Ξεπέρασαν τα όρια του θράσους οι ευρωπαϊκές αντιδράσεις στο δημοψήφισμα. Του Χριστόδουλου Δολαψάκη

Αίσθηση προκάλεσε το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 9ης Φλεβάρη στην Ελβετία, σύμφωνα με το οποίο η χώρα θα θεσπίζει ετησίως ανώτατο όριο αριθμού μεταναστών που θα μπορούν να λαμβάνουν άδεια παραμονής και εργασίας. Το δημοψήφισμα πραγματοποιήθηκε με πρωτοβουλία του συντηρητικού κόμματος UDC, το οποίο στις τελευταίες εκλογές του 2011 είχε αναδειχθεί πρώτο. Η πρόταση του UDC εγκρίθηκε με διαφορά μόλις 20.000 ψήφων και ποσοστό 50,3%, με τη συμμετοχή στο 56%, ποσοστό πολύ υψηλό για τα ελβετικά δεδομένα.
Όλα τα γαλλόφωνα καντόνια της χώρας απέρριψαν την πρόταση του UDC, σε αντίθεση με τη γερμανόφωνη και ιταλόφωνη Ελβετία (πλην Ζυρίχης), μια γεωγραφία ίδια με αυτήν του δημοψηφίσματος του 1992 με το οποίο ουσιαστικά σταμάτησε η διαδικασία ένταξης της Ελβετίας στην Ε.Ε. Έτσι αναζωπυρώθηκε η συζήτηση για τις «δύο Ελβετίες», τη συντηρητική γερμανόφωνη και τη σύγχρονη, φιλοευρωπαϊκή γαλλόφωνη. Λάδι στη φωτιά έριξαν και οι δηλώσεις του αντιπροέδρου του UDC ότι οι «γαλλόφωνοι Ελβετοί είχαν ανέκαθεν αδύναμη εθνική συνείδηση».
Η επιχειρηματολογία του UDC δεν αφορούσε τη διαφύλαξη κάποιου φαντασιακού «αλπικού πολιτισμού» (όπως αναπαράχθηκε σε ελληνικούς ειδησεογραφικούς ιστότοπους), αλλά ζητήματα όπως ο υπερπληθυσμός, η ανεξέλεγκτη ανέγερση κτιρίων, η αυξημένη κίνηση στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, η αύξηση της «χαμηλής ποιότητας» μεταναστών που δεν προσφέρουν τίποτα και απολαμβάνουν τα οφέλη του εύρωστου ελβετικού κράτους και η μείωση των μισθών στις επιχειρήσεις εξαιτίας της υπερπροσφοράς εργατικών χεριών. Για το UDC η Ελβετία δεν μπορεί πλέον να αποτελεί την εύκολη οδό διαφυγής από την Ε.Ε της κρίσης και επιπλέον η χώρα έχει αποδείξει ότι μπορεί να στέκεται και να αναπτύσσεται αυτόνομα και ανεξάρτητα.
Η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων προκάλεσε έκπληξη στα μεγαλύτερα κόμματα και την οικονομική ελίτ, καθώς είχαν ταχθεί αναφανδόν ενάντια στο UDC, ενώ όλες οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι οι Ελβετοί θα απέρριπταν την πρόταση περιορισμού των μεταναστών. Όλα αυτά τα χρόνια η Ελβετία, μέσω διμερών συμφωνιών με την Ε.Ε., είχε δεχθεί «το πικρό ποτήρι της ελεύθερης διακίνησης πολιτών» ώστε να απολαμβάνει τη συνεργασία στο εμπόριο, την έρευνα και την αστυνόμευση, διατηρώντας παράλληλα το περίφημο τραπεζικό απόρρητο. Η αντίδραση των αξιωματούχων της Ε.Ε. στο δημοψήφισμα ήταν άμεση, εκφράζοντας την αποδοκιμασία τους και δηλώνοντας ότι οι σχέσεις Ε.Ε.-Ελβετίας θα επανεξεταστούν από την αρχή. Η Ελβετίδα υπουργός Δικαιοσύνης δήλωσε ότι «πρόκειται για μία ψήφο ενάντια στις αρχές και στα κόμματα», η Credit Suisse έκανε λόγο για δύσκολες μέρες για την ελβετική οικονομία, ενώ ο πρόεδρος της Ελβετίας πρόκειται επειγόντως να συναντηθεί με τη Μέρκελ, την ερχόμενη εβδομάδα.
Σε αντίθεση με όλα αυτά, το UDC πανηγυρίζοντας δέχθηκε συγχαρητήρια από τα ακροδεξιά κόμματα της Γαλλίας και της Γερμανίας. Ευρωσκεπτικιστές σε Αυστρία, Ολλανδία και Γερμανία ζητούν ανάλογα δημοψηφίσματα στις χώρες τους και στη Βρετανία η ελβετική απόφαση ανάβει τη συζήτηση για τη σχέση της χώρας με την Ε.Ε., ενόψει τόσο του δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία της Σκωτίας τον Σεπτέμβριο, όσο και της δέσμευσης του Ντ. Κάμερον για δημοψήφισμα για την Ε.Ε. το 2017, εφόσον επανεκλεγεί.
Τρεις μήνες πριν από τις ευρωεκλογές, το ρεύμα του ευρωσκεπτικισμού ενισχύεται, όμως όχι από προοδευτική σκοπιά.

Οι ευρωπαϊκές αντιδράσεις στο ελβετικό δημοψήφισμα ξεπέρασαν τα όρια του θράσους. Ασκώντας εδώ και χρόνια δρακόντειες αντι-μεταναστατευτικές πολιτικές μιας Ευρώπης-φρούριο όχι μόνο απέναντι στους τριτοκοσμικούς πρόσφυγες αλλά και μέσα στο εσωτερικό της Ε.Ε. απέναντι σε Βαλκάνιους, Ρομά κ.λπ., η κριτική και οι απειλές προς την Ελβετία ώστε να μην περιορίσει τους μετανάστες από την Ε.Ε., κάπως ηχούν…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!