Του Μάρκου Δεληγιάννη

Τον τελευταίο καιρό, κάθε φορά που αντιμέτωπος έρχεσαι με την απάθεια του λευκού χαρτιού, νιώθεις την πένα σου να σκοντάφτει στις άγραφες λέξεις. Ψάχνεις, εναγώνια, τα κατάλληλα ουσιαστικά, τα καίρια επίθετα ν’ αρδεύσεις απ’ των λέξεων τη δεξαμενή, που χρόνια τώρα τη γεμίζεις με λάφυρα λεκτικά και την εμπλουτίζεις με κέρδη απ’ της ζωής την πείρα. Σήμερα πάλι αδύνατος αισθάνεσαι κι εσύ και η γραφίδα σου. Αναρωτιέσαι: Πως άραγε στο χαρτί να μεταφέρεις του θράσους την αποθέωση; Πώς ν’ αποδόσεις της αυθάδειας την ενσάρκωση και την προσωποποίηση απ’ τους εραστές της καρέκλας; Πώς να ζωγραφίσεις με της πένας το χρωστήρα, τους καθ’ όλα αξιοπρεπείς, αξιότιμους ταγούς, που φόρεσαν το κοστούμι του αμοραλισμού κι έτσι από τότε πάντα επιπλέουν;
Η συνταγή είναι απλή, μα τόσο αποδοτική. Καμώνεσαι πως σ’ έστειλαν οι ουρανοί τον τόπο αυτόν να σώσεις. Πληρωμένοι ρήτορες το έδαφος σού έχουν προλειάνει. Κι αν κάποιος βέβηλος, το παρελθόν σου, το όχι και τόσο ανεπίληπτο, ανασκαλέψει, τότε, τότε ο Δίας ο νεφεληγερέτης, θ’ αστράψει και θα βροντήσει. Ακούς εκεί, πέρασαν τόσα χρόνια από τότε. Νέοι ήμαστε. Εκεί θα μείνουμε. Και για να ολοκληρωθεί του θράσους η κορύφωση θα υποβάλει και μια αγωγή για την αποκατάσταση της τρωθήσας αξιοπρέπειάς του.
Αλήθεια, φίλε μου, ακόμη απορείς και εξίστασαι; Δεν συνήθισες χρόνια τώρα; Η ίδια πάντα τρομώδης συνταγή. Φίλε μου, δρασκέλησε τη σκάλα και πήδηξε στης μνήμης το καλοτάξιδο το πλοίο κι αυτό θα σε οδηγήσει, άσφαλτα, σε σκηνές παρμένες απ’ το σήμερα. Εκείνα τα χρόνια της μετεμφυλιακής θλίψης -δεκαετία του ’50- τότε, που προσπαθούσαμε όπως-όπως να καταχωνιάσουμε τα διωκόμενα όνειρά μας και να επισκευάσουμε των ιδεών μας τα ερείπια, οι συνετοί και ευλύγιστοι «πατριώτες» του χθες, ενεργούσαν πάντα με τον ίδιο βρόμικο τρόπο. Δηλαδή, κάθε φορά που η χώρα βρισκότανε σε περίοδο εκλογών ή συζητιόνταν η λήψη κάποιου μέτρου που αφορούσε την εκποίηση της εθνικής αξιοπρέπειας, επιστρατεύονταν όλοι οι βαρύγδουποι και αξιόπιστοι κοντυλοφόροι της εποχής. Όλες οι εφημερίδες της εποχής, οι πάσχουσες από ίκτερο, ξέθαβαν φωτογραφίες ανατριχιαστικές, τίτλους εμετικούς, κείμενα αηδιαστικά. Πρόσεχε ελεύθερε πολίτη της κατεχόμενης χώρας, που την ψήφο σου θα ρίξεις στις επερχόμενης εκλογές! Αν θέλεις αναρχία, της βίας την αναβίωση, των ξενοκίνητων δυνάμεων την κυριαρχία, παρέδωσε τη χώρα στα εγκληματικά χέρια της αιμοσταγούς αριστεράς και των συνοδοιπόρων της.
Εάν, όμως, θέλεις ασφάλεια, σταθερότητα, ησυχία, πρόοδο, ψήφισε με φανατισμό την παράταξη των εθνικοφρόνων, αυτοί γνωρίζουν, γενιές τώρα, εύκολα τη γη να ξεπουλάνε. Κάτι ανάλογο, τόνισε μ’ έμφαση περίσσια απ’ την πολύπαθη Χαλκιδική, κάποιος από αυτούς που δεν μπορούν να φανταστούνε τον εαυτό τους μακριά απ’ της εξουσίας τις θωπείες, απ’ της καρέκλας τη ζεστασιά. Είπε πως αν στις αυτοδιοικητικές εκλογές κερδίσει υποψήφιος δήμαρχος που αντιτίθεται στις μεταλλευτικές δραστηριότητες στις Σκουριές, τότε, ίσως έχουμε ανθρώπινα θύματα. Αυτά δήλωσε ο καθ’ όλα αξιότιμος άρχων και προσέθεσε με ύφος εμβριθές, ότι την επόμενη μέρα των εκλογών, ο τόπος θα πνιγεί από αναρχικούς, από μέλη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, από τον ΣΥΡΙΖΑ και τους βουλευτές τους. Τι νομίζετε; Θα γίνει καμιά επένδυση στις Σκουριές κάτω απ’ αυτές τις ιδιόμορφες συνθήκες; Ασφαλώς όχι! Λοιπόν, πολίτες, σταθμίσατε με σοβαρότητα τα γεγονότα κι αποφασίστε με το χέρι στην καρδιά σε ποιον θ’ αναθέσετε τη διοίκηση του δήμου.
Σε λίγο έχουμε εκλογές. Ε, φίλε μου, λες και τίποτα δεν άλλαξε στον όμορφο τούτο τόπο. Πως γίνεται πάλι αυτοί οι αριστεροί, οι πάντα διωκόμενοι, να φταίνε για όλου του κόσμου τα κακά. Λες κι αυτοί κυβερνούσαν όλα αυτά τα χρόνια.
Έτσι έχουν τα πράγματα, σύντροφε, κι εσύ αναλώνεσαι σε ανούσιες κουβέντες. Χάνεσαι μέσα στο δάσος άναρθρων κραυγών. Αρνείσαι να κοιτάξεις κατάματα τη ζωή κι ο εχθρός καλπάζει. Βρίσκεται προ των τειχών. Πόσο επίκαιρη είναι η Καβαφική ρήση:
Εκείνο που τώρα προέχει είναι ν’ ανακόψουμε την πορεία όλων αυτών που νέμονται τον τόπο στο όνομα της δήθεν ασφάλειας και ησυχίας. Αυτό πρέπει να κυριαρχεί στη σκέψη μας. Όλα τ’ άλλα έπονται. Καιρός να απεμπολήσουμε το χθες. Ο κατήφορος έχει τέρμα οδυνηρό. Γέμισε ο τόπος ομάδες και η κάθε μια ισχυρίζεται πως κατέχει την μόνη αλήθεια. Εν τω μεταξύ ο Γάλβας κρυφά το στράτευμά του συναθροίζει και το ασκεί…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!