Η φαινομενική ψυχραιμία, το υπεραισιόδοξο κυβερνητικό σενάριο και οι εξωγενείς παράγοντες που καθιστούν επισφαλή τον «αεράτο» σχεδιασμό Σαμαρά-Βενιζέλου

Του Γιάννη Κιμπυρόπουλου

 

Με συνοπτικές διαδικασίες και Υπουργικές Αποφάσεις της τελευταίας στιγμής η συγκυβέρνηση κλείνει τις εκκρεμότητες των προαπαιτούμενων που έχουν θέσει οι δανειστές για να συνεχιστεί η εκταμίευση των δόσεων. Το EuroWorking Group, μέσω τηλεδιάσκεψης, έδωσε χθες το πρώτο πράσινο φως για να εκταμιευτεί 1 δισ. ευρώ, η συνεδρίαση του Eurogroup τη Δευτέρα θα δώσει το δεύτερο, ενώ από την Τετάρτη θα βρίσκονται στην Αθήνα οι επικεφαλής της τρόικας για έναν εβδομαδιαίο έλεγχο, πριν την εκκίνηση της 5ης -και τελικής- αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος, το φθινόπωρο. Ενδιαμέσως, η συγκυβέρνηση θα πρέπει να «καλύψει το πλάνο» της με τα 6 ακόμη προαπαιτούμενα, ώστε να εκταμιευτεί άλλο 1 δισ. δανειακής δόσης.

 

Επίπλαστη ψυχραιμία

Η κυβέρνηση επιχειρεί να εμφανίσει προς τους εταίρους την εκπλήρωση των προαπαιτούμενων ως τυπική, διεκπεραιωτική διαδικασία που απλώς καθυστέρησε λόγω εκλογών, παρ’ ότι ανάμεσά τους βρίσκεται το μείζονος πολιτικής σημασίας και αβέβαιης, ακόμη, έκβασης νομοσχέδιο εκποίησης της ΔΕΗ. Ανάλογη χαλαρότητα και ψυχραιμία προσπαθεί να εκπέμψει και στο θέμα των χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας, επιμένοντας στο τριπλό δόγμα «δεν χρειαζόμαστε νέα χρηματοδότηση, δεν θέλουμε νέο δάνειο, δεν ζητάμε νέο κούρεμα χρέους».

Ωστόσο, η σπουδή τόσο για την κάλυψη των προαπαιτούμενων που ζητούνται για τις εκταμιεύσεις των 2 δισ. ευρώ, όσο και για μια δεύτερη «έξοδο» στις αγορές με ένα τριετές ομόλογο 2,5-3 δισ. ευρώ, το οποίο αναμένεται να εκδοθεί την προσεχή εβδομάδα, δείχνει ότι η χαλαρότητα είναι επίπλαστη. Συν τοις άλλοις, άρωμα νέων μέτρων ή επέκτασης παλαιών (όπως η έκτακτη εισφορά) αναδύουν και οι δικαστικές αποφάσεις που ανατρέπουν μισθολογικές περικοπές (δικαστικοί, ένστολοι κ.ά.).

Η κυβέρνηση σπεύδει να συμμορφωθεί επιλεκτικά, αλλά οι δεσμεύσεις που περιλαμβάνονται στην τελευταία έκθεση του ΔΝΤ είναι σαφείς: Όποια δημοσιονομική τρύπα δημιουργείται από δικαστικές ανατροπές πρέπει να συμψηφιστεί με νέα ισοδύναμα μέτρα. Η τρόικα είναι απολύτως εξοικειωμένη μ’ αυτήν την έμμεση παράκαμψη της «αυτόνομης» δικαστικής εξουσίας, όπως δείχνει και η περίπτωση της Πορτογαλίας, η κυβέρνηση της οποίας σπεύδει να αντικαταστήσει αντισυνταγματικές περικοπές στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων με άλλες περικοπές στους ίδιους υπαλλήλους, «συνταγματικά» αναδιατυπωμένες.

Η κυβέρνηση Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ επιδιώκει να κλείσει αυτές τις εκκρεμότητες χωρίς πολλές εντάσεις, επενδύοντας σε ένα σενάριο «εξόδου από το Μνημόνιο» το φθινόπωρο ή το αργότερο μέχρι το τέλος του χρόνου, υπό τον όρο ότι θα εξελιχθεί «αναίμακτα» η επόμενη, 5η και φαρμακερή αξιολόγηση. Αυτή η αξιολόγηση, ως γνωστόν, συνδέεται άμεσα και με τη συζήτηση για νέα αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους (κατά 75% κρατικά δάνεια, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat) πάντα χωρίς άμεσο κούρεμα, μόνο με επιμήκυνση και μείωση επιτοκίων.

 

Το χρήμα της ΕΚΤ

Ενισχυτικό στοιχείο του υπεραισιόδοξου κυβερνητικού σεναρίου είναι η ενεργοποίηση, από τον Σεπτέμβριο, των «μη συμβατικών» μέτρων της ΕΚΤ με τα οποία θα δοθεί φθηνή χρηματοδότηση προς τις τράπεζες της Ευρωζώνης ύψους έως και 1 τρισ. σε βάθος τριετίας. Το εγχείρημα ξεκινά από τον Σεπτέμβριο, οπότε θεωρητικά οι ελληνικές τράπεζες θα έχουν τη δυνατότητα να αντλήσουν φθηνή ρευστότητα έως και 10 δισ. μέχρι και τον Δεκέμβριο, υπό τον όρο ότι θα έχουν καθαρά ενέχυρα να καταθέσουν στην ΕΚΤ, δηλαδή δάνεια, εκτός από τα στεγαστικά και μερικές ακόμη κατηγορίες. Το σχετικά περίπλοκο σύστημα χρηματοδότησης, που οι τεχνικές του λεπτομέρειες έγιναν την Πέμπτη γνωστές, είναι πιθανό να εξασφαλίσει μια «έξτρα» ρευστότητα στις τράπεζες, την οποία η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να «πουλήσει» και ως δική της επιτυχία, μαζί με άλλα στοιχεία αλχημικής επεξεργασίας (ρεκόρ τουριστικών αφίξεων, μικρή κάμψη της ανεργίας κ.λπ.).

Σε γενικές γραμμές ο κυβερνητικός σχεδιασμός, που φαίνεται να έχει τουλάχιστον την ανοχή των δανειστών, είναι να δημιουργηθεί ένα επικοινωνιακά επαρκές εκλογικό «χαρτοφυλάκιο» που να αποτρέπει τη δημιουργία κρίσεων στην κυβερνητική πλειοψηφία και να επιτρέπει μια σχετικά ασφαλή προσφυγή σε εκλογές, στο διάστημα από το φθινόπωρο μέχρι τις αρχές του 2015, οπότε αναμένεται η διαδικασία εκλογής νέου Προέδρου της Δημοκρατίας.

 

Επισφαλή σενάρια

Ο σχεδιασμός αυτός είναι απολύτως επισφαλής.

Πρώτον, για λόγους εσωτερικούς. Μπορεί μέχρι στιγμής καμιά από τις μείζονες «μεταρρυθμίσεις» κυβέρνησης- τρόικας να μην έχει τροφοδοτήσει ανάλογης έντασης πολιτική και κοινωνική κρίση, ωστόσο δεν παύει η κυβέρνηση να ισορροπεί διαρκώς σε λεπτό σκοινί, χωρίς μια στοιχειώδη κοινωνική συμμαχία. Ταυτόχρονα, η δυναμική πρωτοβουλιών, όπως το δημοψήφισμα για τη «μικρή ΔΕΗ», δεν έχουν ακόμη κριθεί και δεν αποκλείεται να κρύβουν δυσάρεστες για την κυβέρνηση εκπλήξεις. Το κυριότερο: η κυβερνητική στρατηγική εξαντλείται στο πεδίο της επικοινωνίας και δεν έχει το παραμικρό αντίκρισμα στην πραγματική οικονομία και κοινωνία που βιώνουν μια βύθιση εφάμιλλη, ίσως και χειρότερη από τις προηγούμενες μνημονιακές χρονιές, έστω κι αν αυτή δεν θα καταγραφεί στους επίσημους αριθμούς του ΑΕΠ.

Δεύτερον, υπάρχουν και εξωγενείς, για την ακρίβεια ευρωπαϊκοί, λόγοι που καθιστούν επισφαλή τον «αεράτο» κυβερνητικό σχεδιασμό. Το περίφημο «μπαζούκα» της ΕΚΤ και του Ντράγκι, η γενναιόδωρη ρευστότητα που θα προσφερθεί στις τράπεζες υπό τον όρο ότι το μεγαλύτερο μέρος της θα πάει σε δανεισμό της πραγματικής οικονομίας, αμφισβητείται ως προς την αποτελεσματικότητά του. Το μέτωπο Ρέντσι-Ολάντ ετοιμάζει μια ρελάνς, με ένα φιλόδοξο σχέδιο δημιουργίας ευρωπαϊκού «επενδυτικού ταμείου», το οποίο θα χρηματοδοτήσει ή θα στηρίξει επενδύσεις ύψους 240 δισ. ευρώ τον χρόνο στην Ε.Ε. Τα στοιχεία της ισχνότατης ανάκαμψης στο μεγαλύτερο μέρος της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης καθιστούν δημοφιλές ανάμεσα στις οικονομικές ελίτ (αλλά και το ΔΝΤ) το σχέδιο αυτό.

Αντίθετα, η γερμανική ηγεσία διά του Β. Σόιμπλε το χαρακτήρισε «περιττό», και αντιπαραθέτει το παράδειγμα της Ιρλανδίας, αλλά και της ίδιας της Γερμανίας δικό της παράδειγμα, βάσει του οποίου θα επιτύχει ετήσια ανάπτυξη 2%, χωρίς να δημιουργήσει νέο δημόσιο χρέος μέχρι το 2018. Συν τοις άλλοις, έχει ανοίξει το τεράστιο μέτωπο του Brexit. Ο Κάμερον, μετά την «ήττα» του στην καμπάνια κατά της εκλογής Γιούνκερ, επέβαλε de facto στους λοιπούς εταίρους, πρωτίστως στην ίδια τη Γερμανία που δυσκολεύεται να φανταστεί μια Ε.Ε. χωρίς τη Βρετανία, την επαναδιαπραγμάτευση της «ομοσπονδιακής Ευρώπης», σε μια λογική αλά καρτ σχέσης. Το «παζάρι» που ανοίγει επηρεάζει, εκ των πραγμάτων, τη Γαλλία και την Ιταλία, τους «ελέφαντες» με το τεράστιο χρέος και τα τεράστια προβλήματα, οι οποίες δεν αποκλείεται να αναγκαστούν να επανατοποθετηθούν απέναντι στο «ομοσπονδιακό σχέδιο», επικαιροποιώντας τα παλιά σενάρια για Ε.Ε. και Ευρωζώνη δύο ή περισσότερων ταχυτήτων.

Σε ποια ταχύτητα θα «πέσει» η Ελλάδα, δεν θέλει ιδιαίτερη φαντασία.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!