Η περίπτωση της Ουκρανίας σηματοδοτεί κάτι πολύ σημαντικότερο από μία τροπή, όσο σοβαρή κι αν είναι, στις γεωπολιτικές ισορροπίες ή ανισορροπίες. Σηματοδοτεί, επιβεβαιώνει και εδραιώνει μια βαρύνουσα απομάκρυνση της Ευρώπης από θέσεις που αναπτύχθηκαν όχι μόνο θεωρητικά, αλλά και έμπρακτα, στη μεταπολεμική εποχή. Μία τέτοια «θέση» είναι η δημοκρατία αστικού τύπου, που κύριο γνώρισμά της είναι η διακυβέρνηση μέσα από την επιλογή των αντιπροσώπων του λαού, με μυστική ψηφοφορία κάθε τέσσερα, πέντε ή έξι χρόνια. Οποιαδήποτε παρέκκλιση απ’ αυτό τον κανόνα θεωρείτο για αρκετά χρόνια ως κατάλυση της δημοκρατίας και ως κατ’ εξοχήν αντιευρωπαϊκή αντίληψη.

Η αρχή της εκτροπής έγινε από τη Γιουγκοσλαβία, αλλά δικαιολογήθηκε σαν εξαίρεση και μεμονωμένο περιστατικό εξ αιτίας της καταπίεσης που υποστηρίζεται ότι υφίσταντο οι εθνικοί εταίροι από τη δεσπόζουσα ομάδα των Σέρβων και η παρεμπόδισή τους ουσιαστικά να εκφραστούν ελεύθερα και να αυτοδιοικηθούν  δημοκρατικά. Η γιουγκοσλαβική «λύση» προβλήθηκε ως η τελευταία πράξη της διάλυσης του υπαρκτού σοσιαλισμού, που λόγω «ειδικών συνθηκών» δεν έγινε με ειρηνικό τρόπο όπως στην υπόλοιπη ανατολική Ευρώπη. Όπως και να δικαιολογήθηκε τότε, δεν ήταν τίποτα λιγότερο από μία εκτροπή στο ευρωπαϊκό αξιακό πλαίσιο. Η συνέχεια είναι γνωστή. Πόλεμοι, εθνοκαθάρσεις, κατακερματισμοί, χώρες που μοιάζουν με κράτη και καθεστώτα που μοιάζουν με δημοκρατίες.

Μέχρι το βομβαρδισμό της Γιουγκοσλαβίας, η Ευρώπη δεν είχε επιδείξει καμία σοβαρή παρεμβατικότητα για την απελευθέρωση καταπιεσμένων εθνικών ομάδων και την αποκατάσταση της δημοκρατίας ούτε σε χώρες με καθεστώτα καθαρά φασιστικά και εθνικιστικά, όπως αυτά της Ισπανίας του Φράνκο και της Πορτογαλίας του Σαλαζάρ, ή της Ελλάδας επί δικτατορίας των συνταγματαρχών και της Τουρκίας των στρατηγών, επίσης μέλους της ευρωπαϊκής συμμαχίας, στη διάρκεια των τριών πραξικοπημάτων που καταργούσαν τις εκλεγμένες κυβερνήσεις και κρεμούσαν τους πρωθυπουργούς. Ούτε, βέβαια, έκανε κάτι για τη συνεχιζόμενη κατοχή της Βόρειας Ιρλανδίας από την Αγγλία ή για την κρατική καταστολή του κινήματος των Βάσκων που ζητάει ανεξαρτησία. Αλλά κι αυτή η μη παρέμβαση καλυπτόταν από τη δικαιολογία της ύπαρξης του Ψυχρού Πολέμου που δεν επέτρεπε χειρισμούς που θα ευνοούσαν ενδεχομένως τη μεγάλη σοβιετική αρκούδα, η οποία απειλούσε, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ευρωατλαντικής συμμαχίας, την ευρωπαϊκή δημοκρατία στο σύνολό της.

Με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας διαφάνηκε ότι η Ευρώπη, χωρίς το αντίπαλο δέος της Σοβιετικής Ένωσης, αντί να γίνει πιο δημοκρατική και ειρηνική, θα ακόνιζε τα νύχια της και θα συρόταν ακόμα περισσότερο πίσω από τις ΗΠΑ και τις ισχυρές ολιγαρχίες στην επικράτειά της.

Η αστική δημοκρατία στα Τάρταρα

Η Ουκρανία μέχρι πρότινος δεν είχε φασιστικό καθεστώς. Ένα συνηθισμένο στην Ευρώπη καθεστώς αστικής δημοκρατίας βήτα διαλογής είχε, όπως η Βουλγαρία, η Ρουμανία, η Ελλάδα, η Αλβανία, η Λετονία κ.λπ. Η κυβέρνηση εκλεγόταν με τον ίδιο τρόπο που εκλέγεται σε όλες τις δυτικές χώρες, άλφα και βήτα διαλογής. Η διοίκηση ήταν στα χέρια των εκπροσώπων της κυρίαρχης εθνικής ομάδας, με προέδρους (Κραβτσούκ, Κούτσμα, Γιούσενκο, Γιανουκόβιτς), πρωθυπουργούς (Τιμοσένκο κ.ά.) και βουλευτές στη συντριπτική τους πλειοψηφία Ουκρανούς. Το ίδιο και οι ολιγάρχες οι οποίοι ελέγχουν την οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας, με εξαίρεση μερικούς που προέρχονται από μικρότερες εθνικές ομάδες, αλλά είναι πλήρως ενταγμένοι στο κυρίαρχο σύστημα εξουσίας, όπως ο Τάταρος Ρενάτ Αχμέτοβ και ο Εβραίος Igor Kolomoysky, που διορίστηκε τώρα κυβερνήτης του Ντνιπροπετρόφσκ. Εν ολίγοις, 24 χρόνια μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου, χωρίς κομμουνιστική απειλή, η Ουκρανία εξελίχθηκε σε ένα κράτος με άκρως καπιταλιστική οικονομία, πολύ πιο νεοφιλελεύθερη από τις περισσότερες ευρωπαϊκές, με μειούμενο κοινωνικό κράτος, πολύ κατώτερο οποιασδήποτε ευρωπαϊκής χώρας, με τυπικά νόμιμα εκλεγμένους προέδρους και κυβερνήσεις διεθνώς αναγνωρισμένες, ανεξάρτητη από συνασπισμούς και στρατιωτικά ανένταχτη, με εμπορικές σχέσεις τόσο με τη Ρωσία όσο και με την Ευρώπη και την Αμερική.

Και, όμως, σ’ αυτή την Ουκρανία, τη φιλική στη Δύση και καπιταλιστική, τα ευρωπαϊκά κράτη παρενέβησαν με τον πιο κραυγαλέο και απροσχημάτιστο τρόπο προκειμένου να καταστρέψουν το όποιο «δημοκρατικό της επίτευγμα», πολύ καλύτερο από τα αντίστοιχα της Βουλγαρίας ή της Λετονίας, και να επιβάλλουν ένα καθεστώς απολύτως εξαρτημένο, προϊόν πραξικοπήματος, καταλύοντας -με τη βίαιη ανατροπή του εκλεγμένου προέδρου και της κυβέρνησής του- κάθε θεσμό με ευρωπαϊκά κριτήρια δημοκρατικό, διαλύοντας την ειρηνική μεταξύ των 130 εθνικών ομάδων συνύπαρξη, καταργώντας την ουδετερότητα της χώρας και την καλή γειτονία με τη Ρωσία και επιφέροντας το διαμελισμό της εδαφικής της ακεραιότητας.

Το «ουκρανικό περιστατικό» αποτελεί σταθμό στην απομάκρυνση της Ευρώπης από τις πολιτικές αρχές και αξίες που η ίδια είχε αναγάγει για τον εαυτό της σε ύψιστο αγαθό και συστατικό γνώρισμά της.

Οι πυρπολήσεις και τα λιντσαρίσματα απλών πολιτών που διαμαρτύρονταν άοπλοι στην Οδησσό, το μακελειό στη Μαριούπολη, οι απαγωγές και συλλήψεις πολιτών στο Ντονιέτσκ που αντιτίθενται στο παράνομο καθεστώς του Κιέβου και τα ελικόπτερα και τανκς που περιπολούν και πυροβολούν στις πόλεις και τα χωριά της ανατολικής, κεντρικής και νότιας Ουκρανίας, σε μια έκταση πολύ μεγαλύτερη της Ελλάδας, δεν αποτελούν χαρακτηριστικά μιας δημοκρατίας σε εξέλιξη, αλλά μιας δημοκρατίας σε σοβαρή οπισθοδρόμηση, πιο κοντά σε στρατιωτική δικτατορία παρά σε δημοκρατία ευρωπαϊκού τύπου.

Μέχρι σήμερα, οι Ευρωπαίοι έκαναν τα στραβά μάτια ή συμμετείχαν σε επεμβάσεις ανατροπής καθεστώτων και κυβερνήσεων εκτός Ευρώπης δικαιολογώντας τις πράξεις τους ως προοδευτικές σε χώρες «καθυστερημένες» που χρειάζονται εκπολιτισμό ή απειλούν το δυτικό τρόπο ζωής και τη σταθερότητα στον κόσμο, π.χ. Ιράκ, Αφγανιστάν, Λιβύη κ.λπ. Τώρα, πλέον, με τη βίαιη επέμβασή τους στην Ουκρανία, με την ανατροπή του εκλεγμένου προέδρου, την εγκατάσταση στην εξουσία μιας ομάδας από μαριονέτες, την αποδοχή της φασιστικής αναβίωσης και τρομοκρατίας, οι Ευρωπαίοι αναιρούν τον εαυτό τους και αποκαλύπτουν την αληθινή τους φύση. Φαίνεται, τελικά, ότι η δημοκρατία αστικού τύπου χρησιμοποιήθηκε στην Ευρώπη σαν εργαλείο με ημερομηνία λήξης και όχι σαν αξία που δεν επιδέχεται κουτσούρεμα και έκπτωση.

Δικαιολογημένα αναρωτιέται κανείς μήπως το μεταπολεμικό δημοκρατικό θαύμα στην Ευρώπη δεν ήταν παρά μια εκτροπή. Μήπως στην περίοδο της καπιταλιστικής ακμής το κύριο στοιχείο ήταν η αποικιοκρατία, ο ρατσισμός και ο πόλεμος και όχι η δημοκρατία.  Μήπως η δημοκρατία χρησιμοποιήθηκε βασικά σαν μέσο εξομάλυνσης των καταστροφικών ενδοκαπιταλιστικών ανταγωνισμών και σαν ανάχωμα στην επικράτηση του σοσιαλισμού. Μήπως ήταν απλώς μία αναλαμπή στην ιστορία της βαρβαρότητας. Μήπως, επί της ουσίας, ήταν το πιο πρόσφορο μέσο για τη συνέχιση της εκμετάλλευσης και της λεηλασίας. Μήπως, τελικά, η Ευρώπη δεν ήταν αυτή που φαινόταν…

Στέλιος Ελληνιάδης

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!