Οι ευρωβουλευτικές εκλογές φέρνουν στο προσκήνιο κρίσιμα ερωτήματα για το μέλλον των λαών, μαζί και του ελληνικού λαού, στην πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Οι πολιτικές λιτότητας που προωθούν οι κυρίαρχες ελίτ Βρυξελλών και Βερολίνου πλήττουν θεμελιώδη δικαιώματα. Οι χώρες που βρίσκονται σε καθεστώς Μνημονίου βιώνουν τρομακτική έκρηξη ανεργίας και εξαθλίωση ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων, ενώ καταργείται ουσιαστικά η εθνική και λαϊκή κυριαρχία. Η νέα ΟΝΕ που οικοδομείται με το Δημοσιονομικό Σύμφωνο, τον Μηχανισμό Στήριξης, την τραπεζική ενοποίηση, τα εξάμηνα συντονισμού κ.ά., όλο και περισσότερο λειτουργούν ως ιδιόμορφα στρατόπεδα συγκέντρωσης και αιχμαλωσίας, λαών και εργαζόμενων, με επικυριαρχία της Γερμανίας.

 

«Πλεονάσματα λιτότητας» ή «παραγωγικά πλεονάσματα»;

Ειδικότερα στις χώρες που βρίσκονται σε καθεστώς Μνημονίων οι εγχώριες ελίτ (μεταξύ αυτών και η ελληνική) με τις οδηγίες της τρόικας, έχουν αναγάγει τη δημιουργία πλεονασμάτων μέσω λιτότητας, σε δόγμα εξόδου από την κρίση και επίλυσης του χρέους. Ωστόσο, η εφαρμογή των μέτρων λιτότητας έχουν οδηγήσει, όπως δείχνει η εμπειρία της Ελλάδας, σε παραγωγική αποδιάρθρωση, πρωτοφανή έκρηξη ανεργίας, φτωχοποίηση εκατομμυρίων πολιτών και τη λεηλασία δημόσιας περιουσίας, ενώ το χρέος της από 125% του ΑΕΠ το 2009 ανήλθε σε 175% στις αρχές 2014. Τέτοια συρρίκνωση και καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων δεν είχε υποστεί η χώρα ούτε σε περιόδους πολέμων. Η ενδεχόμενη συνέχιση αυτής της πολιτικής, που σχεδιάζουν Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ με τις οδηγίες της τρόικας, θα έχει οδυνηρές συνέπειες στην οικονομία και στους Έλληνες εργαζόμενους.

Για μια βιώσιμη διέξοδο από την κρίση χρειάζεται δημιουργία «παραγωγικών πλεονασμάτων», δηλαδή αύξηση παραγωγής και εισοδήματος, με αύξηση απασχόλησης, παραγωγικών επενδύσεων, ενίσχυση αγοραστικής δύναμης μισθών και συντάξεων, ρευστότητα με ευνοϊκούς όρους σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις και αγρότες, αναίρεση ιδιωτικοποίησης δημοσίων επιχειρήσεων, ενίσχυση αναπτυξιακού ρόλου της Αυτοδιοίκησης κ.ά. Όλα αυτά απαιτούν πρόγραμμα «παραγωγικής ανασυγκρότησης και πολιτιστικής αναγέννησης», κάτι που μόνον ο ΣΥΡΙΖΑ διαθέτει και μπορεί να προωθήσει. Το ερώτημα που τίθεται: «Πού θα βρείτε τα λεφτά», παρ’ ότι έχει απαντηθεί, το απαντάμε συνοπτικά μια ακόμα φορά:

Πρώτον, από τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους. Χωρίς διαγραφή του χρέους δεν υπάρχει ουσιαστικά δυνατότητα ανάσας του ελληνικού λαού στο παρόν και απώτερο μέλλον. Δεύτερον, από την «εθνικοποίηση-κοινωνικοποίηση» των τραπεζών. Είναι πρόκληση ο ελληνικός λαός να «ματώνει» για τη σωτηρία των τραπεζών και οι τραπεζίτες να ελέγχουν τις τράπεζες. Ειδικότερα η πρόσφατη μεταβίβαση της Eurobank σε ξένους και εγχώριους τοκογλύφους (το δημόσιο πλήρωσε πριν ένα χρόνο για τη σωτηρία της 1,5€ ανά μετοχή και πρόσφατα η κυβέρνηση την πώλησε με 0,30€ ανά μετοχή), αποτελεί καθαρή πρόκληση και αργά ή γρήγορα θα ζητηθούν ευθύνες. Τρίτη πηγή πόρων είναι η πάταξη της φοροδιαφυγής και φοροκλοπής εύπορων στρωμάτων, offshore εταιριών και μονοπωλιακών επιχειρήσεων, ενώ μια τέταρτη, αφορά την αναζήτηση πόρων από εξωτερικές πηγές με ευνοϊκούς όρους. Τέλος, βασική πηγή πόρων για παραγωγική ανασυγκρότηση θα γίνει η ίδια η ανάπτυξη, με αύξηση της απασχόλησης, του εισοδήματος και του πλούτου, καθώς και δικαιότερη κατανομή και ανακατανομή του. Όλα αυτά, βέβαια, μόνο μια αριστερή κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να εξασφαλίσει.

 

Προτεραιότητα η σωτηρία του λαού ή της Ευρωζώνης;

Οι πρόσφατες αποκαλύψεις της Συνόδου Αρχηγών της Ε.Ε. στις Κάννες το 2011, αποκάλυψε σε βάθος τον χαρακτήρα της συντελούμενης ευρωπαϊκής ενοποίησης. Γίνεται στη βάση του ανταγωνισμού, της ισχύος και της υποταγής των αδύναμων στις ισχυρότερες χώρες. Με κυνισμό εξέχοντες παράγοντες της κυρίαρχης ελίτ Βρυξελλών και Βερολίνου, αποκάλυψαν ότι όλα τα μέτρα και επιλογές για σωτηρία τάχα της Ελλάδας, είχαν ως μοναδικό στόχο τη σωτηρία της Ευρωζώνης, ενώ ο ελληνικός λαός αντιμετωπίστηκε στην πράξη ως πειραματόζωο. Ωστόσο, μια τέτοια στρατηγική «ενοποίησης» γεννά αποκλίσεις αντί σύγκλιση οικονομιών, διευρύνει αντί να μειώνει τα «ελλείμματα» δημοκρατίας, συρρικνώνει αντί να σέβεται τη λαϊκή και εθνική κυριαρχία, μεγαλώνει τις αντιθέσεις μεταξύ χωρών του «πυρήνα» και της «περιφέρειας» και τελικά δεν έχει μέλλον.

Ο ΣΥΡΙΖΑ και το Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, είναι κάθετα αντίθετοι στις πολιτικές της Ευρωζώνης. Επίσης, προβάλλουν την ιδέα ανατροπής του σαθρού οικοδομήματος της ΟΝΕ και επαναθεμελίωσης με όρους λαών και εργαζόμενων και σοσιαλιστικής προοπτικής. Παράλληλα, στους κόλπους της ευρωπαϊκής Αριστεράς γίνονται γόνιμες συζητήσεις για το συγκεκριμένο «οδικό χάρτη» προώθησης του στόχου. Από την πλευρά του ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κάνει σαφές ότι προτεραιότητα στην πολιτική του είναι η σωτηρία του ελληνικού λαού και όχι η θυσία του χάριν της Ευρωζώνης.

Σε αυτό ακριβώς βρίσκεται και η ουσιαστική διαφορά στρατηγικής με όλα εκείνα τα κόμματα και κυβερνήσεις, που άμεσα ή έμμεσα υιοθετούν την αρχή της «πάση θυσία» παραμονής στην ευρωζώνη, υποτασσόμενα εντέλει στις πιέσεις και εκβιασμούς των κυρίαρχων ελίτ της Ευρωζώνης και ιδιαίτερα της Γερμανίας.

Κατά συνέπεια, οι Ευρωεκλογές αποτελούν ευκαιρία για ένα ισχυρό μήνυμα αποδοκιμασίας, τόσο των πολιτικών του Μνημονίου, όσο και του νεοφιλελεύθερου οικοδομήματος της ΟΝΕ, καθώς και ενδυνάμωσης των κινημάτων αντίστασης και αλληλεγγύης μεταξύ των λαών και εργαζόμενων της Ευρώπης.

 

* Ο Γιάννης Τόλιος είναι υποψήφιος ευρωβουλευτής με τον ΣΥΡΙΖΑ

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!