Ο αγώνας για να αποτραπεί η διάλυση και το ξεπούλημα του ενεργειακού πλούτου της χώρας πιέζει για συμπεράσματα

του Χρήστου Πραμαντιώτη

 

Με την κοινωνία, ιδιαίτερα των βόρειων περιοχών της χώρας, να βρίσκεται στα κάγκελα για το ξεπούλημα της ΔΕΗ, με την κυβέρνηση να επιδεικνύει την πυγμή της έναντι των απεργών και την κορυφή του συνδικαλιστικού κινήματος να βρίσκεται για άλλη μια φορά «αλλού», το έγκλημα της διάλυσης και του ξεπουλήματος της μεγαλύτερης βιομηχανίας της χώρας ολοκλήρωσε στη Βουλή την Τετάρτη την πρώτη φάση του, με την υπερψήφιση του νομοσχεδίου για τη «μικρή» και υπό εκποίηση ΔΕΗ.

 

ΓΣΕΕ στο… πουθενά

Μέχρι να συμβεί αυτό, χρειάστηκε να προηγηθεί, εκτός του κυβερνητικού αυταρχισμού, η χαλαρή μέχρι παρεξηγήσεως στάση της συνδικαλιστικής ηγεσίας της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ και η ανικανότητα της ΓΣΕΕ να στηρίξει αυτόν τον αγώνα. Για τη ΓΣΕΕ, δύσκολα θα περίμενε κανείς μια καλύτερη στάση, καθώς πολλούς μήνες τώρα βρίσκεται στο… πουθενά. Είναι χαρακτηριστικό ότι τον τελευταίο καιρό η πιο «έντονη» παρέμβασή της στα… πράγματα ήταν να ξηλώσει πρόωρα τη διεύθυνση του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ. Για τη ΔΕΗ αρκέστηκε σε μια «σκληρή» δήλωση του προέδρου της Γιάννη Παναγόπουλου, ότι «θα κάνουμε ότι είναι δυνατόν για να αποτρέψουμε το ανοσιούργημα εναντίον της εθνικής οικονομίας, εναντίον των συμφερόντων των Ελλήνων καταναλωτών, εναντίον των εργαζομένων αλλά και να σταματήσουμε αυτές τις αντιδημοκρατικές ενέργειες της πολιτικής επιστράτευσης, που εκθέτουν καθημερινά τη χώρα».

Πιο χαρακτηριστικό είναι όμως ότι στις κρίσιμες πρώτες ώρες της επιστράτευσης ο σκληρός πρόεδρος της κορυφαίας συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργαζομένων ήταν άφαντος, ενώ η Εκτελεστική Επιτροπή της ΓΣΕΕ «κατάφερε» να συνεδριάσει μόλις τη Δευτέρα για να αποφασίσει τελικά να στηρίξει το συλλαλητήριο της περασμένης Τετάρτης στο Σύνταγμα, και να καλέσει τα Εργατικά Κέντρα της χώρας να οργανώσουν απογευματινά συλλαλητήρια την ίδια μέρα. Όπως καταγγέλλει με ανακοίνωσή της η συνδικαλιστική κίνηση ΜΕΤΑ, «η οριακή πλειοψηφική ομάδα που έχει συγκροτηθεί στη ΓΣΕΕ, άφησε να περάσει το κρίσιμο διάστημα, ώστε να μπορέσουν να λειτουργήσουν οι αποφάσεις της κυβέρνησης απέναντι στους εργαζομένους και ήρθε μετά από 3 ημέρες στην Εκτελεστική Επιτροπή με μια πρόταση που την ψήφισε με την ανάλογη, για άλλη μια φορά, διευκόλυνση του ΠΑΜΕ (σ.σ.: που είχε δική του πρόταση για να μην αθροιστεί με κανέναν άλλον)».

Η πρόταση της κίνησης ΜΕΤΑ στη συγκυρία αυτή ήταν: «Να υπάρξει απεργιακή απάντηση και συνέχεια του αγώνα μαζί με την ΑΔΕΔΥ και τα συνδικάτα ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, συνεχίζοντας και κλιμακώνοντας τον αγώνα. Να υπάρξει πρωτοβουλία και επιστολή της ΓΣΕΕ στα Ευρωπαϊκά Συνδικάτα, καταγγέλλοντας τη φασιστική λειτουργία της κυβέρνησης. Να οργανωθεί μεγάλη καμπάνια με σποτ, αφίσες, υπογραφές σε κείμενο συνδικαλιστών, προσωπικοτήτων και παραγόντων, συνέντευξη τύπου, συσκέψεις πανελλαδικές των συνδικάτων και οργάνωση δράσης σε μια πρωτοβουλία “Συμμαχίας για τη Δημοκρατία και τα Συνδικαλιστικά Δικαιώματα”». Ένα πρόγραμμα δηλαδή που είναι φανερό ότι απαιτούσε πολύ περισσότερα από όσα η παρέα που αποτελεί την ηγεσία της ΓΣΕΕ μπορούσε και ήθελε να κάνει. Εξίσου φανερό είναι ότι στην περίπτωση της ΔΕΗ (με το γενικό κοινωνικό αναβρασμό σε πολλές περιοχές της χώρας ο οποίος συναντήθηκε με την πρωτοβουλία του ΣΥΡΙΖΑ για δημοψήφισμα) συγκεντρώνονταν πολλές προϋποθέσεις… αναστάτωσης αντίθετα με τη θέληση της κυβέρνησης, κι αυτό δεν θα μπορούσε να το επιτρέψει η ΓΣΕΕ, που έχει μέχρι τώρα αναδειχθεί σε ένα κομβικό δεκανίκι της πρώτης.

Τα γεγονότα δεν δείχνουν κάτι διαφορετικό: η κυβέρνηση έφερε το νομοσχέδιο για τη ΔΕΗ προ τριών εβδομάδων, πήγε (μέσω της Διοίκησης της ΔΕΗ) την απεργία στα δικαστήρια, επιστράτευσε τους εργαζόμενους, την ίδια ακριβώς στιγμή που η ηγεσία της ΓΣΕΕ ήταν εξαφανισμένη μολονότι είχε τον καιρό να συντονίσει και να οργανώσει τον αγώνα των εργαζόμενων και της κοινωνίας απέναντι σε αυτό το εθνικό έγκλημα.

 

Απόδραση μέσω… επίταξης

Η καταμέτρηση των ευθυνών που έχει η ΓΣΕΕ σε κάθε ανάλογη περίσταση έχει γίνει πλέον μια πολύ εύκολη άσκηση. Είναι λίγο δυσκολότερη άσκηση να μιλήσει κανείς για τη στάση της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ τις ημέρες αυτές. Μια ομοσπονδία που μέχρι πρόσφατα σχεδόν δεν υπήρχε, καθώς η απόπειρα να κάνει το συνέδριό της είχε βομβαρδιστεί και αποτύχει. Αποφάσεις για απεργίες έπαιρναν τα πρωτοβάθμια σωματεία της που προσπαθούσαν μέσα από αντιξοότητες να καταφέρουν έναν πανελλαδικό συντονισμό, ενώ και στο τελικώς πραγματοποιηθέν προ τριών εβδομάδων συνέδριο της Ομοσπονδίας, η συζήτηση, οι προκλητικοί αποκλεισμοί σωματείων, οι αντιπαραθέσεις και οι αποφάσεις ήταν περισσότερο σχετικές με εκλογομαγειρέματα παρά με την επικείμενη απόπειρα διάλυσης και ξεπουλήματος της ΔΕΗ.

Σε αυτό το φόντο, ήρθε η 48ωρη απεργία της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ, την οποία βρήκε ως αφορμή η κυβέρνηση για να σπείρει τον (ψεύτικο εν πολλοίς) φόβο ενός επικείμενου μπλακάουτ, το οποίο ήταν δήθεν αποφασισμένη να μην το επιτρέψει, καθώς ως γνωστόν για τη μνημονιακή συγκυβέρνηση που σπέρνει παντού την καταστροφή, το συμφέρον της κοινωνίας και των πολιτών είναι… υπεράνω όλων. Στην περίπτωση της πρόσφατης απεργίας, πάντως, η κυβέρνηση είχε μετρήσει τα περισσότερα από όσα μπορούσε να γνωρίζει. Είχε μετρήσει το γεγονός ότι η ΓΕΝΟΠ, μπλεγμένη στα δικαστήρια για τα οικονομικά της, δεν έχει την έξωθεν καλή μαρτυρία που απαιτείται. Δεν έχει ούτε και την «έσωθεν» καλή μαρτυρία, όπως εύκολα θα καταλάβει κανείς μιλώντας με απλούς υπαλλήλους της ΔΕΗ. Η συνδικαλιστική διαχείριση (από την πλευρά της ΓΕΝΟΠ) όσων έχουν συμβεί την τελευταία δεκαετία της απελευθέρωσης της ενέργειας δεν της δημιουργούσε το αναγκαίο απόθεμα αξιοπιστίας ακόμη και μεταξύ των εργαζομένων της Επιχείρησης.

Το ρεπορτάζ του Δρόμου λέει ότι ακόμη και στις ελάχιστες περιοδείες που έκαναν στην Αθήνα στελέχη της ΓΕΝΟΠ, ο προβληματισμός των εργαζομένων ήταν μεγάλος. Πολλοί από τους υπαλλήλους θυμούνταν τους ίδιους συνδικαλιστές που τώρα καλούσαν σε ανυποχώρητο αγώνα, να παρατηρούν προ καιρού απαθείς και αδιάφοροι (τουλάχιστον) το σπάσιμο της ΔΕΗ σε κομμάτια με την απόσπαση των θυγατρικών της (του ΑΔΜΗΕ που τώρα έχει βγει στο σφυρί, και του ΔΕΔΔΗΕ), ή ακόμη και να «συναινούν» στον διαχωρισμό και τη διάσπαση των εργαζόμενων (τεχνίτες, λιγνιτωρύχοι, διοικητικοί κλπ.). Είδαν επίσης τώρα τους ίδιους συνδικαλιστές να ομολογούν ότι «θα κάνουμε μια 48ωρη και μετά θα μας επιστρατεύσουν και θα γυρίσουμε στις δουλειές μας». Ήταν φανερό ότι η συνδικαλιστική γραφειοκρατία της ΓΕΝΟΠ ετοιμαζόταν από μέρες για να χρησιμοποιήσει την επιστράτευση ως οδό διαφυγής.

Η εικόνα αυτή αποκρυσταλλώθηκε και στα ποσοστά συμμετοχής στην απεργία. Χαμηλά ποσοστά στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις, πολύ υψηλά ποσοστά στις περιοχές που είναι ενεργειακά κέντρα και όπου οι τοπικές κοινωνίες με πρωτοφανείς όρους μαζικότητας βρέθηκαν πλάι-πλάι με τους απεργούς σε έναν αγώνα που κατάλαβαν αμέσως ότι ήταν αγώνας επιβίωσης όχι για τους εργαζόμενους της ΔΕΗ, αλλά για ολόκληρες περιοχές της χώρας και για τη χώρα στο σύνολό της. Μια ευτυχής συνάντηση συνδικαλιστικού και κοινωνικού αγώνα, που είχε στο οπλοστάσιό της και την πρωτοβουλία για δημοψήφισμα την οποία ανέλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ.

 

Δρόμος ανασυγκρότησης

Σήμερα, ακόμη και με ψηφισμένο από τη Βουλή το νομοσχέδιο για τη «μικρή ΔΕΗ», το θέμα δεν τελειώνει. Υπάρχει δρόμος ακόμη μπροστά έως τη δημιουργία της «μικρής ΔΕΗ» και το ξεπούλημα ολόκληρων ενεργειακών περιοχών της χώρας σε ντόπιους και ξένους επενδυτές. Και είναι δρόμος που πρέπει να διανυθεί επενδύοντας στην κοινωνική συσπείρωση η οποία δημιουργήθηκε γύρω από την υπεράσπιση της ΔΕΗ, του εθνικού ενεργειακού πλούτου, των υποδομών, της ίδιας της υπόστασης της χώρας.

Στην πραγματικότητα αυτός είναι και ο μοναδικός δρόμος για το συνδικαλιστικό κίνημα, τουλάχιστον για εκείνες τις πλευρές του που όχι στα λόγια αλλά στην πράξη αναζητούν όρους αντίστασης και ανατροπής. Από τον καιρό της ΕΡΤ, που εδώ κι ένα χρόνο έθεσε με μοναδικό τρόπο το ζήτημα της κοινωνικής συμμαχίας για τη Δημοκρατία μέχρι τους αγώνες των εργαζομένων της ΕΥΑΘ μαζί με τον λαό της Θεσσαλονίκης για την υπεράσπιση του νερού, και μέχρι την (ημιτελή μέχρι σήμερα) κοινωνική συμμαχία για την υπεράσπιση του ενεργειακού αγαθού, το συνδικαλιστικό κίνημα των εργαζομένων οφείλει να βγάλει συμπεράσματα.

Έχει ήδη αρκετό υλικό για να αντιληφθεί ότι οποιοσδήποτε εργατικός αγώνας έχει σήμερα νόημα και συμβάλλει στις αναγκαίες ανατροπές αν συνδυαστεί με τις ανάγκες του λαού, αν δημιουργήσει όρους μετώπων πραγματικών κι όχι εικονικών, αν δώσει στην κοινωνία την προοπτική ανασυγκρότησης μιας ολόκληρης χώρας που σήμερα βολοδέρνει ανάμεσα στα προαπαιτούμενα, τα ξεπουλήματα, την αποικιοποίηση και στον αναγκαίο συνοδό όλων αυτών, τον δικτατορικό αυταρχισμό της μνημονιακής συγκυβέρνησης.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!