερη ένταση μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης από τη Νέα Δημοκρατία.

Από ένα επίπεδο εξάρτησης σε σχετική ύφεση που ίσχυε χοντρικά από τη μεταπολίτευση, περάσαμε σε επίπεδο έξαρσης της εξάρτησης, μπήκαμε ξανά σε κόκκινη ζώνη περιορισμού της εθνικής κυριαρχίας. Οι πιο σκληρές πολιτικές κηδεμονίας εφαρμόζονται επί μία δεκαετία στην Ελλάδα. Όπως πάντα, οι μητροπόλεις του ιμπεριαλισμού σε εποχές κρίσης ή ανάγκης για μεγαλύτερη απορρόφηση πόρων από τρίτες χώρες, επιβάλανε στην ελληνική πολιτεία καταναγκαστικά μέτρα για τη θεσμοποιημένη καταλήστευση του τόπου, όχι μόνο σε πρώτες ύλες και υποδομές, αλλά και ανθρώπινο δυναμικό. Από όλες τις χώρες της δεύτερης ταχύτητας, οι νέοι διοχετεύονται κατά εκατομμύρια στις μητροπόλεις του ιμπεριαλισμού αφυδατώνοντας τις χώρες προέλευσής τους, δημογραφικά, επιστημονικά και εργασιακά. Το σχέδιο είχε ήδη εφαρμοστεί στις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, πιο έντονα στις χώρες που η ηγεσία ήταν πιο διεφθαρμένη και υποτελής και πιο ήπια στις χώρες που η εντόπια ηγεσία έθεσε όρια. Σε άλλο βαθμό λεηλατήθηκαν η Βουλγαρία, η Ρουμανία και οι βαλτικές χώρες και σε άλλο βαθμό η Τσεχία. Σε άλλο βαθμό λεηλατήθηκε η Ουκρανία μέχρι το 2014 και σε άλλο βαθμό λεηλατείται έκτοτε.

Γκρεμισμένο σπίτι στον Κεραμεικό… (φωτό Στ. Ελληνιάδης)

Στην Ελλάδα, με πρόσχημα το υψηλό ποσοστό του εξωτερικού χρέους προς το ΑΕΠ, επιβλήθηκαν μέτρα που στην κυριολεξία ρήμαξαν τη χώρα. Αυτό ήταν το πρόσχημα, γιατί σήμερα, μετά από μια δεκαετία καθυπόταξης και αφαίμαξης, το χρέος εκτινάχθηκε από το 120% στο 180%, αλλά οι κυβερνώντες, του ΣΥΡΙΖΑ και της Ν.Δ. εκθειάζονται από τους Ευρωπαίους ως πετυχημένοι. Γιατί, πράγματι, τα συμφέροντα των μητροπόλεων υπηρετήθηκαν με θρησκευτική προσήλωση. Συμφέροντα που εξυπηρετούνται με τη μεταφορά πολύ μεγάλου μέρους του εθνικού πλούτου, του πιο νευραλγικού, σε ξένα τραστ. Στόχος δεν ήταν η μείωση του χρέους, η ύπαρξη του οποίου είναι ηθελημένη από τις μητροπόλεις για να διασφαλίζει τη σταθερή επιτήρηση της χώρας-χρεώστη, αλλά η απόσπαση της εθνικής περιουσίας, πράγμα το οποίο εξυπηρετήθηκε δουλικά από όλες τις κυβερνήσεις και τα κόμματα που υπογράψανε τα μνημόνια. Το αποτέλεσμα είναι εμφανές και αναμφισβήτητο: η χώρα χάνει ό,τι δημιούργησε και απέκτησε αξιοποιώντας όλη την σωματική και πνευματική αλκή, όλη τη δύναμη και το σφρίγος ενός ολόκληρου λαού που με ποταμούς ιδρώτα και αίματος έχτισε πετραδάκι-πετραδάκι ό,τι συνιστά τον τόπο εδώ και 200 χρόνια.

Δ. Ο τρόπος

Επιτακτικά πρέπει να δούμε τι κάνουμε από δω και πέρα. Ας εντείνουμε τις ζυμώσεις. Και ας δουλέψουμε για μια νέα συσπείρωση απευθύνοντας το μήνυμά μας, κατ’ αρχήν, σε χιλιάδες συμπολίτες μας αριστερούς και δημοκρατικούς σε όλη την Ελλάδα. Το ποια οργανωτική μορφή μπορεί μια συσπείρωση να πάρει, με δεδομένη την απογοήτευση των πολιτών από τα κόμματα λόγω του αντιδημοκρατικού τρόπου λειτουργίας τους, πρέπει επίσης να συζητηθεί διεξοδικά λαμβάνοντας, όμως, υπόψη ότι ακόμα -στο επίπεδο του πολιτισμού που έχει φτάσει η ανθρωπότητα- δεν έχουν προκύψει άλλες μορφές οργάνωσης πέρα από τις γνωστές και δοκιμασμένες.

Για το κόμμα, για παράδειγμα, υπάρχει η απειλή της γραφειοκρατίας, υπάρχει, όμως, και η πρακτική εμπειρία αιώνων που δείχνει ότι είναι η πιο δοκιμασμένη και αποτελεσματική μορφή πολιτικής οργάνωσης, τόσο στη λειτουργία των αστικών δημοκρατιών όσο και στην πραγματοποίηση των επαναστάσεων και τις προσπάθειες σοσιαλιστικής οικοδόμησης σε Ρωσία, Κίνα, Κούβα, Βιετνάμ, Νικαράγουα, Βενεζουέλα κ.λπ.

Βέβαια, στη φάση που βρίσκεται το αριστερό κίνημα στην Ελλάδα, μια τέτοια συζήτηση είναι μάλλον πρώιμη. Προοπτικά, όμως, ο τρόπος με τον οποίο θα λυθεί το οργανωτικό ζήτημα θα είναι καθοριστικό για κάθε μακρόπνοη πολιτική δουλειά.

 Ε. Η κοινωνία

Καμία πολιτική στόχευση, καμία πολιτική δουλειά δεν έχει νόημα εάν δεν είναι ενσωματωμένη στο κοινωνικό σώμα, δεν είναι συμβατή με το κοινωνικό σώμα ή δεν τείνει να γίνει συμβατή με το κοινωνικό σώμα όταν έχει διαφορετική αφετηρία, όπως για παράδειγμα ο χώρος της διανόησης. Αυτό προϋποθέτει να συμφωνήσουμε ότι η κοινωνία είναι το πεδίο της δράσης, η κοινωνία είναι το θύμα των αντιλαϊκών πολιτικών και ταυτόχρονα ο βασικός συντελεστής των όποιων μεγάλων αλλαγών. Εάν δουλεύουμε αυτονομημένοι από την κοινωνία για μεγάλο χρονικό διάστημα, καταλήγουμε σαν τις μικρές οργανώσεις της Αριστεράς που μπορεί επί δεκαετίες να επιβιώνουν αποκομμένες από τον κοινωνικό κορμό.

Η κοινωνία δεν είναι η ιερή αγία του σύμπαντος κόσμου. Αλλά είναι το εργαστήρι του με τα συν και τα πλην της. Αν τη βλέπουμε απορριπτικά, χάνουμε από την ορατότητά μας τον βασικό παράγοντα της αλλαγής. Εάν έχουμε δυσκολία να καταλάβουμε τι είναι και πώς λειτουργεί, δεν θα καταφέρουμε να συντονιστούμε. Ένα καλό παράδειγμα είναι το πώς αντιλαμβανόμαστε εμείς και πώς αντιλαμβάνεται η κοινωνία, τουλάχιστον το κομμάτι εκείνο, το πλειοψηφικό, που είναι το θύμα της εκμετάλλευσης, το ζήτημα του έθνους και της πατρίδας, ένα κρίσιμο σημείο στο οποίο υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις. Μήπως, όμως, αν το δούμε αλλιώς πίσω από τις διαφορετικές προσεγγίσεις μπορούμε να βρούμε αξιόπιστα σημεία σύγκλισης;

Θα προσπαθήσω να γίνω λίγο πιο συγκεκριμένος με τη μορφή ερωτήσεων. Μπορεί κανείς με βεβαιότητα να πει τι ήταν κυρίαρχο στον πυρήνα της σκέψης πολλών ανθρώπων που διαδήλωναν στο πάνω μέρος της πλατείας Συντάγματος με τις ελληνικές σημαίες; Ήταν ο εθνικιστικός ρατσισμός απέναντι στα ξένα κράτη ή ήταν η πεποίθηση ότι τα μητροπολιτικά κέντρα επιβάλλονται ως επιβήτορες στον τόπο μας;

Μπορεί, επίσης, να πει κανείς με βεβαιότητα ότι οι εκατοντάδες χιλιάδες που διαδήλωσαν ή εκφράσανε με άλλους τρόπους την αντίθεσή τους στη συμφωνία των Πρεσπών, το έκαναν επειδή μισούν φυλετικά και πολιτισμικά τους βόρειους γείτονές μας και ότι πράγματι επιθυμούν να προσαρτήσουμε βίαια τη χώρα τους; Ή το έκαναν επειδή αντιλαμβάνονται το πολύ αληθές και απλό ότι η συμφωνία αυτή είναι καρπός ενός εξαναγκασμού που ακόμα κι αν εμπερικλείει παραπλεύρως κάτι θετικό, επιβάλλεται για να εξυπηρετήσει το ΝΑΤΟ, τους Γερμανούς και τους Αμερικάνους στα κυριαρχικά τους συμφέροντα στην περιοχή;

Ποιο είναι εδώ το κύριο και ποιο το δευτερεύον; Η συμφωνία των δύο κυβερνήσεων για τις εμπορικές ανταλλαγές Ελλάδας-Βόρειας Μακεδονίας ή η ένταξη της γειτονικής μας χώρας στο ΝΑΤΟ και στους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς των Αμερικάνων και των Γερμανών; Μήπως όσοι αριστεροί πολιτικοί, δημοσιογράφοι και διανοούμενοι διατυμπάνιζαν ότι αυτή η συμφωνία θα εδραιώσει τη φιλία ανάμεσα στους δύο λαούς έχουν ήδη διαψευστεί από την πραγματικότητα;

Επίλογος

Μήπως συμβαίνει πολύ συχνά ο απλός τρόπος σκέψης των πολιτών σε μαζική κλίμακα να πιάνει καλύτερα το νόημα της πολιτικής από τους ειδήμονες, ακόμα κι αν το εκφράζει με πολιτικά ανορθόδοξο ή και εσφαλμένο τρόπο;

Νομίζω ότι λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη τα λάθη που έχουμε κάνει εμείς, οι πιο δραστήριοι και οργανωμένοι πολιτικά πολίτες, στις εκτιμήσεις μας, θα πρέπει εφεξής να είμαστε λίγο πιο προσεκτικοί στις αξιολογήσεις μας. Πάντα βοηθάει πολύ να αφουγκράζεται κανείς από πολύ κοντά, από μέσα θα έλεγα, την κοινωνία. Όχι μόνο θα την καταλαβαίνει καλύτερα, αλλά θα γίνεται σοφότερος και θα την υπηρετεί σωστότερα και αποτελεσματικότερα.

Αυτό που μας χρειάζεται περισσότερο από οτιδήποτε άλλο είναι να ξαναφτιάξουμε τη σχέση μας με τους συμπολίτες μας. Να τους ακούμε, να συνδιαλεγόμαστε και να παλεύουμε μαζί. Αυτός ο άνθρωπος, ο ανθρωπάκος που λένε στην καθομιλουμένη, μάλλον βιώνει αμεσότερα τις επιπτώσεις του νεοφιλευθερισμού και του ιμπεριαλισμού από εμάς που είμαστε διαβασμένοι και μπορούμε αυτό να το διαχειριστούμε πολιτικά, να το εκφράσουμε πιο ολοκληρωμένα, πιο σύνθετα και πολιτικά με πιο ορθό τρόπο. Αλλά αυτός ο άνθρωπος, ο ανθρωπάκος, είναι αυτός που οργώνει τη γη, που χτίζει σπίτια με τα χέρια του, που κόβει σίδερα στα εργοστάσια, που πουλάει τυρόπιτες ή βιβλία στα αντίστοιχα μαγαζιά, που κάνει τον κούριερ, σερβίρει καφέδες σε καφετέριες ή στρώνει κρεβάτια σε ξενοδοχεία. Εμείς μ’ αυτούς πρέπει να είμαστε, σταθερά και απαρέγκλιτα.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!