Ο στόχος του κοινωνικού μετασχηματισμού και οι ενσωματωτικές δυνάμεις του κράτους
του Μιχάλη Σπουρδαλάκη*
Λίγες μέρες μετά τις εκλογές του Μαΐου κάποιος συνάδελφος (για χρόνια ενεργό μέλος του ΠΑΣΟΚ) παρατήρησε ότι πρώτη φορά έβλεπε ένα κόμμα, τον ΣΥΡΙΖΑ, μετά από μεγάλη νίκη να γκρινιάζει και να εισέρχεται στη δίνη εσωστρεφών συζητήσεων. Παρά το δηκτικό της παρατήρησης μπήκα σε προβληματισμό. Πόσο θεμιτή είναι η σχετική συζήτηση;
Δεν μου πήρε πολύ να κατανοήσω την ερώτηση και να ερμηνεύσω την εσωκομματική ένταση στον ΣΥΡΙΖΑ. Από τη μια η αντίληψη του φίλου που ως παλαιό μέλος ενός πολύπειρου κυβερνητικού κόμματος θεωρούσε πως η εκλογική νίκη, ουσιαστικά, ολοκληρώνει τον πολιτικό αγώνα, αφού τα υπόλοιπα τα αναλαμβάνει η κυβέρνηση. Από την άλλη, η Αριστερά, η ριζοσπαστική Αριστερά, άμαθη σε τέτοια ενδεχόμενα, με την εγγενή «κατάρα» της κριτικής τού εκάστοτε υπάρχοντος και με δεδομένο τον στόχο του μετασχηματισμού και όχι της διαχείρισης του όλου της κοινωνικής οργάνωσης, υποχρεώνεται σε ένα διαρκή έμπρακτο σκεπτικισμό και αναστοχασμό. Κατά συνέπεια, η συζήτηση για την κυβέρνηση της Αριστεράς έχει πολύ νόημα ιδιαίτερα όταν η Αριστερά φαίνεται να βρίσκεται προ των πυλών της κυβερνητικής εξουσίας.
Αυτονόητο ερώτημα
Το βασικό και αυτονόητο ερώτημα της ριζοσπαστικής Αριστεράς είναι μάλλον σαφές: Πώς μπορεί να διαχειριστεί την κυβέρνηση και να παραμείνει σταθερή στο στόχο του κοινωνικού μετασχηματισμού χωρίς να ενδώσει στις παντοδύναμες(;) ενσωματωτικές δυνάμεις του κράτους. Είναι προφανές ότι το ερώτημα έχει τεράστιες θεωρητικές, ιδεολογικές, πολιτικές και οργανωτικές διαστάσεις. Ο χώρος δεν είναι κατάλληλος για μια -έστω- γενική και αφηρημένη αναφορά στις σχετικές συζητήσεις. Ωστόσο, στις παρακάτω γραμμές μπορούμε έστω σχηματικά να αναφερθούμε στο συγκεκριμένο ζήτημα προτείνοντας ένα πλαίσιο προετοιμασίας αλλά και τελικής διαχείρισης της εξουσίας.
Η εισαγωγή, λοιπόν, αυτής της συζήτησης δεν μπορεί παρά να εστιάσει: α) Στα βασικά χαρακτηριστικά αυτού που ονομάζουμε ριζοσπαστική Αριστερά στην Ελλάδα, το οποίο τείνει να γίνει πρότυπο προς μίμηση πολύ πέρα από την Ευρώπη. β) Στη στρατηγική που έχει οδηγήσει στην οβιδιακή αύξηση της επιρροής του και γ) στις βασικές προϋποθέσεις για την αντιμετώπιση των κινδύνων ενσωμάτωσης και την αποτελεσματική διατήρηση του ριζοσπαστικού χαρακτήρα.
α) Τι είναι, λοιπόν, η «ριζοσπαστική Αριστερά» στα καθ’ ημάς; Ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί την πολιτική και οργανωτική συνάντηση όλων των παραδόσεων της Αριστεράς: Τόσο της λεγόμενης παραδοσιακής όσο και εκείνης που διαμορφώθηκε τις τελευταίες τέσσερις-πέντε δεκαετίες και που μάθαμε να την αποκαλούμε «νέα Αριστερά» ή καλύτερα «Αριστερά του ύστερου καπιταλισμού». Ο ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν, αποτελεί την οργανωτική και πολιτική σκευή που το όλον της Αριστεράς συναντάται και υπόσχεται τη σύνθεση των παραδόσεων που την αποτελούν. Η σύνθεση αυτή, θα μπορούσαμε να πούμε, μέσα φυσικά από δυσκολίες και τριβές, ότι οικοδομείται σταδιακά στη βάση μιας λογικής «ενάντια και πέρα» στις παραδόσεις που την αποτελούν. Σε αντιδιαστολή με την κατάσταση άλλων αριστερών εγχειρημάτων, όπου οι παραδόσεις τής στενά οριζόμενης μαρξιστικής Αριστεράς δεν συναντά, παρά μόνο ευκαιριακά, την αναπτυσσόμενη ριζοσπαστικότητα των νέων κινημάτων, που εστιάζουν σε κρυφές και για άλλους δευτερογενείς αντιθέσεις του καπιταλιστικού μας πολιτισμού, στον ΣΥΡΙΖΑ τα ρεύματα αυτά συνυπάρχουν. Η μοναδική αυτή συνύπαρξη ωστόσο δεν φαίνεται τουλάχιστον μέχρι τώρα να σημαίνει λογιστικούς μέσους όρους αλλά πρακτικά και συγκεκριμένα αναζητά συνθέσεις («πέρα») που περιορίζουν τις αντιφάσεις, τους αναγωγισμούς και τα αδιέξοδα αυτών των παραδόσεων («ενάντια»).
β) Η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ είναι επίσης κάτι που συνέβαλε, ίσως περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, στην πολιτική του επιτυχία. Η έμπρακτη απομάκρυνσή του από το κρατικοκεντρικό πλαίσιο των σχέσεων κοινωνίας κράτους, όπου η κυβερνητική αποτελεσματικότητα προηγείτο των κοινωνικών αιτημάτων, η οποία αποτελούσε το θεμελιακό χαρακτηριστικό του δικομματισμού, η σταθερή εμπλοκή του με τις διεργασίες στο κοινωνικό πεδίο συνέβαλαν σε μια κουλτούρα «ενδυνάμωσης των αδυνάμων» και, εντέλει, υπόσχονται την ουσιαστική ανατροπή του δικομματικού κυβερνητικού μοντέλου. Η παρουσία του ΣΥΡΙΖΑ στο κοινωνικό πεδίο, η αντικομφορμιστική παρουσία του στους θεσμούς κοινωνικής και πολιτικής εκπροσώπησης, η δημιουργία προγράμματος που θα στηρίζεται στην κοινωνική δράση και στην παρουσία στους θεσμούς, ανέδειξε την πρόταση για «κυβέρνηση της Αριστεράς» σε λαϊκό ρεαλιστικό αίτημα. Η κρίση, φυσικά, συνέβαλε στην επιτυχία αυτής της στρατηγικής, αλλά δεν αποτελεί την κύρια αιτία της επιτυχίας της ριζοσπαστικής Αριστεράς, όπως ισχυρίζονται κάποιοι.
γ) Τούτων δοθέντων, ποιες είναι οι προϋποθέσεις εκείνες που θα αποτρέψουν τους κινδύνους ενσωμάτωσης της κυβερνητικής Αριστεράς; Η σχετική συζήτηση είναι μεγάλη και δεν θα χωρούσε όσες στήλες και όσα φύλλα κι αν διέθετε ο φιλόξενος Δρόμος. Ας μείνουμε μόνο σε εκείνα που μας επιτρέπει ο χώρος και οι παραπάνω παρατηρήσεις: Η πρώτη προϋπόθεση έχει να κάνει με την εμπέδωση του τι είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Η οργάνωση, σε όλες της τις εκφάνσεις, θα πρέπει να επιβεβαιώνει το γενετικό πολιτικο-ιδελογικό υλικό της το οποίο περιλαμβάνει ως καταστατική θέση δύο πράγματα: Πρώτον, ότι το χειραφετητικό όραμα της κοινωνίας, του καθενός και της καθεμίας μας αποτελεί σύνθεση κατακτήσεων και εμπειριών του όλου της Αριστεράς και δεύτερον, ο ύστερος καπιταλισμός και ο πολιτισμός που παράγει ουσιαστικά δεν έχει δυνατότητα πλέον να διορθωθεί στη λογική όχι μόνο της παλαιάς αλλά ούτε ακόμη και της νέας σοσιαλδημοκρατίας.
Η δεύτερη προϋπόθεση είναι που μας οδηγεί στην απαίτηση ο ΣΥΡΙΖΑ, με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και φαντασία, να συνεχίσει στα χνάρια της στρατηγικής που του έδωσε τη δυνατότητα να σταθεί δίπλα στα χειμαζόμενα κοινωνικά στρώματα στην κρίση. Τη στρατηγική που βρίσκεται στον αντίποδα του κρατικοκεντρικού δικομματισμού και που έχει ως αφετηρία την ενεργή παρουσία στο κοινωνικό πεδίο. Αυτή η στρατηγική προφύλαξε τον ΣΥΡΙΖΑ από τον παραδοσιακό κυβερνητισμό που εμφιλοχωρούσε στους κόλπους του. Και είναι αυτή η στρατηγική που θα τον προφυλάξει από όμοιους κινδύνους, που προκύπτουν από την αναγκαία συνάντηση με τεχνοκρατικές τάσεις στο πλαίσιο του προγράμματος.
Φυσικά, στις απαιτήσεις αυτών των προϋποθέσεων δεν μπορεί να ανταποκριθεί ο ΣΥΡΙΖΑ χωρίς ισχυρή οργάνωση, χωρίς κόμμα που η δομή και η λειτουργία του θα είναι σε θέση να διασφαλίζουν αυτή τη στρατηγική και προοπτική της ριζοσπαστικής Αριστεράς, που θα επιβεβαιώνει το όνομά της.
* Ο Μιχάλης Σπουρδαλάκης είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών