Πολλαπλά και προς τον ΣΥΡΙΖΑ τα μηνύματα των εκλογών
Χωρίς αμφιβολία, η εκλογική επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ στην αναμέτρηση για την Ευρωβουλή χαροποίησε χιλιάδες μέλη και φίλους του. Το αποτέλεσμα λειτούργησε μάλλον ανακουφιστικά, μια και δεν ήταν δεδομένο. Ιδιαίτερα μετά τον πρώτο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών, που βρήκε το κυβερνητικό στρατόπεδο να διατηρεί τις δυνάμεις του στις περισσότερες περιοχές της χώρας.
Αν μετά το 27% του Ιουνίου του 2012 και δύο χρόνια κυβερνητικής φθοράς ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερνε να κατακτήσει την πρώτη θέση στις Ευρωεκλογές, το πιθανότερο είναι ότι θα έμπαινε σε μία φάση έντονου προβληματισμού για το κατά πόσο έχει τις δυνατότητες να οδηγήσει σε μια αλλαγή του πολιτικού σκηνικού τη χώρα. Η πρώτη θέση για την Αριστερά, για πρώτη φορά στην Ιστορία σε εκλογές εθνικής κλίμακας, αφήνει ανοιχτά περιθώρια και δυνατότητες. Ωστόσο, τα αποτελέσματα των εκλογών προσφέρονται για πλήθος συμπερασμάτων, στέλνοντας πολλαπλά μηνύματα και προς την Αριστερά.
Το άθροισμα της δύναμης των δύο πρώτων κομμάτων (Ν.Δ.-ΣΥΡΙΖΑ) είναι περίπου 50% (από 56% τον Ιούνιο του 2012). Ο ΣΥΡΙΖΑ παίρνει ποσοστό σχεδόν ίδιο με του 2012 και 140.000 ψήφους λιγότερες. Την ίδια στιγμή Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ (το 2012 συγκέντρωσαν 48% συγκροτώντας κυβέρνηση) πήραν την Κυριακή 32%, χάνοντας 16 ποσοστιαίες μονάδες και περισσότερο από ένα εκατομμύριο ψήφους.
Διαπιστώνεται ότι τα κυβερνητικά κόμματα υπέστησαν μεγάλη φθορά η οποία δεν οδήγησε σε άνοδο των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ. Επίσης, ότι η προεκλογική πόλωση μεταξύ Ν.Δ.-ΣΥΡΙΖΑ δεν εκφράστηκε στην κάλπη με συσπείρωση μεγαλύτερου ποσοστού ψηφοφόρων γύρω από τα δύο μεγαλύτερα κόμματα. Ακόμα, βλέποντας συνολικότερα τα αποτελέσματα, θα διαπιστώσουμε ότι έχουμε μια πανσπερμία επιλογών και ρευστοποίηση του πολιτικού σκηνικού με μια σειρά κόμματα ή ομάδες κομμάτων να συγκεντρώνουν αξιοπρόσεκτα ποσοστά.
Δικαιολογείται ο σχεδόν πανηγυρικός τόνος εκ μέρους των Σαμαρά-Βενιζέλου που προσπαθούν να αποδείξουν ότι χαμένος των εκλογών είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και ότι οι ίδιοι άνετα μπορούν να συνεχίσουν το καταστροφικό τους έργο; Φυσικά όχι. Οι δύο στυλοβάτες της κυβέρνησης είδαν τα κόμματά τους να χάνουν μεγάλο ποσοστό των δυνάμεών τους και εκατοντάδες χιλιάδες ψηφοφόρους που καταδίκασαν την κυβερνητική πολιτική.
Εμπλοκή στο πολιτικό σκηνικό
Η γενική εικόνα αποτυπώνει μια μεγάλη εμπλοκή στο πολιτικό σκηνικό. Δεν δίνεται διέξοδος ούτε προς τη σταθεροποίηση και την οριστική επικράτηση του μνημονιακού-κυβερνητικού μπλοκ, ούτε προς την ανατροπή του μέσα από μια δυναμική ενίσχυσης του ΣΥΡΙΖΑ ή ενός ευρύτερου ανταγωνιστικού πόλου. Αυτό το βασικό εξαγόμενο από τις κάλπες προμηνύει σύνθετες εξελίξεις, όξυνση της πολιτικής κρίσης και κινήσεις πολλαπλών κατευθύνσεων στην πολιτική «σκακιέρα».
Υπάρχει, όμως, ένα δεδομένο στο σκηνικό εμπλοκής στο οποίο έχουμε εισέλθει, που είναι ανησυχητικό για την Αριστερά και απαιτεί γρήγορα προσανατολισμό αντιμετώπισής του. Το παλιό πολιτικό σύστημα δεν έχει εξαντλήσει τις εφεδρείες του. Κομβικό σημείο των εξελίξεων, οι προσπάθειες ανασύνθεσης του χώρου που προσδιορίζεται ως Κεντροαριστερά. Με όχημα τον πρώτο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών και τα δίκτυά του στις τοπικές κοινωνίες που δεν ξεριζώθηκαν παρά την πορεία πολιτικής του κατάρρευσης τα τελευταία χρόνια, αυτός ο χώρος επιδιώκει τη δυναμική του ανασύνθεση. Ταυτόχρονα και στο χώρο της Δεξιάς (μνημονιακής ή αντιμνημονιακής, ακραίας ή νεοφιλελεύθερης) θα υπάρξουν ζυμώσεις και κινητικότητα, ενώ ένα τμήμα της αντίδρασης στη συστημική πολιτική είναι εγκλωβισμένο στην επιλογή της Χρυσής Αυγής.
Την ίδια στιγμή, ποιες είναι οι υπαρκτές πολιτικές δυνάμεις στις οποίες θα μπορούσε να αναζητήσει ο ΣΥΡΙΖΑ ευρύτερα μέτωπα και συμμαχίες; Το ΚΚΕ κλιμακώνει έναν σχεδόν μονομέτωπο αγώνα εναντίον του, ενώ πολιτικές δυνάμεις που, άσχετα αν κανείς διαφωνεί ή όχι με την προσέγγισή τους, θεωρητικά θα προσφέρονταν για συμμαχίες είτε με βάση το μεταπολιτευτικό άξονα «πρόοδος-συντήρηση» (ΔΗΜΑΡ) είτε με τον πιο πρόσφατο «μνημόνιο-αντιμνημόνιο» (ΑΝΕΛ), έχουν μπει, λιγότερο ή περισσότερο, σε κρίση και σκορπίζονται σε διάφορες κατευθύνσεις.
Δυναμική και πιέσεις
Η διπλή εκλογική αναμέτρηση του Μαΐου και Ιουνίου 2012 έδωσε μια μεγάλη δυναμική ανόδου στον ΣΥΡΙΖΑ. Ένα μικρό αριστερό κόμμα διαμαρτυρίας αναδείχτηκε σε σημαντική πολιτική δύναμη και η εκλογική επιρροή του εκτοξεύτηκε. Από ένα περιορισμένο αριστερό κοινό, απλώθηκε σε μεγάλο μέρος του εθνικού «ακροατηρίου» και μετατράπηκε, μάλιστα, σε πρώτη δύναμη ανάμεσα στα πιο ενεργά αλλά και στα πιο χαμηλά κοινωνικά στρώματα του πληθυσμού.
Η διαχείριση αυτής της δυναμικής από τον ΣΥΡΙΖΑ στα δύο χρόνια που μεσολάβησαν, δεν ήταν τέτοια που να της δώσει σάρκα και οστά. Το κόμμα της Αριστεράς έδειξε φοβικά στοιχεία απέναντι στο αναγκαίο άνοιγμα προς την κοινωνία, διατήρησε πολλές από τις παραλυτικές του συνήθειες και ισορροπίες και δεν μετέτρεψε την εκλογική του επιρροή σε λαϊκό πολιτικό ρεύμα με δυναμικά στοιχεία. Ήταν εύκολο να γίνουν αυτά και, μάλιστα, σε ένα περιβάλλον συνεχών και σύνθετων εξελίξεων; Σίγουρα όχι και κανείς δεν θα μπορούσε να έχει έτοιμες συνταγές για την επίτευξη αυτών των στόχων. Το ερώτημα είναι, όμως, κατά πόσο τέθηκαν και έγινε προσπάθεια να προσεγγιστούν.
Στο σκηνικό που διαμορφώνεται, οι πιέσεις προς τον ΣΥΡΙΖΑ θα ενταθούν, ωθώντας τον διαρκώς προς ρόλο συμπληρωματικό στην αναστήλωση του πολιτικού σκηνικού σε παλιές βάσεις. Αποκρούοντας απλώς, από θέση άμυνας, τις πολιτικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης, δεν μπορεί να δημιουργηθεί μια ευρύτερη δυναμική ανατροπής. Η πόλωση που παραμένει σε επίπεδο, κυρίως, επικοινωνιακών διαξιφισμών, αφήνει έδαφος στην ανάδειξη άλλων δυνάμεων που επιδιώκουν ρόλο στα πράγματα. Η διέξοδος μοιάζει να είναι στη διαμόρφωση πολιτικής στρατηγικής, τακτικής και πρωτοβουλιών που να απεγκλωβίζουν ριζοσπαστικές κοινωνικές δυνάμεις, διαμορφώνοντας ένα ευρύτερο ρεύμα.