της Αλίκης Βεγίρη

 

Μέχρι πρόσφατα δεν υπήρξε έκθεση διεθνούς οργανισμού, του ΔΝΤ, της Κομισιόν ή του ΟΟΣΑ, που να μην κάνει μνεία στους ιδιαίτερα αυξημένους κινδύνους για ξέσπασμα σοβαρών ταραχών και κοινωνικών εξεγέρσεων στις χώρες που βρίσκονται σε προγράμματα λιτότητας. Είναι αλήθεια πως οι προειδοποιήσεις αυτές, που ήταν ιδιαίτερα έντονες τη διετία 2011-2012, άρχισαν να αμβλύνονται, όχι γιατί έλειψαν οι λαϊκές κινητοποιήσεις, αλλά γιατί άρχισαν να διαβλέπουν σ’ αυτές χαρακτηριστικά μάλλον ακίνδυνα, δηλαδή διαχειρίσιμα από τις υπάρχουσες δυνάμεις προπαγάνδας και καταστολής. Θες η έλλειψη ώριμων πολιτικών εναλλακτικών δυνάμεων και σχεδίων σε μια πρωτοφανούς βάθους και έντασης κρίση, θες η απειρία και η συστολή της κυρίως πληττόμενης μεσαίας τάξης να καταφύγει σε βίαιες αντιδράσεις τύπου παρισινών και λατινοαμερικανικών υποβαθμισμένων προαστίων, θες οι εκβιασμοί και ο φόβος μπροστά σε μια εναλλακτική διαχείριση έξω από τα νεοφιλελεύθερα πλαίσια, οι λαϊκές αντιδράσεις δεν κατάφεραν να κλονίσουν το σύστημα.

Δεν χρειάζεται να είναι κανείς απόφοιτος του Χάρβαρντ για να προβλέψει ότι οι επιβαλλόμενες περικοπές σε μια χώρα οδηγούν μοιραία σε κάποιου είδους εκρηκτικό κοινωνικό περιβάλλον. Αυτή, όμως, η γενική εικόνα δεν είναι αρκετή για τους σχεδιαστές των πολιτικών λιτότητας, οι οποίοι επιθυμούν να υπολογίζουν πιο συγκεκριμένα, θέλοντας να γνωρίζουν μαζί με τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις και το βαθμό ανάπτυξης των αναπόφευκτων αντίρροπων δυνάμεων. Τι είδους αντιδράσεις θα είναι αυτές και ποια η πιθανότητα εκδήλωσης; Γενικές απεργίες, διαδηλώσεις, ανεξέλεγκτες εξεγέρσεις ή πολιτικές δολοφονίες; Ποιος είναι ο συσχετισμός ανάμεσα στη συχνότητα των περιστατικών και στο ύψος των περικοπών; Ποιο είδος περικοπών προκαλεί τις μεγαλύτερες αντιδράσεις; Είναι οι φόροι, είναι οι μισθοί, είναι οι δημόσιες επενδύσεις, είναι η ύφεση;

Γι’ αυτά και για κείνα, απαντήσεις δίνει η πρόσφατη έρευνα των Jacopo Ponticelli και Hans-Joachim Voth, η οποία δημοσιεύτηκε στο Centre for Economic Policy Research (www.cepr.org). Στην έκθεση αυτή αναλύονται εξεγερσιακά περιστατικά που έλαβαν χώρα σε 28 ευρωπαϊκές χώρες στη διάρκεια ενός περίπου αιώνα, από το 1919 ώς το 2009. Αν και παραλείπει την καυτή περίοδο της πρόσφατης κρίσης, εντούτοις τα αποτελέσματά της είναι ενδεικτικά και εμπεριστατωμένα ώστε να αποτελέσουν οδηγό για τις πολιτικές του ΔΝΤ, των ΗΠΑ και της Ε.Ε.

Στο παρακάτω γράφημα, στον κάθετο άξονα βλέπουμε τον μέσο αριθμό περιστατικών, όπως διαδηλώσεις, εξεγέρσεις, πολιτικές δολοφονίες και γενικές απεργίες, σαν συνάρτηση των δημόσιων δαπανών. Οι λευκές μπάρες αντιστοιχούν σε περιστατικά όταν υπάρχει αύξηση των δαπανών (υπάρχουν και τέτοιες περιπτώσεις!), ενώ οι σκούρες μαύρες, όταν οι περικοπές ξεπερνούν το 5% του ΑΕΠ. Οι ενδιάμεσες γκρίζες μπάρες αντιστοιχούν σε περικοπές μεγαλύτερες του 2% και 3%. Ο δείκτης που προκύπτει από το άθροισμα των κατά μέσο όρο διαδηλώσεων, εξεγέρσεων, πολιτικών δολοφονιών και γενικών απεργιών, βαφτίζεται χάος και απεικονίζεται από την πρώτη συστάδα, αριστερά στο γράφημα.

diagramma

Ο συσχετισμός μεταξύ λιτότητας και κοινωνικής αναταραχής είναι παραπάνω από εμφανής. Σε περιπτώσεις περικοπών μεγαλύτερες του 5% ο δείκτης Χάος βλέπουμε να διπλασιάζεται. Από τις πιθανές αντιδράσεις, μεγαλύτερη συχνότητα παρουσιάζουν οι διαδηλώσεις και οι εξεγέρσεις, ενώ οι πολιτικές δολοφονίες έχουν σχεδόν την ίδια πιθανότητα να συμβούν με τις γενικές απεργίες.

Τα ίδια αποτελέσματα προκύπτουν και από τη συσχέτιση ανάπτυξης και κοινωνικών αναταραχών. Τα εμπειρικά δεδομένα δείχνουν ότι για κάθε 1% άνοδο του ΑΕΠ, οι διαδηλώσεις ελαττώνονται κατά 0,4. Η συσχέτιση όμως αυτή δεν είναι συμμετρική. Για κάθε 1% πτώση του ΑΕΠ, η αύξηση του αριθμού των διαδηλώσεων είναι σαφώς μεγαλύτερη.

Από τα πιο ενδιαφέροντα ευρήματα είναι η επίπτωση των φόρων. Σε αντίθεση με τις περικοπές, έχει βρεθεί ότι μεγαλύτερη φορολογία δεν επιφέρει αντίστοιχες αντιδράσεις, όπερ και η αταλάντευτη στάση της συγκυβέρνησης στο ζήτημα των φόρων, παρά τη γενική (λεκτική) κατακραυγή. Πράγματι, ενώ στα χρόνια της κρίσης είδαμε κάθε λογής διαδηλώσεις και απεργίες, για το ζήτημα της υψηλής φορολογίας δεν είδαμε ούτε μια.

Επιπλέον, το έτερο παράδοξο και πιστοποιημένο αποτέλεσμα είναι ότι κυβερνήσεις λιτότητας δεν φαίνεται να χάνουν στις εκλογές (το έχουμε άλλωστε δει ιδίοις όμμασι στην Ευρώπη και μετά το 2009), αλλά ούτε φαίνεται να αποκομίζουν κέρδη εκείνες οι οποίες καταρτίζουν πλεονασματικούς προϋπολογισμούς. Γιατί τότε οι κυβερνήσεις διστάζουν να εφαρμόσουν τα μέτρα λιτότητας; Η απάντηση είναι ο αυξημένος κίνδυνος κοινωνικών ταραχών.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!