Της Ματίνας Παπαχριστούδη
Για εποχές αλλοτινές, χρόνους ευδαιμονίας. Για στελέχη αλαζονικά με ολάκερη την εξουσία στα χέρια τους. Να τρέχουν πριν καν το μεγάλο αφεντικό στα Media διανοηθεί να εκφωνήσει την επιθυμία του, να την κάνουν στόχο. Επί πλάνων, οργανογραμμάτων και ανθρώπων. Στελέχη καλομαθημένα, σε εταιρίες Media που επειδή έδιναν τον χρόνο τους στα πόδια των αφεντικών απαιτούσαν οδηγό σε λιμουζίνα, μπάτσο για προσωπική φύλαξη και ελικόπτερο για να μετακινούνται στην Αθήνα. Για εταιρίες «χρυσές» που ό,τι έβαζαν στο portofolio τους το πλήρωναν αδρά οι τράπεζες με τους κρουνούς των δανείων να ρέουν συνεχώς, χωρίς σταματημό.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον ευδαιμονίας και φούσκας των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, το στέλεχός μας υπηρετούσε πιστά το μεγάλο αφεντικό. Βγάζοντας καθημερινά με μόχθο και ώρες ατελείωτες, μακριά από την οικογένεια του, όλες τις ενέργειες, όλα τα σχέδια που εκπονούσαν οι ανώτεροι του, αθώα, λογικά, απαραίτητα, αδιαπραγμάτευτα. Το μεσαίο στέλεχος έπρεπε να μεταβιβάζει χαμηλότερα τις επιπτώσεις των όποιων σκληρών εντολών των επάνω ορόφων διακυβέρνησης της εταιρίας. Τα ρεπορτάζ έπρεπε να μην ενοχλούν τις τράπεζες, τις διαφημιστικές, τους διαφημιζόμενους, τις κυρίες των διαφημιζόμενων και τις ερωμένες τους. Τα ρεπορτάζ έπρεπε να προβάλουν τους διαφημιστές, τους διαφημιζόμενους, τους πολιτικούς προϊστάμενους και τους φίλους τους. Τα project παραγωγής έπρεπε να δοθούν σε φίλους και κολλητούς και τις ερωμένες τους.
Εκείνοι οι ανώτεροι είχαν ελικόπτερο για τις μετακινήσεις τους. Κι αυτός όμως, δεν κακοπερνούσε.
Το άγχος του 18ωρου ημερήσιου προγράμματος ξεπληρωνόταν αδρά. Με ένα μεγάλο πολυτελές σπίτι, με υψηλό δάνειο χωρίς πολύ-πολύ έλεγχο από επίσης γνωστούς-φίλους τραπεζικά στελέχη, με σπουδές για τα παιδιά του στο εξωτερικό. Αρκεί να κρατούσε τους από κάτω του ήσυχους, ενσωματωμένους. Αρκεί πού και πού να έβαζε καμιά φωνή σε όσους αντιδρούσαν, να χρημάτιζε ή να έπαιρνε με το μέρος των αφεντικών όσους γυάλιζε το μάτι τους στις ψεύτικες χάντρες που τους έδειχνε. Την πόρτα στο μεσαίο στρώμα εταιρικής εξουσίας. Τη συμμετοχή συζητήσεων στο τραπέζι των στελεχών στον παραπάνω όροφο.
Η κρίση στα Μedia τον χτύπησε απροειδοποίητα, όπως και τόσους άλλους. Δεν πέρασε από το μυαλό του πως η καθυστέρηση στη μισθοδοσία του υψηλού μισθού του δεν θα έχει τέλος. Του ήταν αδιανόητο να σκεφθεί πως το μεγάλο αφεντικό, ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους της χώρας, θα άφηνε τα στελέχη του χωρίς φροντίδα.
Στο κρεβάτι του νοσοκομείου, διασωληνωμένος πια, ένα βήμα πριν από τον θάνατο, έκλεισε τα αφτιά του στο κλάμα της οικογένειάς του. Η εταιρία του, ο «απρόσωπος οργανισμός», όπως ο ίδιος αρεσκόταν να εξηγεί στους αδύναμους που είχε απέναντι του, δεν του πληρώνει τα νοσήλια της σοβαρής ασθένειάς του. Ούτε την αποζημίωση 30 χρόνων δουλειάς.
Ούτε καν τους χρωστούμενους μισθούς δύο χρόνων. Ίσως ευτυχώς, ίσως δυστυχώς δεν πρόλαβε να μάθει πως η εταιρία του δυσαρεστήθηκε γιατί πέρασε την κόκκινη γραμμή. Άντεξε, δηλαδή, στη ζωή πέντε μέρες περισσότερες από όσες του είχαν δώσει οι γιατροί του ιδιωτικού νοσοκομείου. Ίσως δυστυχώς,
ίσως ευτυχώς δεν άκουσε πως δεν είναι αναντικατάστατος. Πως άλλα νεότερα στελέχη συνεχίζουν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους στο πάντα πλούσιο αφεντικό με τις καταχρεωμένες εταιρίες, κάνοντας πολύ καλύτερα τη δουλειά του. Τζάμπα…
Σήμερα θα σας πω ένα παραμύθι…
Σχόλια