Ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα – ύμνος στη Σάμο και όχι μόνο…

 Του Κώστα Στοφόρου

 

«…Η Σάμος προσφέρεται τούτη την ώρα σαν ένα εξαίρετο πειραματικό πεδίο για την παρατήρηση των προβλημάτων και των διλημμάτων, που θ’ αφήσει στο πισωσύρσιμό του ο πόλεμος. Για τους Άγγλους η ευκαιρία είναι μεγάλη. Να δοκιμάσουν την πολιτική τους, να μετρήσουν τις αντιδράσεις που θα ξεσηκώσουν τούτοι ή κείνοι οι χειρισμοί τους. Η Σάμος είναι σήμερα σαν την ασημόπετρα που πάνω της δοκιμάζουν οι σαράφηδες το χρυσάφι και το ασήμι. Μια λυδία λίθος…».

Όλα αυτά τα χρόνια της κρίσης στη χώρα, το μυαλό μου γυρνούσε πίσω στο μυθιστόρημα Η ασημόπετρα του Κώστα Καλατζή (Eκδόσεις Πιτσιλός), ένα βιβλίο που είχα διαβάσει όταν πρωτοκυκλοφόρησε, στη δεκαετία του ’80.

Καθώς το ένα χτύπημα ερχόταν πίσω από το άλλο, από το 2009 έως σήμερα, σκεφτόμουν ότι όπως η Σάμος στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, έτσι και όλη η Ελλάδα σήμερα έχει γίνει η ασημόπετρα που οι σύγχρονοι σαράφηδες δοκιμάζουν τις πολιτικές τους. Μετρούν τις αντιδράσεις που ξεσηκώνουν οι χειρισμοί τους.

Η Σάμος είχε πληρώσει ακριβά αυτή την πολιτική της Μεγάλης Βρετανίας που ακόμη και ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος -αφού εκφράσει, βεβαίως, τις ενστάσεις του για κάποιες θέσεις του συγγραφέα- την χαρακτηρίζει ως «ανεπίτρεπτα οπορτουνιστική». Για όσους δεν γνωρίζουν, σημειώνω ότι οι «σύμμαχοί» μας παζάρευαν τη Σάμο και τα Δωδεκάνησα προκειμένου να πείσουν την Τουρκία να ταχθεί στο πλευρό τους, μπαίνοντας στον πόλεμο.

Η Σάμος είχε αναπτύξει ένα από τα πιο σημαντικά αντάρτικα του ελληνικού χώρου και μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας κυριαρχούσε στο νησί. Η Βρετανία, θέλοντας να προκαλέσει εντάσεις και διχασμούς επέλεξε να ρίξει στο νησί τον Ιερό Λόχο με επικεφαλής τον Χριστόδουλο Τσιγάντε. Ωστόσο, για διάφορους λόγους τα σχέδια αυτά δεν καρποφόρησαν. Όλες οι πλευρές έδειξαν ψυχραιμία και πολιτική ωριμότητα.

Από την πλευρά της η Γερμανία διαβλέποντας τον κίνδυνο της εισόδου της Τουρκίας στον πόλεμο, επέλεξε να πραγματοποιήσει μια μεγάλη επιχείρηση και κατέλαβε τόσο τα Δωδεκάνησα, όσο και τη Σάμο. Βαρύτατος ο φόρος του αίματος. Η σύντομη άνοιξη της ελευθερίας σταμάτησε απότομα.

Ενδιαφέρον ότι ο συγγραφέας έχει ως ήρωα του βιβλίου έναν Ελληνοαμερικανό δημοσιογράφο με καταγωγή από τη Σάμο που έρχεται στο νησί ως πράκτορας, προκειμένου να ματαιώσει τα σχέδια της Μεγάλης Βρετανίας. Μάλιστα, θα παίξει ρόλο στην εισβολή των Γερμανών, μέσα από υπόγειες διασυνδέσεις. Θα πληρώσει κι ο ίδιος προσωπικά το τίμημα της επιλογής του.

 

Ένας σύγχρονος Μυριβήλης

Αν η Ασημόπετρα ήταν απλώς ένα ιστορικό μυθιστόρημα θα είχε μείνει στο μυαλό μου μόνο ως ένα βιβλίο που φωτίζει μια άγνωστη πτυχή των γεγονότων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στον ελλαδικό χώρο.

Ωστόσο, είναι κάτι πολύ πέρα από αυτό, που το καθιστά -κατά την ταπεινή μου γνώμη- ως ένα από τα σημαντικότερα ελληνικά μυθιστορήματα, το οποίο δικαίως έλαβε το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών.

Η δυνατή πλοκή και η ψύχραιμη ματιά στα γεγονότα, φωτίζει και τις δυο πλευρές, χωρίς μανιχαϊσμούς, αλλά και χωρίς να οδηγείται στον ιστορικό αναθεωρητισμό που στις μέρες μας είναι ιδιαιτέρως του συρμού. Καταφέρνει να ζωντανέψει μια ολόκληρη εποχή και τους χαρακτήρες, τα πρόσωπα, με όλες τις αντιφάσεις τους.

Με μια εκπληκτική γλώσσα που ξεδιπλώνει μπροστά στα μάτια μας έναν απίστευτο πλούτο – μακάρι οι σύγχρονοι λογοτέχνες μας να ανέτρεχαν σε τέτοιες πηγές του λόγου, σε κάνει να νιώθεις πως είσαι εκεί.

Η Σάμος, οι πόλεις και τα χωριά της, τα μοναδικά της τοπία είναι εκεί μπροστά μας, ολοζώντανα. Μπορούμε να νιώσουμε, να μυρίσουμε, να γευτούμε τις εικόνες που μας μεταφέρει ο συγγραφέας με βαθύτατη αγάπη για την ιδιαίτερη πατρίδα του.

Όπως γράφει ο Δημήτρης Νόλλας «…η γλώσσα δεν είναι μόνον εργαλείο επικοινωνίας. Είναι πρωτίστως φορέας πολιτισμού. Ο κώδικάς της, εκτός απ’ αυτό που δείχνει είναι και κάτι άλλο. Αυτό το κάτι άλλο δεν μπορεί παρά να εκφράζεται, πάντα και αποκλειστικά, στη γενέθλια γλώσσα του συγγραφέα, στη γλώσσα που άκουσε τα παραμύθια του τόπου του και το νανούρισμα της μάνας του…» (Παράθεμα της μεταφράστριας από τη Νοσταλγία της Μπαρμπαρά Κασσέν- από το άρθρο του Δ. Νόλλα, Οι συνέπειες του να γράφεις σε μια μικρή γλώσσα – Αντί 742, Ιούλιος 2001).

Ο συγγραφέας έχει αφομοιώσει βαθιά μέσα του αυτή τη γλώσσα και καταφέρνει να μας κάνει κοινωνούς της. Παράλληλα, δίνει χώρο και στη σαμιώτικη ντοπιολαλιά. Σε κάνει να αγαπήσεις το νησί, να το βάλεις στη καρδιά σου, ακόμη κι αν μόνο στη φαντασία σου βρέθηκες εκεί

«…Ο τόπος μοσκομύριζε ρετσίνι. Η ανασαιμιά του αγέρα ακούγονταν να σφυράει ασίγαστα με αμέτρητα ψιλά σουραύλια μεσ’ απ’ τις πευκοβελόνες. Ο ήλιος με τραβηγμένες τις κουρτίνες του μόλις φαινότανε σα μια διάχυτη λάμψη. Ψιλή υγρασία. Γαλήνη…».

Δυστυχώς δεν πρόλαβα να γνωρίσω τον θαυμαστό συγγραφέα. Ούτε θα διαβάσει ποτέ αυτές τις γραμμές. Έφυγε από κοντά μας τον Δεκέμβριο του 2013. Πάντως, τώρα κρατάω στα χέρια μου το Ταμπάκικο με τα διηγήματά του. Κι ετοιμάζομαι να το ξαναδιαβάσω!

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!