Η τρόικα επιστρέφει απαιτητική, αλλά και υποχρεωμένη να αποτρέψει μια στάση πληρωμών στις λήξεις ομολόγων του Μαΐου. Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Habemus τρόικα! Ακόμη και την καθυστερημένη επιστροφή των «τυράννων» της στην Αθήνα η κυβέρνηση επιχειρεί να την εμφανίσει ως μείζονα επιτυχία της, ως πρελούδιο συμφωνίας για την 4η αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος καταστροφής και ως ψήφο εμπιστοσύνης στο εγχείρημα της ανάκαμψης. Ωστόσο, η τρόικα επιστρέφει επειδή οφείλει να επιστρέψει. Το οφείλει ιδιαίτερα στο ΔΝΤ, το οποίο απαιτεί βάσει του καταστατικού του να γνωρίζει όχι μόνο πώς εξασφαλίζεται η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και η χρηματοδότηση της Ελλάδας το επόμενο δωδεκάμηνο, αλλά και αν θα αρχίσει να παίρνει πίσω τα λεφτά του από τον προσεχή Μάιο.
Το βασικό σενάριο
Οι συνθήκες που διαμορφώθηκαν μετά το Eurogroup της περασμένης Δευτέρας, με τις δηλώσεις και τις διαρροές σεναρίων που το ακολούθησαν, αποσαφηνίζει αρκετά πράγματα για το βασικό σενάριο με το οποίο θα χειριστούν φέτος οι δανειστές το «πρόβλημα Ελλάδα».
Πρώτα, την Κυριακή έρχεται η τρόικα και για δεκαπέντε μέρες «τσουρουφλίζει» την κυβέρνηση με στόχο μια πλήρη συμμόρφωση στη «μεταρρυθμιστική ατζέντα», ώστε να καταστεί δυνατή μια θετική αξιολόγηση η οποία θα επιτρέψει εκταμίευση των δόσεων που εκκρεμούν από πέρσι. «Τα λεφτά φτάνουν μέχρι τον Αύγουστο», λέει ο επικεφαλής του Eurogroup Γ. Ντάισελμπλουμ, εννοώντας ότι αν η κυβέρνηση είναι «καλό παιδί» θα εκταμιευτούν όλες οι δόσεις και δεν θα υπάρξει στάση πληρωμών τον Μάιο, οπότε συσσωρεύονται λήξεις ομολόγων και υποχρεώσεις εξόφλησης του ΔΝΤ ύψους 9 δισ. ευρώ.
Αυτό σημαίνει, φυσικά, ότι τα κυβερνητικά σχέδια για έξοδο στις αγορές αποκλείονται, επιτρέπεται μόνο εσωτερικός δανεισμός (έντοκα γραμμάτια) και οι προσδοκίες για μια γενναιόδωρη κίνηση των δανειστών τον Απρίλιο –οπότε θα υπολογιστεί και θα πιστοποιηθεί το περίφημο πρωτογενές πλεόνασμα– περιορίζονται σε μια «δήλωση πολιτικής στήριξης», σύμφωνα με διαρροές του Μαξίμου τις προηγούμενες μέρες.
Το επόμενο βήμα αφορά τη βιωσιμότητα του χρέους. Αποσαφηνίστηκε πλήρως ότι η κυβέρνηση δεν έχει τίποτε να περιμένει μέχρι τις εκλογές του Μαΐου. Ό,τι είναι να γίνει, θα γίνει μετά τις Ευρωεκλογές, πιθανότατα και προς το τέλος του έτους, οπότε θα κριθεί και αν η Ελλάδα θα χρειαστεί νέο πρόγραμμα στήριξης. Ακόμη και σ’ αυτό δεν υπάρχει συμφωνία μεταξύ των εταίρων. Ο Ντάισελμπλουμ εξέφρασε βεβαιότητα ότι δεν θα χρειαστεί. O Σόιμπλε, αντιθέτως, δεν το αποκλείει, αποκλείει όμως ένα νέο ονομαστικό κούρεμα, ενώ στον αντίποδα το Iνστιτούτο Bruegel των Βρυξελλών, σε μελέτη του για λογαριασμό του Ευρωκοινοβουλίου θεωρεί απίθανο να βγει η ελληνική οικονομία από το Mνημόνιο σύντομα και εκτιμά ως αναγκαία τη δέσμευσή της σε ένα νέο χρηματοδοτικό πρόγραμμα ύψους 40 δισ. μέχρι το 2030 και με «ενισχυμένες δεσμεύσεις». Μια άλλη ομάδα 5 Ευρωπαίων οικονομολόγων από αντίστοιχα think tanks, πάλι για λογαριασμό του Ευρωκοινοβουλίου, διατυπώνει την εκτίμηση ότι είναι αδύνατη η έξοδος της Ελλάδας από την κρίση χωρίς μεγάλη αύξηση των εξαγωγών και χωρίς «κούρεμα» του χρέους που κατέχει ο επίσημος τομέας (OSI).
Βρέχει πλεονάσματα
Το προφανές είναι ότι μεταξύ των δανειστών επίκειται ένα μεγάλο παζάρι για την τύχη του ελληνικού προγράμματος για το οποίο δεν βιάζονται και το οποίο θα γίνει ερήμην της ελληνικής κυβέρνησης. Αυτή με τη σειρά της περιορίζεται να φιλοτεχνεί την εικονική πραγματικότητα των πλεονασμάτων. Κυριολεκτικά βρέχει πλεονάσματα, με τα οποία η κυβέρνηση προσπαθεί να αντισταθμίσει τον καταιγισμό αρνητικών εξελίξεων στην πραγματική οικονομία, με πιο χαρακτηριστική τα λουκέτα στη χαλυβουργία. Η κυβέρνηση και η ΤτΕ προέβαλαν πανηγυρικά το πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών «για πρώτη φορά από το 1948», αποκρύπτοντας ότι αυτό προέρχεται κυρίως από την καταβαράθρωση των εισαγωγών και την υποκατανάλωση στην οποία έχουν υποχρεωθεί τα φτωχότερα στρώματα από τη λιτότητα.
Εν ολίγοις, πέρα από τη ρητορική της συμπάθειας η οποία πρέπει να θεωρείται δεδομένη, κυβέρνηση και τρόικα είναι εγκλωβισμένες για τους επόμενους μήνες μέχρι τις εκλογές σε έναν φαύλο κύκλο. Αν η κυβέρνηση δεν συμμορφωθεί πλήρως στις απαιτήσεις της τρόικας δεν θα υπάρξει θετική αξιολόγηση, αν δεν υπάρξει θετική αξιολόγηση δεν θα υπάρξει έγκαιρη εκταμίευση δόσεων, κι αν δεν υπάρξουν οι δόσεις, δεν θα πληρωθούν οι λήξεις ομολόγων προς τις κεντρικές τράπεζες και προς το ΔΝΤ τον Μάιο.
Αλλά μια στάση πληρωμών τον Μάιο, παραμονές των ευρωεκλογών, είναι πολιτική αυτοκτονία όχι μόνο για τους εταίρους της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά και για πολλές από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις που αντιμετωπίζουν με δέος τις Ευρωκάλπες. Ένας πολιτικός συμβιβασμός, ένα τρικ αξίας 9 δισ. ευρώ θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο, το αργότερο μέχρι το Eurogroup του Απριλίου, το τελευταίο πριν τις ευρωεκλογές. Αλλά, το τρικ αυτό είναι μάλλον αδύνατο να μεταφραστεί και σε εκλογική διάσωση των κυβερνητικών εταίρων.