του Ηρακλή Λογοθέτη
Έγραφα στο προηγούμενο σημείωμα για την επιστροφή της γηραιάς κυρίας Γραφομηχανής στα άδυτα των μυστικών υπηρεσιών. Μια επιστροφή που κατέστη απαραίτητη, εφόσον η διαδικτυακή σφαίρα επικοινωνίας ακόμα και στην αυστηρά κωδικοποιημένη της μορφή είναι ευχερώς προσβάσιμη στον εκάστοτε τεχνολογικά προηγμένο αντίπαλο. Το πράγμα γενικώς δεν παραξενίζει ιδιαίτερα: Πολλές φορές υπό το πιεστικό καθεστώς εκτάκτου ανάγκης και τις ιδιόμορφες συνθήκες της επιβαλλόμενης αντίδρασης, διάφοροι συνταξιούχοι ανακαλούνται επειγόντως στην υπηρεσία. Τώρα ανακαλείται η μηχανική γραφομηχανή που, καβαφικά μιλώντας, νιώθεται, είναι μια κάποια λύσις…
Τι γίνεται όμως με τον πολίτη, εκατομμύρια πολίτες που διαδραματίζουν μικρό ή μεγαλύτερο ρόλο στα δημόσια πράγματα και οι ιδιωτικές τους δραστηριότητες βρίσκονται στο στόχαστρο εταιρικών συμφερόντων ή κρατικών υπηρεσιών; Ξεκινώντας από το δεδομένο ότι οι μεγάλες εταιρίες που λυμαίνονται το Διαδίκτυο είναι συνένοχες λόγω συμπτώσεως επιδιώξεων με τις μυστικές υπηρεσίες, τα πράγματα είναι σκούρα. Η διαδικτυακή σφαίρα αποτελεί πλέον τόπο επιβίωσης, κανένας δεν μπορεί να παραιτηθεί απ’ αυτήν ούτε από το μέρισμα που προσφέρει στο δημόσιο συμβάν ή την ιδιωτική ευκαιρία. Εργασιακές δυνατότητες και προσωπικές επικοινωνίες τρέχουν στις λεωφόρους ή στα παραδρόμια της διαδικτυακής φρενίτιδας. Όλα διαδραματίζονται ανοικτά και σε κοινή θέα στη σκηνή ή μάλλον στην αρένα της ευθέως ανακοινώσιμης προσδοκίας. Για να σε μάθουν όμως πρέπει να μιλήσεις για σένα. Για να ανταποκριθούν στα ενδιαφέροντά σου πρέπει να δημοσιοποιήσεις τις προτιμήσεις σου. Για να έχεις πρόσβαση στο παιχνίδι πρέπει να αποδεχθείς ότι γίνεσαι εμπαιζόμενο μέρος του. Γιατί στο Διαδίκτυο, φυσικά, επικρατεί ο νόμος του τεχνικά ισχυρότερου και του οργανωτικά επαρκέστερου: Οι λύκοι συνασπίζονται σε οχυρωμένες λέσχες και δεν παίζουν κρίκετ, αλλά πιο αιματηρά παιχνίδια: Μαζεύουν τα πρόβατα σε κοπάδια με κοινά χαρακτηριστικά και τα οδηγούν στο σφαγείο.
Πριν από δεκαετίες ήδη ο Αντόρνο προφητεύει στα Minima Moralia ότι σύντομα θ’ αρχίσουμε να νοσταλγούμε τον μέχρι πρότινος δυσφημισμένο αστικό διαχωρισμό εργασιακής και ιδιωτικής ζωής. Και όντως, αρχίσαμε γιατί τα όρια αυτά παραβιάστηκαν ασύστολα. Η ιδιωτική ζωή εξετέθη σε δημόσιο θέαμα και η δημόσια ζωή κηδεμονεύεται μέσω ιδιωτικών εκβιασμών. Παμφάγες εταιρίες και παντεπόπτριες υπηρεσίες αδιαφανών σκοπιμοτήτων λογαριάζουν τη δημόσια προοπτική ενός εκάστου από τα άθροισμα των προσωπικών του παρεκτροπών. Το αίτημα της διαφάνειας κατά τη διαχείριση δημοσίων αγαθών και λογαριασμών βγαίνει από την πόρτα και επανέρχεται με γκροτέσκα υπόσταση στην κλειδαρότρυπα της, ακαδημαϊκά θεωρούμενης, απαραβίαστης προσωπικής ζωής. Και ο φαύλος κύκλος μεγαλώνει καθώς ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι προθυμοποιούνται να διανείμουν τα νυχτικά τους ιμάτια στον κοινό πόθο ή να παραδώσουν στον ηλεκτρονικό τελάλη τις μυχιότερες των επιθυμιών τους. Πέρα από τα εύκολα θύματα των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης, πάντως, ιδιαίτερα όσων φαίνονται επειγόμενοι να διαβοήσουν κάθε τι το θεωρούμενο επίμεμπτο, υπάρχουν και πιο νουνεχείς τύποι. Αυτοί οπισθοχωρούν με την πλάτη στον τοίχο προς τον χάρτινο πολιτισμό: Αγοράζουν μπλοκ, ασκούνται στην καλλιγραφία, επισκέπτονται όλο και συχνότερα το πλησιέστερο ταχυδρομείο. Δεν θ’ αργήσει μάλιστα η ώρα, αν δεν έχει έρθει, που οι πιο μυστικοπαθείς θα σκαρφαλώσουν στα πατάρια και θα ψάχνουν για τίποτα παλιές γραφομηχανές, από κείνες που ξέχασαν να πετάξουν…