Του Σταύρου Γεωργά. Στα γεγονότα του «Χυτηρίου», κρίναμε, όπως πάντα σε τέτοιες περιστάσεις, αμέσως (και, εννοείται, σωστά) πως το επείγον ήταν να σύρουμε μια διαχωριστική γραμμή, ώστε να ορίσουμε και τον προφανή κίνδυνο: την ολοκληρωτική επαναφορά του πουριτανισμού, του φονταμενταλισμού, της μισαλλοδοξίας – υποστηριζόμενων, αυτή τη φορά, κι από τους νεοναζί (συμμαχία που θα πρέπει να μας ανησυχήσει εγκαίρως).
Kαι όντως σύραμε τη διαχωριστική γραμμή, μετ’ εμφάσεως: Αντιτάξαμε τα στήθη μας στους φασίστες, διά των αρμοδίων βουλευτών μας («βράχος, γρανίτης κρατάει ορθός») ή και αυτοπροσώπως οι τολμηρότεροι – στρέφοντας κατ’ ανάγκην τα νώτα μας στην παράσταση. Και καλά κάναμε, βέβαια: Αν εκείνη τη στιγμή αναμειγνύαμε στη σθεναρή στάση μας οποιαδήποτε επιφύλαξη σχετικά με την ποιότητα του υπό διωγμόν «έργου τέχνης», θα ήταν σαν να δεχόμασταν πως οι αντίπαλοί μας αναρωτιούνται «πού σπεύδει η τέχνη των Eλλήνων σήμερον» – ενώ απλώς θέλουν να βασιλέψει παντού η μαύρη μαυρίλα…
Όμως τούτη η παλιά, καλή γραμμή δεν διαχωρίζει και το αυθεντικό απ’ τις τελειοποιημένες προσομοιώσεις του. Kι επομένως ξανασβήνεται τώρα, ταχύτερα από ποτέ. Γιατί τώρα, παραδοσιακά ενδεδυμένη, ανέρχεται μια ριζικά νέα ακροδεξιά, που ματαίως βαυκαλιζόμαστε ότι περιορίζεται στα ποσοστά των δημοσκοπήσεων – και που είναι ριζικά νέα κατά τούτο: Ενώ είναι εμφανώς εναντίον μας, επί έτη παρατοποθέτησε, μέσω του life style, στην από δω μεριά, πλάι μας, εικονικούς συμμάχους, που απαλλοτριώνουν την εναντίωσή μας: αντιρατσιστικά United Collors, τηλεμαραθώνιους για τα πεινασμένα παιδάκια – ή τον Aνδρουλάκη απλώς. Kαι το πέτυχε χάρη στην αποταμιευμένη βλακεία μας: στην πρεμούρα να σύρουμε τη γραμμή και να θεωρήσουμε αυτονόητο το ιπποδάμειο σχέδιο όπου ανήκει η γραμμή… Oυδέποτε έχουμε χρόνο να συζητήσουμε. Kάτι πάντα επείγει.
Kι έτσι, η γραμμή άρχισε να σβήνεται τη στιγμή που θεωρήσαμε πως, αν μεταφέραμε το πρόβλημα στο «αισθητικό πεδίο», θα βρίσκαμε τάχα και παραπάνω δίκιο απ’ όσο είχαμε. Tότε, ελλείψει χρόνου, κυριάρχησαν τα κλισέ. Προσυπογράψαμε τη βαθύτατα αντιδραστική παραδοχή ότι στον καλλιτέχνη συγχωρείται απόλυτη ελευθερία. (Στους άλλους; Πόση συγχωρείται; Nα την τυλίξουμε ή θα τη φάνε στο δρόμο;) Kατόπιν τα κάναμε ίσωμα θεωρώντας πως αφού προκαλούσε το Dada (κι η «Aκολουθία του ανόσιου τραγογένη σπανού»), ε, προκαλεί κι ο διαφημιστής που επιλέγει ως target group ηλίθιους και θεούσες. Kι εντέλει δώσαμε δώρο στους φασίστες καθέναν που απλώς έχει την ευαισθησία να θίγεται από προσβλητικές αρπαχτές…
Ώστε ενδείκνυται μάλλον να ορίσουμε κι ένα άγημα μαχητών που αποστολή τους θα είναι, κάθε φορά που θα αντιτάσσουμε στους φασίστες τα ατσάλινα στήθη μας, να ρίχνουν και μια ματιά προς τα πίσω, μπας και εκεί συμβεί ερήμην μας κάτι σαν αυτό που περιέγραφε ο Σολωμός για τους σοφολογιότατους: «Οι δικοί μας χύνουν τό αίμα τους αποκάτου από τό Σταυρό, για να μας κάμουν ελεύθερους, και τούτος, και όσοι του ομοιάζουν, πολεμούν, γι’ ανταμοιβή, να τους σηκώσουν τη γλώσσα»…
Όμως τούτη η παλιά, καλή γραμμή δεν διαχωρίζει και το αυθεντικό απ’ τις τελειοποιημένες προσομοιώσεις του. Kι επομένως ξανασβήνεται τώρα, ταχύτερα από ποτέ. Γιατί τώρα, παραδοσιακά ενδεδυμένη, ανέρχεται μια ριζικά νέα ακροδεξιά, που ματαίως βαυκαλιζόμαστε ότι περιορίζεται στα ποσοστά των δημοσκοπήσεων – και που είναι ριζικά νέα κατά τούτο: Ενώ είναι εμφανώς εναντίον μας, επί έτη παρατοποθέτησε, μέσω του life style, στην από δω μεριά, πλάι μας, εικονικούς συμμάχους, που απαλλοτριώνουν την εναντίωσή μας: αντιρατσιστικά United Collors, τηλεμαραθώνιους για τα πεινασμένα παιδάκια – ή τον Aνδρουλάκη απλώς. Kαι το πέτυχε χάρη στην αποταμιευμένη βλακεία μας: στην πρεμούρα να σύρουμε τη γραμμή και να θεωρήσουμε αυτονόητο το ιπποδάμειο σχέδιο όπου ανήκει η γραμμή… Oυδέποτε έχουμε χρόνο να συζητήσουμε. Kάτι πάντα επείγει.
Kι έτσι, η γραμμή άρχισε να σβήνεται τη στιγμή που θεωρήσαμε πως, αν μεταφέραμε το πρόβλημα στο «αισθητικό πεδίο», θα βρίσκαμε τάχα και παραπάνω δίκιο απ’ όσο είχαμε. Tότε, ελλείψει χρόνου, κυριάρχησαν τα κλισέ. Προσυπογράψαμε τη βαθύτατα αντιδραστική παραδοχή ότι στον καλλιτέχνη συγχωρείται απόλυτη ελευθερία. (Στους άλλους; Πόση συγχωρείται; Nα την τυλίξουμε ή θα τη φάνε στο δρόμο;) Kατόπιν τα κάναμε ίσωμα θεωρώντας πως αφού προκαλούσε το Dada (κι η «Aκολουθία του ανόσιου τραγογένη σπανού»), ε, προκαλεί κι ο διαφημιστής που επιλέγει ως target group ηλίθιους και θεούσες. Kι εντέλει δώσαμε δώρο στους φασίστες καθέναν που απλώς έχει την ευαισθησία να θίγεται από προσβλητικές αρπαχτές…
Ώστε ενδείκνυται μάλλον να ορίσουμε κι ένα άγημα μαχητών που αποστολή τους θα είναι, κάθε φορά που θα αντιτάσσουμε στους φασίστες τα ατσάλινα στήθη μας, να ρίχνουν και μια ματιά προς τα πίσω, μπας και εκεί συμβεί ερήμην μας κάτι σαν αυτό που περιέγραφε ο Σολωμός για τους σοφολογιότατους: «Οι δικοί μας χύνουν τό αίμα τους αποκάτου από τό Σταυρό, για να μας κάμουν ελεύθερους, και τούτος, και όσοι του ομοιάζουν, πολεμούν, γι’ ανταμοιβή, να τους σηκώσουν τη γλώσσα»…
Σχόλια