Γράφαμε στο προηγούμενο φύλλο για τα προβλήματα που προκάλεσε η μετατροπή της Πρωτομαγιάς σε κινητή εορτή, με το φάντασμα της ΓΣΕΕ να «απεργεί» στις 4 Μάη, ενώ όλοι σχεδόν οι υπόλοιποι επέλεξαν την 6η. Εν πάση περιπτώσει, η ζωή, που έλεγαν και οι παλιοί, απεφάνθη: η ΓΣΕΕ παρέμεινε φάντασμα. Τι έμεινε; Η 6η. Εκεί μαζεύτηκαν και οι… αγωνιστικές δυνάμεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αναζητώντας απεγνωσμένα ψήφους στα λιβάδια της ταξικής πάλης. Ιδρωμένος από εκλογικό οίστρο, ο ΣΥΡΙΖΑ πήγε για αρπαχτή, αλλά δεν του βγήκε. Από την απελπισία του (διότι ο Μητσοτάκης έχει φθορά, αλλά δεν την καρπώνεται κανείς – πόσο μάλλον ο ΣΥΡΙΖΑ) τελικά άρπαξε την… περούκα του, κι αποκαλύφθηκε η γύμνια. Ούτε οι κομματικοί υπάλληλοι δεν συγκεντρώθηκαν.
Η υποχρεωτικότατη ΑΔΕΔΥ πρόσφερε την ομπρέλα της στον ΣΥΡΙΖΑ, και όχι μόνο. Σωματεία και συνδικάτα δεν είχε, είχε όμως μπόλικα κόμματα και οργανώσεις. Αλλού (βεβαίως) συγκεντρώθηκαν οι αυθεντικά ταξικές δυνάμεις, διάβαζε ΠΑΜΕ. Εδώ δεν χρειάζονται σχόλια: όλα, περιλαμβανομένων των συμμετεχόντων, είναι εκ των προτέρων καθορισμένα, στοιχημένα και –προπάντων– αμόλυντα από την πραγματικότητα. Αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα: μέσα σε ποια εξαιρετικής οξύτητας πραγματικότητα και συγκυρία «γιορτάστηκε» η Πρωτομαγιά, και γιατί οι εορτάζοντες εξακολουθούν να συμπεριφέρονται σαν να ήταν «κανονικές» οι συνθήκες.
Στην Τουρκία, πάντως, είδαμε εκατοντάδες νεαρούς αγωνιστές να συνεχίζουν να φωνάζουν συνθήματα ενώ σπρώχνονταν με γκλομπιές στις κλούβες. Συνολικά όμως, εν μέσω πανδημίας, υπάρχει μια βουβαμάρα του παγκόσμιου προλεταριάτου. Κατατεμαχισμένο, αλλά με καρδιά και μυαλό, σέρνεται στα μεγάλα πάρκα ανεργίας και απόρριψης, στα γκέτο και στις παραγκουπόλεις, στα εργοστάσια και στα παράνομα εργαστήρια, στους δρόμους της προσφυγιάς, στα σύγχρονα σκλαβοπάζαρα… Το Σικάγο του 1886 είναι μακριά, και κοντά. Σήμερα το προλεταριάτο είναι πολυπληθέστερο, έχει ιστορία, αλλά ξαναγίνεται χαμίνι που ψάχνει τον εαυτό του. Θα τον ξανάβρει μέσα από άλλες, νέες μορφές. Το ερώτημα είναι πώς θα συμβάλλουμε σ’ αυτό, αφού δεν υπάρχουν «αυτοματισμοί»;
Μ.Α.