Η δημοκρατία δεν είναι τίτλος ούτε ετικέτα. Ούτε μόνο θέμα αρχής. Είναι πρακτική αναγκαιότητα. Και κατάκτηση. Μεγάλη και σπουδαία. Αλλά τα καλά κόποις κτώνται.
Στην Αριστερά αρεσκόμαστε να λέμε ότι είμαστε δημοκράτες και λειτουργούμε δημοκρατικά. Μερικοί το λένε τόσο πολύ για τόσα πολλά χρόνια που μπορεί και να το έχουνε πιστέψει. Το σωστότερο, όμως, είναι αυτό που λέγεται επίσης, ότι είμαστε οι πιο δημοκρατικοί. Ασφαλώς, σε σύγκριση με τα καθεστωτικά κόμματα υπερτερούμε. Αλλά είναι αυτό το ζητούμενο; Να υπερτερούμε απλώς των καθεστωτικών ή να είμαστε πραγματικά δημοκρατικοί;
Προσωπικά, δεν μπορώ να πω ότι λειτούργησα με όρους ουσιαστικής δημοκρατίας μέσα στους συλλογικούς φορείς που συμμετείχα. Ακόμα και στα πιο ριζοσπαστικά κόμματα και οργανώσεις που λειτουργούσαν με δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, κυριαρχούσε ο συγκεντρωτισμός σε βάρος της δημοκρατίας. Μόνο στις οργανώσεις βάσεις, που είχαν περιορισμένη εμβέλεια, υπήρχαν ψήγματα δημοκρατίας, αλλά κι αυτά καθηλωμένα και αναποτελεσματικά, αφού σπάνια οι διεργασίες και οι απόψεις τους άγγιζαν τα αποφασιστικά όργανα, της ολιγομελούς καθοδήγησης. Αυτό, στις φάσεις των μεγάλων εντάσεων και συγκρούσεων, δεν μας ενοχλούσε και δεν μας απασχολούσε, γιατί πρώτευε η ανάγκη να είμαστε ενωμένοι, συμπαγείς και μαχητικοί, σαν μια γροθιά. Το πληρώσαμε πολύ ακριβά. Η διάσταση ανάμεσα στους «κάτω» και τους «πάνω» μεγάλωνε μέχρι που έφτασε στη διάλυση. Από σύντροφοι στα χαρακώματα, γίναμε μαλλιά-κουβάρια.
Η αλήθεια είναι ότι, στην πράξη, δεν υπήρχε ισχυρή παράδοση δημοκρατίας στην Αριστερά. Αυτό, σε πολεμικές περιόδους, συγκαλυπτόταν από τις συνθήκες ζωής και θανάτου που διεξαγόταν η αντιπαράθεση με το αυταρχικό σύστημα εξουσίας. Στη μεταπολίτευση, οι λεγόμενες ανανεωτικές δυνάμεις πρόβαλαν τη δημοκρατία ως συστατικό τους στοιχείο, αντίθετο στο συγκεντρωτισμό. Όμως, οι διασπάσεις, οι ομαδοποιήσεις και οι φράξιες, η απόσταση μεταξύ αρχηγών και μελών και η διολίσθηση στον αστισμό, δεν επιβεβαίωσαν τις διακηρύξεις τους. Από τη δημοκρατία τους, τελικά, απέμεινε η χαλαρότητα και η ανοργανωσιά και διευρύνθηκε το χάσμα με τους εργαζόμενους, ενώ εδραιώθηκε ο διαχωρισμός ανάμεσα στα επαγγελματικά στελέχη και τα υπόλοιπα μέλη, τους εθελοντές. Ουσιαστικά, η γραμμή έβγαινε από την ηγετική ομάδα με ελάχιστη έως υποτυπώδη συμμετοχή των μελών και των οπαδών. Οι αντιπαραθέσεις διεξάγονταν μεταξύ ομάδων που ανήκαν στον ηγετικό πυρήνα, αγνοώντας τη «βάση». Αναπτύχθηκαν μηχανισμοί, παράκεντρα, γραφειοκρατία, εσωστρέφεια και ιδιοτέλειες που αναπόφευκτα αναφύονται στο πλαίσιο ενός οργανισμού κλειστού, χωρίς έλεγχο κι αξιολόγηση. Γι’ αυτό, ακόμα κι αν ένα στέλεχος δεν απέδιδε, ανήκοντας σε μια ισχυρή ομάδα, δεν επρόκειτο ποτέ να κριθεί και να χάσει το πόστο του. Και πολύ περισσότερο να παραιτηθεί αυτοβούλως. Τα συνέδρια είχαν επικυρωτικό χαρακτήρα και επανακαθόριζαν τους συσχετισμούς δυνάμεων. Άρθρα του καταστατικού παραβιάζονταν συστηματικά. Κανένας εσωτερικός θεσμός δεν θεμελιώθηκε που θα εξασφάλιζε τη διαρκή, ελεύθερη, ισότιμη και αποφασιστική συμμετοχή του κάθε μέλους και διασταλτικά του ευρύτερου πολιτικού περιβάλλοντος του κόμματος. Συνήθως, γινόταν ένας συμβιβασμός που κατέληγε σε καταμερισμούς μεταξύ των ομάδων και των τάσεων.
Η οργανωτική, πολιτική και ιδεολογική χαλαρότητα ενίσχυε την ψευδαίσθηση της δημοκρατικότητας. Οι κοινωνικοί και πολιτικοί στόχοι εξωραΐστηκαν, η αντιπαράθεση με το σύστημα αμβλύνθηκε, οι υποχρεώσεις των μελών ελαχιστοποιήθηκαν, η αξιολόγηση της συμβολής του καθενός περιορίστηκε στο ελάχιστο και η δημοκρατία άρχισε να οριοθετείται με βάση τις επικρατούσες αντιλήψεις που διαπνέουν το αστικό πολίτευμα. Δηλαδή, περιορίστηκε στην ψηφοφορία και στην πολυφωνία, που δεν είναι ασήμαντοι όροι, αλλά δεν είναι αρκετοί για να διαφοροποιήσουν ένα πραγματικά δημοκρατικό κόμμα από ένα αστικό δημοκρατικό κόμμα που λειτουργεί με κανόνες, αλλά εξυπηρετεί τα συμφέροντα της μειοψηφίας και της ολιγαρχίας. Τώρα πλέον, δεν μπορούμε να παραβλέπουμε αυτές τις «λεπτομέρειες». Δεν κινδυνεύει μόνο η Αριστερά, κινδυνεύει η Ελλάδα.
Επειδή η πραγματική δημοκρατία, αυτή που οι αριστεροί ονειρεύονται και για την οποία αγωνίζονται, δεν εφαρμόστηκε πουθενά στον κόσμο, η Αριστερά, η κάθε Αριστερά πρέπει να την εφεύρει και να την εφαρμόσει πρώτα η ίδια στο εσωτερικό της, πράγμα που αποτελεί προϋπόθεση για να την εφαρμόσει αύριο ή έστω μεθαύριο στην κοινωνία.
Η δημοκρατία δεν είναι πολυτέλεια
Στην Αριστερά, αυτό το άλμα αργεί. Θες γιατί η παράδοσή της είναι πολύ ισχυρή, θες γιατί η επιρροή της αστικής κουλτούρας είναι ακόμα πιο ισχυρή, τόσο το κομμάτι που εξακολουθεί να επιμένει στο δημοκρατικό συγκεντρωτισμό όσο και το κομμάτι που προτάσσει τη δημοκρατία, αδυνατούν να λειτουργήσουν δημοκρατικά. Και στο μεν και στο δε, όλες οι αποφάσεις, τελικά, εκπηγάζουν από ένα πυρήνα που ηγεμονεύει. Με τη διαφορά ότι στα κόμματα και τις οργανώσεις κλασικού τύπου, η διαφωνία με την ηγετική θέση επισύρει την ποινή του εξοστρακισμού, ενώ στα κόμματα και τις οργανώσεις ανανεωτικού τύπου, η διαφορετική άποψη δεν επισύρει διαγραφή, αλλά πολύ σπάνια αξιοποιείται. Μπορείς να λες ό,τι θέλεις και να μην σε ακούει κανένας. Μερικές φορές, αυτού του είδους ο αποκλεισμός είναι πιο αποτελεσματικός. Γι’ αυτό πολλοί αξιόλογοι πολίτες βρίσκονται εκτός. Και οι οργανώσεις μελών φυτοζωούν. Όλα αυτά με τις εξαιρέσεις τους, βέβαια. Και με τις προσπάθειες αρκετών αγωνιστών να αναβαθμίσουν τη δημοκρατική λειτουργία των φορέων της Αριστεράς εκ των έσω.
Η δημοκρατική λειτουργία δεν είναι μια περιττή πολυτέλεια, ούτε εφαρμόζεται εν μέρει κι όποτε μας συμφέρει ή όποτε δεν μας ενοχλεί. Ούτε είναι το παν. Αλλά είναι όρος άνευ του οποίου δεν θα τελεσφορήσει τίποτα ικανοποιητικά, με κίνδυνο όχι μόνο να χαθούν οι ευκαιρίες, αλλά να έχουμε νέες θυσίες που δεν θα πιάσουν τόπο. Όλες οι εμπειρίες του κομμουνιστικού κινήματος, όλες οι εμπειρίες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, όλες οι δικές μας εμπειρίες, δείχνουν και αποδείχνουν ότι η έλλειψη δημοκρατίας σ’ αυτά που εμείς δημιουργούμε, είτε πρόκειται για ένα κόμμα είτε για μία κυβέρνηση είτε για ένα κράτος, οδηγεί στον αποπροσανατολισμό των προσπαθειών μας, στον εκτροχιασμό των ίδιων των εαυτών μας. Γι’ αυτό, η δημοκρατία θα έπρεπε να είναι πανταχού παρούσα, σε ό,τι κάνουμε, με ό,τι καταπιανόμαστε, χωρίς εξαιρέσεις και χωρίς εκπτώσεις. Γιατί η δημοκρατία δεν είναι δεδομένη στις κοινωνίες. Θέλει συνειδητή δουλειά. Είναι υψηλότατος στόχος του πολιτισμού. Και η Αριστερά σ’ αυτόν προσβλέπει.
Με αυτό το σκεπτικό, με λυπεί, αλλά δεν με ξαφνιάζει το έλλειμμα δημοκρατικής λειτουργίας στον ΣΥΡΙΖΑ. Ανήκει στην παθολογία της Αριστεράς, που δεν αφορά μόνο τους «πάνω», αλλά και τους «κάτω». Οι λανθασμένες νοοτροπίες είναι διάχυτες σε ένα μεγάλο σώμα από πολίτες που θεωρούν ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, που βολεύονται στην ανάθεση, έλκονται από αρχηγικά κόμματα και μεταθέτουν τις ευθύνες τους στους άλλους. Η Αριστερά, όμως, αντί να αναπαράγει τα κουσούρια της κοινωνίας, οφείλει να διορθώνεται και να εξελίσσεται, επηρεάζοντας θετικά το σύνολο. Γιατί ούτε στην κοινωνία είναι εδραιωμένη η κουλτούρα της δημοκρατίας, μετά από αιώνες πελατειακών σχέσεων και απογοητεύσεων. Η Αριστερά οφείλει να λειτουργεί υποδειγματικά, να είναι πρότυπο.
Η Ελληνική Δημοκρατία έχει ξεπέσει κάτω από κάθε όριο ασφαλείας που θέτουν οι ίδιοι οι αστικοί κανόνες. Κι ούτε μπορεί κανείς να περιμένει καμία σοβαρή επιρροή ή βοήθεια στο ζήτημα του εκδημοκρατισμού από το εξωτερικό, όπως συνέβαινε στα χρόνια της δικτατορίας. Αντιθέτως, η Δύση κατολισθαίνει στον αυταρχισμό, έχοντας ήδη αλωθεί από το επιθετικό χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα λίγα τελευταία χρόνια η μητροπολιτική Ευρώπη έχει εμπλακεί σε περισσότερους τυχοδιωκτικούς πολέμους από τα 45 χρόνια του Ψυχρού Πολέμου. Και ήδη επιτίθεται με πρωτοφανή κανιβαλική αγριότητα εναντίον των πιο αδύναμων συνεταίρων της, όπως η Ελλάδα, η Βουλγαρία, η Πορτογαλία κ.ά.
Αυτό σημαίνει ότι η Αριστερά έχει αυξημένη υποχρέωση να υπερασπιστεί τη δημοκρατία παρεμβαίνοντας δραστικά σε επίπεδο κοινωνίας και κράτους. Ξεκινώντας από την αποκατάσταση των απαξιωμένων αστικών δημοκρατικών θεσμών και προχωρώντας στην παραπέρα διεύρυνση της δημοκρατίας με όρους δικαιοσύνης, ισότητας και ελευθερίας. Μπορεί η Αριστερά να μην δρέπει δάφνες για την άψογη δημοκρατική της λειτουργία, αλλά είναι αναμφισβήτητο ότι οι αγώνες και οι θυσίες των αριστερών γίνονταν ανέκαθεν για τη δημοκρατία. Ο σπόρος της δημοκρατίας είναι με αίμα ριζωμένος μέσα στις αριστερές συνειδήσεις. Και τώρα, η ανάγκη καλλιέργειας τους είναι μεγαλύτερη από ποτέ.
Προσωπικά, δεν αποθαρρύνομαι εύκολα γιατί πιστεύω στη δυναμική των πραγμάτων. Ότι το σωστό και το δίκαιο θα νικήσουν, γιατί αυτό επιτάσσει η ίδια η φύση, που έχει στη «φύση» της την αυτορρύθμιση και την ισορροπία. Αλλά στενοχωριέμαι κάθε φορά που διαπιστώνω ότι εμείς οι ίδιοι, που υπερασπιζόμαστε το δίκαιο και το σωστό, τη φύση την ίδια, παρά τις διακηρύξεις μας, στην πράξη, συχνά-πυκνά, λειτουργούμε παρά φύσει.
Στέλιος Ελληνιάδης