Φωτ.: Κοινή συνεδρίαση της Βουλής και της Γερουσίας της Βραζιλίας. Σουρεαλιστική η υποκρισία αν σκεφτεί κανείς ότι 303 από τους 513 βουλευτές και 49 από τους 81 γερουσιαστές είναι σήμερα κατηγορούμενοι για διαφθορά. Αντίθετα η ίδια η Ρούσεφ, την οποία απέπεμψαν επειδή δεν απέτρεψε τη διαφθορά(!), δεν έχει κατηγορηθεί ποτέ.
Του Ιμάνουελ Βαλερστάιν *
Η πρόεδρος της Βραζιλίας Ντίλμα Ρούσεφ απομακρύνθηκε από την προεδρία και θα δικαστεί από τη Γερουσία. Σε περίπτωση καταδίκης της, θα απομακρυνθεί οριστικά από τη θέση της. Δεν υπάρχει κανείς από όσους προσπαθούν τους τελευταίους μήνες να παρακολουθήσουν τις ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις, ούτε καν οι ίδιοι οι Βραζιλιάνοι , που να μην είναι σε σύγχυση εξαιτίας των πολλών αλλαγών στην τροπή αυτής της διαδικασίας.
Τι πραγματικά διακυβεύεται στη Βραζιλία; Πρόκειται πράγματι για ένα συνταγματικό πραξικόπημα, όπως η πρόεδρος Ρούσεφ το έχει επανειλημμένα χαρακτηρίσει; Ή είναι μία νόμιμη ενέργεια ώστε η πρόεδρος να δώσει λόγο για σοβαρά παραπτώματα της ίδιας και των συνεργατών της, όπως ισχυρίζεται η «αντιπολίτευση»; Αν ισχύει το τελευταίο, γιατί συμβαίνει μόνο τώρα και όχι για παράδειγμα κατά την πρώτη θητεία της Ρούσεφ στην προεδρία, προτού επανεκλεγεί εύκολα το 2015 με σημαντική διαφορά;
Μια ιστορία που ξεκινά το 1980
Η Ρούσεφ είναι μέλος του Κόμματος Εργατών (PT), το οποίο για πολλά χρόνια καθοδηγούνταν από τον προκάτοχό της στην προεδρία, τον Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα (Λούλα). Ένας τρόπος να αντιληφθεί κανείς τα τελευταία γεγονότα είναι να τα δει σαν μέρος της ιστορίας του ΡΤ, της ανόδου του στην εξουσία και τώρα, κατά πάσα πιθανότητα, της ανατροπής του.
Τι είναι το ΡΤ, και τι αντιπροσωπεύει στην πολιτική της Βραζιλίας; Ιδρύθηκε το 1980 σαν ένα κόμμα ενάντιο στη στρατιωτική χούντα που κυβερνούσε τη Βραζιλία από το πραξικόπημα του 1964. Ήταν ένα σοσιαλιστικό, αντιιμπεριαλιστικό κόμμα, που συνένωσε μαρξιστικές ομάδες, μεγάλες κοινωνικές οργανώσεις όπως η εργατική συνομοσπονδία CUT, το Κίνημα των Ακτημόνων Εργατών Γης MST και καθολικά κινήματα που επηρεάζονταν από το ρεύμα της Θεολογίας της Απελευθέρωσης.
Από τη σκοπιά τόσο του στρατού όσο και των παραδοσιακών συστημικών κομμάτων στη Βραζιλία, το ΡΤ ήταν ένα επικίνδυνο επαναστατικό κόμμα που απειλούσε τις συντηρητικές οικονομικές και κοινωνικές δομές της χώρας. Για τις ΗΠΑ, ο «αντιιμπεριαλισμός» του ΡΤ στρεφόταν κυρίως κατά του κυριαρχικού ρόλου των ΗΠΑ στην πολιτική της Λατινικής Αμερικής – κάτι που πράγματι ίσχυε.
Το ΡΤ όμως δεν επεδίωξε την εξουσία μέσω ανταρτοπολέμου αλλά κυρίως μέσω των κοινοβουλευτικών εκλογών, υποστηριζόμενο από μαζικές διαδηλώσεις. Χρειάστηκαν τέσσερις εκλογικές διαδικασίες μέχρι ένας υποψήφιος του ΡΤ, ο Λούλα, να ανέλθει επιτέλους στην εξουσία το 2003. Το κατεστημένο της Βραζιλίας δεν περίμενε ποτέ ότι κάτι τέτοιο θα συνέβαινε, και δεν αποδέχθηκε ποτέ ότι αυτό μπορεί να είχε διάρκεια. Από τότε λοιπόν κατέβαλαν κάθε δυνατή προσπάθεια για την ανατροπή του ΡΤ. Μπορεί να το κατάφεραν το 2016. Οι ιστορικοί του μέλλοντος ενδέχεται να χαρακτηρίσουν την περίοδο 2003-2016 ως «το 15ετές διάλειμμα του ΡΤ».
Κόμμα ανομοιογενές και αντιφατικό
Τι πραγματικά συνέβη στη διάρκεια αυτού του διαλείμματος; Στην εξουσία το ΡΤ αποδείχθηκε σαφώς λιγότερο ριζοσπαστικό απ’ ό,τι φοβόντουσαν οι αντίπαλοί του. Αλλά ήταν αρκούντως ριζοσπαστικό ώστε να μην κοπάσει ποτέ η μανία τους να το καταστρέψουν, όχι μόνο εκδιώκοντάς το από την προεδρία αλλά και αποστερώντας του τη δυνατότητα να είναι ένα κίνημα με νομιμοποιημένη παρουσία στην πολιτική ζωή της Βραζιλίας.
Η νίκη του ΡΤ στις εκλογές του 2003 οφείλεται στο συνδυασμό της αυξανόμενης δημοφιλίας του προγράμματος και της ρητορικής του, αλλά και της φθίνουσας γεωπολιτικής ισχύος των ΗΠΑ. Πώς αξιοποίησε το ΡΤ τη θητεία του στην εξουσία; Προσπάθησε να στηρίξει τα φτωχότερα στρώματα της Βραζιλίας μέσω ενός προγράμματος αναδιανομής του πλούτου, γνωστού ως «Πείνα Μηδέν», το οποίο πράγματι βελτίωσε το βιοτικό επίπεδο και περιόρισε τις τεράστιες ανισότητες που χαρακτηρίζουν τη Βραζιλία.
Επίσης, η εξωτερική πολιτική της Βραζιλίας υπό το ΡΤ χαρακτηρίστηκε από μία σημαντική μεταστροφή σε σχέση με το παρελθόν της ιστορικής υποταγής της χώρας στις αμερικανικές γεωπολιτικές επιδιώξεις. Η Βραζιλία είχε την πρωτοβουλία στη δημιουργία αυτόνομων δομών στη Λατινική Αμερική, οι οποίες περιελάμβαναν την Κούβα, αλλά απέκλειαν τις ΗΠΑ και τον Καναδά.
Από την άλλη, οι πολιτικές της Βραζιλίας στο μακροοικονομικό επίπεδο παρέμειναν αρκετά ορθόδοξες, από τη σκοπιά της νεοφιλελεύθερης προσήλωσης σε πολιτικές στο πνεύμα της ελεύθερης αγοράς. Επίσης, οι πολλαπλές δεσμεύσεις του ΡΤ για την αποτροπή της καταστροφής του περιβάλλοντος ουσιαστικά δεν υλοποιήθηκαν ποτέ. Ούτε οι υποσχέσεις του για αγροτική μεταρρύθμιση πραγματοποιήθηκαν.
Με λίγα λόγια, η εικόνα του ΡΤ ως αριστερού κινήματος ήταν ανομοιογενής, αντιφατική. Συνέπεια αυτού του γεγονότος ήταν μια σταθερή διαρροή εσωκομματικών ομαδοποιήσεων και πολιτικών συμμάχων. Αυτό οδήγησε στην αποδυνάμωση του κόμματος, η οποία επέτρεψε στους αντιπάλους του το 2015 να διαμορφώσουν ένα σχέδιο για την ανατροπή του.
Η διαφθορά στην υπηρεσία του σχεδίου καταστροφής του ΡΤ
Το σενάριο ήταν απλό. Επικεντρωνόταν σε κατηγορίες περί διαφθοράς. Στη Βραζιλία η διαφθορά έχει τεράστιες διαστάσεις και είναι συνώνυμη με την πολιτική, ενώ σημαντικές προσωπικότητες του ΡΤ δεν απείχαν από τέτοιες πρακτικές. Το μόνο άτομο που δεν είχε βρεθεί στο επίκεντρο τέτοιων κατηγοριών ήταν η Ντίλμα Ρούσεφ. Τι έπρεπε λοιπόν να γίνει; Ο άνθρωπος που τέθηκε επικεφαλής στη διαδικασία της πρότασης μομφής, ο πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Εντουάρντο Κούνια, είχε και ο ίδιος απομακρυνθεί από το αξίωμά του αφού παραπέμφθηκε σε δίκη για διαφθορά. Κανένα πρόβλημα! Η διαδικασία προχώρησε με το σκεπτικό ότι η Ντίλμα Ρούσεφ απέτυχε να ελέγξει τη διαφθορά.
Η Ρούσεφ απομακρύνθηκε από τη θέση της και ο αντιπρόεδρος Μισέου Τεμέρ ανέλαβε καθήκοντα ως μεταβατικός πρόεδρος, διορίζοντας αμέσως ένα ακροδεξιό υπουργικό συμβούλιο. Όμως ο πραγματικός στόχος δεν είναι η Ρούσεφ, αλλά ο Λούλα που, κατά γενική εκτίμηση, θα ήταν ο υποψήφιος του ΡΤ το 2019. Παρότι η δημοτικότητά του έχει τρωθεί σε κάποιο βαθμό, ο Λούλα δείχνει να διατηρεί αρκετή δημοφιλία ώστε να ξανακερδίσει τις εκλογές. Οπότε, στόχος των δυνάμεων της δεξιάς είναι τώρα να κατηγορηθεί για διαφθορά, ώστε να μην μπορέσει καν να θέσει υποψηφιότητα.
Τι θα συμβεί στην περίπτωση αυτή; Κανείς δεν είναι σίγουρος. Οπωσδήποτε, θα υπάρξει άρπαγμα μεταξύ των δεξιών πολιτικών για την προεδρία. Δεν αποκλείεται ο στρατός να αποφασίσει να καταλάβει, για μία ακόμα φορά, την εξουσία. Το μόνο σίγουρο είναι ότι το ΡΤ έχει τελειώσει. Το ΡΤ επεδίωξε να ασκήσει την εξουσία σαν μια κεντρώα κυβέρνηση, με «ισορροπημένο» πρόγραμμα. Όμως, όπως συμβαίνει σε πολλές χώρες σήμερα, η μαζική δυσαρέσκεια οδηγεί σε απόρριψη των συμβατικών κεντρώων πολιτικών.
Αυτό που θα μπορούσε να κάνει ένα κίνημα που θα διαδεχθεί το ΡΤ θα ήταν να επιστρέψει στις ρίζες του, ως συνεπές αριστερό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα. Αυτό δεν θα είναι ευκολότερο σήμερα απ’ ό,τι ήταν για το ΡΤ στη δεκαετία του 1980. Η διαφορά μεταξύ του 1980 και του σήμερα είναι ο βαθμός στον οποίο το σύγχρονο παγκόσμιο σύστημα τελεί σε διαρθρωτική κρίση. Ο αγώνας διεξάγεται σε παγκόσμια κλίμακα, και η Αριστερά της Βραζιλίας μπορεί είτε να διαδραματίσει ένα σημαντικό ρόλο σ’ αυτόν, είτε να περάσει στο περιθώριο των διεθνών εξελίξεων και σε εθνική κακομοιριά.
* Ο Ιμάνουελ Βαλερστάιν είναι κορυφαίος Βορειοαμερικανός κοινωνιολόγος. Διετέλεσε καθηγητής σε πολλά πανεπιστήμια των ΗΠΑ και άλλων χωρών, και είναι συγγραφέας δεκάδων βιβλίων. Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε στις 16 Μαΐου 2016 στο δικτυακό τόπο Common Dreams (www.commondreams.org). Εδώ παρουσιάζεται ελαφρά συντετμημένο, με υπότιτλους της Σύνταξης.
Μετάφραση: Ελεάννα Ροζάκη