Δύο κόσμοι ασύμπτωτοι στο Σύστημα Υγείας

Πριν από λίγες μέρες στο δρόμο, συνάντησα μια καλή μου φίλη. Ανάμεσα στα «πώς είσαι» και στα «δεν πάει άλλο η κατάσταση» μου παραπονέθηκε για ένα ελαφρύ πρόβλημα υγείας. Δεν την προβλημάτιζε, αλλά την ενοχλούσε για περίπου ένα μήνα.
Η πρώτη σκέψη ήταν να την δει ένας παθολόγος. «Ωραία, θα πάρεις ένα τηλέφωνο (1 ευρώ η κλήση) και σε καμιά εβδομάδα θα σε εξετάσει παθολόγος». «Δύσκολο μου λέει, δεν έχω χρόνο και δεν δικαιούμαι και άδεια, χωρίς να έχω κάτι σοβαρό» για τα πρωινά. Εάν, φυσικά, χρειαζόταν να πάει σε τακτικά εξωτερικά ιατρεία νοσοκομείου. Εκεί η επίσκεψη, πέρα από το 5ευρω, θα γινόταν σε ένα δίμηνο. Αν ήθελε αμέσως, θα έπρεπε να πληρώσει 60 με 100 ευρώ.
Θα μπορούσε να πάει και σε ιδιώτη, απόγευμα, πιθανόν δωρεάν, πιθανόν και όχι, αν αυτός -προσποιητά ή πραγματικά- είχε συμπληρώσει το πλαφόν των επισκέψεων γι’ αυτό το μήνα.
«Ασφάλεια έχεις;» τη ρώτησα και ευτυχώς η απάντηση ήταν θετική. Εάν δεν είχε, συν τοις άλλοις, θα έπρεπε να βάλει το χέρι στην τσέπη και να δώσει καμιά 50αριά ευρώ (στην καλύτερη περίπτωση), για την επίσκεψη σε ιδιώτη γιατρό. Εναλλακτικά, θα έπρεπε να απευθυνθεί σε κάποιο κοινωνικό ιατρείο, που αναλόγως την περίπτωση, λειτουργούν πότε καλά πότε με προβλήματα. Ή σε κάποια ΜΚΟ.
Και αν, χτύπα ξύλο, ήταν κάτι χειρότερο; Γιατί ήταν τυχερή και δεν ήταν κάτι σοβαρό. Εκεί ο λογαριασμός θα φούσκωνε πολλαπλάσια, οι αναμονές θα εκτοξεύονταν. Πράγμα που όπως έχει γίνει γνωστό, δυσκολεύει και την αποτελεσματική θεραπεία και κάνει χειρότερη την εξέλιξη της νόσου.
Να εύχεσαι να μην αρρωστήσεις, συν τοις άλλοις και για την αχρείαστη ταλαιπωρία και τα έξοδα. Η ταλαιπωρία και πολλές φορές ο αποκλεισμός από την οποιαδήποτε πρόσβαση στην υγεία είναι πολύ περισσότερο τραγική όταν μιλάμε για επείγουσες καταστάσεις, στην περιφέρεια ή και στην Αθήνα, αλλά και για σοβαρά, χρόνια, πολυδάπανα νοσήματα.
Έχουμε ένα εκούσια πολυδαίδαλο, αναχρονιστικό, υποστελεχωμένο, υπολειτουργικό Σύστημα Υγείας, με τα ιδιωτικά κοράκια να παραμονεύουν από παντού να μας ξεζουμίσουν. Είναι κανείς να απορεί πώς βρίσκουν την υγειά τους ακόμη κι αυτοί που την βρίσκουν. Ίσως από το ψυχικό υστέρημα των (αρκετών) γιατρών και εργαζομένων του, που κάνουν τη δουλειά τους παρά τις δυσκολίες. Ποιο ακριβώς είναι το βάρος στη συνείδηση της τροϊκανόδουλης κυβέρνησης γι’ αυτό; Πώς δικαιολογούν, έστω στον εαυτό τους, ότι ταλαιπωρούν και καταδικάζουν ανθρώπους κατά χιλιάδες; Ότι είναι ηθικοί αυτουργοί σε εγκλήματα κατά των ασθενών και του λαού;
Οι δύο αυτοί κόσμοι, η λαχτάρα και η αγωνία για ένα πρόβλημα υγείας από τη μία και η πολιτική της υποδούλωσης, της τυφλής δημοσιονομικής υποταγής στο υπερεθνικό όραμα του πρωτογενούς πλεονάσματος δεν έχουν κανένα σημείο τομής. Στο πρώτο σκέλος ο ασθενής, αλλά και ο συνάνθρωπος που δεν είναι ασθενής (ακόμη πιθανόν), μαζί με τον λειτουργό της Υγείας. Στο δεύτερο σκέλος η κυβέρνηση, οι τρόικες.
Μοναδικό κριτήριο για τους δεύτερους είναι το κόστος και γίνεται ολοένα και πιο προφανές ότι με αυτούς δεν υπάρχει κανένα περιθώριο βελτίωσης για το σύστημα υγείας. Είναι βασικό προαπαιτούμενο να ξεκουμπιστούν.
Οι υπόλοιποι, όλοι εμείς, με γνώμονα και κριτήριο μια άλλη πορεία για τη χώρα, που θα επιτρέψει ένα δίκαιο, λειτουργικό και αποτελεσματικό Σύστημα Υγείας, ξεκινάμε από τα απλά. Οραματιζόμαστε ένα σύστημα που θα υπάρχει με πρωταρχικό σκοπό την υγεία αλλά και φυσικά την πρόληψη. Με το λιθαράκι όλων όσοι γνωρίζουν ή μπορούν να προσφέρουν σε αυτό, με τον τρόπο τους. Όχι πρωταρχικό σκοπό την εξοικονόμηση πόρων. Χωρίς λαμογιά και ρεμούλα. Που περιπτώσεις σαν και τη φίλη του παραδείγματος δεν θα υπάρχουν, θα προλαμβάνονται ή θα αντιμετωπίζονται με ανθρωπιά και αποτελεσματικότητα.
Από εκεί ξεκινάμε, κ. Γεωργιάδη.

Βασίλης Καφετζόπουλος

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!