Συνέντευξη στον Κώστα Στοφόρο

 

Η Ελισάβετ Χρονοπούλου, γνωστή ως σκηνοθέτης μέσα από ταινίες όπως Ένα τραγούδι δε φτάνει, Μικρή Άρκτος, ο Αννίβας προ των πυλών κ.α. αλλά και από ντοκιμαντέρ όπως ο Πολιτικός εγκλεισμός στην Ελλάδα του 20ου αιώνα, αποδεικνύεται και μια εξαιρετική διηγηματογράφος.

Τόσο μέσα από το Φοράει κοστούμι –το προηγούμενο βιβλίο της για το οποίο έχουμε γράψει παλιότερα στον Δρόμο – όσο και με τον Έτερο εχθρό, τη συλλογή διηγημάτων που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Πόλις, κατάφερε να ζωντανέψει πρόσωπα και καταστάσεις με μοναδικό τρόπο.

Ιδιαίτερα το νέο της βιβλίο, που αναφέρεται στην περίοδο της Κατοχής, μας κάνει να ζήσουμε πραγματικά μια συγκλονιστική εμπειρία ανάγνωσης…

Ζωές που παρασύρονται στη δίνη του πολέμου, του εμφυλίου και του μετεμφυλιοπολεμικού κράτους. Εγκλήματα που μένουν για πάντα ατιμώρητα και πληγές που τόσες δεκαετίες αργότερα δεν λένε να κλείσουν…

Η συγγραφέας σκύβει με συμπόνοια πάνω στους ήρωες της. Δεν παίζει τον ρόλο του δικαστή. Γράφει διηγήματα χαμηλόφωνα, αλλά όχι ουδέτερα. Μοιάζει σα να μιλάει η ίδια η ζωή. Το ένα μετά το άλλο, έτσι που να μη μπορείς να ξεχωρίσεις ένα, συνθέτουν ένα διεισδυτικό πορτρέτο της Κατοχής. Σαν εάν κομμάτι προφορικής ιστορίας που δεν έχει ακόμη ειπωθεί.

Μόλις έφτασα στην τελευταία σελίδα, το πρώτο που σκέφτηκα ήταν να συνομιλήσω με την ίδια τη συγγραφέα. Κι όπως αποδείχθηκε δεν είχα άδικο. Πολλά και ενδιαφέροντα τα όσα είχαμε να πούμε. Που δεν τελειώνουν καν εδώ…

 

Γιατί σήμερα διηγήματα που διαδραματίζονται στην περίοδο της Κατοχής; Πώς αποφασίσατε να βυθιστείτε σε εκείνη την εποχή για την οποία δεν έχετε προσωπικά βιώματα;

Το κεντρικό θέμα του βιβλίου είναι ο κίνδυνος ηθικής οπισθοδρόμησης μιας κοινωνίας όταν βρεθεί απροετοίμαστη σε μια αγχωτική συνθήκη όπου απειλείται η φυσική επιβίωση των μελών της. Σε συνθήκη όπου στο άγχος και τον φόβο που προκαλεί στο άτομο η απειλή του δικού του θανάτου προστίθεται και η αγωνία της συλλογικής κατάρρευσης. Μ’ ενδιέφερε το πώς στεκόμαστε ηθικά απέναντι σ’ αυτόν τον κίνδυνο, ατομικά και συλλογικά. Το πόσο ανθεκτικές είναι οι ηθικές αξίες που θεωρούμε κεκτημένες και αδιάσειστες, το πόσο παραμένουμε ηθικά θωρακισμένοι όταν η φωτιά αγγίξει τους τοίχους του δικού μας σπιτιού. Η εμπειρία της Κατοχής, ακραία και μοναδική στη σύγχρονη Ιστορία μας, ήταν το πιο γόνιμο έδαφος για να διερευνήσω αυτά τα ερωτήματα. Άλλωστε η Κατοχή δεν έπαψε ποτέ να ξεφυτρώνει (ακόμη κι εκεί που δεν την σπέρνουν) στον δημόσιο διάλογο. Δεν έπαψε ν’ αποτελεί πεδίο αντιπαραθέσεων, ακριβώς επειδή κρύβει πολλά ανεξερεύνητα μυστικά. Μπορεί να μην έχω βιώματα από την Κατοχή αλλά πάντα, σε σχέση μ’ αυτήν, ένιωθα σαν το παιδί που αγχώνεται καταλαβαίνοντας πως οι μεγάλοι κάτι του κρύβουν. Σαν να υπήρχε εκεί ένα αμαρτωλό οικογενειακό μυστικό που δεν έπρεπε να μάθω. Γράφοντας τις ιστορίες του βιβλίου ένιωθα σαν το παιδί που ψάχνει στα κρυφά τα συρτάρια των γονιών για ν’ ανακαλύψει αυτό που του κρύβουν.

 

«Λύθηκαν όλ’ αυτά, έγιναν συμβιβασμοί, έγιναν δίκες, όποιος αδικήθηκε, αποζημιώθηκε. Το κλείσαμε αυτό το κεφάλαιο και προχωρήσαμε», λέει η ηρωίδα του διηγήματος Ποτέ δεν έμαθα πιάνο. Η δική σας άποψη;

Δεν νομίζω πως είναι θέμα άποψης. Οι περιουσιακές ανακατατάξεις που επέφεραν η πείνα κι ο πληθωρισμός, η ανακατανομή του πλούτου, δεν αμφισβητούνται. (Ένας απ’ τους λόγους που εμπεριέχεται στο βιβλίο η βιβλιογραφία και οι πηγές  που μελέτησα είναι ακριβώς αυτός.) Η οικονομική εξουθένωση ενός μεγάλου αριθμού εκπροσώπων της προπολεμικής αστικής τάξης και η ανάδειξη μιας νέας τάξης «νεόπλουτων» από τα πρώτα χρόνια της Κατοχής, καταγράφεται ακόμη και στις εφημερίδες της εποχής, σε ημερολόγια και επιστολές πνευματικών ανθρώπων. Οι οικονομικοί δωσίλογοι απέκτησαν τεράστιες περιουσίες στηριζόμενοι στην ανοχή ή και τη συνεργασία του κατοχικού κράτους και διατήρησαν αυτές τις περιουσίες χάρη στην «απροθυμία» του μεταπολεμικού κράτους να εξιχνιάσει αυτά τα οικονομικά εγκλήματα και να αποδώσει δικαιοσύνη. Με την επίσημη δικαιολογία ότι κάτι τέτοιο θα ανέκοπτε την παραγωγική πορεία της χώρας και θα ενέτεινε τον κοινωνικό διχασμό. Θα συμφωνήσω με την ηρωίδα μου μόνο ως προς το ότι «Το κλείσαμε αυτό το κεφάλαιο». Ναι έγιναν δίκες, έγιναν συμβιβασμοί. Αλλά δικαιοσύνη δεν αποδόθηκε. Αναπόφευκτα προχωρήσαμε, αλλά όχι όρθιοι και συμφιλιωμένοι. Προχωρήσαμε ακρωτηριασμένοι, ασταθείς και με την πικρία μιας αδικίας που δεν αποκαταστάθηκε. Η μόνη άποψη που μπορώ να διατυπώσω είναι ότι έχω την εντύπωση πως μια κοινωνία δεν μπορεί να προχωρήσει ουσιαστικά αν δεν σκύψει με παρρησία και γενναιότητα στα συλλογικά της τραύματα και δεν προσπαθήσει να τα δει, να τα αναγνωρίσει και να τα επουλώσει.

 

Η δική μας η γενιά –είμαστε συνομήλικοι– πόσο επηρεάστηκε από τέτοιου είδους ιστορίες, όπως αυτές που αφηγείστε;

Η δική μας γενιά, αλλά και οι επόμενες, προστατεύτηκαν από τέτοιου είδους ιστορίες. Από τέτοιου είδους αποκαλύψεις. Στον δημόσιο και στον ιδιωτικό λόγο, στο σχολείο αλλά και στο σπίτι, κυριάρχησε το ηρωικό έπος του ‘40. Με εξαίρεση φυσικά τα παιδιά των κομμουνιστών που διδάχθηκαν την Ιστορία διαφορετικά αλλά μόνο μέσα στο σπίτι τους και με τη συνοδεία του συναισθηματικού φορτίου της ήττας και του χρέους της αποκατάστασης της αδικίας. Ο φοβερός λιμός και η τρομοκρατία μας παραδόθηκαν κάπως γραφικά, από αναφορές της γιαγιάς και του παππού στη μπομπότα την ώρα που μας στούμπωναν με φρέσκο βούτυρο και μπιφτέκια. Οι ιστορίες ηθικής έκπτωσης, κατάλυσης των ηθικών αξιών και της κοινωνικής συνοχής, αποσιωπήθηκαν. Ατομικά και αυτοβούλως ο καθένας της γενιάς μας επισκέφθηκε ή όχι αυτές τις σκοτεινές περιοχές της Ιστορίας και επηρεάστηκε ή όχι απ’ αυτή την «εκδρομή». Επίσημα δεν το συζητήσαμε ποτέ κι αυτό έχει μια σημασία.

 

Ποιος είναι τελικά ο έτερος εχθρός; Προφανώς και δεν είναι τυχαία η επιλογή του τίτλου.

Αν ο κύριος εχθρός είναι ο κατακτητής, ο έτερος εχθρός είναι η αγωνία που κατακλύζει τον άνθρωπο όταν κινδυνεύει η φυσική του υπόσταση, η αγωνία που απειλεί τα θεμέλια της ηθικής του υπόστασης. Απειλεί, δηλαδή, αυτό που κάνει τον άνθρωπο «Άνθρωπο» και που δεν είναι παρά οι ηθικές του αντιστάσεις, ένα αξιακό σύστημα που αποδυναμώνει το ένστικτο της αυτοσυντήρησης. Η ήττα είναι η εξοικείωση με το αποτρόπαιο. Η απάθεια μπροστά στο αποτρόπαιο. Η ήττα είναι η απώλεια της ανθρωπιάς. Η κατάλυση της κοινωνικής συνοχής. Ο άνθρωπος-αγρίμι στη θέση του ανθρώπου-πολίτη.

 

Παραθέτετε μια πλούσια βιβλιογραφία στο τέλος του βιβλίου. Κάτι μάλλον ασυνήθιστο για συλλογή διηγημάτων. Θα θέλατε οι αναγνώστες σας να ανατρέξουν στα πραγματικά γεγονότα;

Μου φάνηκε σωστό να παραθέσω τη βιβλιογραφία αφού στηρίχθηκα πάνω σ’ αυτήν και εμπνεύστηκα απ΄ αυτήν. Δεν σκέφθηκα αυτό που λέτε αλλά ναι, τώρα που το ακούω, νομίζω πως θα ήθελα να ανατρέξουν οι αναγνώστες στα στοιχεία και στις ερμηνείες τους απ’ τους Ιστορικούς. Θα ήταν χρήσιμο.

 

Ποιο από τα διηγήματα και γιατί θα μεταφέρατε στη μεγάλη οθόνη;

Ένα απ’ αυτά πράγματι θα λαχταρούσα να το κάνω ταινία. Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω γι’ αυτό και δεν θα σας πω ποιο είναι. Θα πω μόνο ότι στο συγκεκριμένο διήγημα βρίσκω ενδιαφέρουσα τη σύνδεση της Κατοχής με τη σημερινή οικονομική κρίση.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!